Η επιλεκτική εστίαση οδηγεί σε περιστολή της δημοκρατίας
Του Σωτήρη Ρούσσου*
Οι επιθέσεις των διαφόρων τζιχαντιστικών οργανώσεων σε ευρωπαϊκό έδαφος έχουν δημιουργήσει ένα κύμα πανικού, ως ενός σημείου δικαιολογημένου, τόσο στις κοινωνίες όσο και στις κρατικές υπηρεσίες. Το φαινόμενο των επιθέσεων αυτών χαρακτηρίζεται ως πρωτοφανές, απροσδόκητο, εξαιρετικά επικίνδυνο και συνδέεται πάντοτε με τις τζιχαντιστικές οργανώσεις της Μέσης Ανατολής. Δεν λείπουν μάλιστα οι σοβαρές αναλύσεις που συνδέουν τον χαρακτήρα των επιθέσεων αυτών με το Ισλάμ ή ακόμη και με το προσφυγικό ρεύμα.
Πρώτο ερώτημα λοιπόν, σε τι ποσοστό του συνολικού μουσουλμανικού πληθυσμού αντιστοιχούν τα μέλη των τζιχαντιστικών οργανώσεων; Αν σκεφτούμε ότι το σύνολο των Μουσουλμάνων της Γαλλίας είναι περίπου πέντε εκατομμύρια, τότε αντιλαμβανόμαστε ότι οι μερικές δεκάδες που αποτελούν τους τζιχαντιστικούς πυρήνες δεν συγκροτούν ούτε καν μετρήσιμο ποσοστό. Είναι περίπου σαν να θεωρούμε ότι οι Έλληνες είναι συλλήβδην τρομοκράτες επειδή οι οργανώσεις της ένοπλης πολιτικής βίας αριθμούν κάποιες δεκάδες μέλη. Η σημερινή γενιά των τζιχαντιστικών πυρήνων που δρουν στην Ευρώπη δεν έχει γεννηθεί στη Μέση Ανατολή, ούτε έχει λάβει μέρος στις πολιτικές συγκρούσεις της περιοχής, και δεν έχει στέρεα ιδεολογική συγκρότηση. Συνήθως είναι νέοι άνθρωποι που ζουν στα πολύ φτωχά προάστια των ευρωπαϊκών μεγαλουπόλεων, κοινωνικά περιθωριοποιημένοι, που πολλές φορές έχουν λάβει την κοινωνική τους μόρφωση στα σωφρονιστικά καταστήματα της Γαλλίας, του Βελγίου ή της Γερμανίας. Στη Γαλλία μάλιστα το 60% των νέων μέχρι 21 ετών που είναι στις φυλακές είναι Μουσουλμάνοι από τα προάστια. Αν υπολογίσουμε ότι ο αριθμός τους φτάνει τις εξήντα περίπου χιλιάδες, γίνεται κατανοητό ότι οι μερικές δεκάδες που στρατολογούνται στις τζιχαντιστικές οργανώσεις είναι μάλλον αμελητέο μέγεθος.
Μια σύγκριση με μια σειρά από παραδείγματα του οργανωμένου εγκλήματος είναι διαφωτιστική. Η ιταλική Μαφία ξεπερνά τα 10.000 μέλη, ενώ η άγνωστη σε εμάς MS-13, μια οργάνωση του διεθνούς εγκλήματος που απλώνεται από το Λος Άντζελες σε όλη την Κεντρική Αμερική, αριθμεί 50.000 μέλη, σχεδόν τα διπλάσια από το «Ισλαμικό Χαλιφάτο», και είναι υπεύθυνη για ναρκωτικά, δουλεμπόριο και βέβαια εκατοντάδες ειδεχθείς φόνους, απαγωγές και εξαφανίσεις κάθε χρόνο σε υπερεθνικό επίπεδο.
Κίνητρα, μέθοδοι, βιαιότητα: Όχι και τόσο «πρωτοφανή»
Ένα δεύτερο ερώτημα σχετίζεται με τα κίνητρα. Συνήθως τα κίνητρα για τις επιθέσεις αυτές ανιχνεύονται σε ένα μείγμα κοινωνικής περιθωριοποίησης και στρατολόγησης από το εξτρεμιστικό Ισλάμ (μερικές φορές γράφεται και σκέτο, «από το Ισλάμ» – ως συνώνυμο ίσως του εξτρεμισμού…). Τα προσωπικά κίνητρα του κάθε δολοφονικού αυτόχειρα δεν υπάρχουν ή δεν έχουν σημασία. Οι Times θέτουν το ερώτημα για τον Νορβηγό νεοναζιστή που δολοφόνησε δεκάδες νέους ανθρώπους «αν είχε μια αρρωστημένη σχέση με τη μητέρα του». Μια τέτοια προσέγγιση, ενώ ήταν επιτρεπτή για τον λευκό Χριστιανό, Νορβηγό, δεν την έχουμε συναντήσει ποτέ για τον Μουσουλμάνο από τα προάστια, κι ας είναι κι αυτός και ίσως και οι γονείς του γεννημένοι στη Γαλλία.
Το τρίτο ερώτημα αφορά τον τρόπο δράσης. Πολλοί θεωρούν τις επιθέσεις αυτοκτονίας ως ένα χαρακτηριστικό της τζιχαντιστικής βίας. Οι επιθέσεις αυτοκτονίας αποτέλεσαν «όπλο» για τους Τίγρεις των Ταμίλ, αυτονομιστικής (μη μουσουλμανικής) οργάνωσης στην Σρι Λάνκα, οι οποίοι την εικοσαετία 1980-2000 προέβησαν σε 168 τέτοιες επιθέσεις, ενώ την περίοδο 2000-2009 οι επιθέσεις τους σε σιδηροδρομικούς σταθμούς, λεωφορεία και αεροδρόμια κόστισαν τη ζωή σε διακόσιους ανθρώπους σε Σρι Λάνκα και Ινδία, με αποκορύφωμα τη δολοφονία του Ινδού πρωθυπουργού Ρατζίβ Γκάντι.
Αλλά και οι επιθέσεις σε πολυσύχναστους χώρους με θύματα αμάχους δεν είναι κάτι πρωτοφανές. Τέτοιες επιθέσεις έχουν γίνει από τον ιρλανδικό IRA σε παμπς στο Λονδίνο και αλλού στη Βρετανία, τον Οκτώβριο-Νοέμβριο 1974. Επίσης, η πακιστανική διεθνής εγκληματική οργάνωση D-Company ήταν υπεύθυνη για σειρά βομβιστικών επιθέσεων στη Βομβάη το 1993, που στοίχισαν 273 νεκρούς. Και βέβαια να αναφέρουμε τις βομβιστικές επιθέσεις της γαλλικής OAS στο Αλγέρι εναντίον της ανεξαρτησίας της Αλγερίας.
Ούτε η βιαιότητα των τζιχαντιστών είναι πρωτοφανής. Κατά τη διάρκεια του «πολέμου κατά των ναρκωτικών» στο Μεξικό την περίοδο 2006-2012 ομαδικοί τάφοι των ναρκοκαρτέλ αποκάλυψαν 24.000 πτώματα, πολλά από αυτά αποκεφαλισμένα, για λόγους αντεκδίκησης ή εκφοβισμού, ενώ οι εξαφανίσεις ξεπέρασαν τις 20.000.
Τεχνολογικός ολοκληρωτισμός στο όνομα της ασφάλειας
Ας δούμε, ως τέταρτο ερώτημα, την επίδραση των επιθέσεων αυτών στην καθημερινότητα. Πολλοί λένε ότι με αυτές τις επιθέσεις διαλύεται η ομαλότητα της κοινωνικής ζωής, της εμπορικής κίνησης κ.λπ. σε βαθμό επίσης πρωτοφανή. Όμως, διεθνείς εγκληματικές οργανώσεις όπως τα μεξικανικά και κολομβιανά καρτέλ ευθύνονται για τη διακίνηση σκληρών ναρκωτικών σε ολόκληρη την Ευρώπη, δημιουργώντας οξύτατα κοινωνικά προβλήματα. Μόνο το κολομβιανό καρτέλ διακινούσε μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2000 το 80% του παγκόσμιου λαθρεμπορίου κοκαΐνης. Την ίδια στιγμή, στα κράτη μέλη της Ε.Ε. το 20-40% όλων των κρατουμένων έχουν καταδικαστεί για κάποια μορφή εγκληματικής ενέργειας που σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα με τη διακίνηση ναρκωτικών. Εδώ θα πρέπει να επισημάνουμε επίσης την κοινωνική διάβρωση από τη διαφθορά και το σύγχρονο δουλεμπόριο στα οποία επιδίδονται αυτές οι διεθνείς εγκληματικές οργανώσεις με προφανή δυσμενέστατα αποτελέσματα, άμεσα αλλά και μακροπρόθεσμα, για την καθημερινότητα των κοινωνιών τόσο στα κράτη που έχουν τη βάση τους όσο και στα κράτη που απλώνεται η δράση τους.
Τα ζητήματα της απειλής είναι εξαιρετικά πολύπλοκα και επιδέχονται πολλών ερμηνειών. Στη Βόρεια Αμερική η τελευταία μεγάλης κλίμακας τρομοκρατική επίθεση ήταν η βομβιστική επίθεση στον Μαραθώνιο της Βοστώνης, τον Απρίλιο του 2013, που στοίχισε τη ζωή σε τρεις ανθρώπους. Το πρώτο εξάμηνο του 2016 οι θάνατοι στις ΗΠΑ που οφείλονταν σε πυροβολισμούς από νήπια ηλικίας έως τριών ετών, λόγω της εκτεταμένης οπλοκατοχής, ήταν 23. Ποια είναι λοιπόν η πραγματική απειλή; Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι το κόστος για την εθνική ασφάλεια στις ΗΠΑ, μετά την 11η Σεπτεμβρίου, ανήλθε ως το 2011 στο ένα τρισεκατομμύριο δολάρια, ενώ οι δύο πόλεμοι στο Αφγανιστάν και το Ιράκ κόστισαν άλλο ένα τρισεκατομμύριο. Με αυτό δεν οδηγούμαστε σε κάποια θεωρία συνωμοσίας, αλλά αντιλαμβανόμαστε ότι διαφορετικές ερμηνείες και αποτιμήσεις της απειλής οδηγούν και σε διαφορετικές επιλογές.
Το πρόβλημα μεγαλώνει περισσότερο αν σκεφτούμε ότι, στο όνομα της ασφάλειας των πολιτών από τον κίνδυνο της τρομοκρατίας, και μάλιστα της τζιχαντιστικής τρομοκρατίας, αυτές οι επιλογές απειλής σπρώχνουν τις κοινωνίες στην παγίδα της περιστολής της δημοκρατίας και του ελέγχου της ίδιας της καθημερινής ζωής των πολιτών. Μόνο η ριζική επαναδιατύπωση της σχέσης κοινωνίας, δημοκρατίας και ασφάλειας μπορεί να απαντήσει στην απειλή του τεχνολογικού ολοκληρωτισμού, αλλά και να θέσει σε νέες βάσεις τον καθορισμό των απειλών. Σε αντίθετη περίπτωση, ο αρπακτικός χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός και οι παγκοσμιοποιημένες ελίτ του θα προχωρήσουν χωρίς αντίσταση στην άσκηση βιοπολιτικού ελέγχου των κοινωνιών, και ιδιαίτερα των εξεγερμένων τμημάτων τους.
* Αναπληρωτής Καθηγητής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και υπεύθυνος του Κέντρου Μεσογειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών, www.cemmis.edu.gr