Ανθολόγος ο Λουκάς Αξελός

 

ΤΑΚΗΣ ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗΣ (1916-2011)

Πένθιμη ωδή για το θάνατο του Πωλ Ελυάρ

Πια δεν απόμεινε ούτ’ ένα χαμόγελο
σ’ όλη τη γη

Σιδερόδρομοι σιδερόδρομοι
Φτάνουν αδιάκοπα απ’ τα πέρατα του κόσμου
Φτύνοντας πάνω μας μαύρους καπνούς
Ξεφορτώνοντας μαύρα φεγγάρια μαύρα σύννεφα
Μαύρα διαμάντια μαύρους μενεξέδες
Σιδερόδρομοι σιδεροτροχιές
Που μας συνθλίβουν
Μας περισφίγγουν από παντού
Σιδερένια όπλα σιδερένιες μάσκες σιδερένιες καρδιές
Σιδερένια κλουβιά
(Ω πόσοι άγγελοι σε σιδερένια κλουβιά
Πόσα υγρά μάτια!)
Το σίδερο έγινε ο αφέντης του κόσμου

Έξω ο χορός του φθινοπώρου σέρνει
Πάνω στις καλαμιές τ’ αρρωστημένα του βήματα
Οι λάμψεις σκουριάζουν
Τα δέντρα σκύβουν κάθε πρωί στο παράθυρό μας
Για να ξυπνήσουν τη δυστυχία μας
Και τη νύχτα οι οπλές αποκεφαλισμένων αλόγων
Αφήνουν πίσω τους τεφρούς κομήτες
Ο κόσμος έγινε μια κόγχη αδειανή
Όνειρο ενός εγχειρισμένου

Όμως εσύ αγαπούσες το φως
Τον ουρανό τους φτωχούς τις ανάλαφρες πλύντριες
Τα παρθενικά ερείπια με φτερά πεταλούδας
Τον έρωτα την ποίηση και την αυγή των πραγμάτων
Ήσουν πιστός στη ζωή κι’ αναρωτιόσουνα
Στου πεπρωμένου μου την ανατολή
Θα ’χω αύριο έναν αδελφό;
Μιλούσες απλά όπως μιλούν οι ερωτευμένοι
Όπως μιλάει το ρυάκι μέσα στους κόρφους της άνοιξης
Όπως κοιμούνται οι κοπέλλες προτού να γίνουν άσπρα φτερά
Όπως ανοίγει τα διάφανα πέπλα της η αρραβωνιαστικιά
Όπως ανοίγει έναν δρόμο το αίμα ενός κόκκινου ρόδου
Για να τον διαβούν όλοι μαζί οι άνθρωποι
Για να μάθουνε πως ύστερα απ’ το θάνατό σου
Φοβόμαστε λιγώτερο να πεθάνουμε

Πουλιά από πάχνη εσείς ελεύθερα πουλιά
Πουλιά από χιόνι δίχως βλέφαρα ευτυχισμένα
Που τ’ όνομά σας είναι φως και δίχως ίσκιο η κατατομή σας
Μαζί μου ελάτε να τον στήσουμε νεκρό σε δυο ήλιους ανάμεσα
Για ν’ αρχινούν του μέλλοντος οι μέρες
Από το αίθριο πρόσωπό του για ν’ αρχινούν του μέλλοντος οι ελπίδες
Από την τρεμάμενη αθωότητα των χεριών του

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!