Η επανέκδοση τριών εμβληματικών έργων του Αντόνιο Γκράμσι από τις εκδόσεις Στοχαστής, αλλά και η παρουσίαση για πρώτη φορά στα ελληνικά των δημοσιογραφικών του κειμένων στον τόμο «Δημοσιογραφία και τύπος» είναι αναμφίβολα το εκδοτικό γεγονός του Φθινοπώρου.
Ο Λουκάς Αξελός, συγκάτοικος στις σελίδες του Δρόμου, δεν χρειάζεται φυσικά συστάσεις, όμως ένιωσα την ανάγκη να συζητήσω μαζί του, διαβάζοντας ταυτόχρονα τα κείμενα του Γκράμσι, που σε πολλές περιπτώσεις θα ήθελα να μεταφέρω εδώ αυτούσια.
Μάλιστα μου γεννήθηκε η ιδέα –μόλις μπορέσουμε– με τους «Εργάτες Τύπου», τη συνδικαλιστική παράταξη που λειτουργεί στο πλαίσιο της ένωσης Συντακτών Περιοδικού και Ηλεκτρονικού Τύπου, να οργανώσουμε μια εκδήλωση με αυτό το βιβλίο που δείχνει πώς θα μπορούσε να είναι η πραγματική, μάχιμη δημοσιογραφία. Το ήθος και η πένα του Γκράμσι είναι μάθημα για όλους μας…
Προτιμώ προς το παρόν να μη γράψω τίποτε άλλο, παρά να δώσω τον λόγο στον συνομιλητή μου που μοιράζεται μαζί μας πολύτιμες σκέψεις:

Αποφασίσατε να προχωρήσετε στην επανέκδοση βιβλίων του Γκράμσι. Δεν είναι μια δύσκολη εποχή για κάτι τέτοιο; Υπάρχει κοινό που ενδιαφέρεται;
Όλα έχουν την ερμηνεία τους. Η αρχική μου επαφή με τον Γκράμσι ξεκινάει το 1970 και αποτυπώνεται στην έκδοση των «Διανοουμένων» από τον «Στοχαστή» το 1972. Έκτοτε πέρασε μισός αιώνας σκληρής δοκιμασίας για όλα και για όλους μας. Στο διάστημα αυτό πολλά πράγματα ανατράπηκαν, καταποντίστηκαν ή χάθηκαν από το προσκήνιο.
Αποτελεί, κατά τη γνώμη μου, γεγονός, ότι το «κακό έχει υπερισχύσει σε αυτήν την φάση». Όπως όμως πάντα στην ιστορία συμβαίνει (τα πράγματα χάνονται, οι νεκροί είναι όμως πάντα παρόντες, Γιάσπερς), έτσι και στις μέρες μας υπάρχουν οι κλέφτες εκείνοι που αντιστέκονται στην εκάστοτε «πνευματική τουρκοκρατία», με το όπλο της κριτικής τους σκέψης και την αδιαπραγμάτευτη θέση τους για τη σύνδεση της ηθικής με την πολιτική. Μια από τις περιπτώσεις αυτές είναι και ο Αντόνιο Γκράμσι, που σηματοδοτεί μιαν άλλου τύπου ανάγνωση, διαχρονική ως απεδείχθη, βαθιά γνωσιολογική, με έντονη ιστορικότητα, ευρηματικότητα, κριτική θεώρηση των πραγμάτων, ανατρεπτικότητα, χιούμορ και αυτοσαρκασμό. Ό,τι δηλαδή λείπει από την πρόταση των political correct εκδοτών, συγγραφέων, πανεπιστημιακών, ακαδημαϊκών, κριτικών κ.λπ., υπηρετών της αριστοκρατίας του χρήματος στο πεδίο των γραμμάτων και του πολιτισμού. (Ο Γκράμσι τους αποκαλούσε αλογόμυγες της εθνικής ζωής).
Υπ’ αυτήν την έννοια η πρόταξη από πλευράς μας ως μιας διαρκούς διανοητικής-ηθικής σταθεράς του Γκράμσι και του έργου του, όπως συμβαίνει με τη σημερινή έκδοση ενός νέου πρωτοκυκλοφορούντος τόμου και την επανέκδοση τριών εξαντλημένων βιβλίων του, αποτελεί απλή συνέχιση του προγράμματός μας. Προγράμματος που δεν στόχευσε και δεν στοχεύει στο αγόμενο και φερόμενο «ευρύ κοινό», αλλά σε εκείνο το τμήμα των αναγνωστών που αντιστέκεται θέτοντας βασανιστικά τα αναγκαία ποιος-ποιον και πώς και γιατί; Και που εξακολουθεί να θεωρεί –όπως, άλλωστε, και εμείς– τo βιβλίο διαρκές, μοναδικό και ανεπανάληπτο πολιτισμικό αγαθό, που ποιοτικά διαφέρει από τα αθρόα κατασκευάσματα της βιομηχανίας των best sellers.

Ποια είναι τα βιβλία που επανεκδίδονται;
Η επανέκδοση αφορά τρία εμβληματικά του έργα.
Α) Το «Il Risorgimento», βιβλίο που αφορά την Ιταλική Παλιγγενεσία, αντίστοιχη του δικού μας 1821 και γι’ αυτό πραγματικά επίκαιρο. Βιβλίο στο οποίο αποτυπώνεται η μοναδικότητα των εθνικών ιδιορρυθμιών, αφήνοντας κυριολεκτικά έκθετους τους θιασώτες της παγκοσμιοποίησης-καθολικής ομοιομορφίας.
Β) Το «Λογοτεχνία και Εθνική Ζωή», ένα βιβλίο πανόραμα της λογοτεχνικής ζωής στην Ιταλία του 19ου και 20ού αιώνα, αλλά και ένα βιβλίο με εξαιρετικά εύστοχες επισημάνσεις όπως λ.χ. αυτή για το αστυνομικό μυθιστόρημα.
Γ) Αν η διατύπωση ότι ο Σοσιαλισμός αυτοαναιρείται χωρίς την άρρηκτη σχέση του με τη Δημοκρατία έχει μιαν ορισμένη ισχύ, την ίδια, αν όχι βαθύτερη, έχει αυτή του Σοσιαλισμού με την Κουλτούρα. Υπερνικώντας τον κυρίαρχο οικονομικό ντετερμινισμό, ο Γκράμσι μας δίνει μέσω μιας σειράς λαμπρών κειμένων, κλειδιά και εργαλεία στον πυκνό αυτό τόμο «Σοσιαλισμός και Κουλτούρα», βοηθώντας μας να συνειδητοποιήσουμε γιατί το πολιτιστικό- ιδεολογικό μέτωπο είναι το κατεξοχήν πεδίο όπου κερδίζονται ή χάνονται οι μεγάλες μάχες.

«Δημοσιογραφία και Τύπος» το καινούργιο βιβλίο. Ποια είναι η συνεισφορά του Γκράμσι σε αυτόν τον τομέα που σήμερα έχει τόσο απαξιωθεί;
Ο Γκράμσι δεν ήταν μόνο ένας υποδειγματικός επαναστάτης ηγέτης, ένας από τους σπουδαιότερους Ευρωπαίους μαρξιστές, ήταν, επίσης, ένας αξιόλογος δημοσιογράφος και σχολιαστής της χώρας και της εποχής του. Στον 9ο αυτόν τόμο, δημοσιεύεται για πρώτη φορά στα Ελληνικά μια ευρεία επιλογή από δημοσιογραφικά του άρθρα. Από συνεργασίες του σε φοιτητικά έντυπα μέχρι το τελευταίο του άρθρο στη L’ Unita. Δημοσιεύονται, επίσης, οι οδηγίες του για την ίδρυση της εφημερίδας, οι υποδείξεις του προς τους δημοσιογράφους, η αντίληψή του για τον ρόλο του Τύπου και των ΜΜΕ.
Η συνεισφορά του, όπως αυτή αποτυπώνεται στα κείμενά του, βρίσκεται στον αντίποδα της σημερινής σκουπιδοδημοσιογραφίας, που, για να είμαστε ειλικρινείς, υπήρχε και την εποχή του Γκράμσι. Με τη διαφορά ότι τότε υπήρχε αντίρροπο δέος, ενώ αυτό σήμερα αποτελεί εναγώνιο ζητούμενο.
Η έκδοση ευτύχησε να έχει ως μεταφραστή και επιμελητή τον Δημήτρη Δεληολάνη, έναν άνθρωπο που όχι μόνο γνωρίζει καλά τα ιταλικά, αλλά που σπούδασε και έζησε δεκαετίες στην Ιταλία ως δημοσιογράφος-ανταποκριτής της ΕΡΤ.

Ποια είναι τα σημαντικότερα διδάγματα που μπορεί να αποκομίσει η Αριστερά από τον Γκράμσι; Θα βοηθούσαν σε μια αλλαγή πορείας;
Ο Γκράμσι υπήρξε και είναι για εμένα ένα ξεχωριστό προς μελέτη παράδειγμα. Το συμπέρασμα αυτό, ύστερα από διαδοχικές προσεγγίσεις, το κατέγραψα στο βιβλίο μου «Ξαναδιαβάζοντας τον Γκράμσι». Εκεί, λοιπόν, αποτυπώνω την όποια μου άποψη γιατί ο Γκράμσι αξίζει και μπορεί και σήμερα να αποτελεί παράδειγμα που εμπνέει. Πολύ συνοπτικά θα εξηγήσω γιατί. Πρώτον διότι σηματοδοτεί μιαν άλλου τύπου επιλογή ζωής, με καθαρή πρόταξη τη σύνδεση θεωρίας και πράξης και την αδιάλλακτη επιμονή στο προσωπικό παράδειγμα ανεξαρτήτως κόστους και, δεύτερον, γιατί η προσέγγισή του στα ποικίλα προβλήματα των σύγχρονων κοινωνιών απέχει πόρρω από τις εσχατολογικές, μηχανιστικές και έωλες πολιτικά, αναλύσεις της πλειοψηφίας του κυριαρχήσαντος ρεύματος στην Αριστερά. Αν σε αυτά τα δύο προσθέσουμε ως κεντρικούς πυλώνες της προσωπικότητάς του τη βαθιά του πεποίθηση για τη σύνδεση της ηθικής με την πολιτική και την απόλυτη αφοσίωσή του στην υπόθεση της χειραφέτησης των υποτελών τάξεων, στην υπόθεση της εθνικής και κοινωνικής απελευθέρωσης, μπορείτε να καταλάβετε γιατί πιστεύω ότι ο Γκράμσι μπορεί να αποτελέσει σημείο αναφοράς για κάθε διανοητικά χειραφετημένο πολίτη. Όσον αφορά την κυρίαρχη-τρέχουσα Αριστερά, δεν την βασανίζουν τέτοιου τύπου ζητήματα.

Είχαμε ξεσυνηθίσει στη σκέψη, μας αρκούσε η καθημερινότητα και βρεθήκαμε έτσι άοπλοι μπροστά στην καταιγίδα. Είχαμε κάνει τη ζωή μας μηχανή, είχαμε κάνει μηχανή τους εαυτούς μας

Αντόνιο Γκράμσι, Αναγνώσεις, 27/11/1917 (από το «Δημοσιογραφία και τύπος»)

Πέρα από τον Γκράμσι, ετοιμάζετε έναν τόμο αφιέρωμα στα 200 χρόνια από το 1821. Θα μπορούσατε να μας πείτε λίγα λόγια γι’ αυτή τη δουλειά;
Κοιτάξτε, παράλληλα με τον «Στοχαστή», από το 1980 συμμετέχω αλλά και διευθύνω το περιοδικό «Τετράδια Πολιτικού Διαλόγου, Έρευνας και Κριτικής», περιοδικό που σταθερά και αταλάντευτα εμπνέεται από τις αρχές του Ρήγα Βελεστινλή και κινείται στις ράγες του Δημοκρατικού Πατριωτισμού, που τόσο πιστά αυτός υπηρέτησε.
Ως εκ τούτου θα ήταν, ίσως, παράδοξο τα «Τετράδια» να μην παρέμβουν δραστικά, κατά το μέρος των δυνάμεών τους, στα δρώμενα, με αφορμή τη συμπλήρωση των 200 χρόνων από το 1821. Σε αυτό, άλλωστε, είμαστε προετοιμασμένοι με πυρήνα τις ιδέες και αρχές του προγράμματός μας, αρχές ανάμεσα στις οποίες είναι η υπεράσπιση της Επανάστασης του 1821 ως γνήσιας εθνικοαπελευθερωτικής επανάστασης του Ελληνικού Έθνους, που διαχρονικά και μέσα στις ίδιες τις α-συνέχειές του κρατιέται όρθιο, αντιστεκόμενο στην πάσης φύσεως τρομοκρατία-βαρβαρότητα-τουρκοκρατία.
Σε αυτή τη βάση και με στόχο μια πολλαπλού χαρακτήρα και θεματικών προσέγγιση του 1821, η Σ.Ε. και ορισμένοι στενοί μας συνεργάτες απευθυνθήκαμε σε ένα ευρύ φάσμα της ακαδημαϊκής και επιστημονικής κοινότητας, που αποδέχθηκε την πρότασή μας στα πλαίσια ενός πλουραλισμού που κινείται στους παραπάνω άξονες, αλλά και που, επιπρόσθετα, έχει υιοθετήσει ως απάντηση στο θλιβερό παρόν την άποψη του στρατηγού Μακρυγιάννη ότι «Η θέση όπου είμαστε σήμερα εδώ είναι τοιαύτη• και θα ιδούμεν την τύχη μας οι αδύνατοι με τους δυνατούς».

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!