“Να αγωνιστούμε για μια νέα κοινή λογική: προοδευτική, επαναστατική και οικουμενική”

 

Δεκάδες αντιπροσωπείες, πολιτικοί ηγέτες και προσωπικότητες απ’ όλο τον κόσμο παραβρέθηκαν στο 4ο Συνέδριο του Κόμματος Ευρωπαϊκής Αριστεράς, που πραγματοποιήθηκε στη Μαδρίτη από τις 13 ως τις 15 Δεκεμβρίου 2013, και απηύθυναν χαιρετισμό. Κατά κοινή ομολογία, ένας από τους ομιλητές ξεχώρισε: ο Αλβάρο Γκαρσία Λινέρα, Αντιπρόεδρος του Πολυεθνικού Κράτους της Βολιβίας. Διόλου τυπικός, με συντροφική ειλικρίνεια και με φανερή την έγνοια του για μια επιτυχή πορεία της Αριστεράς στην Ευρώπη, ο εκπρόσωπος αυτής της «μακρινής» χώρας κατάφερε να μιλήσει με ουσιαστικό τρόπο στην καρδιά και το νου των συνέδρων και του κοινού.

Μεταφέροντας πλούσιες θεωρητικές επεξεργασίες, μα και την εμπειρία από την έμπρακτη δοκιμασία τους στο «εργαστήρι» της Λατινικής Αμερικής, η μισάωρη ομιλία του αποτέλεσε πραγματικά τροφή για σκέψη. Ταυτόχρονα, υπογράμμισε με ακόμη εντονότερο τρόπο τις καθυστερήσεις της ευρωπαϊκής προοδευτικής διανόησης μπροστά στο επείγον αίτημα ιδεολογικής και πολιτικής στοίχισης με την πραγματικότητα, με τις ανάγκες και με τις προσδοκίες των λαών. Έχοντας την πεποίθηση ότι η παρέμβαση αυτή παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον και για όσους αγωνίζονται στη χώρα μας για να ανοίξει ένας νέος δρόμος, μια προοπτική ελπίδας και διεξόδου από τη σημερινή καταστροφή, ο Δρόμος δημοσιεύει σε αυτό το ένθετο τετρασέλιδο ολόκληρο το κείμενο της ομιλίας του Αλβάρο Γκαρσία Λινέρα, καθώς και μια σύντομη παρουσίαση της ζωής και του έργου του.

 

Χαιρετισμός του Αλβάρο Γκαρσία Λινέρα, αντιπροέδρου του Πολυεθνικού Κράτους της Βολιβίας, στο 4ο Συνέδριο του Κόμματος Ευρωπαϊκής Αριστεράς

Επιτρέψτε μου να χαιρετίσω αυτή τη συνάντηση της Ευρωπαϊκής Αριστεράς και, εκ μέρους του Προέδρου μας Έβο, εκ μέρους της χώρας μας και του λαού μας, να σας ευχαριστήσω για την πρόσκληση να μοιραστούμε ιδέες και σκέψεις σ’ αυτό το τόσο σημαντικό Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Αριστεράς.
Επιτρέψτε μου να είμαι ευθύς, ειλικρινής… αλλά και να μοιραστώ μαζί σας ορισμένες προτάσεις.

Αυτή δεν είναι η Ευρώπη των Λαών
Τι βλέπουμε όσοι είμαστε έξω απ’ την Ευρώπη; Βλέπουμε μια Ευρώπη εξασθενημένη, μια Ευρώπη παραδομένη. Βλέπουμε μια Ευρώπη εσωστρεφή και ικανοποιημένη από τον εαυτό της. Βλέπουμε μια Ευρώπη αρκετά απαθή και κουρασμένη. Είναι λέξεις πολύ άσχημες και πολύ σκληρές, αλλά έτσι βλέπουμε την Ευρώπη. Είναι παρελθόν η Ευρώπη του Διαφωτισμού, η Ευρώπη των εξεγέρσεων, η Ευρώπη των επαναστάσεων. Είναι μακρινό παρελθόν η Ευρώπη των μεγάλων οικουμενικών ιδεών που συγκλόνισαν τον κόσμο, που έκαναν τον κόσμο πιο πλούσιο, που ώθησαν τους λαούς σε πολλά μέρη του κόσμου να βρουν μια ελπίδα και να κινητοποιηθούν γύρω απ’ αυτή. Είναι παρελθόν οι μεγάλες προκλήσεις της διανόησης.
Η ερμηνεία που έδιναν και δίνουν οι μεταμοντέρνοι, πως τέλειωσαν δηλαδή τα μεγάλα αφηγήματα υπό το φως των τελευταίων εξελίξεων, φαίνεται πως το μόνο που κρύβει είναι οι μεγάλες και σκανδαλώδεις κερδοσκοπίες των πολυεθνικών και του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Δεν είναι οι λαοί της Ευρώπης αυτοί που έχουν χάσει την αρετή τους ή την ελπίδα τους. Διότι η Ευρώπη στην οποία αναφέρομαι, η κουρασμένη, η εξαντλημένη, η εσωστρεφής Ευρώπη, δεν είναι η Ευρώπη των λαών. Αυτή έχει φιμωθεί, έχει φυλακιστεί, ασφυκτιά, και η μόνη Ευρώπη που βλέπουμε στον κόσμο είναι η Ευρώπη των μεγάλων επιχειρηματικών κοινοπραξιών, του νεοφιλελευθερισμού, των μεγάλων χρηματοπιστωτικών κερδοσκόπων, η Ευρώπη των αγορών και όχι της εργασίας. Χωρίς μεγάλα διλήμματα, μεγάλους ορίζοντες κι ελπίδες, αυτή η Ευρώπη παράγει μόνο, παραφράζοντας τον Μοντεσκιέ, «το θλιβερό θόρυβο των μικρών φιλοδοξιών και των μεγάλων ορέξεων». Δημοκρατίες χωρίς ελπίδα και πίστη είναι Δημοκρατίες ηττημένες, Δημοκρατίες απολιθωμένες. Με τη στενή έννοια του όρου, δεν είναι Δημοκρατίες. Δεν υπάρχει πραγματική δημοκρατία, όταν δημοκρατία θεωρείται η πληκτική προσκόλληση σε απολιθωμένους θεσμούς, με βάση τους οποίους διεξάγεται ένα τελετουργικό κάθε τρία, τέσσερα ή πέντε χρόνια προκειμένου να εκλεγούν αυτοί που θα αποφασίσουν με το χειρότερο τρόπο για το μέλλον μας.

Τέσσερα χαρακτηριστικά του σύγχρονου καπιταλισμού
Όλοι ξέρουμε πώς φτάσαμε σε μια τέτοια κατάσταση, και στην Αριστερά λίγο-πολύ συμμεριζόμαστε μια κοινή αντίληψη σχετικά μ’ αυτό. Οι διανοούμενοι, οι πανεπιστημιακοί, οι πολιτικές αναλύσεις και συζητήσεις μάς παρέχουν ένα σύνολο ερμηνευτικών εργαλείων της άσχημης κατάστασης στην οποία βρισκόμαστε και το πώς φτάσαμε ώς εδώ.
Ένα πρώτο κοινό κριτήριο είναι ότι ο καπιταλισμός, χωρίς αμφιβολία, έχει αποκτήσει ένα απόλυτο πλανητικό γεωπολιτικό μέγεθος. Ολόκληρος ο κόσμος έχει ομογενοποιηθεί και γίνεται ένα μεγάλο παγκόσμιο εργαστήρι. Ένα ραδιόφωνο, μια τηλεόραση, ένα τηλέφωνο… δεν έχουν πλέον τόπο προέλευσης. Ολόκληρος ο κόσμος έχει γίνει τόπος προέλευσης. Ένα μικροτσίπ φτιάχνεται στο Μεξικό, το σχέδιο γίνεται στη Γερμανία, η πρώτη ύλη είναι από τη Λατινική Αμερική, οι εργαζόμενοι είναι Ασιάτες, η συσκευασία είναι βορειοαμερικανική και η πώληση πραγματοποιείται σε πλανητική κλίμακα. Αυτό είναι αναμφίβολα ένα χαρακτηριστικό του σύγχρονου καπιταλισμού. Και ακριβώς απ’ αυτό το σημείο ξεκινώντας πρέπει κανείς να δράσει.
Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό των τελευταίων είκοσι χρόνων είναι ένα είδος επιστροφής σε μια διαρκή πρωταρχική συσσώρευση. Τα κείμενα του Καρλ Μαρξ που ασχολούνταν με τις απαρχές του καπιταλισμού το 16ο και 17ο αιώνα, επαναλαμβάνονται σήμερα, και είναι κείμενα του 21ου αιώνα. Έχουμε μια διαρκή πρωταρχική συσσώρευση που αναπαράγει μηχανισμούς σκλαβιάς, υποδούλωσης, επισφάλειας, κατακερματισμού… τους οποίους μας περιέγραψε με τρόπο εξαιρετικό ο Καρλ Μαρξ. Μόνο που ο σύγχρονος καπιταλισμός επανεπικαιροποιεί την πρωταρχική συσσώρευση, την επεκτείνει και τη διαχέει σε άλλες περιοχές, προκειμένου να αποσπάσει περισσότερους πόρους και υψηλότερα κέρδη.
Αλλά μαζί μ’ αυτή την αέναη πρωταρχική συσσώρευση, η οποία θα προσδιορίσει τα χαρακτηριστικά των σύγχρονων κοινωνικών τάξεων, τόσο στις χώρες μας όσο και στον υπόλοιπο κόσμο (διότι αναδιοργανώνει τον καταμερισμό εργασίας τοπικά, περιφερειακά και παγκόσμια), συγχρόνως έχουμε ένα είδος νεοσυσσώρευσης μέσω της απαλλοτρίωσης. Έχουμε έναν αρπακτικό καπιταλισμό που συσσωρεύει, σε πολλές περιπτώσεις μέσω της παραγωγής σε στρατηγικούς τομείς όπως η γνώση, οι τηλεπικοινωνίες, η βιοτεχνολογία, η αυτοκινητοβιομηχανία… αλλά ταυτόχρονα, σε πολλές από τις χώρες μας, συσσωρεύει μέσω της απαλλοτρίωσης, δηλαδή καταλαμβάνοντας τη δημόσια περιουσία: βιοποικιλότητα, νερό, πατρογονικές γνώσεις, δάση, φυσικούς πόρους. Αυτή, λοιπόν, είναι μια συσσώρευση μέσω της απαλλοτρίωσης και όχι μέσω παραγωγής πλούτου. Συσσώρευση μέσω της απαλλοτρίωσης του δημόσιου πλούτου, που καταλήγει ιδιωτικός πλούτος. Αυτή είναι η νεοφιλελεύθερη λογική.
Αν κριτικάρουμε τόσο έντονα το νεοφιλελευθερισμό, είναι ακριβώς εξαιτίας αυτής της αρπακτικής και παρασιτικής λογική του. Περισσότερο από δημιουργός πλούτου, περισσότερο από παράγοντας ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, ο νεοφιλελευθερισμός είναι ένας απαλλοτριωτής παραγωγικών δυνάμεων, καπιταλιστικών ή μη, συλλογικών, τοπικών, κοινωνικών.
Όμως, επίσης, το τρίτο χαρακτηριστικό της σύγχρονης οικονομίας δεν είναι μόνο η αέναη πρωταρχική συσσώρευση και η συσσώρευση μέσω της απαλλοτρίωσης, αλλά και η υποταγή –ο Μαρξ θα έλεγε «πραγματική υπαγωγή της γνώσης και της επιστήμης στην καπιταλιστική συσσώρευση»– αυτό που μερικοί κοινωνιολόγοι ονομάζουν «κοινωνία της γνώσης». Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτοί είναι οι πιο ισχυροί τομείς και με τη μεγαλύτερη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνατοτήτων της σύγχρονης κοινωνίας.
Αλλά και το τέταρτο χαρακτηριστικό, ολοένα πιο συγκρουσιακό και επικίνδυνο, είναι η διαδικασία της πραγματικής υπαγωγής στο κεφάλαιο του συνολικού συστήματος της ζωής του πλανήτη, δηλαδή των «μεταβολικών» διαδικασιών μεταξύ των ανθρώπων και της φύσης.

Νέες μορφές προλεταριοποίησης
Αυτά τα τέσσερα χαρακτηριστικά του σύγχρονου καπιταλισμού επαναπροσδιορίζουν τη γεωπολιτική του κεφαλαίου σε παγκόσμια κλίμακα, την ταξική σύσταση των κοινωνιών και τη σύσταση των κοινωνικών τάξεων στον πλανήτη. Δεν πρόκειται μόνο για την «υπεργολαβοποίηση», στα άκρα του καπιταλιστικού σώματος, της παραδοσιακής εργατικής τάξης που είδαμε να αναδύεται το 19ο και στις αρχές του 20ού αιώνα, και η οποία τώρα μεταφέρεται στις περιφερειακές ζώνες: Βραζιλία, Μεξικό, Κίνα, Ινδία, Φιλιππίνες… Συγχρόνως αναδύεται στις πιο ανεπτυγμένες κοινωνίες ένας νέος τύπος προλεταριάτου, ένα νέο είδος εργατικής τάξης, η εργατική τάξη του «λευκού κολάρου»: καθηγητές, ερευνητές, επιστήμονες, αναλυτές, που βέβαια δεν θεωρούν τους εαυτούς τους εργατική τάξη αλλά μικρούς επιχειρηματίες – όμως κατά βάθος αποτελούν ένα νέο κοινωνικό συστατικό της εργατικής τάξης των αρχών του 21ου αιώνα.
Ταυτόχρονα έχουμε ένα δημιούργημα που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «ασαφές προλεταριάτο»: μη καπιταλιστικές κοινωνίες και έθνη που έχουν υπαχθεί τυπικά στην καπιταλιστική συσσώρευση (Λατινική Αμερική, Αφρική, Ασία). Μιλάμε για κοινωνίες και έθνη όχι αυστηρά καπιταλιστικά, που όμως στο σύνολό τους έχουν υπαχθεί και αρθρωθεί σαν μορφές της «ασαφούς προλεταριοποίησης», όχι μόνο λόγω του οικονομικού τους ενδιαφέροντος αλλά λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της αποσπασματικής ενοποίησής τους ή του δύσκολου κατακερματισμού λόγω της εδαφικής κατάτμησής τους.
Έχουμε, λοιπόν, όχι μόνο ένα νέο τύπο επέκτασης της καπιταλιστικής συσσώρευσης, αλλά και μία ανακατάταξη του προλεταριάτου καθώς και των μη προλεταριακών τάξεων στον κόσμο. Ο κόσμος σήμερα είναι πιο συγκρουσιακός, πιο προλεταριοποιημένος.
Μόνο που οι μορφές προλεταριοποίησης είναι πολύ διαφορετικές από αυτές που γνωρίζαμε το 19ο αιώνα και στις αρχές του 20ού. Οι μορφές οργάνωσης αυτών των «ασαφών προλετάριων», των προλετάριων του «λευκού κολάρου», δεν παίρνουν απαραίτητα τη μορφή συνδικάτου. Το συνδικαλιστικό σχήμα έχει χάσει τον κυρίαρχο ρόλο του σε κάποιες χώρες, όπου αναδύονται άλλοι τύποι ενοποίησης του λαϊκού, του εργασιακού και του εργατικού παράγοντα.
Τι να κάνουμε; Η παλιά ερώτηση του Λένιν. Μοιραζόμαστε κοινές οπτικές για το τι δεν πάει καλά, γι’ αυτά που αλλάζουν στον κόσμο, και απέναντι σ’ αυτές τις αλλαγές δεν μπορούμε να απαντήσουμε – ή, σωστότερα, οι απαντήσεις που είχαμε παλαιότερα είναι ανεπαρκείς. Αλλιώς δεν θα κυβερνούσε η Δεξιά εδώ στην Ευρώπη. Κάτι έλειπε και λείπει στις απαντήσεις μας, στις προτάσεις μας.
Επιτρέψτε μου, παρακαλώ, με κάθε σεμνότητα, να σας υποβάλω πέντε σκέψεις γι’ αυτή τη συλλογική αναζήτηση του αύριο που αναλαμβάνει η Ευρωπαϊκή Αριστερά.

Πρώτη σκέψη: Δεν αρκεί η διάγνωση και η καταγγελία
Η Ευρωπαϊκή Αριστερά δεν μπορεί να είναι ικανοποιημένη μόνο με τη διάγνωση και την καταγγελία της κατάστασης. Η διάγνωση και η καταγγελία χρησιμεύουν βέβαια στην πρόκληση ηθικής αγανάκτησης. Κι είναι σημαντική η εξάπλωση της ηθικής αγανάκτησης – αλλά δεν δημιουργεί βούληση για εξουσία. Η καταγγελία δεν σημαίνει βούληση για εξουσία. Μπορεί να είναι ο προθάλαμος, αλλά όχι αυτή καθαυτή η βούληση για εξουσία. Η Ευρωπαϊκή Αριστερά, η παγκόσμια Αριστερά μπροστά σ’ αυτή την αρπακτική για τη φύση και τον άνθρωπο δίνη που προωθεί ο σύγχρονος καπιταλισμός, πρέπει να εμφανιστεί με προτάσεις, με πρωτοβουλίες.
Η Ευρωπαϊκή Αριστερά και οι Αριστερές σε όλα τα μέρη του κόσμου πρέπει να οικοδομήσουμε μια νέα κοινή λογική. Κατά βάθος ο πολιτικός αγώνας είναι ένας αγώνας για την κοινή λογική, για το σύνολο των κριτηρίων και των προκαταλήψεων, για το πώς με απλό τρόπο ο κόσμος, ο νεαρός φοιτητής, ο επαγγελματίας, η πωλήτρια, ο μισθωτός, ο εργάτης τακτοποιεί τον κόσμο.
Αυτή είναι η κοινή λογική, η βασική σύλληψη του κόσμου με την οποία τακτοποιούμε την καθημερινή ζωή, το πώς αξιολογούμε το δίκαιο και το άδικο, το επιθυμητό και το εφικτό, το ανέφικτο και το πιθανό. Η παγκόσμια Αριστερά, η Ευρωπαϊκή Αριστερά πρέπει κατ’ ανάγκη να αγωνιστεί για μια νέα κοινή λογική: προοδευτική, επαναστατική, οικουμενική.

Δεύτερη σκέψη: Δημοκρατία ζωντανή υπάρχει μόνο μέσα από τη λαϊκή συμμετοχή
Δεύτερον, πρέπει να ανακτήσουμε, όπως σημείωσε λαμπρά ο πρώτος εισηγητής, την έννοια της Δημοκρατίας. Η Αριστερά πάντα διεκδικούσε τη σημαία της Δημοκρατίας. Είναι η σημαία μας. Είναι η σημαία της δικαιοσύνης, της ισότητας, της συμμετοχής. Αλλά για να το καταφέρουμε αυτό, πρέπει να απαλλαγούμε από την αντίληψη της Δημοκρατίας ως ενός απλά θεσμικού γεγονότος.
Η Δημοκρατία είναι θεσμοί; Βεβαίως και είναι – αλλά είναι και κάτι πολύ περισσότερο από τους θεσμούς. Η Δημοκρατία είναι η ψήφος κάθε τέσσερα ή πέντε χρόνια; Ναι – αλλά είναι κάτι πολύ περισσότερο. Είναι η εκλογή του Κοινοβουλίου; Ναι – αλλά είναι και κάτι πολύ περισσότερο. Είναι ο σεβασμός στους κανόνες εναλλαγής στην εξουσία; Ναι – αλλά είναι και κάτι πολύ περισσότερο απ’ αυτό.
Αυτή είναι η απολιθωμένη φιλελεύθερη αντίληψη για τη Δημοκρατία στην οποία συχνά εγκλωβιζόμαστε. Η Δημοκρατία είναι αξίες; Είναι αξίες, είναι οργανωτικές αρχές της αντίληψης του κόσμου. Η ανεκτικότητα, ο πλουραλισμός, η ελευθερία της γνώμης, η ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι είναι επίσης αξίες, αρχές – αλλά όχι μόνο. Είναι θεσμοί – αλλά όχι μόνο. Η Δημοκρατία είναι πράξη, είναι συλλογική δράση, είναι, κατά βάθος, αυξανόμενη συμμετοχή στη διαχείριση των κοινών αγαθών που διαθέτει μια κοινωνία. Υπάρχει Δημοκρατία όταν συμμετέχουμε ως πολίτες στα κοινά που διαθέτουμε. Αν έχουμε ένα κοινό αγαθό όπως το νερό, Δημοκρατία είναι η συμμετοχή στη διαχείριση του νερού. Αν έχουμε σαν κοινό αγαθό τη γλώσσα, Δημοκρατία είναι η από κοινού διαχείριση της γλώσσας. Αν έχουμε σαν κοινό αγαθό τη γη, τα δάση, τη γνώση, Δημοκρατία είναι κοινή διαχείριση, αυξανόμενη συμμετοχή στη διαχείριση του δάσους, του νερού, του αέρα, των φυσικών πόρων. Πρέπει να υπάρξει Δημοκρατία. Υπάρχει Δημοκρατία με τη ζωντανή σημασία του όρου, και όχι την απολιθωμένη, αν ο λαός (και η Αριστερά βοηθά σ’ αυτό) συμμετέχει σε μια κοινή διαχείριση των κοινών πόρων: θεσμών, δικαιωμάτων, πλούτου.
Οι παλαιοί σοσιαλιστές της δεκαετίας του ’70 υποστήριζαν ότι η Δημοκρατία θα έπρεπε να χτυπήσει την πόρτα των εργοστασίων. Είναι καλή ιδέα, αλλά δεν είναι αρκετή. Θα πρέπει να χτυπήσει την πόρτα των εργοστασίων, των τραπεζών, των επιχειρήσεων, των θεσμών, των πόρων, οτιδήποτε κοινού για τους ανθρώπους.
Με ρωτούσε ο εκπρόσωπος της Ελλάδας σχετικά με το θέμα του νερού. Πώς αρχίσαμε εμείς στη Βολιβία; Αρχίσαμε από τα βασικά ζητήματα για την επιβίωση: το νερό. Και γύρω απ’ το νερό, ένα κοινό αγαθό που απαλλοτριώθηκε, ο λαός ανέλαβε μια μάχη, και πήρε πίσω το νερό. Και κατόπιν δώσαμε άλλη κοινωνική μάχη κι αρχίσαμε να παίρνουμε πίσω το φυσικό αέριο, το πετρέλαιο, τα ορυχεία, τις τηλεπικοινωνίες. Και έχουμε ακόμα πολλά να πάρουμε πίσω. Όπως και να ’χει όμως, αυτή ήταν η αφετηρία: η αυξανόμενη συμμετοχή των πολιτών στη διαχείριση των κοινών αγαθών μιας κοινωνίας, μιας περιοχής.

Τρίτη σκέψη: Να διεκδικήσουμε τα κοινά αγαθά και δικαιώματα
Τρίτον, η Αριστερά πρέπει να ανακτήσει τη διεκδίκηση της οικουμενικότητας, των οικουμενικών ιδεών, των κοινών, της πολιτικής ως κοινού αγαθού, της συμμετοχής στη διαχείριση των κοινών αγαθών, την ανάκτηση των κοινών αγαθών ως δικαιώματος: το δικαίωμα στη δουλειά, στη συνταξιοδότηση, στη δωρεάν παιδεία, στην υγεία, στον καθαρό αέρα, στην προστασία της Μητέρας Γης, στην προστασία της φύσης. Αυτά είναι δικαιώματα, είναι παγκόσμια κοινά αγαθά για τα οποία η επαναστατική Αριστερά πρέπει να προτείνει συγκεκριμένα, αντικειμενικά και κινηματικά μέτρα.
Διάβαζα σε μια εφημερίδα πώς χρησιμοποιούσαν στην Ευρώπη δημόσιους πόρους για να σώσουν ιδιωτικά αγαθά. Αυτό είναι εκτροπή. Χρησιμοποίησαν τα χρήματα των Ευρωπαίων αποταμιευτών για να διασώσουν τις τράπεζες από τη χρεοκοπία. Χρησιμοποίησαν το κοινό αγαθό για να περισώσουν το ιδιωτικό. Ο κόσμος είναι ανάποδα. Πρέπει να είναι ανάποδα: να χρησιμοποιεί τα ιδιωτικά αγαθά για να διασώσει και να στηρίξει τα κοινά αγαθά, και όχι το αντίθετο. Οι τράπεζες πρέπει να περάσουν από μια διαδικασία εκδημοκρατισμού και κοινωνικοποίησης της διαχείρισής τους, γιατί αλλιώς θα σας αφαιρέσουν όχι μόνο τη δουλειά σας αλλά και το σπίτι σας, τη ζωή σας, την ελπίδα σας, τα πάντα. Αυτό είναι κάτι που δεν μπορούμε να επιτρέψουμε.

Τέταρτη σκέψη: Μια νέα σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση
Χρειάζεται επίσης να διεκδικήσουμε στην πρότασή μας ως Αριστερά μια νέα μεταβολική σχέση ανάμεσα στην ανθρώπινη ύπαρξη και τη φύση. Στη Βολιβία, χάρη στην ιθαγενική μας καταγωγή, μιλάμε για μια τέτοια νέα σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση. Ο Πρόεδρος Έβο λέει πάντοτε ότι η φύση μπορεί να υπάρξει χωρίς τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τη φύση.
Όμως, από την άλλη, δεν πρέπει να πέσουμε στη λογική της «πράσινης οικονομίας», που είναι μια υποκριτική μορφή οικολογισμού. Υπάρχουν επιχειρήσεις που εμφανίζονται μπροστά σ’ εσάς τους Ευρωπαίους ως προστάτες της φύσης και του καθαρού αέρα. Αλλά αυτές οι ίδιες επιχειρήσεις φέρνουν σ’ εμάς, στην Αμαζονία, στην Αμερική ή στην Αφρική όλα τα απόβλητα που παράγονται εδώ. Εδώ είναι υπερασπιστές της φύσης, κι εκεί γίνονται άρπαγες. Έχουν μετατρέψει τη φύση σε άλλη μια επιχείρηση – όμως η ριζοσπαστική διατήρηση της οικολογίας δεν είναι μια ακόμη νέα επιχείρηση, ούτε μια νέα επιχειρηματική λογική.
Πρέπει να καθιερώσουμε μια νέα σχέση, που είναι πάντα δύσκολη, επειδή ο πλούτος που θα ικανοποιήσει τις ανάγκες απαιτεί τη μεταμόρφωση της φύσης, κι έτσι τροποποιούμε την υπόστασή της. Αλλά τροποποιώντας την υπόσταση της φύσης πολλές φορές προκύπτει το αντίθετο αποτέλεσμα: καταστρέφουμε και τον άνθρωπο και τη φύση.
Αυτό δεν ενδιαφέρει τον καπιταλισμό, γιατί γι’ αυτόν είναι μια απλή επιχείρηση. Αλλά εμάς, την Αριστερά, την ανθρωπότητα, την ιστορία της ανθρωπότητας, μας ενδιαφέρει. Χρειάζεται να διεκδικήσουμε μια νέα λογική σχέσης, δεν θα έλεγα οπωσδήποτε αρμονικής αλλά τουλάχιστον «μεταβολικής»: μια σχέση αμοιβαία επωφελή μεταξύ του ζωτικού φυσικού περιβάλλοντος από τη μια, και του ανθρώπου, της εργασίας και των αναγκών από την άλλη.

Πέμπτη σκέψη: Μια νέα πίστη που θα ξαναχτίζει την ελπίδα
Τέλος, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι έχουμε ανάγκη να διεκδικήσουμε την ηρωική διάσταση της πολιτικής. Ο Χέγκελ έβλεπε την πολιτική στην ηρωική της διάσταση, και ακολουθώντας τον Χέγκελ, υποθέτω, ο Γκράμσι έλεγε ότι στις σύγχρονες κοινωνίες η φιλοσοφία κι ένας νέος ορίζοντας ζωής πρέπει να μετατραπεί σε πίστη στην κοινωνία – ή ότι μπορεί να υπάρξει μόνο ως πίστη στο εσωτερικό της κοινωνίας. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ξαναχτίσουμε την ελπίδα, ότι η Αριστερά πρέπει να γίνει μια ευκίνητη οργανωτική δομή που θα ενοποιείται διαρκώς και θα είναι σε θέση να αναζωογονήσει την ελπίδα του κόσμου. Μια νέα κοινωνική λογική, μια νέα πίστη – όχι με την θρησκευτική σημασία του όρου, αλλά μια νέα γενικευμένη πίστη για την οποία ο κόσμος εισφέρει ηρωικά το χρόνο του, την προσπάθειά του, το χώρο του και την αφοσίωσή του.
Χαιρετίζω αυτό που είπε η συντρόφισσα που μίλησε προηγουμένως, ότι σήμερα έχουμε συγκεντρωθεί εδώ τριάντα πολιτικές οργανώσεις. Υπέροχα! Αυτό σημαίνει ότι μπορούμε να ενωθούμε.
Μπορούμε να βγούμε από τους περιχαρακωμένους χώρους μας. Η τόσο αδύναμη σήμερα Αριστερά στην Ευρώπη δεν έχει την πολυτέλεια να αποστασιοποιείται από τους συντρόφους της. Μπορεί να βρούμε διαφορές μεταξύ μας σε δέκα ή είκοσι σημεία – αλλά ταυτιζόμαστε σε εκατό. Αυτά ας είναι τα εκατό σημεία συμφωνίας, προσέγγισης, επεξεργασίας. Ας κρατήσουμε τα άλλα είκοσι σημεία γι’ αργότερα. Είμαστε αρκετά αδύναμοι ώστε να μην έχουμε την πολυτέλεια να συνεχίζουμε με καυγάδες για τη θεσούλα και για τα μικρά μας φέουδα, απομακρυνόμενοι ο ένας από τον άλλο. Πρέπει να υιοθετήσουμε εκ νέου μια γκραμσιανή λογική: ενώνουμε, διαρθρώνουμε, προωθούμε.
Πρέπει να πάρουμε την κρατική εξουσία! Πρέπει ν’ αγωνιστούμε για το κράτος. Αλλά να μην ξεχνάμε ποτέ ότι το κράτος, εκτός από μηχανισμός, είναι μια σχέση. Εκτός από ύλη είναι και ιδέα. Το κράτος είναι ουσιαστικά ιδέα. Είναι ύλη ως κοινωνικές σχέσεις, ως δυνάμεις, ως πιέσεις, ως προϋπολογισμός, ως συμφωνίες, ως κανονισμοί, ως νόμοι – αλλά κυρίως είναι ιδέα, ως πίστη σε μια κοινή τάξη, σε ένα αίσθημα κοινότητας. Κατά βάθος, η μάχη για το κράτος είναι μια μάχη για μια νέα μορφή ενοποίησής μας, για ένα είδος παγκοσμιότητας που ενώνει εθελοντικά τα άτομα.
Αυτό προϋποθέτει βέβαια να έχουμε ήδη κερδίσει τα πιστεύω, να έχουμε νικήσει τους αντιπάλους στο λόγο, στον κοινό νου, να έχουμε κατατροπώσει τις κυρίαρχες δεξιές αντιλήψεις στο διάλογο, στην αντίληψη του κόσμου, στις ηθικές αντιλήψεις των πραγμάτων. Κι αυτό απαιτεί πολύ επίπονη προσπάθεια.

Να στρέψουμε την προσοχή μας σε νέες μορφές οργάνωσης
Η πολιτική δεν είναι μόνο ζήτημα συσχετισμού δύναμης και ικανότητας κινητοποίησης (που θα είναι κι αυτό). Η πολιτική είναι ουσιαστικά πειθώ, άρθρωση λόγου, κοινή λογική, πίστη, κοινή ιδέα, κοινή αντίληψη σε σχέση με την τάξη του κόσμου – και σ’ αυτό το σημείο η Αριστερά δεν πρέπει να ικανοποιείται απλώς από την ενότητα των οργανώσεών της. Πρέπει να επεκταθεί προς το χώρο των συνδικάτων, που είναι το στήριγμα της εργατικής τάξης και η οργανική μορφή της ενοποίησής της.
Ταυτόχρονα πρέπει όμως, συντρόφισσες και σύντροφοι, να στρέψουμε την προσοχή μας και σε άλλες, καινούριες μορφές κοινωνικής οργάνωσης. Ο ανασχηματισμός των κοινωνικών τάξεων, τόσο στην Ευρώπη όσο και στον κόσμο, θα δημιουργήσει νέες μορφές ενοποίησης, πιο ευέλικτες, λιγότερο οργανικές, ίσως περισσότερο με βάση τον τόπο διαμονής και λιγότερο με βάση τον εργασιακό χώρο – όλα είναι απαραίτητα: η ενοποίηση ανά εργασιακό χώρο, ανά τόπο, η θεματική ενοποίηση, η ιδεολογική… όλα αυτά είναι ένα σύνολο από ευέλικτες μορφές μπροστά στις οποίες η Αριστερά πρέπει να έχει τη ικανότητα να αρθρώσει λόγο, να προτείνει, να ενώσει και να προχωρήσει.
Επιτρέψτε μου εκ μέρους του Προέδρου, και εκ μέρους μου, να σας συγχαρώ, να γιορτάσω αυτή την συνάντηση. Επιτρέψτε μου να σας ευχηθώ, ακόμη και να απαιτήσω από εσάς, με κάθε σεβασμό και με αγάπη: Αγωνιστείτε, αγωνιστείτε, αγωνιστείτε! Μη μας αφήσετε μόνους εμάς, τους άλλους λαούς που αγωνιζόμαστε απομονωμένοι σε κάποια μέρη, άλλος στη Συρία, άλλος στην Ισπανία, άλλος στη Βενεζουέλα, στο Εκουαδόρ, στη Βολιβία.
Μη μας αφήσετε μόνους! Σας χρειαζόμαστε. Αλλά ακόμα περισσότερο χρειαζόμαστε μια Ευρώπη που δεν θα κοιτάει μόνο από απόσταση αυτό που συμβαίνει σε άλλες περιοχές του κόσμου, αλλά μια Ευρώπη που θα φωτίσει ξανά το πεπρωμένο της ηπείρου και του πλανήτη.

* Η ομιλία πραγματοποιήθηκε στην εναρκτήρια τελετή του 4ου Συνεδρίου του ΚΕΑ, την Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2013 στη Μαδρίτη.

Οι υπότιτλοι είναι της Σύνταξης.

Τη μετάφραση έκανε η Σπυριδούλα Συλλιγαρδάκη

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!