Δεν συμφωνούμε με όλες τις εκτιμήσεις του Ζακ Σαπίρ. Ωστόσο είναι ένας γίγαντας της γαλλικής πολιτικής σκέψης, σε σύγκριση με τη συνολική μετριότητα και τη διαδεδομένη υποταγή του μεγαλύτερου μέρους των Γάλλων πολιτικάντηδων μπροστά στις κυρίαρχες ελίτ της παγκοσμιοποίησης και του ευρώ. Στο άρθρο αυτό ο Σαπίρ κάνει μια αιρετική πρόβλεψη για τις γαλλικές προεδρικές εκλογές, αναφερόμενος στην πιθανότητα επαναληπτικής ψηφοφορίας ανάμεσα στο Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν και το Κόμμα της Αριστεράς του Ζαν-Λικ Μελανσόν. Δεν είναι τυχαίο που, μπροστά στην άνοδο του δεύτερου, οι μεγάλοι χρηματιστικοί κύκλοι αρχίζουν τις συνωμοσίες. Ενδεικτικός ο τίτλος της (ιταλικής) εφημερίδας Sole 24 Ore: «Στη Γαλλία η ριζοσπαστική αριστερά ανεβάζει τα σπρεντ». Μήπως αυτό σας θυμίζει κάτι;

 

 

Λεπέν και Μελανσόν στον δεύτερο γύρο;

Υποψήφιοι του παρελθόντος και υποψήφιοι του μέλλοντος

του Ζακ Σαπίρ*

 

Βρισκόμαστε μπροστά σε ένα αναπάντεχο «παιχνίδι για τέσσερις». Μόλις πριν δύο μήνες φαινόταν πιο πιθανή μια καθαρή αναμέτρηση ανάμεσα στη Μαρίν Λεπέν και τον Φρανσουά Φιγιόν. Μετά εμφανίστηκε ο Εμανουέλ Μακρόν και η κατάσταση άλλαξε εντελώς.

Ο Φρανσουά Φιγιόν σήμερα φαίνεται να πλήττεται από τις ηθικές συνέπειες των διαφόρων σκανδάλων στα οποία παρουσιάζεται αναμεμειγμένος. Το πρόβλημα δεν είναι τόσο η νομική πλευρά των κατηγοριών που του απευθύνονται (για αυτές θα αποφανθεί η δικαιοσύνη), αλλά η ηθική διάσταση των γεγονότων, που υπονόμευσαν ανεπανόρθωτα την εικόνα αυτού του υποψηφίου. Οι συνέπειες είναι ακόμη πιο σοβαρές, αφού πρόκειται για κάποιον που παρουσιάστηκε ως απόστολος μιας πολιτικής ακραίας λιτότητας και δραματικών περικοπών στις δημόσιες υπηρεσίες. Κοντεύουμε να ξεχάσουμε πως αυτήν την πολιτική εφάρμοσε το 2011, παραμονές των προεδρικών εκλογών του 2012, δημιουργώντας άμεσα 500.000 ανέργους. Μπορούμε λοιπόν να φανταστούμε τις δραματικές συνέπειες μιας εκ νέου εφαρμογής του προγράμματος του Φρανσουά Φιγιόν.

Την ίδια στιγμή, η «φούσκα» του Εμανουέλ Μακρόν μοιάζει έτοιμη να σκάσει. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν στην καλύτερη περίπτωση μια στασιμότητα των προτιμήσεων στο πρόσωπό του, και πιο πιθανά μια κάμψη. Οι εκλογείς φαίνεται να κατάλαβαν την κενότητα αυτού του υποψηφίου, η οποία συνοδεύεται από ένα εξαιρετικά αντιδραστικό κοινωνικό πρόγραμμα. Ο Μακρόν, ένας υποψήφιος καλυπτόμενος πίσω από μια φαινομενικά μοντέρνα γλώσσα, στην πραγματικότητα υποστηρίζει την επιστροφή στις αρχές του 19ου αιώνα, στις συνθήκες της πρώτης βιομηχανικής επανάστασης.

Είναι εκπληκτικό το πώς αυτός ο υποψήφιος, που διαβεβαιώνει πως είναι ο πιο «μοντέρνος», αυτός που πλέκει το εγκώμιο της «διαδικτυακής τεχνολογίας», στην ουσία είναι ένας υποψήφιος του παρελθόντος. Όμως ο Εμανουέλ Μακρόν είναι εκπρόσωπος του παλιού και για άλλον ένα λόγο: εάν κάποιος τον θεωρεί «έναν νέο άνθρωπο» ή πιο κοινότοπα «έναν αντισυστημικό υποψήφιο»[1], καλό είναι να θυμηθεί πως υπήρξε σύμβουλος του Ολάντ επί πρωθυπουργίας του Μανουέλ Βαλς, στην καταστροφική πολιτική που εφάρμοσε τα τελευταία πέντε χρόνια. Η πολιτική αυτή δεν έκανε τίποτα άλλο, από τον Φεβρουάριο του 2013 μέχρι τις αρχές του νέου έτους, από το να προσθέσει 400.000 νέους ανέργους σε αυτούς που είχε ήδη αφήσει πίσω του το δίδυμο Σαρκοζί-Φιγιόν.

Απέναντι σε αυτούς τους δύο υποψηφίους που ήδη περνούν κρίση, έρχονται από το παρελθόν και εκπροσωπούν την ανεργία, βρίσκονται δύο άλλοι υποψήφιοι, οι οποίοι εκφράζουν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, το μέλλον.

 

Υποψήφιοι του μέλλοντος;

Η Μαρίν Λεπέν στηρίζεται σε ένα εκλογικό σώμα εξαιρετικά σταθερό, που αποτελείται από πολύ συνειδητά άτομα, και αμφισβητεί όλες τις προσεγγίσεις όσων θα ήθελαν να τη χαρακτηρίσουν σαν την υποψήφια της «άκρας δεξιάς» ή καλύτερα «φασίστρια», με τον κίνδυνο να γελοιοποιηθούν. Αν και υπάρχουν ορισμένες εξτρεμιστικές ομάδες ανάμεσα στο εκλογικό της σώμα, ωστόσο αυτό εκπροσωπεί κάτι που ο γεωγράφος Κριστόφ Γκιγιού έχει χαρακτηρίσει «Γαλλία της περιφέρειας» [2].

Βέβαια δεν υποστηρίζει τη Μαρίν Λεπέν όλη η «Γαλλία της περιφέρειας», και εξάλλου ανάμεσα στους εκλογείς της υπάρχουν και εκπρόσωποι των «αριστοκρατικών συνοικιών», αλλά είναι αδιαμφισβήτητο ότι ένα μεγάλο κομμάτι των «λησμονημένων» από τις κυβερνητικές πολιτικές, των θυμάτων της «παγκοσμιοποίησης», μάλλον θα την υποστηρίξει. Στο πλάι της βρίσκεται ένα λαϊκίστικο κίνημα που αυξάνεται με τον ίδιο ρυθμό με τον οποίο βουλιάζει το σημερινό πολιτικό σύστημα. Προκαλεί εντύπωση, αντίθετα, το πώς αυτό το λαϊκίστικο κίνημα υιοθέτησε ευρέως τις διαδικασίες και τις αντιλήψεις της δημοκρατικής μεθόδου, και χαρακτηρίζεται από ελάχιστη βία – πολύ μικρότερη μάλιστα από αυτή που συναντάμε σε ορισμένες περιθωριακές ομάδες. Για τούτο και φαίνονται εντελώς γελοίες οι κατηγορίες που της απευθύνονται για «φασισμό».

Όμως η «έκπληξη», αν μπορούμε να μιλάμε για κάτι τέτοιο στις εκλογές αυτές, είναι η ταχεία άνοδος του Ζαν-Λικ Μελανσόν. Και σε αυτή την περίπτωση, έχουμε να κάνουμε με ένα κίνημα που συγκεντρώνει τις ψήφους των αποκλεισμένων και των ηττημένων της παγκοσμιοποίησης. Και στην περίπτωση αυτή έχουμε μπροστά μας ένα καθαρά λαϊκίστικο κίνημα. Όπως σε όλα τα λαϊκίστικα κινήματα υπάρχει μια χαρισματική φιγούρα, ο Ζαν-Λικ Μελανσόν, όπως και η Μαρίν Λεπέν, γοητεύει πολλούς από τους δυνητικούς του εκλογείς. Άρα η έκπληξη είναι το ότι ο Μελανσόν έφτασε τους πρώτους τρεις υποψήφιους. Σήμερα ξεπερνάει τον Φρανσουά Φιγιόν, και πλησιάζει διαρκώς τον Εμανουέλ Μακρόν, με δεδομένο ότι το εκλογικό σχέδιο του τελευταίου αρχίζει να προβληματίζει πολλούς από τους εν δυνάμει ψηφοφόρους του, και η κενότητά του προκαλεί μια όλο και πιο φανερή απέχθεια.

Αυτοί οι δύο υποψήφιοι εκπροσωπούν αναμφισβήτητα κάποιου είδους προοπτική για τη Γαλλία. Ωστόσο από τα προγράμματά τους δεν λείπουν ορισμένες αντιφάσεις.

 

Οι προεκλογικές εκστρατείες των υπόλοιπων υποψηφίων

Πριν αναλύσουμε τα προγράμματα αυτών των δύο υποψηφίων, ας ασχοληθούμε με τα προγράμματα των υπολοίπων. Ο Μπενουά Αμόν πέφτει όλο και πιο βαθιά στα τάρταρα, κάτι που είναι εντελώς αναμενόμενο, μια και πρόκειται για τον «εκλεκτό» του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Tο πρόγραμμά του είναι απλά το αποδεικτικό θανάτου του κόμματος που παρουσιαζόταν με τη βούληση να «εφαρμόσει μιαν άλλη πολιτική» αλλά, αντίθετα, βούλιαξε σε συμβιβασμούς και προσωπικές φιλοδοξίες. Συμπιεσμένο από τη μια από την υποψηφιότητα του Εμανουέλ Μακρόν, που συσπειρώνει δεινόσαυρους του «σοσιαλιστικού» μπλοκ, και από την άλλη από τον Ζαν-Λικ Μελανσόν, η εκλογική του εκστρατεία φθίνει όλο και περισσότερο.

Επιβιώνει μόνο χάρη στις δυσφημιστικές επιθέσεις κατά του Μελανσόν, που δεν τον τιμούν και που θα έπρεπε να κάνουν τους εκλογείς του να σκεφτούν στα σοβαρά τη σκοπιμότητα της υποψηφιότητάς του. Οι εκλογείς του θα όφειλαν να αναρωτηθούν, σε τι ακριβώς χρησιμεύει η υποψηφιότητα του Μπενουά Αμόν; Αν πρόκειται για υποψηφιότητα εκπροσώπησης και μόνο, τότε, όπως μπορούμε να φανταστούμε, κλείνει ο κύκλος – και το «σοσιαλιστικό» κόμμα θα καταλήξει στον ίδιο σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας όπου κατέληξε η SFIO (Γαλλικό Τμήμα της Εργατικής Διεθνούς) μετά την καταστροφική εκλογική εκστρατεία του Γκαστόν Ντεφέρ και του Πιερ Μεντές-Φρανς. Αν πράγματι επιθυμεί τη νίκη της αριστεράς, της πραγματικής αριστεράς, τότε ο Αμόν δεν πρέπει να κάνει τίποτε άλλο από το να κάνει πίσω και να αφήσει χώρο στον Ζαν-Λικ Μελανσόν. Αλλιώς, αν μοναδικός στόχος του είναι να στείλει ψήφους στον Εμανουέλ Μακρόν, ας το πει καθαρά.

Εν τω μεταξύ από την πλευρά του ο Νικολά Ντιπόν-Ενιάν κατάφερε να γίνει αντιληπτός [3], αν και ακόμα από πολύ λίγους ψηφοφόρους. Οι ομιλίες του επικεντρώνονται σταθερά στο θέμα της εθνικής κυριαρχίας, και σε αυτό διαφέρει ξεκάθαρα από τις συνεχείς παλινδρομήσεις του Φρανσουά Φιγιόν. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Φρανσουά Φιγιόν του επιτέθηκε σκληρά και με απαξιωτικό τρόπο στο ντιμπέιτ της 4ης Απριλίου. Η ποταπότητα των επιθέσεων αυτών αποδεικνύει μόνο την απόγνωση του Φρανσουά Φιγιόν, και στηρίζει την άποψη πως ο Νικολά Ντιπόν-Ενιάν εκπροσωπεί μια πραγματική απειλή για τον υποψήφιο της «ρεπουμπλικανικής» κεντροδεξιάς.

Μπορούμε να σκεφτούμε πως ο Φιγιόν φοβάται ότι η υποψηφιότητα του Νικολά Ντιπόν-Ενιάν θα συγκεντρώσει ένα τμήμα των ψηφοφόρων του οι οποίοι έχουν αηδιάσει από τα σκάνδαλα που τον συνοδεύουν, και από τους διαρκείς συμβιβασμούς του με τον «σαρκοζισμό». Ο Νικολά Ντιπόν-Ενιάν, αν καταφέρει να προσελκύσει τα τμήματα των εκλογέων του πρώην UMP [4] που θεωρούν πως η προσωπική ακεραιότητα και η εντιμότητα των υποψηφίων έχουν σημασία, μπορεί να ελπίζει το πλησίασμα και πιθανά το ξεπέρασμα του Μπενουά Αμόν, ο οποίος για την ώρα βουλιάζει. Και ο Νικολά Ντιπόν-Ενιάν εκπροσωπεί περισσότερο το μέλλον παρά το παρελθόν.

Από τους υποψήφιους των μικρότερων κομμάτων, η Ναταλί Αρτό και ο Φιλίπ Πουτού απέδειξαν (αν πραγματικά το έχουμε ανάγκη) πως ο σεχταρισμός είναι στα γονίδια των μικρών τροτσκιστικών ομάδων οι οποίες, ως συνήθως, ζουν αρνούμενες να δουν την πραγματικότητα. Όσον αφορά τους υπόλοιπους, ο Φρανσουά Ασελινό, στον οποίο πρέπει να αναγνωρίσουμε τη βαθιά γνώση των ευρωπαϊκών συνθηκών, εξακολουθεί να μην καταλαβαίνει τι σημαίνει πολιτική. Ο Ζακ Σεμινάντ ονειρεύεται τον Φραγκλίνο Ρούσβελτ και, τέλος, ο Ζαν Λασάλ, με εντυπωσιακή επίγνωση των συγκεκριμένων προβλημάτων, μεταφέρει τη φωνή των εγκαταλελειμμένων περιοχών.

 

Οι αντιφάσεις των υπερασπιστών της εθνικής κυριαρχίας

Ας επιστρέψουμε τώρα στις αντιφάσεις στις οποίες αναφέρθηκα προηγουμένως, των προγραμμάτων της Μαρίν Λεπέν και του Ζαν-Λικ Μελανσόν. Οι αντιφάσεις αυτές είναι υπαρκτές, και πρέπει να συνειδητοποιήσουμε τις διαστάσεις τους. Η Μαρίν Λεπέν και ο Ζαν-Λικ Μελανσόν εκπροσωπούν δύο διαφορετικές εκδοχές ενός προγράμματος εθνικής κυριαρχίας, κατηγορία στην οποία εντάσσονται και οι θέσεις των Ντιπόν-Ενιάν, Ασελινό και Σεμινάντ – ενός προγράμματος που εδραιώνεται σαν πολιτισμικά κυρίαρχο, κι αυτή είναι η μεγάλη αποκάλυψη της σημερινής προεκλογικής περιόδου.

Η Μαρίν Λεπέν προτείνει ένα πολιτικό πρόγραμμα που φαίνεται συγκροτημένο. Στην πραγματικότητα, όμως, είναι φανερό πως οποιαδήποτε διαπραγμάτευση με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Γιούρογκρουπ θα αναβληθεί για μετά τις γερμανικές εκλογές. Αν αυτό είναι λογικό, ωστόσο το πρόγραμμα της Λεπέν είναι εξωπραγματικό. Σε περίπτωση που η Λεπέν εκλεγεί, θα αρχίσει αμέσως η σπέκουλα. Τότε η Γαλλία είτε θα έπρεπε να αφήσει στην άκρη κάθε σκέψη για έξοδο από το ευρώ, υιοθετώντας συγκεκριμένες πολιτικές κατευνασμού των αγορών, είτε, αντίθετα, θα έπρεπε να θεσπίσει μέτρα ελέγχου των κεφαλαίων – πράγμα που θα σήμαινε στην ουσία έξοδο από το ευρώ.

Κοντολογίς, οι χρόνοι για την οικονομία δεν συμπίπτουν με τους χρόνους της δημοκρατικής πολιτικής. Η λύση βρίσκεται στις ειδικές αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας. Θα καταφέρει η Λεπέν να τις εκμεταλλευθεί; Θα μπορέσει να παραδεχτεί πως το προεκλογικό της πρόγραμμα, αν και χαρακτηριζόταν από πνεύμα δημοκρατικό, δεν ανταποκρίνεται στις τροποποιούμενες συνθήκες και ότι, όπως λέγεται στο πεδίο του Δικαίου, «η αναγκαιότητα είναι ισχυρότερη του νόμου»;

Όσο για τον Ζαν-Λικ Μελανσόν, αυτός συνδυάζει ένα σύνθετο πολιτικό πρόγραμμα με υποσχέσεις συνταγματικής αναθεώρησης (την «Έκτη Δημοκρατία»). Όμως σήμερα πρέπει να επιλέξουμε είτε ένα μπρα-ντε-φερ με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς (δηλαδή με τη Γερμανία), είτε να προωθήσουμε μια συνταγματική αναθεώρηση. Δεν μπορούμε να τα κάνουμε και τα δύο ταυτοχρόνως. Στην αβεβαιότητα αυτή προστίθεται και εκείνη που βασανίζει τη γαλλική ριζοσπαστική αριστερά από τον δραματικό Ιούλιο του 2015: Θα είναι ο Μελανσόν ένας Γάλλος Τσίπρας; Ξεκαθαρίζουμε αμέσως ότι η ερώτηση αυτή δεν έχει καμία σχέση με το πολιτικό παρελθόν του Ζαν-Λικ Μελανσόν. Είναι αλήθεια πως υπερψήφισε τη Συμφωνία του Μάαστριχτ, αλλά μετά παραδέχτηκε πως ξεγελάστηκε. Μια τέτοια αυτοκριτική δείχνει μια εντιμότητα που οφείλουμε να του αναγνωρίσουμε, αν και δεν αίρει όλες μας τις αμφιβολίες. Αμφιβολίες που οφείλονται στο ότι αυτός απλώνεται σε πολλά ζητήματα ταυτόχρονα, με αποτέλεσμα οι πιο ξεκάθαρα φιλοευρωπαϊκές απόψεις του περιβάλλοντός του να κινδυνεύουν να γίνουν καθοριστικές.

Αυτοί οι δύο υποψήφιοι έχουν μόνο δύο εβδομάδες στη διάθεσή τους για να μας αποδείξουν πρώτα πως έχουν συνείδηση των αντιφάσεων τους, και μετά με ποιον τρόπο σκέφτονται να τις αντιμετωπίσουν.

 

Να επιλέξουμε το μέλλον

Εντούτοις, πρέπει να μην ξεχνάμε τα ουσιαστικά. Στις εκλογές αυτές γινόμαστε μάρτυρες της μάχης ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον. Είναι φανερό πως ο Φρανσουά Φιγιόν, ο Εμανουέλ Μακρόν και, με τον τρόπο του, ο Μπενουά Αμόν, εκπροσωπούν το παρελθόν. Ο Φρανσουά Φιγιόν και ο Εμανουέλ Μακρόν εκπροσωπούν δύο αποτυχημένες στρατηγικές, αφού αύξησαν σημαντικά την ανεργία στη Γαλλία και προκάλεσαν αποβιομηχάνιση.

Ο Μπενουά Αμόν από την πλευρά του δεν δείχνει καθόλου πως είναι έτοιμος να μην επαναλάβει τα λάθη των τελευταίων δραματικών πέντε ετών, ούτε στην οικονομία, ούτε στην ασφάλεια. Το τρομοκρατικό χτύπημα στη Στοκχόλμη μας θυμίζει πως είναι αδύνατον να μην παραδέχεται κανείς τον κίνδυνο που προέρχεται από τον ριζοσπαστικό ισλαμισμό.

Αυτοί οι τρεις υποψήφιοι μας προτείνουν, λίγο πολύ, να εξακολουθήσουμε να συνδέουμε το μέλλον μας με την Ευρωπαϊκή Ένωση και την ευρωζώνη, δύο πραγματικότητες που αμφότερες απέδειξαν πόσο βλαβερές είναι. Οι προτάσεις τους για αλλαγή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ευρώ είναι, στην καλύτερη περίπτωση, θολές και ανεδαφικές – και στη χειρότερη, εντελώς ανύπαρκτες.

Άρα οφείλουμε να γυρίσουμε αποφασιστικά την πλάτη στο παρελθόν και να επιλέξουμε το μέλλον.

 

* Δημοσιεύθηκε πριν δύο εβδομάδες, στις 8 Απριλίου 2017, στην ιστοσελίδα του Γάλλου οικονομολόγου και αναλυτή Ζακ Σαπίρ (russeurope.hypotheses.org). Έκτοτε αναπαράχθηκε σε πολλά έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ – μεταξύ των οποίων και στο μπλογκ του ιταλικού Κινήματος Λαϊκής Απελευθέρωσης (sollevazione.blogspot.gr), από το οποίο έγινε η μετάφραση και στο οποίο ανήκει η σύντομη εισαγωγή.

 

Μετάφραση: Άβα Μπουλούμπαση

[1] www.lexpress.fr/actualite/politique/elections/emmanuel-macron-dans-quotidien-la-france-n-est-pas-le-canada_1888725.html

[2] Guilluy C., La France périphérique : comment on a sacrifié les classes populaires, Paris, Flammarion, 2014

[3] www.bfmtv.com/politique/11-millions-de-vues-pour-la-video-de-dupont-aignan-quittant-le-plateau-de-tf1-1125587.html

[4] ΣτΜ: «Ένωση για ένα Λαϊκό Κίνημα», το βασικό πολιτικό κόμμα της γαλλικής Κεντροδεξιάς που ιδρύθηκε το 2002 υπό την ηγεσία του τότε Γάλλου προέδρου Σιράκ. Το 2015, με πρόταση του Σαρκοζί, μετονομάστηκε σε «Ρεπουμπλικάνοι».

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!