Αρχική πολιτική αριστερά Λαοκράτης Βάσσης: Από το Δημοκρατικό πατριωτισμό του Ρήγα, σε μια νέα εθνική...

Λαοκράτης Βάσσης: Από το Δημοκρατικό πατριωτισμό του Ρήγα, σε μια νέα εθνική αφήγηση

Η βαθιά συνείδηση του τι και γιατί συμβαίνει στον τόπο μας, σ’ αυτό το ζοφερό και πνιγηρό τέλος της Μεταπολίτευσης, είναι και ο εκ των ων ουκ άνευ όρος για τον σωστό προσανατολισμό μας και εντέλει για την έξοδό μας σε μετα-τροϊκανό ξέφωτο, όπως και το θέμα της εκδήλωσης μας ορίζει.

Κι αυτή η βαθιά συνείδηση, συναρτημένη με τον οριακό για την εθνική μας συλλογικότητα χαρακτήρα των πολύ δίσεκτων καιρών μας, ούτε αυτονόητη είναι ούτε και δεδομένη τόσο μέσα στην ευρύτερη κοινωνία μας όσο και μέσα στις ίδιες τις γραμμές μας. Για να μην αναφερθούμε και στις θεωρήσεις της εξω-συριζικής Αριστεράς, όπου και τι δεν λέγεται, εις δόξαν των πιο αυθεντικών, υποτίθεται, μαρξιστικών λενινιστικών αναλύσεων.
Γιατί, παρά τα νομιζόμενα, η εντεινόμενη αγωνία για το αύριο και η αγανάκτηση του κόσμου δεν συνιστούν καθεαυτές και βαθιά συνείδηση του τι και γιατί μας συμβαίνει, όπως αποδεικνύει και η φυγόκεντρη προς όλα τα σημεία του ορίζοντα σύγχυση κάτω από την επιφάνειά τους, αλλά και η θολή από μεγάλο μέρος του κόσμου νοσταλγία του μεταπολιτευτικού παρελθόντος. Που σημαίνει πως είναι τουλάχιστον ασαφή στη συνείδηση της κοινωνίας μας τα βαθύτερα αίτια της συνολικής κακοδαιμονίας μας και γι’ αυτό αμήχανη η θεώρηση του μέλλοντος. Με αποτέλεσμα να είναι σε μεγάλο βαθμό αμήχανη και η προσδοκία στα μηνύματα που εμείς, η Ριζοσπαστική Αριστερά, εκπέμπουμε, χωρίς όμως αυτό να είναι όλες τις φορές άσχετο απ’ το τι και πώς το εκπέμπουμε.

Στο μεγάλο κενό του τέλους της Μεταπολίτευσης
Ποιος όμως είναι ο βαθύτερος χαρακτήρας της πολύ κακής έκβασης της Μεταπολίτευσης, απ’ τη σωστή ανάγνωση της οποίας εξαρτάται και το αν θα βρούμε πυξίδα προσανατολισμού προς το μέλλον;
Δεν είμαστε, όπως κάποιοι νομίζουν, σε μια πολύ κακή φάση της χρόνιας κρίσης της Μεταπολίτευσης, ούτε και σε μια πολύ δύσκολη κορύφωσή της, ακόμα όμως διαχειρίσιμη έστω με μεγάλες θυσίες απ’ το λαό μας. Είμαστε, δυστυχώς, στο μεγάλο και αδιέξοδο κενό του τέλους της Μεταπολίτευσης, καθώς, καιρό τώρα, έχουμε περάσει στη δίνη της μεταπολιτευτικής χρεοκοπίας. Που κι αυτή ήδη μετεξελίσσεται σε καθολική χρεοκοπία του τόπου μας, σε μια οδυνηρή χρεοκοπία που απειλεί το μέλλον της ίδιας της εθνικής μας υπόστασης. Προπαντός αν σκεφτούμε πως, μαζί με όλα τα άλλα, μεταβαλλόμαστε μέρα τη μέρα και σε κατά κυριολεξίαν ανοχύρωτη χώρα, την ώρα που και η ευρύτερη γειτονιά μας δοκιμάζεται από επικίνδυνη γεωστρατηγική αστάθεια. Δεν είναι, λοιπόν, μια μεγάλη και δύσκολη κρίση αυτή στην οποία έχουμε βυθιστεί, είναι προϊούσα εθνική χρεοκοπία, οικονομική, πολιτική, κοινωνική αλλά και πολιτιστική, πνευματική δηλαδή, ηθική, αξιακή και ταυτοτική χρεοκοπία, η οποία, εντέλει είναι και η μείζων διάστασή της, παρ’ ότι ελάχιστα μας απασχολεί. Κι είναι η μείζων διάστασή της, γιατί, όπως φαίνεται, έχει αγγιχτεί το ίδιο το πολιτιστικό μας κύτταρο, αυτό που ορίζει, με ιστορικο/κοινωνικούς πάντοτε όρους, τον εσώτερο πυρήνα της υπαρξιακής μας οντότητας. Περίπου, κι ας μη θεωρηθεί υπερβολή, έχουμε φτάσει σε μια παράδοξη κατάσταση στρατηγικής αμηχανίας, καθώς, με τρισχιλιετή ιστορία πίσω μας, μοιάζουμε να μην ξέρουμε γιατί υπάρχουμε.
Αν σε όλα αυτά, τα ιδιαζόντως οδυνηρά, προσθέσουμε ως τραγικό επιστέγασμα και το ότι εδώ και δυόμισι σχεδόν χρόνια είμαστε και με τη βούλα μια χώρα περιορισμένης εθνικής κυριαρχίας, υπό τροϊκανή δηλαδή αρμοστεία, άρα μια χώρα με διαμεσολαβητική μεταξύ επικυρίαρχων και λαού ηγεσία, όπως η τριανδρία της μνημονιακής συνενοχής, αλλά και με διαμεσολαβητικού και σκιώδους πια χαρακτήρα θεσμούς λαϊκής κυριαρχίας, που περιορίζονται, για να τηρούνται τα προσχήματα, στην τυπική νομιμοποίηση των τροϊκανών αποφάσεων για το συνολικό εθνικό μας μέλλον, μόνο υπερβολή δεν θα θεωρηθεί αν πω πως βρισκόμαστε μπροστά σε μια οριακή κατάσταση, που όλο και περισσότερο προσλαμβάνει διαστάσεις εθνικής τραγωδίας, όπως με εφιαλτική προαγγελτικότητα την πιστοποιούν οι περίπου τρεις ως τώρα χιλιάδες αυτοκτονίες απελπισμένων συμπατριωτών μας.

Το βαθύ τροϊκανό χαντάκι
Τούτων δοθέντων, με τις μεταπολιτευτικές ράγες να φτάνουν ως το βαθύ τροϊκανό χαντάκι, όπου και έριξαν τον εθνικό συρμό οι μηχανοδηγοί της δικομματικής συγκυριαρχίας, θα έπρεπε να ανήκουν στα καταφανώς αυτονόητα για τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού μας:
Πρώτον, ότι αυτό το χαντάκι κι η μοίρα προτεκτοράτου, που πολύ κυνικά μας υφαίνουν με τα «μνημόνιά» τους, δεν είναι για λίγο αλλά για πολλές δεκαετίες. Πως απ’ το τροϊκανό χαντάκι δεν θα μας βγάλουν αυτοί που μας έριξαν εκεί, γιατί, κι αν το θέλουν, δεν το μπορούν, καθώς εγγενώς οι διαχειριστικές πολιτικές τους οδηγούν στην κρίση της διαχείρισής τους, επιδεινώνοντας συνεχώς τα διαχειριστικά τους αποτελέσματα. Κατά την ακολουθία: η διαχείριση μας κρίσης γεννάει την κρίση της διαχείρισης και τη διαρκή επιδείνωσή της.
Κατά δεύτερον, απ’ το βαθύ τροϊκανό χαντάκι βγαίνεις, ως εθνική συλλογικότητα, μόνο αν σε προσβάλλει και σε ταπεινώσει η μοίρα του προεκτοράτου, όπως κι αν την μεταμφιέσουν. Άρα βγαίνεις με ασυμβίβαστη ρήξη: με τις μεταπολιτευτικές λογικές που μας οδήγησαν στη χρεοκοπία, πρωτίστως με τις πρασινο/γάλαζιες αρπαχτικές λογικές νομής της εξουσίας που ρήμαξαν τον τόπο. Βγαίνεις με ασυμβίβαστη ρήξη με τις μνημονιακές λογικές των «τροϊκανών» και συνακόλουθα με τη μοίρα «προτεκτοράτου», που αυτές μας επιφυλάσσουν. Που σημαίνει πως απ’ το βαθύ τροϊκανό χαντάκι βγαίνεις μόνο με στρατηγική εθνικής αξιοπρέπειας, που αναπέμπει και στο κατά Σβορώνο αντιστασιακό κύτταρο του λαού μας.

Η εθνική ευθύνη της Ριζοσπαστικής Αριστεράς
Κι εδώ ερχόμαστε στα πολύ ημέτερα αλλά και πολύ δύσκολα, στο πώς δηλαδή πρέπει να απαντήσει η δική μας Αριστερά, η Ριζοσπαστική Αριστερά, ο ΣΥΡΙΖΑ, στην ιστορική πρόκληση των καιρών να είναι αυτός που θα πρωταγωνιστήσει, έτσι ώστε να πάρει ο λαός μας τη μοίρα του στα χέρια του και να βγει απ’ τα τροϊκανά αδιέξοδα.
Προσπερνώντας, κατ’ ανάγκην πολλά, όπως, ας πούμε, την ανάγκη αναμέτρησης με τα ελλείμματα ιστορικής αυτογνωσίας μας ή και αυτοκριτικής μας τόλμης στη θεώρηση των ευθυνών της ίδιας της Αριστεράς κατά τη Μεταπολίτευση, αλλά και κριτικής θεώρησης των βαθύτερων αιτίων της χρόνιας κακοδαιμονίας της, θα σταθώ μόνο σε δύο κρίσιμες προϋποθέσεις, απ’ τις οποίες πρωτίστως θα εξαρτηθεί και το αν θα μπορέσει ο ΣΥΡΙΖΑ να ανταποκριθεί στον προσδοκώμενο πρωταγωνιστικό του ρόλο, προφανώς στη βάση της αδήριτης ιεράρχησης των προτεραιοτήτων του, που εκπορεύονται απ’ τις αναγκαιότητες της οριακής μας κατάστασης.
Η πρώτη προϋπόθεση, όπως διδάσκει και η σοφία του Γληνού στο «Τι είναι και τι θέλει το Ε.Α.Μ.», είναι ακριβώς συναρτημένη με την πρόταξη αυτής της ιεράρχησης των προτεραιοτήτων, που εκπορεύονται από τις αδυσώπητες αναγκαιότητες της οριακής μας κατάστασης. Γιατί, όταν τα προβλήματα προσλαμβάνουν εθνικές διαστάσεις, οριακού μάλιστα χαρακτήρα, και οι λύσεις είναι εθνικές. Πολύ δηλαδή πέραν των απλοϊκών μανιχαϊστικών λογικών για τη σχέση εθνικού-κοινωνικού ή εθνικού-διεθνιστικού, που, αναπέμποντας σε γνωστές παιδικές ασθένειες της Αριστεράς, μοιραία οδηγούν στο να βάζουμε το κάρο μπροστά απ’ το άλογο. Που σημαίνει, ρητά και καθαρά, πως η Ριζοσπαστική Αριστερά μόνο αν αναδεχτεί την εθνική ευθύνη και αναδειχτεί σε ηγέτιδα εθνική δύναμη, που θα βγάλει τον τόπο απ’ τα ζοφερά και πνιγηρά τροϊκανά αδιέξοδα, θα δικαιώσει πραγματικά, μέσα στη ζωή κι όχι «κατά τας γραφάς», την αριστεροσύνη της και τον ρόλο της.
Η δεύτερη προϋπόθεση, όπου και πάλι η ΕΑΜική παρακαταθήκη δείχνει το δρόμο, είναι η λειτουργική ανασυγκρότηση της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, του ΣΥΡΙΖΑ, σε ενιαίο φορέα αριστερού ιδεολογικού πλουραλισμού και συνεκτικής πολιτικής ενότητας, έναν νέου τύπου, πέραν του λενιστικού, ενιαίο αριστερό πολιτικό φορέα, που θα σπονδυλώσει, με μια γκραμσιανής λογικής ιδεολογική ηγεμονία της ίδιας της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, ένα παλλαϊκό και πανεθνικό κίνημα σωτηρίας της χώρας, γιατί περί αυτού πρόκειται, στη βάση μιας αναθεμελιωτικής, ανορθωτικής και αναγεννητικής εθνικής στρατηγικής, που κατεπειγόντως πρέπει να εκπονηθεί και χαραχτεί.
Όμως, στη βάση ποιων προταγμάτων θα σπονδυλωθεί ο ενοποιημένος ΣΥΡΙΖΑ και μ’ αυτόν ως άξονα το ευρύτερο προοδευτικό, παλλαϊκό και πανεθνικό κίνημα σωτηρίας της χώρας; Πιστεύω πως αρκούν μόνο τρία θεμελιακά προτάγματα, αν βέβαια ιεραρχήσουμε, όπως ήδη έχω πει, τις προτεραιότητές μας με βάση τις αναγκαιότητες της οριακής μας κατάστασης, κάτι που αυτονοήτως προδιαγράφεται κι απ’ τη σωστή ανάγνωση των «αριστερών γραφών».
Πρόταγμα πρώτο, ο πατριωτισμός στην πιο προωθημένη ΕΑΜική του εκδοχή, που εναρμονίζει την πολιτιστική του θεμελίωση με τη δημοκρατία, τον ουμανισμό και τον διεθνισμό. Αλλά και που ανανεώνει την παράδοση του δημοκρατικού πατριωτισμού του Ρήγα Βελεστινλή. Πρόκειται για ταυτοτικό γνώρισμα που διασφαλίζει την τόσο αναγκαία σωστή σχέση της Αριστεράς με τον τόπο της, στη βάση του ότι δεν υπάρχει ο τόπος για την Αριστερά αλλά η Αριστερά για τον τόπο ή για να ξανα-αναφερθώ στη γκραμσιανή σκέψη, στη βάση του ότι για την Αριστερά η αφετηρία είναι εθνική και η προοπτική διεθνιστική.
Πρόταγμα δεύτερο, η δημοκρατία, ως αξία, ως μέσο και σκοπός, χωρίς την οποία ούτε τα άτομα αναδεικνύονται δρώντα υποκείμενα της ιστορίας τους ούτε τα σύνολα, πολιτικά και κοινωνικά, δρώντα συλλογικά υποκείμενα της ιστορίας τους. Αλλά και χωρίς την οποία δεν μπορεί να πραγματωθεί η πάντοτε ζητούμενη εναρμόνιση ελευθερίας, ισότητας, δικαιοσύνης και αξιοκρατίας, που όλες μαζί συναποτελούν και τη βαθύτερη ουσία της. Όπως, εντέλει, χωρίς τη δική της μαγική ύλη, δεν μπορεί να χτιστεί το ισχυρό παλλαϊκό και πανεθνικό κίνημα που θα σηκώσει τη μοίρα του τόπου μας στους ώμους του.
Πρόταγμα τρίτο, ο ριζοσπαστισμός, που αναπέμπει πιο άμεσα στις ταυτοτικές αξίες της Αριστεράς, όπως η ισότητα και η δικαιοσύνη, αλλά και που εγγυάται την πέραν της διαχείρισης πολιτική, τη ριζοσπαστική πολιτική των μεγάλων ρήξεων και τομών, που απελευθερώνουν τις δημιουργικές δυνάμεις των κοινωνιών.

Να υπερβούμε τους ιδεολογικούς μας μικρόκοσμους
Στα πολύ δικαιολογημένα ερωτήματα αν φτάνουν τα προτάγματα αυτά, λέω πως ναι, φτάνουν και περισσεύουν. Αν πάντοτε έχουμε πλήρη και βαθιά συνείδηση του τι και γιατί μας συμβαίνει, άρα και για ποιο ακριβώς θέμα μιλάμε.
Όσο για το αν είναι αριστερά αυτά τα προτάγματα, θα επαναλάβω πως όταν τα προβλήματα είναι εθνικά και οι λύσεις είναι εθνικές.
Αλλά και θα ξανα-τονίσω πως η αριστεροσύνη του ΣΥΡΙΖΑ θα μετρηθεί απ’ το αν αναδεχτεί τις εθνικές του ευθύνες, οργανώνοντας πρωταγωνιστικά τη μεγάλη πορεία του λαού μας προς μετα-τροϊκανό ξέφωτο, όπως έπραξε στους καιρούς του το ΕΑΜ και πρωταγωνίστησε στο μεγαλείο της Εθνικής Αντίστασης.
Παρ’ ότι νιώθω πιεστικά μετέωρο το «Πώς» του τίτλου της εκδήλωσής μας, θα μου επιτρέψετε να κλείσω με μια κρίσιμη επισήμανση, που αναδεικνύει την μείζονα ανάγκη να υπερβούμε όλοι μας τους ιδεολογικούς μας μικρόκοσμους στην πορεία ενοποίησης του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και με μια αδυσώπητη διλημματική διάζευξη, που αναδεικνύει το χρέος του ΣΥ.ΡΙΖ.Α αυτή την πολύ δύσκολη περίοδο για τον τόπο μας.
• Η κριτική μου επισήμανση: Αν αθροιστούν τα κομμάτια απ’ τις αριστερές αλήθειες του χώρου μας, αλλά και τις έξω απ’ τις γραμμές μας, δεν θα έχουμε την όλη αριστερή αλήθεια που απαιτεί η οριακότητα των στιγμών για να βγει ο τόπος μας από τα αδιέξοδά του. Γιατί, αυτή η αλήθεια, που υπερβαίνει όλες μαζί τις επιμέρους αλήθειες μας, πιο πολύ έρχεται απ’ το μέλλον.
• Για να περάσω στη διλημματική διάζευξη: Με δεδομένη τη στρατηγική του αμηχανία, ο τόπος μας χρειάζεται ανα-νομοθέτηση της υπόστασής του και της όλης πορείας του προς το μέλλον.
Που σημαίνει πως βρισκόμαστε μπροστά στην τεράστια ιστορική πρόκληση μιας νέας εθνικής αφήγησης, επιτρέψτε μου τον όρο παρά τη μεταμοντέρνα κατάχρησή του. Κι ο ΣΥΡΙΖΑ ή θα πάρει πρωταγωνιστικά πάνω του τη γραφή της νέας εθνικής αφήγησης ή θα αφήσει τη χώρα σ’ αυτούς που ήδη γράφουν την ταπεινωτική αφήγηση του «ελληνικού τροϊκανού προτεκτοράτου». Τρίτος δρόμος, εδώ, δεν υπάρχει!

Σχόλια

Exit mobile version