Ο Κώστας Αρκουδέας με τους «Επικίνδυνους συγγραφείς» που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Καστανιώτη μάς οδηγεί σε ένα μεγάλο ταξίδι διωγμών, απαγορεύσεων, αλλά και αγώνων. Εμβληματικά βιβλία και συγγραφείς παρελαύνουν στις σελίδες του βιβλίου. Είναι μια διαφορετική περιπλάνηση στον κόσμο που αναδεικνύει τον φόβο παντοειδών εξουσιών για τα όσα γράφουν προικισμένοι λογοτέχνες και φυσικά ξεφεύγουν από τους κανόνες που προσπαθούν να επιβάλλουν σε κοινωνίες και ανθρώπους. Θρησκευτικοί και πολιτικοί φανατισμοί, ανελευθερία κάθε είδους, φυσική εξόντωση όσων αντιστέκονται, τυφλή δικαιοσύνη…

Βιβλία στην πυρά, βιβλία απαγορευμένα, αριστουργήματα που βλέπουν το φως μετά τον θάνατο των δημιουργών τους. Μέσα στη λίστα των «επικίνδυνων» θα βρούμε τους κορυφαίους συγγραφείς του 19ου και κυρίως του 20ού και του 21ου αιώνα.

Με εξαιρετική γραφή και αξιοποιώντας τον συνειρμό ο Κώστας Αρκουδέας φωτίζει πολλές πτυχές των δημιουργών και των έργων τους που τόσο ενόχλησαν την εξουσία. Τα έργα αυτά έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό τη δύναμη να αφυπνίζουν. Είτε μιλάμε για πολιτική, είτε για σεξουαλικότητα ή για θρησκευτικές πεποιθήσεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις μας φαίνεται αδιανόητο το γεγονός ότι απαγορεύτηκαν και κυνηγήθηκαν κάποια από αυτά τα βιβλία και μάλιστα όχι μόνο από αυταρχικά καθεστώτα αλλά και από –υποτίθεται- δημοκρατικές κοινωνίες.

Θα ευχόμασταν όλα αυτά αν ήταν παρελθόν, αλλά δυστυχώς το βιβλίο είναι εξαιρετικά επίκαιρο. Σε όλον τον πλανήτη, όπου υπάρχει αντίσταση, υπάρχει και διωγμός.

Πώς αποφασίσατε να ερευνήσετε και να γράψετε για τους «επικίνδυνους συγγραφείς»;

Κάποια στιγμή διαπίστωσα ότι οι συγγραφείς που μου άρεσαν, εκείνοι που με τον άλφα ή βήτα τρόπο με είχαν σημαδέψει λογοτεχνικά, είχαν λογοκριθεί ή απαγορευτεί από το κατεστημένο της εποχής. Όπως ο Ντ. Χ. Λώρενς, παραδείγματος χάρη, που πέθανε με το στίγμα του πορνογράφου. Χρειάστηκε να περάσουν τριάντα σχεδόν χρόνια για να αποκατασταθεί το όνομά του και να θεωρηθεί μάλιστα ο γκουρού της σεξουαλικής απελευθέρωσης στη δεκαετία των σίξτις. Ή όπως ο Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ, που χρειάστηκε να περάσουν επίσης τριάντα χρόνια για να «δει» το σατιρικό του αριστούργημα «Ο μαιτρ και η Μαργαρίτα» να κυκλοφορεί ελεύθερα και να μεταφράζεται σε ολόκληρο τον κόσμο.

Τι σας δυσκόλεψε περισσότερο στην έρευνα και στη γραφή του βιβλίου;

Το να μπορέσω να βρω στα ελληνικά τα βιβλία που με ενδιέφεραν για την έρευνα. Η ολοκλήρωση της προσπάθειάς μου έμοιαζε συχνά με έργο ακατόρθωτο, με «σαφάρι για σπάνια και εξαντλημένα βιβλία». Η οικονομική κρίση είχε περάσει σαν οδοστρωτήρας από τα βιβλιοπωλεία και τους εκδοτικούς οίκους διαλύοντας τα πάντα. Τίποτα δεν είχε μείνει όρθιο. Εκδοτικά, η χώρα κειτόταν σε ερείπια. Στο τέλος του βιβλίου ευχαριστώ μια σειρά από συγγραφείς και εκδότες που με βοήθησαν να φτάσω στο φινάλε, να τελειώσω δηλαδή τους «Επικίνδυνους συγγραφείς».

Ποια από τα πρόσωπα που παρουσιάζετε είναι πιο κοντινά σε σας και γιατί;

Κάποιοι συγγραφείς, όπως ο Μπράντμπερυ, ο Μπουλγκάκοφ, ο Σεπούλβεδα, ο Κέρουακ, ο Μπολάνιο, ο Ρουμί, ο Χάξλεϋ, ο Όργουελ και ο Ναμπόκοφ είναι αγαπημένοι μου, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας. Ο Όργουελ, για παράδειγμα (το «1984» και «Η φάρμα των ζώων») συνδυάστηκε με μια εποχή έντονης πολιτικοποίησης. Ο Κέρουακ (με τα «Στο δρόμο» και «Οι αλήτες του Ντάρμα»), όπως και ο Χάξλεϋ (με το «Brave New World» και το «Οι θύρες της αντίληψης») συνδυάστηκαν με τη χίπικη περίοδο της ζωής μου, όταν γύριζα τα νησιά με ένα σακίδιο στην πλάτη – κάτι που άλλωστε αποτυπώθηκε στα «Κατά Αιγαίον πάθη». Ο λατρεμένος μου συγγραφέας, όμως, δεν είναι άλλος από τον Χούλιο Κορτάσαρ. Ό,τι κι αν έχει γράψει αυτός ο άνθρωπος, είναι από αξιόλογο έως αριστουργηματικό. Δεν έχει γράψει τίποτα αδιάφορο. Άξιος απόγονός του υπήρξε ο Ρομπέρτο Μπολάνιο, που δυστυχώς «έφυγε» νωρίς. Όλοι αυτοί οι συγγραφείς ήρθαν σε μετωπική σύγκρουση με το κατεστημένο της εποχής τους. Άλλοι, όπως ο Τολστόι, λοιδορήθηκαν, άλλοι, όπως ο Ρούσντι, επικηρύχθηκαν και κυνηγήθηκαν, και άλλοι, όπως ο Λόρκα, θανατώθηκαν.

Ποια ιστορία λογοκρισίας σας φαίνεται η πιο σκληρή από αυτές που περιγράφετε στο βιβλίο;

Όλες οι ιστορίες είναι λίγο πολύ σκληρές, γιατί είναι αληθινές. Ίσως η πιο σκληρή απ’ όλες είναι εκείνη που αφορά το βιβλίο του Λουίς Σεπούλβεδα «Το τέλος της ιστορίας».

«Στην Κάρμεν Γιάνιες (“Σόνια”), την κρατούμενη 824.» Πρώτη φορά ένα βιβλίο του Σεπούλβεδα έχει τόσο προσωπική χροιά. Τόσο ο ίδιος όσο και η γυναίκα του δεν έβγαλαν άχνα για όσα υπέστησαν στις διαβόητες φυλακές. «Από σεβασμό στους συντρόφους μας που πέθαναν», είπε ο συγγραφέας. «Δεν είμαστε επιδειξίες να δείχνουμε τις πληγές μας. Υπάρχει κάτι που ονομάζεται “συγγραφική ηθική”».

Η Κάρμεν Γιάνιες, η κρατούμενη 824, η Βερόνικα του μυθιστορήματος, γράφει σήμερα στίχους που περιέχουν αίμα και θάνατο, αλλά δεν αναφέρει τίποτα για τον εαυτό της. Απλώς αρκείται να λέει: «Συγύρισε το σπίτι σου, στρώσε το τραπέζι σου και ζήσε γλυκά εν ονόματι όλων».

Υπάρχουν σήμερα «επικίνδυνοι συγγραφείς»; Μήπως η εξουσία έχει βρει καλύτερους τρόπους για να τους ελέγχει;

Φυσικά και υπάρχουν. Για παράδειγμα, ο Ρομπέρτο Σαβιάνο, ο οποίος με τα βιβλία του αλλά και τις συνεντεύξεις του μπήκε στο μάτι του Σαλβίνι και του συναφιού του. Ιδού το σχετικό απόσπασμα:

«Συνδυάζοντας το ρεπορτάζ με τη λογοτεχνία, ο Σαβιάνο έγινε ο ορισμός του επικίνδυνου συγγραφέα στη σημερινή εποχή. Με το βιβλίο του “Γόμορρα”, που κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 2006 –και πολλοί το συνέκριναν με το “Εν ψυχρώ” του Τρούμαν Καπότε–, έβγαλε στη φόρα τα άπλυτα της Μαφίας, λέγοντας ότι αποτελεί τον βασικό σπόνσορα της απανταχού ακροδεξιάς. Μπήκε άμεσα στο στόχαστρό της, με αποτέλεσμα να μετακινείται διαρκώς και να βρίσκεται πάντοτε υπό αστυνομική προστασία. Ο Ουμπέρτο Έκο τον χαρακτήρισε εθνικό ήρωα και έξι νομπελίστες, ανάμεσά τους ο Ορχάν Παμούκ και ο Ντάριο Φο, τον στήριξαν ανοιχτά στον αγώνα του κατά της Μαφίας. Το βιβλίο έγινε ταινία από τον Ματέο Γκαρόνε και σειρά στην τηλεόραση, με τον συγγραφέα να αποκτά χρήματα και φήμη αλλά να χάνει την ελευθερία του.

Τι αποκάλυψε ο Σαβιάνο στο “Γόμορρα”; Πάρα πολλά. Κάνοντας διεξοδική έρευνα, ανακάλυψε ότι η Μαφία που όλοι γνωρίζαμε ουδεμία σχέση έχει με την παγκοσμιοποιημένη Μαφία. Έχει εξαπλωθεί σαν γάγγραινα μολύνοντας τα πάντα. Δεν κρύβεται πίσω από τις παράνομες δραστηριότητες, κρύβεται πίσω από ΟΛΕΣ τις δραστηριότητες. Για παράδειγμα, εκτός από τσιμέντο για τις οικοδομικές επιχειρήσεις, η Μαφία προμηθεύει με όπλα τις χώρες της Μέσης Ανατολής στις οποίες έχει επιβληθεί εμπάργκο. Η Καμόρα έχει αποδεσμευτεί από την πρωτογενή εγκληματική της δράση, συνάπτοντας συμφωνίες με τις νιγηριανές φατρίες του Λάγκος και του Μπενίν, με τις μαφιόζικες οικογένειες της Πρίστινα και των Τιράνων, αλλά και με τους Ουκρανούς μαφιόζους της Λεόπολης και του Κιέβου. Όταν καταδικάζεται ένας αρχιμαφιόζος, όταν κλείνεται στη φυλακή, το σύστημα παραμένει ίδιο – απλώς αλλάζει το όνομα του αφεντικού.»

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!