Μιλώ μια γλώσσα σπουδαία, παλιά.
Έχω παλιούς προγόνους και αίμα, κόσμο
που ήρθε απ’ τη θάλασσα εφτού
παλιά, πολύ παλιά, πόσο δεν ξέρω να σας πω
(Milό mia glόssa mali palea / echo jema ciuria palea, jeno / kai irte atti talassa nettu / chroniun ampi poso cerό)

Οι στίχοι αυτοί που παρατίθενται στα ελληνικά και στα γκρίκο του Σαλέντο, προέρχονται από το βιβλίο Jeno ma diu glosse (Γένος με δυο γλώσσες) του Antonio Tommasi που κυκλοφορεί σε μια θαυμάσια δίγλωσση έκδοση σε μετάφραση της Άννας Παπασταύρου από τις εκδόσεις Κέλευθος.

Στο προσεχές φύλλο της εφημερίδας θα έχουμε περισσότερα για την Κάτω Ιταλία (ή Μεγάλη Ελλάδα), όμως εδώ θέλω να σταθώ στο έργο αυτού του ανθρώπου, που έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 65 ετών τον Δεκέμβριο του 2011, όμως έδωσε έναν αγώνα για τη γλώσσα που άφησε πολύτιμους καρπούς.

Χώμα μου αγαπημένο, τούτη η οργή / ποτέ δε μας αφήνει γιατί/ είμαστε γένος με δυο γλώσσες / και θέλουνε να μας τις κόψουν / και πια να μη μας ακούν

Γεννημένος στη Καλημέρα, το χωριό που έμελλε να γίνει γνωστό χάρη καις τις δικές του προσπάθειες. Υπήρξε σημαντικός αυτοδίδακτός φωτογράφος που το έργο του είχε εντυπωσιάσει και τον Πιερ Πάολο Παζολίνι.

Τα ποιήματά του γραμμένα στα γκρίκο, εντυπωσιάζουν από πολλές πλευρές κι όχι μόνο για την υπέροχη γλώσσα που διασώζουν στους στίχους τους. Ζωντανεύουν μια ολόκληρη εποχή και μας μεταφέρουν στο κλίμα της απαξίωσης αυτής της γλώσσας που κινδύνεψε να εξαφανιστεί, μέσα από θαυμάσιο ποιητικό λόγο:

Τι θέλει σήμερα να πει / τραγούδια πάνω στο χαρτί / γκρίκο να γράφεις κάθε βράδυ, / σαν την αράχνη που υφαίνει, / όταν ο χρόνος τα λόγια παίρνει / και πια κανείς δεν τα νογά

(Ti teli simmeri na pi / traudia panu s’ ena charti / quai vrai grika na gratso / s amia ragnatela na ratso / poa lojia echanno mo cero / ce e’ ma’ noa pleo tinό )

Παραθέτω το ποίημα και στα γκρίκο για να δείτε πως μπορεί να διαβαστεί και να γίνει κατανοητό σε μεγάλο βαθμό.

Όπως γράφει στον πρόλογό του ο Marcello Aprile από το Πανεπιστήμιο του Σαλέντο, «το να υπερασπίζεσαι με νύχια και με δόντια έναν κόσμο, μια γλώσσα μειονοτική και τη δυνατότητα να εκφράζεσαι σε αυτήν, φαντάζει πράξη πολιτισμού φαινομενικά ανώφελη ή καταδικασμένη σε παταγώδη αποτυχία…»

Κι όμως. Οι εποχές που ήρθαν δικαίωσαν ως έναν βαθμό αυτόν τον αγώνα.

Όμως η ποίηση του έχει έντονα και έντονα κοινωνική διάσταση που γίνεται κραυγή, διαμαρτυρία. Η φτώχεια τρομερή. Και μια από τις σκληρές δουλειές είναι αυτή στα καρβουνιάρικα:

Mavro to muso mavro to rucho / mavri I foni mavri I tsichi
(Μαύρο το μούτρο μαύρο το ρούχο / μαύρη η φωνή μαύρη η ζωή)
Mavro o lemό mavro o cerό / mavro to jema mavro to klama
(Μαύρος λαιμός μαύρος καιρός / μαύρο το αίμα μαύρο το κλάμα)

Και συνεχίζει;

Όλη τη μέρα σκληρή δουλειά / από τη σκλήθρα να βγει φωτιά / Τρώμε καπνό και φεύγει η ζωή / κι εμείς πα’ στο τραπέζι δεν έχουμε φαΐ…

Ωστόσο δεν λείπει η νοσταλγία και η τρυφερότητα για το αγαπημένο του χωριό τη Καλημέρα, απ’ όπου μεταφέρει τις πιο δυνατές εικόνες όπως τις αποτυπώνει με το βλέμμα του φωτογράφου, ειδικά μέσα από το ποίημα «Είδα» που έχει έναν καταιγισμό διαφορετικών σκηνών που μας αφηγούνται όλη την ιστορία. Από τα παιδιά που παίζουν στον δρόμο, τους ανθρώπους που πεθαίνουν χωρίς φάρμακα, τις χαρές και τις λύπες, μέχρι και την άφιξη της πρώτης τηλεόρασης…

Το βιβλίο συμπληρώνεται από μια σύντομη αναφορά στα γκρίκο και στην ιστορία τους, αλλά και με ενδιαφέρουσες σημειώσεις της μεταφράστριας.

Και κλείνω αυτή τη σύντομη αναφορά με τους δικούς του στίχους:

Και αφήστε κατά μέρος τις κουβέντες,
άστε τις προσευχές στις εκκλησίες:
μα γιατί να μην υπάρχει μια φωνή,
να ζωντανέψει σε ένα μνήμα μια επιγραφή;
Όποιος δεν έχει μνήμη απ’ τους προγόνους,
τους κόβει κι αυτό το λίγο απ’ τη ζωή
που θα μπορούσαν να ‘χουν πεθαμένοι.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!