Για το πόσο αναντίστοιχες της πιεστικής πραγματικότητας και των ευθυνών των ΗΠΑ είναι οι πολυδιαφημισμένες φιλοπεριβαλλοντικές υποσχέσεις της κυβέρνησης Μπάιντεν έχουν ειπωθεί αρκετά, και μάλιστα από οργανισμούς και προσωπικότητες κάθε άλλο παρά ριζοσπαστικής χροιάς. «Ακούμε το ίδιο τραγούδι κι από άλλους ηγέτες εδώ και χρόνια, κουραστήκαμε από τις γενικόλογες υποσχέσεις για το μέλλον, χρειάζονται συγκεκριμένα μέτρα τώρα» έλεγε εκπρόσωπος οικολογικής οργάνωσης τον προηγούμενο μήνα, έξω από τη Σύνοδο Κορυφής για το Κλίμα που είχε καλέσει ο Μπάιντεν – ο οποίος μοίραζε χάντρες και καθρεφτάκια στους ιθαγενείς…

Υπάρχουν όμως κι άλλα προβλήματα, όπως το μεταναστευτικό. Και σ’ αυτό, μια σειρά πρόσφατα δημοσιεύματα στα διεθνή ΜΜΕ, που μεταφέρονται άκριτα και σε πολλά ελληνικά έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα, καλλιεργούν στην κοινή γνώμη την εντύπωση ότι η αντιμετώπιση θα είναι πολύ αλλιώτικη από αυτήν του «κακού» Τραμπ. Στην πραγματικότητα, πέρα από τις μεγαλοστομίες των εκάστοτε προέδρων τους (είτε αντι- είτε φιλο-μεταναστευτικές), οι ΗΠΑ έχουν συνέχεια και συνέπεια στην πολιτική τους και σ’ αυτό το ζήτημα – από την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα μέχρι και σήμερα. Οι ουσιαστικές διαφοροποιήσεις από τον ένα πρόεδρο στον άλλο είναι δυσδιάκριτες, και δεν αλλάζουν την αίσθηση της «συνέχειας του κράτους».

Τα σύνορα των ΗΠΑ φτάνουν στη… Γουατεμάλα

Η σύγχρονη πολιτική των ΗΠΑ για το μεταναστευτικό εγκαινιάστηκε με οργανωμένο τρόπο το 2006 από τον Μπους Τζούνιορ, και βασίζεται μέχρι και σήμερα σε δύο κύριους άξονες: 1) τη δημιουργία «των συνόρων του 21ου αιώνα», 2) την οικοδόμηση «ισχυρών και ανθεκτικών κοινοτήτων» στις χώρες της Κεντρικής και Νότιας Αμερικής. Σε απλή μετάφραση, οι ΗΠΑ «επενδύουν» δισεκατομμύρια δολάρια ώστε τα κύματα των μεταναστών να ανακόπτονται πριν φτάσουν στα δικά τους σύνορα. Έτσι, χρηματοδότησαν μεταξύ άλλων την ενίσχυση των νότιων συνόρων του Μεξικού με τη Γουατεμάλα: εκεί χτίστηκαν 12 βάσεις με υπερσύγχρονες εγκαταστάσεις παρακολούθησης, μεταφέρθηκαν ολόκληρες ταξιαρχίες της μεξικάνικης Συνοριακής Αστυνομίας και στρατιωτικών μονάδων, και δημιουργήθηκε μια στρατιωτικοποιημένη «ζώνη ασφαλείας» βάθους 100 χιλιομέτρων.

Η πολιτική αυτή συνεχίστηκε και από τον Ομπάμα. «Πρακτικά, τα σύνορά μας σήμερα βρίσκονται στα νότια σύνορα του Μεξικού», καυχιόταν ο Άλαν Μπέρσιν, δεξί χέρι του Ομπάμα στο θέμα της συνοριακής πολιτικής. Τη σκυτάλη πήρε ο Τραμπ που, ασκώντας ακόμη μεγαλύτερη πίεση στο Μεξικό, το υποχρέωσε να δημιουργήσει ειδικό σώμα Εθνοφρουράς, 12.000 άντρες της οποίας τοποθετήθηκαν στα σύνορα Μεξικού-Γουατεμάλας. Ένα αντίστοιχο σχέδιο υλοποιήθηκε και στα νότια σύνορα της Γουατεμάλας με την Ονδούρα, έτσι ώστε να υπάρχουν δύο ισχυροί κυματοθραύστες πολύ μακρύτερα από τα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού. Επιπλέον, οι ΗΠΑ υποχρέωσαν το Μεξικό, τη Γουατεμάλα και την Ονδούρα να υπογράψουν συμφωνίες «ασφαλούς τρίτης χώρας», βάσει των οποίων οι ΗΠΑ επαναπροωθούν σε αυτές τις τρεις χώρες τους ανεπιθύμητους μετανάστες που καταφέρνουν να φτάσουν στο έδαφός τους. Δηλαδή Μεξικό, Γουατεμάλα και Ονδούρα μετατράπηκαν από τις ΗΠΑ σε φράγματα και ταυτόχρονα αποθήκες ανθρώπων (στην περίπτωση που αυτό σας θυμίζει κάτι, είστε κακόπιστοι…).

Ομοιοπαθητική «θεραπεία» με υπεργολάβους τους νότιους γείτονες

Ο δεύτερος άξονας βασίζεται στην αστεία υπόθεση ότι, αν η πίσω αυλή των ΗΠΑ ακολουθήσει ένα νεοφιλελεύθερο μοντέλο, θα υπάρξει ανάπτυξη και ευημερία, κι άρα θα εκλείψει μία από τις βασικές αιτίες που ωθούν τους ανθρώπους να μεταναστεύσουν. Έτσι, δισεκατομμύρια δολάρια «επενδύθηκαν» και σε αυτό το σχέδιο, συνοδευόμενα από πιέσεις στις χώρες της πίσω αυλής να «ανοίξουν» τις οικονομίες τους. Φυσικά οι προσδοκίες διαψεύστηκαν, και οι μεταναστευτικές ροές δεν μειώθηκαν (αν και οι πολυεθνικές των ΗΠΑ και ένα τμήμα της λατινοαμερικάνικης ολιγαρχίας πλούτισαν λίγο ακόμη…). Χαρακτηριστικά, όταν το 2009 ο Ζελάγια, τότε πρόεδρος της Ονδούρας, αποφάσισε να μην ακολουθήσει πλέον αυτήν την πολιτική, ανατράπηκε σε χρόνο μηδέν από στρατιωτικό πραξικόπημα – το οποίο είχε ενορχηστρώσει η Χίλαρι Κλίντον, τότε υπουργός του Ομπάμα…

Αυτήν την πολιτική ανάσχεσης των μεταναστών μέσω της μετατροπής των νότιων γειτόνων των ΗΠΑ σε υπεργολάβους ακολουθεί και η κυβέρνηση Μπάιντεν. Πρώτο παράδειγμα: όταν, μετά την εκλογή του Μπάιντεν, ένα καραβάνι 7.500 Ονδουριανών επίδοξων μεταναστών έφτασε στα σύνορα της Γουατεμάλας ελπίζοντας ότι η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ θα ακολουθούσε πολιτική διαφορετική από αυτήν του Τραμπ, έτυχε «θερμής υποδοχής» από 2.000 Γουατεμαλτέκους συνοριακούς φρουρούς εκπαιδευμένους, πληρωμένους και εξοπλισμένους από την Ουάσιγκτον. Το «έργο» των οποίων εξήρε ο Χουάν Γκονζάλεζ, που μόλις είχε τοποθετηθεί από τον Μπάιντεν επικεφαλής του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας για το Δυτικό Ημισφαίριο…

Δεύτερο παράδειγμα: όταν το τσακισμένο από την πανδημία Μεξικό ζήτησε από τις ΗΠΑ εμβόλια για τον Covid-19, η κυβέρνηση Μπάιντεν δήλωσε ότι θα εξετάσει ευμενώς το αίτημα υπό έναν όρο: να καταργήσει το Μεξικό τη νομοθεσία του σχετικά με την υποχρέωση παροχής ανθρώπινων συνθηκών κράτησης των οικογενειών παράτυπων μεταναστών με μικρά παιδιά. Η κατάργηση της σχετικής νομοθεσίας θα επιτρέψει στις ΗΠΑ να «επαναπροωθούν» στο Μεξικό πολύ περισσότερους μετανάστες με παιδιά απ’ ό,τι σήμερα, αφού δεν θα απαιτείται πια να τους παρέχονται ανθρώπινες συνθήκες κράτησης! Τέτοιο μείγμα κυνισμού και υποκρισίας θα το ζήλευε κι ο μοχθηρός Τραμπ…


Υπάρχουν και χειρότερα;

Δυστυχώς ναι. H «αναζωογονημένη» εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης Μπάιντεν έχει στείλει την αντιπαράθεση με την Κίνα και τη Ρωσία δεκαετίες πίσω, σε ψυχροπολεμικά επίπεδα. Γράφει σχετικά ο Αμερικανός πανεπιστημιακός και πρώην διπλωμάτης του ΟΗΕ Ρίτσαρντ Φαλκ: «Με ανησυχεί η επιμονή του Μπάιντεν να αντιμετωπίζει το θέμα της παγκόσμιας ασφάλειας σαν να μην έληξε ποτέ ο Ψυχρός Πόλεμος. Με μια ελάχιστα συγκαλυμμένη ορολογία που στέλνει μιλιταριστικό μήνυμα, ο Μπάιντεν αποτυπώνει αυτή του τη στάση στο ντοκουμέντο “Οδηγία για τη Στρατηγική Εθνικής Ασφαλείας”, όπου τονίζει ότι “οι ΗΠΑ πρέπει να ανανεώσουν τα διαρκή πλεονεκτήματά τους, ώστε να μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τις σημερινές προκλήσεις από θέση ισχύος”».

Τη μετάφραση σε… απλά αμερικανικά ανέλαβε ο ναύαρχος Τσαρλς Ρίτσαρντ, επικεφαλής της Στρατηγικής Διοίκησης των ΗΠΑ, ο οποίος δήλωσε: «Οι σχέσεις με τους δύο βασικούς αντιπάλους μας, καθιστούν πιθανή μια περιφερειακή κρίση τους επόμενους μήνες». Και διευκρίνισε: «Δεδομένου του τι παίζεται στη Νότια Σινική Θάλασσα, και του πώς έχουν διαταχθεί εκεί οι αντίπαλες δυνάμεις, μια αντιπαράθεση θα μπορούσε γρήγορα να κλιμακωθεί σε σημείο τέτοιο ώστε να προκληθεί πυρηνικός πόλεμος»! Τι εννοεί ο καλός ναύαρχος; Ιδού: «Είναι επιτακτική ανάγκη να αλλάξουν οι ΗΠΑ το σχεδιασμό τους, και να περάσουν από την αντίληψη ότι είναι αδύνατη η χρήση πυρηνικών όπλων στην κατανόηση της άποψης ότι μια τέτοια χρήση είναι μια πολύ πραγματική δυνατότητα». Σχεδόν εξήντα χρόνια, δηλαδή από την Κουβανική Κρίση, είχε να εκφραστεί δημοσίως από εν ενεργεία πολιτικό ή στρατιωτικό ηγέτη των ΗΠΑ η άποψη ότι «πρέπει να προετοιμαστούμε για χρήση πυρηνικών όπλων»… Μεγάλη πρόοδος!

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!