Την Ιώ Τσοκώνα την έχουμε γνωρίσει μέσα από τις μεταφράσεις της, το βιβλίο της «Το Πέρα των Ελλήνων», από τα πιο ενδιαφέροντα βιβλία που μας ταξιδεύουν στη γενέτειρά της, την Κωνσταντινούπολη. Έχει γράψει και μυθιστορήματα για ενηλίκους, αλλά αυτή τη φορά μας εκπλήσσει ευχάριστα με ένα βιβλίο γνώσεων για παιδιά και νέους, όπου αναλαμβάνει να μας γνωρίσει τη ζωή και το έργο του Θαλή του Μιλήσιου.
Ήρωές της ο Ιάσων και ο Αίας. Ο Ιάσων –μεγαλύτερος– μαθαίνει στο σχολείο για τον Θαλή και η περιέργειά του ξυπνά για να μάθει περισσότερα. Μαζί με τον αδερφό του θα τρελάνουν στις ερωτήσεις τη μητέρα τους, θα ερευνήσουν στο διαδίκτυο και τέλος θα ταξιδέψουν στον χρόνο, όπου θα ζήσουν από κοντά τον Θαλή!
«Μια μέρα με τον Θαλή», λοιπόν, από τις εκδόσεις Ρώσση και η συγγραφέας αποδεικνύει πως τα καλά βιβλία για παιδιά και νέους, αφορούν κι εμάς τους ενηλίκους. Ακόμη δείχνει πως η γνώση μπορεί να γίνει διασκεδαστική, ενώ φανερώνει πόσο αξία θα είχε αν μπουν στην εκπαιδευτική διαδικασία βιβλία σύγχρονων Ελλήνων συγγραφέων κι όχι ο… Σέρλοκ Χολμς που αποφάσισε ο υπουργός Παιδείας.
Ο Βρετανός νομπελίστας μαθηματικός Ράσελ, ο επονομαζόμενος και «άθεος», είπε ότι η Δυτική Φιλοσοφία αρχίζει με τον Θαλή
Πώς αποφασίσατε να γράψετε αυτή τη φορά ένα βιβλίο που απευθύνεται σε παιδιά και νέους;
Πριν γράψω το οτιδήποτε, ακόμα και πριν αρχίσω να μεταφράζω, μου είχε μπει η ιδέα να γράψω ένα βιβλίο που να κάνει κατανοητή την αρχαία ελληνική φιλοσοφία στα παιδιά και όχι μόνο. Όλα ξεκίνησαν από μια ερώτηση που μου έκανε ο μεγαλύτερος γιος μου όταν ήταν έξι χρονών. Ήθελε να μάθει τι πίστευαν οι Αρχαίοι Έλληνες για τον κόσμο. Έψαξα να βρω κάποιο παιδικό βιβλίο και με έκπληξή μου είδα ότι δεν υπήρχε. Στράφηκα στη βιβλιογραφία των ενηλίκων συγκεντρώνοντας πληροφορίες, με σκοπό να τις κάνω προσιτές και ευχάριστες σε ένα παιδί του 21ου αιώνα. Μια μελέτη που μου πήρε πολλά χρόνια και είχε ως αποτέλεσμα την εργασία μου «Ταξιδεύοντας με τους Προσωκρατικούς» που δημοσιεύτηκε τμηματικά στο περιοδικό λόγου και τέχνης Κινστέρνα. Για χρόνια έγραφα και ξαναέγραφα τα κείμενα όσο το δυνατόν πιο απλοποιημένα, αλλά συνειδητοποίησα ότι για να τραβήξει την προσοχή των παιδιών κάτι τέτοιο, θα έπρεπε να υποστηρίζεται από δυνατό σχέδιο και το περιορισμένο ταλέντο μου δεν βοηθούσε καθόλου. Αργότερα ανέλαβα να μεταφράσω στα τουρκικά το έργο του Διογένη Λαέρτιου «Βίοι Φιλοσόφων», που με συντρόφεψε πάνω από οκτώ χρόνια. Έτσι ξανασυναντήθηκα με τους παλιούς γνώριμούς μου. Τους διάβασα ξανά, λέξη προς λέξη, και ένιωσα ξανά τον ενθουσιασμό που είχα νιώσει όταν τους μελετούσα. Αποφάσισα λοιπόν να μοιραστώ τον ενθουσιασμό μου αυτό με όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο, μιας και τα παιδιά μου στο μεταξύ είχαν γίνει ολόκληροι άνδρες. Για το τελικό αποτέλεσμα οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Ιάσονα Ανδριανό, ο οποίος κατάφερε να αποτυπώσει σε εικόνα αυτό ακριβώς που ήθελα, και στην αγαπημένη μου Ελένη Ρώσση που πίστεψε από την πρώτη στιγμή στο βιβλίο αυτό.
Γιατί ο Θαλής; Τι είναι αυτό που ξεχωρίζετε από την προσωπικότητά του;
Όταν αποφασίσει κανείς να ασχοληθεί με τους αρχαίους επιστήμονες, γιατί αυτό ήταν οι Προσωκρατικοί φιλόσοφοι στην πλειοψηφία τους, θα πέσει πάνω στον Θαλή. Όλα τα δάχτυλα δείχνουν αυτόν ως «πρώτο». Όπως επισήμανε και ο Νίτσε, ο Θαλής ήταν από τους πρώτους στοχαστές που απομάκρυνε τον άνθρωπο από τις μυθολογικές και θεολογικές εξηγήσεις που αφορούν στον κόσμο. Παρατηρώντας τη φύση, προσπάθησε με ορθολογισμό να δώσει απαντήσεις, και εκεί έγκειται η αξία του. Αυτός ήταν και ο λόγος που ο Βρετανός νομπελίστας μαθηματικός Ράσελ, ο επονομαζόμενος και «άθεος», είπε ότι η Δυτική Φιλοσοφία αρχίζει με τον Θαλή. Παράλληλα, η ευφυΐα και οι μαθηματικές γνώσεις του Θαλή έδιναν χρηστικές λύσεις, και αυτό βοήθησε στο να μην βλέπουν οι άνθρωποι τον «φιλόσοφο» σαν κάποιον απρόσιτο και απομονωμένο από τα κοινά «περίεργο», αλλά σαν κάποιον από τον οποίο μπορούσαν να μάθουν και να μεταδώσουν όσα έμαθαν. Αυτή είναι και η έννοια της «Σχολής». και ο Θαλής συν τις άλλοις υπήρξε ο ιδρυτής της Ιωνικής Σχολής, της πρώτης φιλοσοφικής σχολής του κόσμου.
Ποιες δυσκολίες αντιμετωπίσατε ώστε να μπορέσετε να κάνετε κατανοητή την επιστήμη και τη φιλοσοφία του;
Σε ό,τι κι αν γράφω, ένα πράγμα με βασανίζει. Να μην κουράσω τον αναγνώστη. Να μην βαρεθεί. Αυτό είναι που με δυσκολεύει. Το να βρω δηλαδή τον τρόπο να πω όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες, με όσο το δυνατόν λιγότερες λέξεις και ει δυνατόν με τον πιο ευχάριστο τρόπο. Και στο «Πέρα» και στην «Κιοσέμ», προσπάθησα να βρω τεχνάσματα στη δομή του βιβλίου ώστε ο αναγνώστης να μαθαίνει χωρίς να κουράζεται. Στον «Θαλή» τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα, από την άποψη ότι οι βασικοί αποδέκτες θα ήταν παιδιά, και μάλιστα γεννημένα σε έναν ψηφιοποιημένο κόσμο. Μια δασκαλίστικη αφήγηση φαντάζομαι πως θα τα κούραζε και θα έχαναν το ενδιαφέρον τους. Αν όμως μάθαιναν παράλληλα με τους ήρωες, μπορεί αυτό να τα κρατούσε σε εγρήγορση. Προσπάθησα να κατηγοριοποιήσω τις πληροφορίες και να σπάσω την αφήγηση σε τρεις άξονες, σχολείο-σπίτι-διαδίκτυο για ταξίδι στον χρόνο, ώστε να τους δίνεται η δυνατότητα να χωνέψουν αυτά που διαβάζουν. Επειδή οι υποσημειώσεις είναι απαγορευτικές σε ένα παιδικό βιβλίο, σκέφτηκα να τονιστούν με πλάγια γραφή οι βιβλιογραφικές πληροφορίες, ώστε να μεταφέρονται αυτούσιες χωρίς να διακόπτεται η ροή του κειμένου, και η ανάγνωση να είναι ευχάριστη και στους ενήλικες.
Να περιμένουμε και κάποιο έργο και για άλλον σοφό της αρχαιότητας;
Με τέτοιους προγόνους, πιστεύω πως θα κάνουν αρκετά ταξίδια στον χωροχρόνο ο Ιάσων και ο Αίας… Έχουν ήδη ξεκινήσει…
Πώς θα μπορούσε να προσεγγίσει το σημερινό σχολείο με πιο ουσιαστικό τρόπο την επιστήμη, τη λογοτεχνία, την ιστορία και τα άλλα γνωστικά αντικείμενα;
Είμαι παιδί εκπαιδευτικών και μεγάλωσα σε ένα σπίτι όπου ένα από τα βασικά θέματα συζήτησης ήταν το πώς θα μπορούσαν να διδάσκονται τα μαθήματα. Πρωτοποριακοί για την εποχή τους και οι δύο μου γονείς, προσπάθησαν, ανάλογα με την κλίση του ο καθένας, να κάνουν τα παιδιά να αγαπήσουν την μάθηση. Με ζωγραφική, χειροτεχνία, ανάγνωση εξωσχολικών βιβλίων, μουσική, παντομίμα κ.ά. δίδασκαν το εκάστοτε μάθημα, ξεφεύγοντας αρκετά από την παραδοσιακή διδασκαλία, γιατί πίστευαν ότι τα παιδιά μπορούν να προσεγγίσουν ακόμα και δύσκολες έννοιες, αρκεί να βρεθεί ο τρόπος που θα προκαλέσει το ενδιαφέρον τους. Οι καιροί βέβαια άλλαξαν, τα παιδιά είναι κουρασμένα από τις πάμπολλες δραστηριότητες και την υπερπληροφόρηση. Οι δάσκαλοι έχουν να δουλέψουν με πολλά, πολλές φορές προβληματικά βιβλία, και να τελειώσουν την ύλη που αρκετές φορές δεν προλαβαίνει να εμπεδωθεί. Προτιμότερο λοιπόν λιγότερα και να γίνονται κτήμα τους, παρά πολλά και να απελπίζονται. Πιστεύω πως αν ελαττωθεί η ύλη θα έχουν οι εκπαιδευτικοί τη δυνατότητα να δουλέψουν καλύτερα το εκάστοτε θέμα με γνώμονα τη γνώση και τη φαντασία τους.