Η Μικρή Άγνωστη Λύπη του Ηλία Γκότση, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Αρμός, είναι ένα βιβλίο που δεν κατατάσσεται εύκολα σε κάποια κατηγορία. Πολυφωνικό μετα-αφήγημα το χαρακτηρίζει ο ίδιος και στην πραγματικότητα είναι μια κατάδυση στα βάθη της ανθρώπινης ψυχής. Ο καθένας μας θα ανακαλύψει δικά του κομμάτια μέσα στα πρόσωπα –αντιήρωες– που διασχίζουν τις σελίδες του και ζουν μέσα στην Αθήνα της κρίσης.

Στην ουσία είναι το ψυχογράφημα μιας εποχής, αλλά και μιας γενιάς, μια εις βάθος ανάλυση της απώλειας, αλλά και των οικογενειακών σχέσεων που γίνονται τόσο ασφυκτικές καμιά φορά. Τα λόγια που δεν λέγονται, αλλά και εκείνα που εκστομίζονται και πληγώνουν. Οι σιωπές και η ερημιά των ανθρώπων. Διαβάζοντας θυμόμουνα έντονα τον τρόπο που χρησιμοποιεί ο Γκοντάρ για να αφηγηθεί τις ιστορίες του. Ακόμη και η πολιτική είναι παρούσα και όχι ως απλό φόντο.

Καθόλου τυχαία ο Ηλίας Γκότσης είναι ψυχοθεραπευτής και εργάζεται από το 1995 στον ΟΚΑΝΑ, όπου το 2002 ίδρυσε τη Μονάδα Απεξάρτησης Εφήβων και Νέων ΑΤΡΑΠΟΣ-ΟΚΑΝΑ, στην οποία υπήρξε Επιστημονικός Υπεύθυνος έως το 2015. Έκτοτε είναι υπεύθυνος για τις εκπαιδευτικές δράσεις του οργανισμού. Είναι προφανές ότι αυτή η πλούσια βιωματική εμπειρία βρίσκει την ευκαιρία να περάσει στις σελίδες του.

Ένα πραγματικά διαφορετικό και πολύ ενδιαφέρον αφήγημα…

 

Συνέντευξη στον Κώστα Στοφόρο

 

Τι ήταν αυτό που σε ώθησε στη μυθοπλασία;
Πιστεύω ότι η ρεαλιστική αφήγηση δεν μπορεί να περιγράψει την ένταση μιας εμπειρίας και έτσι αναζητώ εναλλακτικούς τρόπους ώστε να διευρυνθούν οι δυνατότητες να αναδυθούν οι ανείπωτες ή οι περιθωριοποιημένες ιστορίες, που είναι καταδικασμένες στη σιωπή.

Καθώς το βιβλίο διερευνά ορισμένους «δύσκολους» άξονες, όπως την απώλεια ή τα συναισθήματα τα οποία αποφεύγουμε να θέσουμε στο κέντρο ενός διαλόγου, ότι η μυθοπλασία δημιουργεί δυνατότητες να υπάρξουν ρωγμές που θα επιτρέψουν την σύνδεση με αυτά.

Ως θεραπευτής, έχω έρθει σε επαφή με το πένθος, όχι μόνο προσώπων αλλά και επιθυμιών, προσδοκιών και ονείρων ζωής και πολλές φορές αισθάνθηκα να «συναντάται» η δική μου εμπειρία με την εμπειρία των ανθρώπων που με τιμούσαν με την εμπιστοσύνη να με κάνουν μέρος της ιστορίας τους.

Έτσι ξεκίνησε ένας εσωτερικός διάλογος για αυτά τα ζητήματα, οποίος αναζητούσε διέξοδο και η μυθοπλασία μου φάνηκε σαν μια δυνατότητα να συνδέσω την ιστορία μου με την ιστορία των άλλων και να προσκαλέσω με ένα τρυφερό τρόπο, εμένα και εσάς σε μία συμφιλίωση με την απώλεια, την λύπη και το φόβο και σε μία κατανόηση και αποδοχή του εαυτού μας όταν είμαστε δυσκολεμένοι.

Ταυτόχρονα η μυθοπλασία ταιριάζει με κάποιο τρόπο στις συνομιλίες στην ψυχοθεραπεία καθώς συχνά μιλάμε για τον εαυτό μας, κατασκευάζοντας μια ιστορία ή προβάλλοντας τον σε κάποιον άλλον, δημιουργώντας ένα καθρέφτη που μας επιτρέπει να μιλήσουμε για ορισμένα ζητήματα τα οποία θα ήταν πολύ δύσκολο να διατυπωθούν στο πρώτο ενικό πρόσωπο.

Το βιβλίο είναι μια απόπειρα να απαντηθούν ορισμένα ερωτήματα, που αφορούν στην υπαρξιακή αγωνία για την απώλεια, στο αναπόφευκτο κενό στην αφήγηση, στην «απροθυμία» της ενηλικίωσης και στην συμφιλίωση με την ματαίωση, στην εξημέρωση των εφιαλτικών ονείρων μας

Ποια είναι η «μικρή άγνωστη λύπη»; Την κουβαλάμε όλοι κατά κάποιον τρόπο μέσα μας;
Το βιβλίο είναι μια απόπειρα να απαντηθούν ορισμένα ερωτήματα, που αφορούν στην υπαρξιακή αγωνία για την απώλεια, στο αναπόφευκτο κενό στην αφήγηση, στην «απροθυμία» της ενηλικίωσης και στην συμφιλίωση με την ματαίωση, στην εξημέρωση των εφιαλτικών ονείρων μας και η Μικρή Άγνωστη Λύπη συνδέεται με την ανάγκη να τα κατανοήσουμε βιωματικά, καθώς αυτά «διεκδικούν» μια θέση από την οποία κατανοούνται.

Έτσι η Μικρή Άγνωστη Λύπη, περιγράφει ένα συναίσθημα το οποίο συχνά αρνούμαστε να αναγνωρίσουμε ως την στιγμή που αυτό διεκδικήσει ένα χώρο ύπαρξης και η ιδέα να προσωποποιηθούν τα δύσκολα συναισθήματα έχει ένα στόχο που δεν είναι άλλος παρά να τονιστεί ότι όλοι μας κουβαλάμε στην «τσέπη» μας, άλλοτε με τρυφερότητα και άλλοτε με βία μια Μικρή Άγνωστη Λύπη, με τον κίνδυνο αν δεν την αναγνωρίσουμε και δεν συνδεθούμε μαζί της να δυναμώσει και να κυριαρχήσει στην ζωή μας.

Θα ήθελα σε αυτό το σημείο να μοιραστώ μαζί σας μία σκέψη ενός σημαντικού δασκάλου ο οποίος έλεγε ότι κάθε πρόβλημα είναι ένα ματαιωμένο όνειρο. Με αυτή την έννοια κάθε λύπη μας προσκαλεί να συνδεθούμε με μία έλλειψη η οποία την προκαλεί και αυτή η σύνδεση είναι που θα μας επιτρέψει να φροντίσουμε αυτό που λείπει.

 

Γιατί ονομάζεις το βιβλίο «πολυφωνικό μετα- αφήγημα»;
Η αφορμή να συνδεθώ με την Πολυφωνία ήταν οι ιδέες του Μ. Μπαχτίν. Αυτό που με ενθουσίασε ήταν ότι θεωρούσε την πολυφωνία σαν μια σύνθεση διαφορετικών φωνών που αναδύονται ισάξια σε ένα διαλογικό τοπίο, ενώ ταυτόχρονα συγκρούονται διαλεκτικά.

Καθώς λοιπόν το βιβλίο μου παίρνει αφορμές τόσο από τη σύνδεση με τις διαφορετικές εσωτερικές μου φωνές όσο και από τη σύνδεση με τις πολλές διαφορετικές φωνές των ανθρώπων, επιδίωξα να γράψω ένα κείμενο στο οποίο δεν κυριαρχεί ένας κεντρικός ήρωας ή μια ιδέα αλλά όλα τα πρόσωπα βρίσκουν ένα φιλόξενο τόπο να υπάρξουν.

Από την άλλη ο όρος μετά-αφήγημα δηλώνει μία επιθυμία να αποδομηθούν η αρμονία της αφήγησης και η έννοια του χρόνου. Έτσι υπό την επίδραση του υπερ-ρεαλισμού, μπερδεύονται οι χρόνοι. Άλλοτε οι ήρωες μιλούν στο παρελθόν ή στο παρόν και άλλοτε στο μέλλον ενώ οι αφηγήσεις είναι αντιφατικές, συγκρούονται μεταξύ τους και προσκαλούν τον αναγνώστη να αφεθεί και να βυθιστεί σε μία χαοτική αφήγηση.

 

Ένας ήρωάς σου λέει ότι «τα μεγάλα γεγονότα δεν είναι παρά μια απάτη». Εσύ συμφωνείς μ’ αυτό και γιατί;
Στο βιβλίο, όλες οι ιστορίες κρίνονται ως ισότιμες και διεκδικούν ένα χώρο υποδοχής. Αυτές νομίζω πως μπορούν να περιγραφούν ως μικρές αφηγήσεις που αναδεικνύουν την μοναδικότητα της στιγμής.

Οι μεγάλες αφηγήσεις ωστόσο και τα μεγάλα γεγονότα συνιστούν μια αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα , όμως δεν αφήνουν χώρο για τις μικρές ιστορίες των ανθρώπων και τα μικρά ή μεγάλα δράματα δεν έχουν χώρο αναγνώρισης ή συχνά θεωρούνται με ένα κυνικό τρόπο αδιάφορα ή ασήμαντα.

Ίσως λοιπόν η ιδέα ότι τα μεγάλα γεγονότα δεν είναι παρά μία απάτη να είναι υπερβολική, ούτε εγώ είμαι απόλυτα συμφιλιωμένος με αυτή, αλλά τουλάχιστον μας προσκαλεί να δώσουμε μία σημασία στις μικρές καθημερινές στιγμές εκεί που παίρνονται οι αποφάσεις για την ζωή μας και να πάρουμε μεγαλύτερη ευθύνη για τις επιλογές μας. Αυτή η δυνατότητα αποτελεί ένα αισθητικό ζήτημα καθώς τα μεγάλα γεγονότα προσκαλούν συχνά σε ένα universe, σε ένα μονοσήμαντο σύμπαν, σε μια μοναδική αλήθεια, ενώ οι μικρές αφηγήσεις φέρνουν στο προσκήνιο ένα multiverse, ένα πολυσύμπαν, το οποίο βεβαίως θέτει ένα καίριο ζήτημα και αυτό αφορά εάν ο διάλογος και η σύνδεση αυτών των μικρών καθημερινών αφηγήσεων αυτών των υποκειμενικών πραγματικοτήτων μπορούν να οδηγήσουν σε ένα καινούργιο συλλογικό φαντασιακό ή να διευκολύνουν την επικράτηση ενός ηθικού σχετικισμού.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!