Συνέντεξη στον Χρήστο Γιοβανόπουλο.
Η ντοκιμαντερίστρια Ιάρα Λι, επιβάτης του Μάβι Μαρμαρά, ήταν αυτή που κατάφερε να καταγράψει και να διασώσει από τον ισραηλινό στρατό ντοκουμέντα από τη δολοφονική επέμβαση του τελευταίου στον Στόλο της Ελευθερίας. Βρέθηκε την περασμένη εβδομάδα στην Ελλάδα προσκαλεσμένη της Δικτύωσης Αλληλεγγύης στην Παλαιστινιακή Αντίσταση, που διοργάνωσε μια σειρά προβολών της τελευταίας της ταινίας «Οι Κουλτούρες της Αντίστασης». Τη συναντήσαμε και είχαμε μία πλούσια συζήτηση μαζί της, απόσπασμα της οποίας δημοσιεύουμε.
Τι σας παρακίνησε να καταγράψετε τις κουλτούρες αντίστασης λαών από όλον σχεδόν τον κόσμο; Τι πήρατε από αυτό σας το ταξίδι;
Αρχικά παρακινήθηκα από την αγανάκτησή μου. Είχαμε εκατομμύρια ανθρώπους στους δρόμους να διαμαρτύρονται ενάντια στον πόλεμο στο Ιράκ και παρά το γεγονός ότι ήταν η μεγαλύτερη κινητοποίηση όλων των εποχών στον κόσμο, ακόμα και για το βιβλίο ρεκόρ Γκίνες, δεν σταμάτησε την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Αυτό ήταν πολύ ενοχλητικό για μένα. Κι αυτό ήταν η αιτία να πάω στη Μέση Ανατολή για να δω τι σκέφτονταν οι άνθρωποι εκεί πέρα, ποια είναι η δικιά τους οπτική κ.λπ. Έτσι λοιπόν άρχισα αυτό το ταξίδι των «κουλτούρων της αντίστασης» και τη συλλογή υλικού για την ταινία. Ήθελα να κάνω μια ταινία για την ειρήνη και το μόνο που βρήκα ήταν παντού βία. Σκέφτηκα, οι άνθρωποι είναι αγανακτισμένοι, θέλουν να αντισταθούν, θέλουν να αλλάξουν. Αλλά είναι πολύ δύσκολο γιατί τις περισσότερες φορές ο μεγαλύτερος εχθρός μας είναι οι κυβερνήσεις. Μιλάνε συνέχεια για τρομοκρατία. Όμως η μεγαλύτερη τρομοκρατία που έχουμε να αντιπαλέψουμε είναι η κρατική τρομοκρατία. Κι έτσι αποφάσισα να συγκεντρώσω πληροφορίες για τη δράση των ανθρώπων, για το πώς ο καθένας, με τις δικές του μικρές δυνάμεις, συνεισφέρει στην αλλαγή της ανθρώπινης νοοτροπίας κάνοντας πρωτόλεια βήματα. Αντιλήφθηκα πως το κοινό τους στοιχείο ήταν το πνεύμα της δημιουργικότητάς τους. Γιατί όταν δεν έχεις τα όπλα, πρέπει να είσαι πιο έξυπνος και πιο δημιουργικός. Επίσης άρχισα αυτό το πρότζεκτ γιατί ήθελα να αγκαλιάσω τους απλούς ανθρώπους, όχι τους σταρ, τις προσωπικότητες, όπως ο Μαντέλα, ο Μπόνο των U2 ή ο Ντέσμοντ Τούτου. Με ενδιέφερε να δείξω τί μπορεί να κάνει ο κάθε άνθρωπος. Ακόμα και σήμερα εξακολουθώ να σκέφτομαι για τα μικρά εκείνα πράγματα που όλοι μας μπορούμε να κάνουμε και να συμμετέχουμε, που νομίζω είναι το πιο σημαντικό. Αυτό έχω κερδίσει από αυτό το ταξίδι. Το ότι πρέπει να δημιουργήσουμε ένα διεθνές κίνημα αλληλεγγύης γιατί ένα χέρι δεν μπορεί να το κάνει, χρειαζόμαστε εκατομμύρια ενεργών ανθρώπων. Διαδηλώνουμε, διαμαρτυρόμαστε, αλλά δεν είναι αρκετό. Χρειάζεται να έχουμε μια στρατηγική. Τώρα δουλεύω με δικηγόρους, με ανθρώπους που εργάζονται για την απαγγελία κατηγοριών σε εγκληματίες πολέμου. Συμμετέχω σε κινήσεις πολιτικής ανυπακοής, όπως ο Στόλος της Ελευθερίας για τη Γάζα, που είναι μια πολύ σημαντική δράση πολιτικής ανυπακοής. Προσπαθώ να πω στους ανθρώπους πως ακόμα και τα ψώνια στο σούπερ μάρκετ, η επιλογή προϊόντων και εταιριών, είναι πολιτική τοποθέτηση. Κάθε χειρονομία της ζωής μας μπορεί να είναι και μια πολιτική ενέργεια. Κι αν το συνειδητοποιήσουμε αυτό και χαράξουμε μια στρατηγική, πιστεύω πως μπορούμε να αλλάξουμε.
Ξεκινάτε την ταινία σας λέγοντας πως η αντίσταση δεν είναι πολιτική αλλά κουλτούρα. Και μέσα όμως στην κουλτούρα υπάρχουν διαφορετικές πολιτικές ή πολιτιστικές στρατηγικές. Ποια είναι η δική σας;
Όταν ξεκίνησα, όταν ήμουν πιο νέα, πίστευα στην αντίληψη «τέχνη για την τέχνη». Μετά, μεγαλώνοντας, συνειδητοποίησα ότι η τέχνη αποτελεί ένα θαυμάσιο εργαλείο για τον κοινωνικό μετασχηματισμό. Πρόκειται για μια φυσική εξέλιξη. Όσο ωριμάζεις συνειδητοποιείς πως γίνεται να χρησιμοποιηθούν οι τέχνες και ο πολιτισμός με σκοπό την πολιτική αλλαγή. Και νομίζω πως αποτελεί μια πάρα πολύ καλή μέθοδο γιατί οι άνθρωποι αισθάνονται, δεν λειτουργούν μόνο εγκεφαλικά, θέλουν να συμμετέχουν (συναισθηματικά). Όταν γράφεις για το τί συμβαίνει δίνοντας στοιχεία μόνο με έναν κλινικό τρόπο οι άνθρωποι δεν νοιάζονται. Αλλά εάν ακούσεις ένα θαυμάσιο τραγούδι ή δεις μια καταπληκτική ταινία ή μια φωτογραφία που θα σε εντυπωσιάσει, αυτό ίσως να είναι ο καταλύτης, να σε κάνει να συνειδητοποιήσεις πως δεν θέλεις απλά να έχεις μια άνετη ζωή, αλλά ίσως και να ασχοληθείς με κάτι πέρα από την προσωπική σου άνεση. Αυτή είναι η οπτική μου γωνία. Μου αρέσει η ιδέα ότι οι άνθρωποι μπορούν να εμπνευστούν από συγκεκριμένα πράγματα, όπως μια φωτογραφία, μία καλλιγραφία ή ένα ποίημα. Και είναι πολύ ενδιαφέρον, για παράδειγμα, το ότι συνάντησα έναν Έλληνα φίλο με τον οποίο συνεργάστηκα πριν δώδεκα χρόνια, όταν έκανα μια ταινία για την ηλεκτρονική μουσική (αναφέρεται στην πρώτη της ταινία Modulations), και είναι κι αυτός στην ίδια φάση, του να εμπλέκει την τέχνη και τη μουσική με το πολιτικό στοιχείο. Αναρωτιέμαι πόσοι άνθρωποι της γενιάς μας, που ξεκίνησαν από τα κυκλώματα της τέχνης και της κουλτούρας, τα χρησιμοποιούν πλέον για την πολιτική αλλαγή. Πήγα σε ένα φεστιβάλ στην Αυστρία που λέγεται «Elevate» (Ανυψώνω) και το σύνθημά του ήταν «Μουσική, Τέχνες και Πολιτικός Λόγος» και σκέφτηκα, «ωραία! υπάρχει ένα κίνημα ανθρώπων που προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν την τέχνη και τον πολιτισμό για την πολιτική αλλαγή». Προσπαθώ λοιπόν να συνδεθώ με αυτό το δίκτυο και να αγγίξω τον κόσμο. Γιατί οι άνθρωποι θέλουν να χορεύουν, να βλέπουν όμορφες εικόνες, να διαβάζουν ποίηση κι όλα τα σχετικά. Γιατί, όπως λέγεται, «η ποίηση δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο αλλά ίσως μπορεί να εμπνεύσει τους ανθρώπους».
Σαν κινηματογραφίστρια, η γυναικεία ματιά σάς επηρεάζει, περνάει μέσα στις ταινίες σας;
Νομίζω ναι. Στην ταινία υπάρχει ένα ολόκληρο κεφάλαιο που αφορά τις γυναίκες. Η ταινία μου δεν ασχολείται μόνο με ένα ζήτημα, αναφέρεται στο ζήτημα της βίας, της δημιουργικής αντίστασης και έχει επίσης και ένα μικρό κεφάλαιο για τις γυναίκες. Και νομίζω πως είναι πολύ ενδιαφέρον. Πήγα σε μια σειρά αφρικανικές χώρες κι εκεί οι γυναίκες δείχνουν ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ειρήνη, γιατί είναι μητέρες και σύζυγοι που ξέρουν ότι το παιδί τους θα γίνει παιδί-στρατιώτης και ο σύζυγος θα σκοτωθεί στον πόλεμο. Έτσι επενδύουν ιδιαίτερα στην προώθηση της ειρήνης. Εμείς δίνουμε όλες τις ευκαιρίες στα αγόρια. Στην πλειοψηφία του ο πλανήτης είναι πατριαρχικός, διοικείται από άντρες που αποδεικνύουν, από την κατάσταση, πως δεν είναι και τόσο ικανοί. Ίσως και οι γυναίκες να είναι πολεμοκάπηλες, αλλά τουλάχιστον δώστε τους μια ευκαιρία για να δούμε τί θα κάνουν αν βρεθούν σε κυβερνητικές θέσεις. Όταν ήμουν στο Αφγανιστάν εμφανίστηκε η πρώτη γυναίκα κυβερνήτης σε ένα κρατίδιο και η Ρουάντα, για παράδειγμα, έχει τον μεγαλύτερο αριθμό γυναικών στο κοινοβούλιο, ακόμα περισσότερες κι απ’ ό,τι στα κοινοβούλια των Σκανδιναβικών χωρών. Έχουμε επίσης την πρώτη γυναίκα πρόεδρο στη Λιβερία, στην αφρικανική ήπειρο, και στην πατρίδα μου (τη Βραζιλία) εκλέχτηκε τώρα η πρώτη γυναίκα πρόεδρος. Τα πράγματα αλλάζουν και τώρα λέμε ας δούμε τι θα έκαναν οι γυναίκες εάν ήταν στην εξουσία, σε θέσεις λήψης αποφάσεων. Δεν ξέρω αν θα ήταν καλύτερα. Ελπίζω πως θα είναι λιγότερο αιμοδιψείς, αλλά θα δούμε. Μετά τις επισκέψεις μου στο Αφγανιστάν και το Κονγκό όπου είδα όλη τη σεξουαλική βία που υφίστανται οι γυναίκες, που χρησιμοποιούνται ως πολεμικό όπλο, αποκλείονται από την εκπαίδευση, έψαξα στο ίντερνετ και βρήκα τη λέξη που μπορεί να περιγράψει αυτό που ένοιωθα: misandrist (μισανδρισμός). Έμαθα από τους φίλους μου εδώ πως η ετυμολογία της είναι ελληνική, όπως ο μισογυνισμός. Οι άντρες έχουν δημιουργήσει πολλά προβλήματα. Θα δούμε αν οι γυναίκες μπορούν να τα καταφέρουν λίγο καλύτερα. Ας τους δώσουμε τουλάχιστον μια ευκαιρία.
Ποια ήταν η υποδοχή της ταινίας σας στην Ελλάδα; Ποιες είναι οι εντυπώσεις σας από την επίσκεψή σας εδώ;
Ήταν καταπληκτικές και πραγματικά έντονες οι εντυπώσεις μου. Η τελευταία φορά που πέρασα από την Αθήνα ήταν τη δεκαετία του ’80. Και το να βρίσκομαι πάλι εδώ και να συναντιέμαι με τη νεανική κουλτούρα και με όλα αυτά τα ζητήματα που είχατε εδώ, που εκδηλώθηκαν με έναν πολύ σκληρό τρόπο που πράγματι πίεζε, έσπρωχνε τους ανθρώπους…
Πάλι πρόκειται για μία από αυτές τις αντιφάσεις, ότι καμιά φορά οι αντιξοότητες επιδρούν θετικά, ταρακουνάνε τους ανθρώπους. Νιώθω πως η νεολαία εδώ είναι σαν να λέει «δεν πρόκειται να κάτσουμε κάτω και να τα αποδεχτούμε όλα αυτά». Ο κόσμος αντιδρά, κι αυτό είναι μία πολύ θετική κίνηση, που ελπίζω να αντέξει και να εμπνεύσει κι άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Είναι εντυπωσιακό να βλέπεις πάρκινγκ να γίνονται δημόσιοι χώροι ή εγκαταλειμμένα κτίρια να γίνονται κοινωνικοί χώροι και να χρησιμοποιούνται για συζητήσεις, εκμάθηση γλωσσών, προβολές κ.λπ. Η νεολαία είναι η ελπίδα, έτσι δεν είναι; Αν δεν επενδύσεις στη νεολαία δεν θα αλλάξεις τον κόσμο.