Όταν διαβάζεις τις αναλύσεις και τις εκθέσεις των think tanks και τα μακροσκελή άρθρα που δημοσιεύονται στο «Foreign Affairs», το «Foreign Policy» και άλλα έντυπα γεωπολιτικής, από τους πιο επώνυμους μελετητές της εσωτερικής και διεθνούς κατάστασης, που είναι πανεπιστημιακοί, κρατικοί παράγοντες, σύμβουλοι εθνικής ασφάλειας, υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι του στρατού και των μυστικών υπηρεσιών και στελέχη των «δεξαμενών σκέψης» RAND Corporation, Brookings Institution, American Enterprise Institute, Cato Institute, American Foreign Policy Council κ.ά., δηλαδή άτομα που ανήκουν στους θύλακες που συγκροτούν το άτυπο «βαθύ κράτος» ή το πλαισιώνουν και το τροφοδοτούν με αναλύσεις και γνωμοδοτήσεις , το πρώτο που διαπιστώνεις είναι ότι η κύρια και βασική θεματολογία τους είναι καθαρά για πολέμους! Θέματα για την ειρηνική συνύπαρξη, για τον πυρηνικό αφοπλισμό, για την ευημερία των πολιτών, για την προστασία του περιβάλλοντος, δεν υφίστανται!
Μόνο σ’ αυτή τη διάσταση λειτουργεί ένα με πάρα πολλές διακλαδώσεις γκρίζο δίκτυο στο οποίο εκπροσωπούνται με ποικίλους τρόπους τα πολιτικά, στρατιωτικά και οικονομικά κέντρα εξουσίας, τα κόμματα, οι ένοπλες δυνάμεις, οι τράπεζες, τα πανεπιστήμια, τα ερευνητικά ιδρύματα και οι ΜΚΟ, οι βιομηχανίες όπλων, ενέργειας, πληροφορικής, επικοινωνιών και ενημέρωσης, μεταφορών, χημικών, μετάλλου και διατροφής, ένα σύμπλεγμα το οποίο διαμορφώνει σενάρια για στρατιωτικούς, εμπορικούς, επικοινωνιακούς, ψυχολογικούς κ.λπ. πολέμους που εξελίσσονται, επίκεινται ή είναι υπό μελέτη και σχεδιασμό.
Σχεδόν όλα τα άλλα κράτη εκλαμβάνονται κατ’ αρχήν ως εχθρικά από την υπερδύναμη, μερικά από τα οποία μπορεί να είναι και φιλικά και συμμαχικά, αλλά αύριο μπορεί να είναι αλλιώς. Αν, για παράδειγμα, ο Τραμπ εφαρμόσει τις ρητά εκφρασμένες απόψεις του για το ΝΑΤΟ και τους Ευρωπαίους, τους οποίους επανειλημμένα έχει αποδοκιμάσει, οι σύμμαχοι μπορεί να υποβιβαστούν στην ιεράρχηση φίλων και εχθρών.
Πάντως, με νέα ένταση από το 1990, το αμερικάνικο κατεστημένο, το «βαθύ» και το «ρηχό», έχει επικεντρωθεί στην πολεμική φιλολογία. Σαν να μην υπάρχει τίποτα άλλο σημαντικό στον κόσμο, σαν να μην υπάρχει άλλος δρόμος, με τις διάφορες εκδοχές του πολέμου να απασχολούν σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα τη σκέψη, την έγνοια και τους σχεδιασμούς των ατόμων και των ομάδων που συνδέονται με την επεξεργασία και χάραξη της αμερικάνικης πολιτικής αναφορικά με τη θέση των ΗΠΑ στον κόσμο.
Κι αυτή η αποκλειστική επικέντρωση στον πόλεμο δεν είναι μόνο θεωρητική, όπως έχουμε διαπιστώσει με την εκτόξευση των εξοπλισμών και τους αλλεπάλληλους πολέμους σε Ιράκ, Αφγανιστάν, Γιουγκοσλαβία, Λιβύη, Συρία, Υεμένη, Σομαλία, Ουκρανία, Παλαιστίνη κ.λπ. και την εντατικοποίηση των προετοιμασιών για περαιτέρω πολέμους στην Κεντρική Ασία, στον Ειρηνικό Ωκεανό, στη Λατινική Αμερική κι αλλού.
Την ώρα που υπάρχει εξαιρετικά μεγάλη κινητικότητα για ειρηνική συνύπαρξη και συνεργασία στον Παγκόσμιο Νότο ή την -κατά τα μεγέθη- Παγκόσμια Πλειοψηφία, οι ΗΠΑ κινούνται στην εντελώς αντίθετη κατεύθυνση. Επενδύουν την όποια φαιά ουσία διαθέτουν στο να στήσουν καινούργιες εστίες πολέμου στη Γεωργία, τη Μολδαβία, το Ιράν, την Ταϊβάν, τη Βενεζουέλα, τις Φιλιππίνες και σε άλλα «εύφλεκτα σημεία», ενώ εντατικοποιούν τις προσπάθειες ενεργοποίησης παλιών και νέων καθαρά στρατιωτικών συνασπισμών (AUKUS, QUAD, Five Eye), επεκτείνοντας ταυτόχρονα και μεγαλώνοντας τις βάσεις τους σε όλη τη γη και του ΝΑΤΟ σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο.
Απανθρωπιά
Το αξιοσημείωτο είναι ότι οι Αμερικάνοι παρέσυραν πολύ εύκολα τις ευρωπαϊκές ελίτ σ’ αυτό τον πολεμικό «πυρετό». Τόσο εύκολα που ξάφνιασαν ακόμα και κάποιους παραδοσιακούς ευρωπαϊστές που είχαν πιστέψει ότι η Ευρώπη είχε αποκτήσει από τον καιρό του Ντε Γκολ, του Όλαφ Πάλμε και του Βίλι Μπραντ μια σχετική πολιτική αυτονομία από τις ΗΠΑ. Οι αρχικές επιφυλάξεις και αντιρρήσεις που διαφοροποίησαν μερικούς Ευρωπαίους, π.χ. τους Γάλλους στον πρώτο πόλεμο εναντίον του Ιράκ, έχουν από καιρό εγκαταλειφθεί και τα ευρωπαϊκά κράτη μπλέχτηκαν πολύ ενεργά στις πολεμικές επιδρομές για να φτάσουν σήμερα να συναινούν στη γενοκτονία που διαπράττει -με όλα τα φώτα της δημοσιότητας να την αναδεικνύουν- το σιωνιστικό Ισραήλ. Και να διαλαλούν ότι θα συνεχίσουν τον πόλεμο εναντίον της Ρωσίας ακόμα κι αν ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ τηρήσει την προεκλογική του εξαγγελία και προσπαθήσει να φέρει σε κάποιο πέρας την καταστροφή στην Ουκρανία.
Εδώ και τρία σχεδόν χρόνια, οι ευρωπαϊκές ελίτ, με τη συγκατάθεση μεγάλου μέρους των κοινωνιών τους, δίνουν την εντύπωση ότι το σημαντικότερο, με μεγάλη απόσταση από το δεύτερο, ζήτημα για την Ευρώπη είναι η συνέχιση του πολέμου μέχρι την τελική νίκη σε βάρος της Ρωσίας. Ούτε η παταγώδης αποτυχία να γονατίσουν τη Ρωσία, όπως εκτιμούσαν οι αμερικάνικοι και ευρωπαϊκοί «εγκέφαλοι», ούτε το απρόβλεπτο γι’ αυτούς οικονομικό και γεωπολιτικό κόστος της επιλογής τους που –μεταξύ άλλων- έριξε τις οικονομίες τους στη στασιμότητα, ανέβασε το κόστος ζωής, απαξίωσε το πολιτικό τους προσωπικό και αποδυνάμωσε τη θέση τους στη διεθνή σκακιέρα, δεν τους ανάγκασαν –μέχρι στιγμής τουλάχιστον- να αναθεωρήσουν τις επιλογές τους. Και τα φιλικά σ’ αυτούς δίκτυα ενημέρωσης, Τύπος και τηλεόραση, συνεχίζουν να συνδράμουν στις εμμονές τους προβάλλοντας καθημερινά τις εμπλοκές τους στους πολέμους.
Η Φον ντερ Λάιεν, ο Ζοζέφ Μπορέλ, ο πρώην πρωθυπουργός της Ολλανδίας και νυν γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, αλλά και οι πρωθυπουργοί και υπουργοί Εξωτερικών της Γερμανίας, της Βρετανίας, της Γαλλίας, της Ολλανδίας, της Δανίας, της Φινλανδίας, της Σουηδίας, των Βαλτικών κρατιδίων κ.λπ., προβάλλονται συνεχώς με τις δηλώσεις και ανακοινώσεις τους για τον πόλεμο στην Ουκρανία, για τις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας και την προσκόλλησή τους στην αντιρωσική «νίκη». Ακόμα κι αν ασχολούνται στην καθημερινότητά τους με άλλα προβλήματα των χωρών τους ή του πλανήτη, οικονομικά, περιβαλλοντικά κ.λπ., μόνο οι αναφορές τους σε εξοπλισμούς, σε παροχές πυραύλων και τανκς στην Ουκρανία, σε καταγγελίες και αποκλεισμούς σε βάρος όσων αντιτίθενται στον πόλεμο κ.λπ. συνθέτουν το πολιτικό τους προφίλ. Ακόμα και η διαφαινόμενη –μετά τα εκλογικά αποτελέσματα σε μερικά ομόσπονδα κρατίδια- πανωλεθρία των σοσιαλδημοκρατών και των πρασίνων, των κατ’ εξοχήν φιλοπόλεμων πολιτικών φορέων του κυβερνητικού συνασπισμού στη Γερμανία, τόσο ο πρωθυπουργός κ. Σολτς και η υπουργός Εξωτερικών κ. Μπέρμποκ όσο και άλλοι αξιωματούχοι της κυβέρνησης, επιμένουν -σαν μην τους φτύνουν οι ψηφοφόροι, αλλά να βρέχει ο θεός- στις εμμονές τους με τον πόλεμο.
Και η πιο απεχθής και αηδιαστική επιλογή των Δυτικών είναι η αποστασιοποίησή τους από τη γενοκτονία στη Γάζα και από τις επιδρομές του Ισραήλ σε όλα τα γειτονικά κράτη παραβιάζοντας κάθε έννοια ανθρωπιστικού και διεθνούς δικαίου με τον πιο κραυγαλέο στη νεότερη ιστορία τρόπο. 14 μήνες πεντακάθαρης, χωρίς μακιγιάζ και χωρίς όρια, σε πλήρη θέαση, σφαγής ανδρών, γυναικών, παιδιών και νηπίων, ακόμα και των οικόσιτων ζώων, δεν συγκινούν ούτε στο ελάχιστο τις ευρωπαϊκές ελίτ και μεγάλα τμήματα των κοινωνιών τους, που εμφανίζουν μία απάνθρωπη εξοικείωση με ό,τι πιο βάρβαρο, απολίτιστο και ειδεχθές έχει καταγραφεί στην παγκόσμια ιστορία. Και ούτε μία ελάχιστη αντίδραση στην εισβολή του Ισραήλ στο Λίβανο και τον καθολικό βομβαρδισμό της Συρίας!
Κατά παντός
Εν ολίγοις, επειδή τα γεγονότα και τα παραδείγματα είναι υπεράφθονα, οι ΗΠΑ και η Ευρώπη ζουν ψυχή τε και σώματι μέσα σε μια πολεμική δίνη την οποία οι ίδιοι έχουν δημιουργήσει και καλλιεργήσει. Και η οποία αντί να εξασθενεί δείχνει να συντηρείται με κάθε μέσο και με συνεχή προέκταση, στρεφόμενη επί της ουσίας κατά παντός∙ κάθε λαός και κάθε χώρα που δεν ευθυγραμμίζεται αποτελεί εν δυνάμει εχθρό που δέχεται ή μπορεί ανά πάσα στιγμή να δεχτεί την επίθεση της Δύσης, όποιες και όσο τρομακτικές κι αν είναι οι συνέπειες. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα δυτικά κράτη, πέρα από την ανάμειξή τους σε κάθε βίαιη και ανατρεπτική ενέργεια εναντίον όποιου δεν υποκύπτει στα κελεύσματά τους, έχουν επιβάλλει οικονομικές και άλλες κυρώσεις σε περισσότερες από σαράντα χώρες σε όλες τις ηπείρους με διάφορα επινοημένα προσχήματα. Να μην ξεχνάμε ότι ακόμα και η Ελλάδα, με την πιο υπόδουλη ελίτ, ως μέλος δευτέρας κατηγορίας της Ε.Ε., υπέστη με τα μνημόνια και συνεχίζει να υφίσταται, το διασυρμό , τη φτωχοποίηση και τη λεηλασία που της επέβαλαν οι μητροπόλεις.
Απ’ όπου κι αν το δεις, από το επίπεδο της σκέψης και της διατύπωσης ως τα διάφορα επίπεδα της εφαρμογής, από τα κείμενα των περιοδικών και τις εκθέσεις των think tanks, τον Τύπο, τις τηλεοράσεις και τους λόγους των πολιτικών ως τα πεδία της πρακτικής, τα οικονομικά και τα στρατιωτικά, η Δύση –όσο εξωφρενικό κι αν ακούγεται σε όσους ακόμα προσβλέπουν στην Ευρώπη- έχει για άλλη μια φορά κηρύξει τον πόλεμο στη λογική και στην ανθρωπότητα, των δικών της πολιτών συμπεριλαμβανομένων κι ας μην το αντιλαμβάνονται μέχρι σήμερα οι περισσότεροι υποστηρικτές της.