της Γιάννας Γιαννουλοπούλου

 

Η ιστορία της Αριστεράς σε όλες τις εκδοχές της εκτός από το ότι αποτελεί ερευνητικό αντικείμενο, επιτελεί και έναν συγκεκριμένο ιδεολογικό ρόλο –συνήθως νομιμοποιητικό των σύγχρονων επιλογών της εξουσίας. Έτσι εξηγείται γιατί τον τελευταίο καιρό παρατηρείται μια αρκετά οργανωμένη απόπειρα ενασχόλησης με ιστορικές στιγμές και γεγονότα της Αριστεράς. Ιστοσελίδες, περιοδικά, τηλεοπτικές εκπομπές, ιδρύματα, φίλα προσκείμενοι στην κυβέρνηση πανεπιστημιακοί ερευνούν και κυρίως δημοσιοποιούν τις έρευνές τους για θέματα που ξεκινούν από το κολαστήριο της Μακρονήσου και φτάνουν μέχρι την ιστορία της ΕΔΑ ή της Β΄ Πανελλαδικής.

Αυτό από μόνο του δεν είναι καλό ή κακό, δεν είναι όμως αδιάφορο ούτε ουδέτερο. Και δεν είναι ουδέτερο διότι εκπορεύεται από όσους έχουν σήμερα οργανική σχέση ή έστω πρόσβαση στην εξουσία που ασκείται στο όνομα της Αριστεράς. Όλοι γνωρίζουμε ποια εξουσία, ποια πολιτική και πώς ασκείται.

Οι εμβληματικές στιγμές της Αριστεράς (π.χ. Μακρόνησος) ή μικρότερης βαρύτητας γεγονότα (π.χ. η ιστορία της Β’ Πανελλαδικής) διατρέχουν, έτσι, τον κίνδυνο να αποτελέσουν επιμέρους κεφάλαια ενός αφηγήματος που «ολοκληρώθηκε» με την γνωστή κυβέρνηση Τσίπρα. Η αφαίρεση των ιστορικών γεγονότων από το ιστορικό τους περικείμενο, η αποσιώπηση των άλλων ρευμάτων της Αριστεράς (π.χ. την απόφαση για το σπάσιμο της αστυνομικής απαγόρευσης τον Νοέμβρη του 1980 την πήρε μόνη της η Β’ Πανελλαδική;), η ενοποιητική παρουσίαση των γεγονότων (π.χ. η πολιτική της ΕΔΑ ήταν κοινώς αποδεκτή από όλα τα μέλη της;) είναι στοιχεία συγκρότησης ενός ενοποιητικού λόγου που ως τελικό του σταθμό είχε την ανάληψη της κυβέρνησης από την Αριστερά τον Γενάρη του 2015 (και επομένως όσα ακολούθησαν…). Σε αυτήν την γραμμική εξιστόρηση εμφανίζονται και ενδιαφέρουσες αποσιωπήσεις. Π.χ. αποσιωπάται το πώς η μεταπολιτευτική επίσημη Αριστερά όλων των αποχρώσεων και των βαθμών ριζοσπαστικότητας στήριξε τόσο το νικηφόρο ΠΑΣΟΚ της πρώτης φάσης με το προσφυές σύνθημα των «δημοκρατικών δυνάμεων», όσο και τον σημιτικό εκσυγχρονισμό της ισχυρής Ελλάδας (με τις γκρίζες ζώνες) που ακολούθησε. Η στήριξη αυτή δεν πραγματοποιήθηκε χωρίς όφελος για στελέχη και θεσμούς αμφοτέρων των πλευρών.

Υπό αυτήν την έννοια ο ενοποιητικός λόγος με τις συνέχειες, τις τομές και τις αποσιωπήσεις του γίνεται αφενός νομιμοποιητικός της τωρινής εξουσίας και των επιλογών της και αφετέρου χρήσιμος για το σενάριο της πάλης της «προόδου» με την «συντήρηση» που στήνει η κυβέρνηση για τα επόμενα βήματά της.

Όσοι και όσες από εμάς υπήρξαμε οι «αποσυνάγωγοι» της επίσημης Αριστεράς, αλλά περισσότερο οι νέοι άνθρωποι χρειάζεται να γνωρίζουμε με λεπτομέρεια την ιστορία του λαού, των αγώνων του και της Αριστεράς και να μην περιοριζόμαστε στις εύπεπτες εκδοχές του κυρίαρχου λόγου. Κυρίως, χρειάζεται να έχουμε επίγνωση της ιδεολογικής χρήσης της ιστορίας. Και αυτό για δύο εξίσου σημαντικούς λόγους: τόσο για να αναγνωρίζουμε με ποιες συμβολικές ταυτότητες θα δώσουμε τους αγώνες του σήμερα, όσο και για να προστατεύουμε τα παλιά σύμβολα από την εργαλειακή χρήση και την κατάχρησή τους.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!