Eπιμέλεια: Γιάννης Σχίζας

Μία μόνο εβδομάδα πριν από τη Διάσκεψη για την Κλιματική Αλλαγή COP26 στη Γλασκώβη και εγείρονται ερωτήματα ως προς την επιτυχία και την αποτελεσματικότητά της στο μείζον θέμα της υπερθέρμανσης του πλανήτη.

Ο πρόεδρός της Άλοκ Σάρμα παραδέχτηκε ότι η επίτευξη συμφωνίας μεταξύ 200 χωρών θα είναι αρκετά δυσκολότερη από εκείνη που είχε επιτευχθεί το 2015 στο Παρίσι, καθώς τώρα είναι η ώρα για συγκεκριμένες δεσμεύσεις και λύσεις. Συγκεκριμένα δήλωσε ότι «αυτό που θέλουμε να πετύχουμε είναι αρκετά δύσκολο. Μοιάζει με ένα διαγώνισμα που έχεις αφήσει τις δύσκολες ερωτήσεις για το τέλος και ο χρόνος τελειώνει».

Η αλήθεια είναι πως η Διάσκεψη που θα λάβει μέρος στη μεγαλύτερη πόλη της Σκωτίας από τις 31 Οκτωβρίου μέχρι της 12 Νοεμβρίου δεν έχει ξεκινήσει με τους καλύτερους οιωνούς.

O Αυστραλός πρωθυπουργός Σκοτ Μόρισον δέχτηκε να συμμετάσχει μετά από παγκόσμια πίεση, ο Ρώσος πρόεδρος Βλάντιμιρ Πούτιν επιβεβαίωσε πριν λίγες μέρες ότι δεν θα παρουσιαστεί στο συνέδριο, ενώ και ο Κινέζος πρόεδρος Σι Ζινπίνγκ, όπως όλα δείχνουν, δεν θα παρευρεθεί, γεγονός που υπονομεύει την ίδια τη Διάσκεψη, καθώς η Κίνα είναι η χώρα με τις περισσότερες εκπομπές ρύπων στον κόσμο.

Στην 26η Διάσκεψη για το Κλίμα υπάρχουν τέσσερις βασικοί πυλώνες. Η εξασφάλιση του στόχου για μηδενικές εκπομπές ρύπων μέχρι το 2050 και η διατήρηση της αύξησης της θερμοκρασίας στους 1,5 βαθμούς Κελσίου. Η υιοθέτηση πρακτικών που θα προστατεύουν τις κοινότητες και τα φυσικά οικοσυστήματα. Η δέσμευση κεφαλαίων από τις πλουσιότερες χώρες αλλά και η συνεργασία της παγκόσμιας κοινότητας.

Όμως αυτοί οι πυλώνες ήδη εν μέρη έχουν αποδομηθεί. Οι προαναφερθείσες απουσίες αποδεικνύουν ότι η παγκόσμια συνεργασία δύσκολα θα επιτευχθεί, ενώ και ο πυλώνας της χρηματοδότησης θα είναι βασικό αγκάθι στις συζητήσεις, καθώς οι λεγόμενες ανεπτυγμένες χώρες έχουν δεσμεύσει 100 δισ. δολάρια για βοήθεια προς τις οικονομικά ασθενέστερες, τα όποια όμως σύμφωνα με την έκθεση των Ηνωμένων Εθνών δεν είναι αρκετά.

Τέλος οι στόχοι και τα μέτρα για τα οποία δεσμεύονται να πραγματοποιήσουν οι χώρες μέχρι το 2030 χαρακτηρίζονται ως μη ρεαλιστικά. Ακόμη και η οικοδέσποινα χώρα του Ηνωμένου Βασιλείου, που παρουσίασε τη στρατηγική της λίγες μέρες πριν, η οποία περιλαμβάνει επενδυτικά προγράμματα ύψους 90 δισ. λιρών, δέχτηκε έντονη κριτική από περιβαλλοντολόγους.

Πηγή: DW – Ζωή Κατζαγιαννάκη, Λονδίνο


Επιστροφή στη Σελήνη

Η Nasa ανακοίνωσε ότι στοχεύει να επιστρέψει στη Σελήνη τον Φεβρουάριο, με την αποστολή Artemis 1, την πρώτη μετά από δεκαετίες.

Η πρώτη πτήση πάντως δεν θα είναι επανδρωμένη: ο νέος πύραυλος SLS θα οδηγήσει την κάψουλα Orion μέχρι τη Σελήνη και στη συνέχεια το διαστημόπλοιο θα επιστρέψει στη Γη.

«Το παράθυρο εκτόξευσης τον Φεβρουάριο ανοίγει στις 12 και η τελευταία μας ευκαιρία θα είναι στις 27» του μηνός αυτού ανέφερε ο Μάικ Σάραφιν, ο επικεφαλής της αποστολής. Αν χρειαστεί, κυρίως αν ο πύραυλος δεν είναι έτοιμος εγκαίρως, υπάρχουν και άλλα τέτοια «παράθυρα» τον Μάρτιο (12-27) και τον Απρίλιο (8-23).

Ο πύραυλος, με την κάψουλα Orion στην κορυφή του, βρίσκεται ήδη συναρμολογημένος στο Διαστημικό Κέντρο Κένεντι, στο Ακρωτήριο Κανάβεραλ της Φλόριντας. Έχει ύψος περίπου 100 μέτρα.«Είναι ένα πολύ σημαντικό στάδιο. Δείχνει ότι βρισκόμαστε στην τελική ευθεία», σχολίασε ο Σάραφιν.

Στις αρχές Ιανουαρίου ο πύραυλος θα μεταφερθεί στην εξέδρα εκτόξευσης για τη γενική δοκιμή. Οι δεξαμενές του θα γεμίσουν με καύσιμα και θα ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση – αλλά μόνο εικονικά. Μετά τη δοκιμή θα οριστεί και η ακριβής ημερομηνία της εκτόξευσης. Εάν επιλεγεί το πρώτο μισό του Φεβρουαρίου, η αποστολή θα διαρκέσει περίπου έξι εβδομάδες. Αν επιλεγεί η δεύτερη, η διάρκεια της αποστολής θα είναι μόνο τέσσερις εβδομάδες.

Η δεύτερη αποστολή της Nasa στη Σελήνη, η Artemis 2, προβλέπεται να γίνει το 2023. Αυτή τη φορά θα είναι επανδρωμένη, όμως δεν θα υπάρξει προσσελήνωση. Μόνο με την τρίτη αποστολή, την Artemis 3, θα πατήσουν οι αστροναύτες στο σεληνιακό έδαφος.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ


Τα πλαστικά, πηγή πλούτου!

Εν μέσω πανδημίας, το 2020, στις ΗΠΑ, η βιομηχανία πλαστικών –το 99% των οποίων παράγεται μέχρι σήμερα από την επεξεργασία ορυκτών καυσίμων– υπολογίζεται ότι ήταν υπεύθυνη για τη συνολική εκπομπή τουλάχιστον 232 εκατομμυρίων τόνων ισοδύναμων διοξειδίου του άνθρακα (CO2e): συμπεριλαμβανομένων δηλαδή, εκτός του CO2, και άλλων αερίων του θερμοκηπίου.

Κι αυτή η σημαντική επιβάρυνση του περιβάλλοντος –υπογραμμίζουν οι συντάκτες της– έγινε σε μεγάλο βαθμό για την παραγωγή πλαστικών μιας χρήσης: από μάσκες προσώπου και σακούλες, έως μπουκάλια, ποτήρια καφέ και μεμβράνες φαγητού.

Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του διανύουμε, εκτιμούν, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τη βιομηχανία πλαστικών θα ξεπεράσουν στις ΗΠΑ ακόμη και αυτές των –υπό περιορισμό πια– ρυπογόνων μονάδων παραγωγής ενέργειας με χρήση ορυκτών καυσίμων. Εξ ου και χαρακτηρίζουν τα πλαστικά τον «νέο άνθρακα».

Σήμερα, σύμφωνα με την έκθεση, το 90% των καταγεγραμμένων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από την αμερικανική βιομηχανία πλαστικών εστιάζεται σε μόλις 18 κοινότητες, όπου οι κάτοικοι κερδίζουν 28% λιγότερα από το μέσο εισόδημα στις ΗΠΑ και είναι 67% πιο πιθανό να είναι κοινότητες μειονοτήτων.

Εξίσου, δε, επιβαρυντικές για την υγεία τους και μάλιστα πιο άμεσα θεωρούνται οι εκπομπές τεράστιων ποσοτήτων σωματιδίων και τοξικών χημικών ουσιών στην ατμόσφαιρα, κατά τα διάφορα στάδια παραγωγής των πλαστικών. Σταθερά τους τελευταίους μήνες, εν τω μεταξύ, οι εγκαταστάσεις παραγωγής τους αυξάνονται επί αμερικανικού εδάφους. Από το 2019, οι νέες μονάδες πλαστικών άγγιξαν σε αριθμό τις 42. Εξ αυτών, 12 είναι σήμερα υπό κατασκευή. Άλλες 15 βρίσκονται στο στάδιο της αδειοδότησης.

Αν όλες αυτές γίνουν πλήρως λειτουργικές, υπολογίζεται ότι, έως το 2025, θα απελευθερώνουν επιπλέον 55 εκατομμύρια τόνους αερίων του θερμοκηπίου ετησίως.

«Η βιομηχανία ορυκτών καυσίμων χάνει χρήματα από τις παραδοσιακές της αγορές στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και στις μεταφορές», εξηγεί η Τζούντιθ Ενκ, επικεφαλής της Beyond Plastics και πρώην στέλεχος της αμερικανικής Υπηρεσίας Προστασίας Περιβάλλοντος (EPA) επί προεδρίας Μπαράκ Ομπάμα. Κι έτσι τώρα «κατασκευάζουν νέες εγκαταστάσεις πλαστικών με συγκλονιστικούς ρυθμούς, ώστε να αδειάζουν στα πλαστικά τα πετροχημικά τους».

Από τα μεμονωμένα στάδια παραγωγής, χρήσης και απόρριψης πλαστικών, η Beyond Plastic ξεχωρίζει δέκα ως τα πλέον ρυπογόνα, τονίζοντας ότι είναι αυτά στα οποία θα πρέπει να επικεντρωθεί η βιομηχανία πλαστικών για να μειώσει τους όγκους εκπομπών της.

Μεταξύ αυτών, εστιάζει κυρίως στη διαδεδομένη πια μέθοδο της υδραυλικής ρωγμάτωσης (fracking), ένα από τα υποπροϊόντα της οποίας, το αιθυλένιο, είναι πρώτη ύλη για ορισμένα πλαστικά προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων αυτών μιας χρήσης. Σε όλη τη διάρκεια αυτής της διαδικασία, επισημαίνει –από το fracking έως τη μεταφορά και επεξεργασία των παραγόμενων αερίων– εκλύονται σημαντικές ποσότητες μεθανίου: από τα ισχυρότερα αέρια του θερμοκηπίου.

Έτερο στάδιο που το πρόγραμμα Beyond Plastic μνημονεύει ως παράγοντα ανησυχίας είναι η ανακύκλωση των πλαστικών. Αν και η αμερικανική βιομηχανία τη διαφημίζει εδώ και καιρό, αναφέρει η έκθεση, «στην πραγματικότητα, λιγότερο από το 9% των πλαστικών ανακυκλώνεται και οι νέες προτάσεις για “χημική ανακύκλωση” ή “ανακύκλωση προηγμένης τεχνολογίας” έχουν επί της ουσίας πολλά κοινά με την καύση: σημαντική πηγή εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και ατμοσφαιρικών ρύπων».

Οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων «βλέπουν τα πλαστικά ως Plan B», τόνισε χαρακτηριστικά η Τζούντιθ Ενκ σε συνέντευξη Τύπου, ζητώντας –όπως και πολλοί άλλοι– την άμεση λήψη μέτρων. «Για εμάς τους υπόλοιπους δεν υπάρχει σχέδιο Β», τόνισε. «Είμαστε σε κλιματική κρίση».

Μαργαρίτα Βεργολιά

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!