H Ζάκυνθος του Γιώργου Γώτη

Το νησί των μουσών και των αγώνων

 

Το πλοίο είχε κόψει ταχύτητα, μπαίνοντας στο λιμάνι. Άρχιζαν σιγά-σιγά να αποκτούν χαρακτηριστικά οι ανθρώπινες φιγούρες που κινούνταν κατά μήκος της παραλίας και έφτανε στα αφτιά καθαρά η βουή από την κίνηση στα μαγαζιά και στους δρόμους. Οι επιβάτες, υπακούοντες στην εκ των μεγαφώνων έκκληση του καπετάνιου, ετοιμάζονταν προς αποβίβασιν. Φτάναμε για άλλη μια φορά στη θαυμασία νήσο Ζάκυνθο, όπως την αποκαλεί ο γεννηθείς σε αυτήν Ανδρέας Κάλβος και την τραγούδησαν στα ποιήματα και στα τραγούδια τους οι κανταδόροι και οι ποιητές της.

Μερικές παράλληλες λωρίδες άσπρων σπιτιών, κυρίως κατά μήκος της παραλίας και η επιβλητική εκκλησία του πολιούχου Αγίου Διονυσίου με το οξυκόρυφο καμπαναριό της, που δεσπόζει ορατό από την απέναντι ακτή της Πελοποννήσου, ήταν η πρώτη μου εντύπωση όταν προ πολλών χρόνων, μικρό παιδί τότε, επισκέφθηκα με την οικογένειά μου το νησί, τις ημέρες της εορτής του Αγίου. Διατηρώ ακόμη την ανάμνηση εκείνης της εκδρομής και έκτοτε, με διάφορες αφορμές, τουλάχιστον μια φορά το χρόνο επισκέπτομαι τη Ζάκυνθο, και πάντα εκ νέου την ανακαλύπτω. Με συνδέουν πολλά με το νησί, συγγένειες, κουμπαριές και φιλίες. Πρώτον οι διηγήσεις συγγενών, και γειτόνων, Ζακυνθινών την καταγωγή, οι οποίοι δίχως να διαρρήξουν τους δεσμούς τους αναζήτησαν εργασία στην απέναντι ακτή της Πελοποννήσου, διαφύλαξαν τις ιδιαίτερες συνήθειες της γενέτειράς τους, τις οποίες παρατηρούσα καθημερινά ως κάτι διαφορετικό να εκτυλίσσεται εμπρός μου. Τους άκουγα με τη χαρακτηριστική μακρόσυρτη προφορά τους να παρατονίζουν τραγουδιστά τις ιδιωματικές, αλλά και όλες τις προφερόμενες λέξεις και μου είχε κάνει ιδιαίτερη εντύπωση ότι όλοι τους κατείχαν ένα μουσικό όργανο, κυρίως κιθάρα, μαντολίνο, ακορντεόν, αλλά και ένα δίκανο όπλο, για να υπηρετούν το άλλο τους πάθος, εκτός της μουσικής, που ήταν το κυνήγι. Έτρωγαν τα ζακυνθινά φαγητά τους, τραγουδούσαν και κυνηγούσαν τα πάντα, θεωρώντας ξεχωριστό κυνηγετικό τρόπαιο το λαγό.

Ως επακόλουθο αυτής της συνάφειας και της εικόνας που διαμόρφωσα για τον τόπο και τους κατοίκους του, προέκυψαν οι επισκέψεις μου, από ημερήσιες εκδρομές, μέχρι πολυήμερες διαμονές και έκαναν τη Ζάκυνθο το νησί που έχω επισκεφτεί τις περισσότερες φορές μέχρι τώρα.

Στη διαδρομή των αιώνων, από την αρχαιότητα, κάθε σημείο της έχει αποκτήσει τη δική του χρονική στιγμή στην Ιστορία, η μνήμη της οποίας διατηρείται αναλλοίωτη μέχρι σήμερα. Στη Ζάκυνθο, μας λέει μετά την εκεί επίσκεψή του ο Γρηγόριος Καμπούρογλου, «πάσα η γη βωμός». Οι πολλαπλές κατακτήσεις από Γενουάτες, Ενετούς, Ρωσότουρκους, Γάλλους, Άγγλους, κληρονόμησαν τρόπους και συνήθειες που ρίζωσαν, διαμόρφωσαν, αλλά και αφομοιώθηκαν από τους εντόπιους, δημιουργώντας το ίδιον και μοναδικό αξεπέραστο στυλ. Ζάκυνθος το νησί των Μουσών αλλά και των αγώνων. Όλα αυτά διαμόρφωσαν το περιβάλλον από όπου θα ανατείλουν ποιητές μέγιστοι, με προεξάρχοντα τον Διονύσιο Σολωμό, αλλά και τον Αντρέα Κάλβο, τον Ούγγο Φώσκολο, γέννημα και αυτός της Ζακύνθου, και πολλούς ακόμα μέχρι τις ημέρες μας που λαμπραίνουν τον κανόνα της νεοελληνικής λογοτεχνίας και σε προγενέστερα χρόνια συγκρότησαν την Επτανησιακή Σχολή.

Καντάδες στα καντούνια της πόλης, αλλά και ομιλήματα και Μεσαιωνικό Θέατρο, στα σαλόνια των κόντηδων και στα θέατρα της πόλης. Ζωγράφοι και αγιογράφοι Νεο- Βυζαντινής τεχνοτροπίας, σε επαφή πάντοτε με τη Δύση, που απεικόνισαν στους πίνακές τους πρόσωπα ευγενών, στιγμές της καθημερινής δραστηριότητας, εμβληματικά κτίρια, την εξοχή και τις παραλίες της, τα βλέπουμε σήμερα να εκτίθενται στα μουσεία της πόλης.

Ένα διασωθέν κομμάτι του παρελθόντος διατηρείται μέσω των εκκλησιών με τα χαρακτηριστικά καμπαναριά που αναδύονται με χάριν καθ’ ύψος υπεράνω των άλλων κτισμάτων, των μοναστηρίων με τη μελωδικότητα που έχουν οι καμπάνες τους όταν τις χτυπά το έμπειρο χέρι του κωδωνοκρούστη, με τις αγιογραφίες και τις εικόνες τους. Ονόματα όπως: «Η Κυρά των Αγγέλων», τη χρησιμοποιεί σε ποίημά του ο Οδυσσέας Ελύτης, ο ναός της «Οδηγήτρας», ο «Άγιος Μάρκος», η «Φανερωμένη», ο «Άγιος Γεώργιος των Φιλικών», η «Αγία Μαύρα» και πολλές άλλες εκκλησίες μαρτυρούν την ευσέβεια αλλά ταυτόχρονα και το βλάστημον των κατοίκων. Διότι πάντοτε και στις καλές και στις κακές του στιγμές με τον Άγιό του συνομιλεί ο Ζακυνθινός.

Κάποτε υπήρξε ισχυρή κοινωνική διαστρωμάτωση. Άρχοντες με τίτλους ευγενείας και κτήματα, αλλά και ποπολάροι υποτελείς δίχως κλήρο, που εξεγέρθηκαν αρκετές φορές ενάντια και έκαψαν το Libro D’ Oro, στην Πλατεία του Αγίου Μάρκου. Τα ιστορεί θαυμάσια ο Ζακυνθινός συγγραφέας, Διονύσιος Ρώμας στο βιβλίο του, Το ρεμπελιό των ποπολάρων. Αγώνες μέχρι την πολυπόθητη ενσωμάτωση με την απελευθερωμένη Ελλάδα, αλλά και μετέπειτα ενάντια στον κατακτητή. Έτσι, κατά τη γερμανική κατοχή οι εντόπιοι Ζακύνθιοι απέκρυψαν τους εβραϊκής καταγωγής συμπατριώτες τους, του υπάρχοντος «γκέτο», διασώζοντάς τους από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τη συνεπακόλουθη εξόντωσή τους.

Σταφίδες που μοσχοβολούν στα αλώνια τον μήνα Αύγουστο και αμπέλια που παράγουν την περίφημη Βερντέα, αλλά και ελιές που τη φυτουργία τους ώθησε η Ενετική Κυβέρνηση, επιδοτώντας την με δύο δουκάτα ανά ρίζα, πρακτική που ρίζωσε στη νοοτροπία των αγροτών και τη χρησιμοποιούν προς εκμαυλισμόν, ακόμα και σήμερα οι κυβερνώντες.

Ηφαιστειογενής νήσος η Ζάκυνθος επιρρεπής σε σεισμούς που την κατέστρεψαν ολοσχερώς στο παρελθόν και την πληγώνουν μέχρι σήμερα, αλλά ταυτόχρονα της χάρισαν μοναδική φυσική ομορφιά και πλούτο, πηγές, παραλίες, ρεματιές, τόπους που άκριτα υποταγμένοι στου τουρισμού την ανοχή καταστρέφονται, χάριν μιας παραλιακής οικιστικής ανάπτυξης ενοικιαζόμενων δωματίων και ξενοδοχείων, τα οποία αλλοιώνουν καθημερινά τη φυσιογνωμία του νησιού και των κατοίκων. Μια βόλτα στην ενδοχώρα αποκαλύπτει ακόμα τόπους μαγικούς αλώβητους από την εκμετάλλευση, όπου αποτιμάς το δικό σου κέρδος από τα δώρα και την ομορφιά της φύσης. Θα μπορούσε να πρυτανεύσει η λογική και το μέτρο και να υπακούσουμε στην ανάγκη μιας διαφορετικού τύπου ανάπτυξης, όπου η εκμετάλλευση να είναι

ποιοτικός σύμμαχος της φύσης, αναδεικνύοντας την ομορφιά και την ιδιαιτερότητα του τόπου. Να αναδειχθούν και όχι να υποταχθούν στα λογής συμφέροντα, κάτοικοι και τόποι. Υπάρχουν διαθέσιμοι τρόποι ακόμη και σήμερα που όλα μοιάζουν χαμένα.

Δεν είναι τυχαίο που κάποτε ονόμασαν τη Ζάκυνθο: Ζάντε, το Φιόρο του Λεβάντε, την τραγούδησαν ποιητές, έως και ο Έντγαρ Άλαν Πόε έχει γράψει ποίημα με τίτλο: Το Ζάντε. Την ιστόρησαν συγγραφείς και την απεικόνισαν ζωγράφοι. Η Ζάκυνθος δεν γνώρισε τον τουρκικό ζυγό, αναπτυσσόμενη διαφορετικά, όπως όλα τα Επτάνησα, από την υπόλοιπη Ελλάδα και υπήρξε η πύλη της Πελοποννήσου προς τη Δύση. Οι δεσμοί της με την Ιταλία κυρίως παραμένουν άρρηκτοι.

Μπορεί να παρέλειψα ιστορίες, περιστατικά και ονόματα που αφορούν τον τόπο και εμένα προσωπικά από το παρόν κείμενο, που ίσως να μην ενδιαφέρουν και κανέναν άλλον, όμως αυτές πάντοτε τις ίδιες ιστορίες και αναμνήσεις ξυπνά μία επίσκεψη σε αυτήν, όπως και η γλυκιά γεύση του ζακυνθινού μαντολάτου στο στόμα.

Σχόλια

Exit mobile version