Ο σχεδιασμός του καθεστώτος της Άγκυρας για την περιοχή προχωρεί βήμα με βήμα και παρά το γεγονός ότι είναι προβλεπτός αποκαλύπτει βαθμηδόν και καινούργια εργαλεία επιβολής. Η τουρκική πολιτική είναι επεκτατική, έχει όλα τα στοιχεία μιας ιμπεριαλιστικής δύναμης, η οποία επιβάλλει διά της ισχύος τα μεγαλεπήβολα σχέδιά της. Αυτή είναι επίσημη πολιτική του τουρκικού κράτους έκπαλαι και έχει επιβεβαιωθεί στην πράξη.
Η κατοχική Τουρκία αντιμετωπίζει ενιαία τον ελληνισμό και μόνο για λόγους τακτικής δίνει την εντύπωση πως ακολουθεί χωριστές πορείες. Είναι προφανές πως από τη στιγμή κατά την οποία ο μεγάλος στόχος είναι ο στρατηγικός έλεγχος Ελλάδος και Κύπρου, το σχέδιο καθορίζεται πάνω σε ενιαία βάση. Αυτό το αυτονόητο, το πρόδηλο, υπάρχουν δυνάμεις και πυλώνες εξουσίας στην Ελλάδα, που δεν το έχουν αντιληφθεί.
Παρακολουθώντας από κοντά όλες τις κινήσεις της κατοχικής δύναμης εντοπίζονται και δυο σημαντικά στοιχεία, που αφορούν τον ελληνισμό, Ελλάδα και Κύπρο: Είναι η στρατηγική της ισλαμοποίησης των κατεχομένων αλλά και η εξάπλωση του «οράματος» της Γαλάζιας Πατρίδας σε ολόκληρη την περιοχή.
Μια εν πολλοίς «νέα κίνηση» αφορά την ανακοίνωση του καθεστώτος Ερντογάν ότι θα εντάξει στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα, στη σχολική ύλη, τη θεωρία της «Γαλάζιας Πατρίδας». Το υπουργείο Παιδείας της χώρας έχει αποφασίσει όπως οι χάρτες και το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας» αλλά και της «Πατρίδας των Αιθέρων» θα διδάσκονται στο μάθημα της Γεωγραφίας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Πρόκειται για μια κίνηση που επεκτείνει την ιδεολογία αυτή από τα ψηλά δώματα της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας στην κοινωνία. Είναι μια προσέγγιση που διαμορφώνει εν πολλοίς συνειδήσεις σε ολόκληρη την κοινωνία. Τα παιδιά θα μαθαίνουν από νωρίς τον επεκτατισμό. Θα προετοιμάζουν τα παιδιά για μια κοινωνία στρατευμένη να στρέφεται κατά των γειτονικών κρατών, όπως είναι η Κύπρος και η Ελλάδα. Μια ιδεολογία που θα εδραιώνει στη συνείδηση και στη σκέψη το «όραμα» για τη «μεγάλη Τουρκία».
Είναι πλέον σαφές πως η Άγκυρα κινείται μακροπρόθεσμα και συστηματικά για επιβολή μιας πολιτικής που εκφράζεται στην πράξη από το κράτος. Θα υλοποιείται από την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της χώρας και θα στηρίζεται συνειδητά από την κοινωνία. Αυτός είναι ο στόχος, ο οποίος προωθείται μέσα από μια συστηματική και μεθοδευμένη «πλύση εγκεφάλου».
Είναι σαφές πως αυτές οι κινήσεις διαψεύδουν τις κοσμοπολίτικες προσεγγίσεις των ελίτ της Αθήνας και της Λευκωσίας ότι η Τουρκία μπλοφάρει και πως οι ρητορικές εξάρσεις των ηγετών της γίνονται για εσωτερικούς πολιτικούς λόγους. Είναι αφέλεια να πιστεύει κανείς ότι ο τουρκικός επεκτατισμός αποτελεί περιστασιακό πολιτικό δόγμα. Πρόκειται για μια διαχρονική στρατηγική.
Είναι προφανές πως η υλοποίηση του «οράματος» της Γαλάζιας Πατρίδας περνά από την υποταγή της Ελλάδας και της Κύπρου, τις οποίες η κατοχική Τουρκία θέλει να καταστήσει προτεκτοράτα της. Βήματα προς αυτή την κατεύθυνση κάνει η Άγκυρα συνεχώς διά των ενεργειών της, κυρίως στη θάλασσα αλλά και στον αέρα και σε ό,τι αφορά την Κύπρο και στο έδαφος.
Δεν είναι καθόλου καινούργιο να αναφερθεί πως η κατοχική Τουρκία επιδιώκει φινλανδοποίηση της Ελλάδος και της Κύπρου. Να αποκτήσει, δηλαδή, συγκεκαλυμμένο έλεγχο διά των εξαρτήσεων που θα δημιουργήσει. Στην Κύπρο, μέσα από μια λύση στη βάση των συζητήσεων που διεξάγονται, τύπου Ανάν και διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας. Στην Άγκυρα θεωρούν πως η φινλανδοποίηση θα επιτευχθεί προκαλώντας και αναπτύσσοντας τα φοβικά σύνδρομα της Αθήνας και της Λευκωσίας.
Η ισλαμοποίηση των κατεχομένων
Η ισλαμοποίηση των κατεχομένων και η πλήρης εναρμόνιση της κοινωνίας με την τουρκική είναι ένας σχεδιασμός, που δεν είναι τωρινός, αλλά συνεχίζεται με στόχο την πλήρη τουρκοποίηση της περιοχής. Σε αυτό το παιχνίδι εντάσσεται και η εκπαίδευση και η θρησκεία, όπως και τα έργα υποδομής- εξάρτησης.
Στα κατεχόμενα λειτουργούν 213 τζαμιά. Σε τόσο μικρό χώρο σε έκταση με τόσο λίγο πληθυσμό ο αριθμός είναι υπερβολικά μεγάλος. Αλλά σκοπίμως κτίζονται παντού τζαμιά. Είναι γνωστό ότι στα κατεχόμενα κτίζονται περισσότερα τζαμιά απ’ ό,τι σχολεία.
Η εκπαίδευση και η θρησκεία δεν λειτουργούν αποκομμένα από άλλες κινήσεις. Υποστηρίζονται κι από άλλες δράσεις. Από έργα υποδομής στα κατεχόμενα, τα οποία δημιουργούν εξαρτήσεις. Η πλήρης εξάρτηση των κατεχομένων από την Τουρκία δημιουργεί τις προϋποθέσεις για να γίνει αποδεκτός ο βασικός στρατηγικός στόχος, που είναι μια «στρατευμένη κοινωνία» στις επεκτατικές βλέψεις και επιδιώξεις της Άγκυρας.
Μέσα στο πλαίσιο αυτό, του ελέγχου, εντάσσονται και σχεδιασμοί όπως η μεταφορά νερού από την Τουρκία στα κατεχόμενα με υποθαλάσσιο αγωγό. Αλλά και η μεταφορά ηλεκτρικού ρεύματος. Το σχέδιο αυτό αν και έχει εξαγγελθεί πολλές φορές δεν έχει προχωρήσει μέχρι σήμερα. Η κατοχική Τουρκία φροντίζει παράλληλα και την αλλαγή των δομών του ψευδοκράτους και την εναρμόνισή του με το τουρκικό κράτος.
Γιατί γίνεται τούτο; Πέραν από τα προφανή, ο στόχος της Άγκυρας είναι να καταστήσει την τουρκοκυπριακή κοινότητα «μουσουλμανική». Ένα εγχείρημα που μπορεί να βρίσκει έδαφος, αλλά δεν προχωρά όπως επιδιώκουν οι σχεδιαστές καθότι οι Τουρκοκύπριοι δεν αποδέχονται τέτοιες λογικές. Υπάρχει, βέβαια, η άποψη πως αυτό γίνεται για τον πληθυσμό των εποίκων, που αυξάνονται συνεχώς και με βάση διάφορες εκτιμήσεις είναι περισσότεροι από τους Τουρκοκύπριους.
Η τουρκική επεκτατική πολιτική είναι προβλεπτή. Τούτο προφανώς και θα έπρεπε να διευκολύνει τους σχεδιασμούς ανάσχεσής της. Κυρίως γιατί αυτή η πολιτική της Άγκυρας εξαγγέλλεται και στη συνέχεια υλοποιείται. Μόνο φοβικοί και αφελείς δεν μπορούν να δουν κατάματα την τουρκική επεκτατική πολιτική, τους στόχους και επιδιώξεις της κατοχικής δύναμης.
Είναι προφανές πως η ακολουθούμενη τακτική, αυτή του κατευνασμού και των φοβικών συνδρόμων, είναι εκείνη που θέλει να έχει απέναντί της η Τουρκία. Είναι πολιτική που στρώνει κόκκινο χαλί στην Άγκυρα να υλοποιήσει τους σχεδιασμούς της. Η Τουρκία έχει επεκτατική πολιτική, έχει πνεύμα κατάκτησης ξένων εδαφών. Είναι μια ιμπεριαλιστική δύναμη που εάν δεν αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά θα πετύχει τις επιδιώξεις της. Αυτό το βιώνουμε στην Κύπρο.
Χρειάζονται αποτρεπτικές κινήσεις τώρα. Για να αποφευχθούν τα χειρότερα, αλλά και για να ανατραπούν οι επεκτατικές επιδιώξεις της κατοχικής Τουρκίας.
Η αποτροπή των τουρκικών επιδιώξεων δεν γίνεται αυτόματα, ούτε θα γίνει από την ίδια την Τουρκία αυτοβούλως. Χρειάζεται πλάνο και όραμα. Ξεκινώντας από τη θέση πως η Τουρκία δεν είναι αήττητη, θα πρέπει να διαμορφωθεί ένας σχεδιασμός αποτροπής και πρωτοβουλιών. Υπάρχουν και εργαλεία πολιτικής και δυνατότητες, μέσα από την αξιοποίηση των συγκυριών και των συνεργασιών.
Το μετέωρο βήμα των Ηνωμένων Εθνών στο Κυπριακό
Γεμάτη προσδοκίες έφθασε στην Κύπρο το βράδυ της περασμένης Τρίτης η απεσταλμένη του γενικού γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών στο Κυπριακό Μαρία Άνχελ Ολγκίν Κουεγιάρ. Προσγειώθηκε απότομα, ωστόσο, όταν κατά τη συνάντησή της με τον κατοχικό ηγέτη Ερσίν Τατάρ άκουσε τα γνωστά και επαναλαμβανόμενα. Το γιατί ανέμενε η αξιωματούχος του Διεθνούς Οργανισμού να ακούσει κάτι διαφορετικό από τον εγκάθετο της Άγκυρας αυτό δεν έγινε αντιληπτό.
Ο Τατάρ, ο οποίος μερικές ημέρες πριν τη συνάντηση με την κ. Ολγκίν, είχε περάσει από το «φροντιστήριο» του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Χακάν Φιντάν, ξεκαθάρισε πως για να συναντηθεί με τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη πρέπει να αναγνωριστεί πρώτα η κυριαρχική ισότητα και το ίσο διεθνές καθεστώς της αποσχιστικής οντότητας. Δηλαδή, να αναγνωριστεί πρώτα το ψευδοκράτος και μετά να προσέλθει σε διάλογο. Εάν ικανοποιηθεί η αξίωσή του προς τι οι συνομιλίες; Τι να συζητήσει όταν ο διαχρονικός στόχος της κατοχικής δύναμης, αυτός της αναγνώρισης, θα επιτευχθεί; Πάντως είναι ξεκάθαρο πως ενώ η Λευκωσία δεν πρόκειται να συζητήσει ποτέ θέμα αναγνώρισης, δεν είναι σαφές πώς θα κινηθεί εφεξής ο Διεθνής Οργανισμός. Η κ. Ολγκίν προφανώς και δεν θα κηρύξει αδιέξοδο από τώρα.