του Γιώργου Κυριακού
Η άρνηση της πανδημίας, πριν την εμφάνιση των πρώτων επίσημων ανακοινώσεων που εκδήλωναν ανησυχία και έκαναν συστάσεις μέχρι και τα πρώτα κρούσματα, ήταν ένα φαινόμενο που δεν είχε κατασκευάσει γραμμή διαχωρισμού. Λίγο ως πολύ, οι συνωμοσιολογίες γύρω από την ιατρική, την τεχνολογία, τη βιοπολιτική κινούνταν σε ένα ρυθμό που δεν επηρέαζε στα σοβαρά την εφαρμογή πολιτικών αλλά και την κοινωνία των πολιτών. Εξ άλλου κοινά ζητήματα έβρισκαν ανθρώπους κι από τις δυο όποιες πλευρές στους ίδιους χώρους. Όταν ξεκίνησαν τα αυστηρά μέτρα περιορισμού, με έμφαση στον σοβαρά μεταδοτικό χαρακτήρα του ιού, τον Μάρτιο, ξεκίνησε να οξύνεται αυτή η αντιπαράθεση δημιουργώντας μια «πράσινη» γραμμή.
Ο σκληρός πυρήνας του πολιτικού συστήματος, που εκφράστηκε με το δίδυμο Τσιόρδας-Χαρδαλιάς που αντικατέστησαν την κυβέρνηση, ως το νου και το χέρι της, τα κοινοβουλευτικά κόμματα, τα κόμματα και οι οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς και οι αναρχικές οργανώσεις, άλλες συσσωματώσεις που κινούνται στο χώρο του δημοκρατικού πατριωτισμού, αποδέχτηκαν το σύνολο των μέτρων και συντάχθηκαν με την ίδια τη βούληση του λαού να τοποθετήσει την υγεία και τη διάσωση των γερόντων και των αρρώστων πάνω από την οικονομία. Η επίσημη Εκκλησία της Ελλάδας με τη δισταχτική της θέση, λόγω εσωτερικών αντιθέσεων, επέτεινε συγχύσεις και δίπολα. Από την άλλη, συσπειρώθηκε με την ιδέα της άρνησης, ένα ρεύμα συνωμοσιολόγων που δεν χαρακτηρίζονται ακροδεξιοί (chamtrails, εμβόλια, κλπ), ένα προοδευτικό ρεύμα που ακολουθάει τις εναλλακτικές θεραπείες που σε καμιά περίπτωση δεν είναι δεξιό, το ρεύμα antifa του αντιεξουσιαστικού χώρου με αναφορές στη βιοπολιτική για την αλλαγή του «καπιταλιστικού παραδείγματος», ένα πολύ σοβαρό και χωρίς αντιπροσώπευση ρεύμα πιστών της ορθοδοξίας με κάποιους ιερείς και ιεράρχες επικεφαλής, κάποιοι ακροδεξιοί πυρήνες όπως και ένα ρεύμα στη νεολαία χωρίς χαρακτηριστικά αλλά με μια οικογένεια που βρίσκεται σε στάδια αποσύνθεσης. Την περίοδο αυτή ξεκίνησε να χαράσσεται μια «κόκκινη» γραμμή και να διατυπώνονται κατηγορίες προς τη μια ή την άλλη πλευρά. Οι κατηγορίες για «φασίστες» που αρνούνται και η κατηγορία για «δούλους του συστήματος» που αποδέχονται άρχισε να κυριαρχεί, ιδιαίτερα όταν συνεχίστηκε να τονίζεται από το τους επιστήμονες ότι η ζωή μας αλλάζει άρδην.
Η θερινή περίοδος με το άνοιγμα της οικονομίας και ιδιαίτερα του τουρισμού, που είναι ο βασικός της άξονας, χαλάρωσε την αντιπαράθεση αλλά όμως τότε ξεκίνησε η διασπορά μεγαλύτερη σύγχυσης εκ μέρους της κυβέρνησης. Ο υπουργός Τουρισμού έγινε ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης αντικαθιστώντας τους επιστήμονες. Έτσι, αντί να τονωθεί ο εγχώριος τουρισμός, η κυβέρνηση έθεσε από την αρχή το άνοιγμά του από το εξωτερικό με κορυφαία κίνηση την υποδοχή της TUI ενώ από την άλλη δημιούργησε με τις αποφάσεις της εμπόδια στον απλό τουρισμό στα χερσαία σύνορα (π.χ. φυλάκιο Προμαχώνα-οικογενειακή μετακίνηση με αυτοκίνητα) όπως και πρόσφατα στα σύνορα με την Αλβανία. Επόμενο ήταν πως οι συνθήκες συγχρωτισμού μέσω της χαλάρωσης των μέτρων θα δημιουργούσαν ένα προηγούμενο αύξησης κρουσμάτων, με την κυβέρνηση να το ανοίγει στην πράξη και να το κλείνει στα λόγια χωρίς μέριμνα σοβαρή στο πεδίο της διασκέδασης, των συγκοινωνιών και του τομέα της υγείας.
Στον Δεκαπενταύγουστο, συγκυρία για την οποία πάλι εμφανίστηκε –μόνο περιστασιακά– ο Τσιόρδας ως ο χρήσιμος Άγιος, οξύνθηκε η αντιπαράθεση. Η απόφαση μετά, για το άνοιγμα των σχολείων με όλο τον μαθητικό πληθυσμό στην τάξη και με τον νέο νόμο της Κεραμέως, που αντί να μειώσει τους μαθητές ανά τάξη τους αύξησε από 24 σε 26, έδωσε το σύνθημα. Το γεγονός ότι περίπου τα 2/5 του πληθυσμού της Ελλάδας –με πρόχειρους υπολογισμούς– εμπλέκονται με την εκπαίδευση όξυνε αυτήν την αντιπαράθεση η οποία υπερσκελίζοντας την λογική απαίτηση για αραίωση των σχολικών τμημάτων κατέληξε στον πόλεμο της μάσκας. Η άγονη αυτή αντιπαράθεση, με βέλη στις ιδεολογικές φαρέτρες για «φασίστες» και για «δούλους του συστήματος» που ανταποδίδονται, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και δυναμιτίζει τις γέφυρες για την πραγματική διεκδίκηση: ενίσχυση της υγείας, ενίσχυση της εκπαίδευσης, ανασχεδιασμός της οικονομίας.