του Μάνου Αναγνωστόπουλου*

«Στα πανεπιστήμια δεν μπαίνει η αστυνομία, αλλά η δημοκρατία», είπε με στόμφο ο Κ. Μητσοτάκης κατά την ψήφιση του νέου νόμου για την παιδεία, πριν μερικές μέρες. Οι εικόνες της προηγούμενης Δευτέρας 22/2, με τα ΜΑΤ να ξυλοκοπούν άγρια φοιτητές στην πρυτανεία του ΑΠΘ, έρχονται να δείξουν το πραγματικό νόημα των λέξεων. Σαν συμμορία δεκάδες αστυνομικοί επιτέθηκαν απρόκλητα και άρχισαν να χτυπούν και να ρίχνουν χημικά αδιακρίτως σε όποιον έβρισκαν μπροστά τους με αποτέλεσμα τη σύλληψη 31 φοιτητών και τον τραυματισμό πολλών άλλων.

Ούτε τα προσχήματα δεν κρατήθηκαν αυτή τη φορά καθώς ο πρύτανης κ. Παπαϊωάννου είχε ενημερώσει μια μέρα πριν την εισαγγελία για την κατάληψη που επρόκειτο να γίνει καθώς και για πιθανές φθορές στο κτίριο. Φθορές που δεν είδε ποτέ κανείς. Σπεύδοντας μάλιστα την επόμενη μέρα στις αρχές να καταθέσει ως μάρτυρας κατηγορίας εναντίων των ίδιων του των φοιτητών που τώρα σέρνονται στα δικαστήρια. Το οξύμωρο της υπόθεσης είναι ότι ενώ δεν έχασαν ευκαιρία να εισβάλουν στο πανεπιστήμιο με πρόφαση την προστασία του χώρου από τους καταληψίες που κρατάνε το πανεπιστήμιο σε «ομηρία», η διοίκηση του κ. Παπαϊωάννου δεν πήγε ποτέ να παραλάβει την «απελευθερωμένη» πρυτανεία.

Είναι φανερό λοιπόν ότι πρόκειται ξεκάθαρα για μια επίδειξη δύναμης από την κυβέρνηση, με την διοίκηση του ΑΠΘ να δρα σαν λαγός, της «νέας κανονικότητας» στα πανεπιστήμια. Ενώ μιλούν για δημοκρατία δείχνουν ότι η αντίθετη άποψη και η οποιαδήποτε κινητοποίηση θα αντιμετωπίζεται με όργιο καταστολής. Η αστυνομοκρατία δεν έχει ως στόχο την ανομία και την ασφάλεια των φοιτητών, αλλά την πειθάρχηση, το ίδιο το πανεπιστήμιο ως κοινωνικό χώρο, τους ίδιους τους φοιτητές και τους αγώνες τους.

Η πανδημία ως ευκαιρία

Τα πανεπιστήμια μένουν κλειστά εδώ και σχεδόν ένα χρόνο, με την τηλε-εκπαίδευση για έχει αντικαταστήσει τον πλούτο της ακαδημαϊκής ζωής. Έχοντας ήδη απαγορεύσει σε ένα έτος να μπει στη σχολή του και ένα δεύτερο να έχει μπει μόνο για ένα εξάμηνο, δημιουργούν ένα μεγάλο ποσοστό της ακαδημαϊκής κοινότητας το οποίο η μόνη εικόνα που έχει για το πανεπιστήμιο είναι ότι βλέπει στην οθόνη του υπολογιστή του. Αυτή την συνθήκη σπεύδει να εκμεταλλευτεί η κυβέρνηση, που όπως και σε άλλους τομείς, συνεχίζει ακάθεκτη το κυβερνητικό έργο της απορρύθμισης, χωρίς να λαμβάνει υπ’ όψιν τους ίδιους του φοιτητές, και καταστέλλοντας τις αντιδράσεις στο όνομα της προστασίας από την πανδημία.

Το αίσθημα της συνεχούς απόρριψης και αβεβαιότητας, σε συνδυασμό με την πίεση του λοκντάουν διαρκείας και τον περιορισμό του δημόσιου χώρου και της κοινωνικοποίησης που βιώνουν οι νέοι στη χώρα μας, δημιουργεί ασφυξία που πασχίζει να εξωτερικευτεί

Η κυβέρνηση βλέπει την πανδημία ως ευκαιρία, και γι’ αυτό τον λόγο δεν έκανε τίποτα για να βρει τρόπους ώστε να λειτουργήσουν τα πανεπιστήμια, προσαρμοζόμενα στις ανάγκες προστασίας από τον Covid-19. Αντί να ρίξει χρήματα και φαιά ουσία, ώστε να αξιοποιηθούν όλοι οι χώροι, οι πόροι και οι άνθρωποι του πανεπιστημίου, για να μείνουν ζωντανές και δια ζώσης μια σειρά λειτουργίες του, επιλέγει να δώσει 30 εκατομμύρια για την ίδρυση πανεπιστημιακής αστυνομίας. Γιατί άλλωστε να λύσεις ένα πρόβλημα αν μπορείς να καταστείλεις όσους το αναδεικνύουν;

Αν το πρόγραμμα κάθε κυβέρνησης για την παιδεία δείχνει τις προσδοκίες της για το αύριο, τότε της τωρινής δείχνει ένα δυστοπικό μέλλον. Η τριτοβάθμια εκπαίδευση που ονειρεύονται χάνει τον πολύπλευρο ρόλο της και μετατρέπεται σε ένα περιβάλλον συλλογής στείρας πληροφορίας με τους φοιτητές απλούς συλλέκτες πιστωτικών μονάδων. Έχοντας καλλιεργήσει για χρόνια τον ατομικισμό και με νέα όπλα τους τις διαγραφές, τα πειθαρχικά, τον αποκλεισμό από τις εξεταστικές, και το ειδικό σώμα αστυνόμευσης και καταστολής για να τα επιβάλει, προετοιμάζουν τους φοιτητές για μια αβίωτη ζωή πλήρους υποδούλωσης και διαρκούς απόρριψης.

Το πειραματόζωο αντιδρά

Η κυβέρνηση θεώρησε πως θα περνούσε τα παραπάνω μέτρα αναίμακτα εν μέσω πανδημίας. Φαίνεται όμως ότι το «πειραματόζωο» αντιδρά. Έστω και ενστικτωδώς, οι φοιτητές βγαίνουν κατά χιλιάδες στο δρόμο δείχνοντας διάθεση να υπερασπιστούν το δικαίωμα τους στη μόρφωση, στις ίσες ευκαιρίες, σε μια καλύτερη ζωή. Το σίγουρο είναι ότι το αίσθημα της συνεχούς απόρριψης και αβεβαιότητας, σε συνδυασμό με την πίεση του λοκντάουν διαρκείας και τον περιορισμό του δημόσιου χώρου και της κοινωνικοποίησης που βιώνουν οι νέοι στη χώρα μας, δημιουργεί ασφυξία που πασχίζει να εξωτερικευτεί.

Αν στα παραπάνω προστεθεί ο αλαζονικός και αυταρχικός τρόπος που προσπαθεί η κυβέρνηση να επιβάλει της επιλογές της, τότε γίνεται απολύτως κατανοητό το υπέδαφος που γέννησε τις αντιδράσεις του τελευταίου μήνα. Βασικό χαρακτηριστικό του τελευταίου μήνα είναι η μαζική συμμετοχή, παρά τις κλειστές σχολές, παρά την απουσία σύσσωμων των δύο μικρότερων ετών, παρά την προπαγάνδα και την απαξίωση. Ένα δυναμικό μέσα στις σχολές, προσπαθεί να περπατήσει τον δικό του δρόμο, αντιστεκόμενο στη διάλυση και τον κατακερματισμό. Έχει να αναμετρηθεί με τα όρια και τα αδιέξοδα του λόγου και των μορφών που κληρονόμησε, από προηγούμενους κύκλους αγώνα, μετασχηματίζοντας τη διάθεση αντίδρασης σε ουσιαστική συμμετοχή. Έχει να αναμετρηθεί με την ατομικότητα που για χρόνια καλλιεργείται στα ελληνικά πανεπιστήμια, και συνδυάζοντας την άρνηση με την ευθύνη και τη δημιουργικότητα να βρει λύσεις για άμεσα αλλά και χρόνια προβλήματα.

Σε ανακοίνωση τους, με τίτλο «όχι στο δικό μας όνομα» οι διοικητικοί υπάλληλοι του ΑΠΘ, καταλήγουν απευθυνόμενοι στη διοίκηση του ΑΠΘ πως «η επόμενη μέρα στο πανεπιστήμιο δεν θα είναι ποτέ η ίδια. Η πληγή στο σώμα της ακαδημαϊκής κοινότητας του ΑΠΘ που εσείς προκαλέσατε, μένει χαραγμένη στη συνείδησή μας (…) αντί να απαντήσετε στις αγωνίες των φοιτητών που διαμαρτύρονται και διεκδικούν ασφαλές άνοιγμα των σχολών –τις σπουδές και τη ζωή τους δηλαδή– (…) εσείς επιλέξατε τον δρόμο της επιβολής».

Αυτή την πληγή επουλώνουν κάπως, η στάση μιας καθηγήτριας της Σχολής Θεάτρου που έβαλε το σώμα της ασπίδα μεταξύ των φοιτητών και των αστυνομικών, το «Ντροπή» που έγραψε με κιμωλία ένας άλλος καθηγητής του Εικαστικού, οι χιλιάδες φοιτητές που διαδήλωσαν έξω από τα δικαστήρια της Θεσσαλονίκης αλλά και σε διάφορες πόλεις. Αυτά και ο αγώνας να ξανανοίξουν οι σχολές άμεσα, και όταν ανοίξουν να θυμίζουν σε κάτι χώρο γνώσης, παραγωγής ιδεών, κοινωνικοποίησης και όχι αποστειρωμένο και αστυνομοκρατούμενο περιβάλλον.

* Ο Μάνος Αναγνωστόπουλος είναι φοιτητής πληροφορικής στο ΑΠΘ

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!