Για άλλη μια φορά η επέτειος του Μάη του 68 γράφεται, δηλαδή διαστρεβλώνεται (επιεικής η διατύπωση) από αυτούς που τρόμαξε η πρωτόγνωρη εκείνη εξέγερση της νεολαίας κι όχι μόνο. Η εμπορευματοποίηση και προβολή των πλέον δευτερευουσών, ακίνδυνων ή και ανύπαρκτων πλευρών της εξέγερσης, η παρουσίαση των πρωταγωνιστών κάτι σαν προδρόμων των σημερινών fashion–victims, και η ταχυδαχτυλουργική εξαφάνιση του επαναστατικού πνεύματος της θύελλας των χρόνων του 60 που συγκλόνισαν ολόκληρο τον κόσμο, είναι ο κοινός παρανομαστής όλης της σαβούρας που γράφεται αυτές τις ημέρες.
Παρακάτω δημοσιεύουμε τμήμα της εισήγησης που έγινε σε εκδήλωση των Αριστερών Σχημάτων στο Μεσολόγγι στις 28/5/93 με θέμα τα «25 χρόνια από το Μάη του 68»
Τι ήταν λοιπόν αυτή η περιβόητη έκρηξη του Μάη; Ήταν μια επανάσταση νέου τύπου που χάθηκε; Ήταν μια εξέγερση επιμέρους κινημάτων κόντρα στην πλήξη; Ήταν μια κίνηση μικροαστών φοιτητών που παρασύρθηκαν απ’ τη μόδα του αντιοργανωτικού και απολίτικου πνεύματος της εποχής (όπως επαγγέλλονται οι κουκουεδογενείς επίσημοι ή μη της αριστεράς) ή ένα νεανικό, ρομαντικό, ιδεαλιστικό κλπ… σκίρτημα (που διαφημίζουν και πουλάνε όλες οι μερίδες της αστικής τάξης, φιλελεύθερες και σοσιαλδημοκρατικές);
Το να προσπαθεί κάποιος να δώσει μια απάντηση, είναι σίγουρο πως θα αποτύχει αν δεν εντάξει το “Μάη” σ’ όλο το πλέγμα των εξεγέρσεων και των επαναστάσεων που κάλυψε τη γη απ’ άκρη σ’ άκρη τα χρόνια από ’60-75. Δεν υπάρχει, λοιπόν, περιορισμός στο Γαλλικό Μάη. Σ’ αυτή την έννοια περικλείεται το σύνολο των κινημάτων όπως της ιαπωνικής νεολαίας του ’60, της αμερικάνικης νεολαίας του τέλους του ’60, της κινεζικής, της γαλλικής, της ιταλικής, της γερμανικής. Τα μεγάλα απεργιακά κινήματα και οι κινητοποιήσεις της γαλλικής και ιταλικής εργατικής τάξης. Η παγκόσμια κινητοποίηση ενάντια στο βρώμικο πόλεμο στο Βιετνάμ. Τα απελευθερωτικά κινήματα του Τρίτου κόσμου: Αλγερία, Κονγκό, Κούβα, Βιετνάμ, Βολιβία, Παλαιστίνη, Καμπότζη, Κολομβία. Η Μεγάλη Προλεταριακή Πολιτιστική Επανάσταση στην Κίνα. Τέλος, όλες οι ιδεολογικές και πολιτιστικές διεργασίες που αναμόχλευσαν όλη την μέχρι τότε ομοιομορφία και την υποτιθέμενη αδρανώσα “σταθερή παράδοση” Δύσης και Ανατολής.
Σ’ όλα αυτά, το υποσύστημα “Ελλάδα” παίρνει μια ιδιαίτερη χροιά, αφού εντασσόμενη, βέβαια, σ’ όλο αυτό το πλέγμα της αναταραχής εκείνων των χρόνων, η πορεία των πραγμάτων εδώ, ανέδειξε πολλά άλλα στοιχεία και ιδιαιτερότητες που θα θιχτούν σ’ ένα επόμενο σημείο.
Η ουσία της ψηλάφησης των “Μάηδων” περνά πρώτ’ απ’ όλα από το ποιοι ήταν οι αντικειμενικοί όροι των εκρήξεων που χαρακτήρισαν την εποχή εκείνη και “κινδύνεψαν” να φέρουν τα πάνω κάτω. Κατά δεύτερο λόγο, αξιοπρόσεχτη πρέπει να ‘ναι η στάση όλων αυτών που πήραν θέση: κράτος, κόμματα, ΜΜΕ ή ακόμα και οι πολιτικοί φορείς των ίδιων των κινήσεων. Βρισκόμαστε, λοιπόν, τότε, σε μια περίεργη εποχή, μεταβατική. Ο διπολικός κόσμος, έτσι όπως καθιερώθηκε με την ήττα του ναζισμού στο β’ παγκόσμιο πόλεμο στη δεκαετία του ’50, έχει περάσει στη φάση της παγκόσμιας συνεργασίας των 2 υπερδυνάμεων. Ύφεση, λοιπόν, στις σχέσεις τους, συνεργασία στην υπαγωγή σ’ αυτούς όλων των προβλημάτων: από το μοίρασμα των ζωνών επιρροής ως και την κατάργηση της ταξικής πάλης. Εποχή, που η Ανατολή ανακαλύπτει τα καλά της Δύσης: την αγορά, την κατανάλωση, την ελευθερία, το κράτος ως σύγχρονη γενική θεότητα, την ουδετερότητα της επιστήμης και της γνώσης, την παραγωγή για το κέρδος και την παραγωγικότητα, τα οικουμενικά πανανθρώπινα προβλήματα και δικαιώματα.
Έχει προηγηθεί μια διαμάχη, όμως, που άφησε ορατά τα σημάδια της και δεν άφηνε περιθώρια για ψευδαισθήσεις στους λαούς. Για να καταπολεμηθεί ο Ανατολικός άνεμος του κομμουνισμού που στη δεκαετία του ’50 ήταν δυνατότερος απ’ τον Δυτικό άνεμο του καπιταλισμού (κι αυτό γιατί είχε τη δυνατότητα να κινητοποιεί τεράστιες μάζες ανθρώπων κι όχι γιατί είχε περισσότερα όπλα), στην Αμερική έδρασε ο Μακκαρθισμός, στη Δ. Γερμανία του οικονομικού θαύματος ένα τεράστιο κυνήγι υπόπτων, σε Ν. Κορέα και Τουρκία ο σφαγιασμός της φοιτητικής νεολαίας, στην Αλγερία το ξεπούλημα της επανάστασης απ’ το ΚΚΓ, στο Βιετνάμ η επίμονη προσπάθεια των Σοβιετικών να μην εκτραπούν οι γηγενείς και πλείστα άλλα. Αλλά έχει συντελεστεί και η υποχώρηση που μόλις περιγράψαμε, με ρίζες παλαιότερες, και μάλιστα στις ιδανικότερες συνθήκες μετά τον β’ παγκόσμιο πόλεμο για μια γενίκευση και επικράτηση των κομμουνιστικών ιδεών (ο μισός πλανήτης κόκκινος).
Ας πάρουμε όμως την κατάσταση που επικρατούσε στη Γαλλία: στο οικονομικό επίπεδο είχαμε μια ενίσχυση του ρόλου των πολυεθνικών μονοπωλίων, των κρατικών μηχανισμών ελέγχου των οικονομικών δεικτών και της εφαρμογής σε μεγάλη έκταση του ταιηλορισμού και του φορντισμού. Μια στάση στις έννοιες είναι απαραίτητη. Όταν λέμε ταιηλορισμός, εννοούμε ότι το κεφάλαιο εφαρμόζει τρόπους μελέτης της κίνησης και παραγωγικότητας των εργατών των μεγάλων μονάδων. Μιλάμε για το πώς ένας εργαζόμενος θα κάνει τις λιγότερες ενέργειες για να παράγει όσο το δυνατόν περισσότερα “αγαθά”. Μετριέται λοιπόν η κάθε του κίνηση και το αποτέλεσμα αυτών των μετρήσεων κωδικοποιείται και διαρθρώνεται η παραγωγή βάσει των αποτελεσμάτων. Έτσι, προκύπτει ο εργάτης-βίδα μπροστά σε μια αλυσίδα παραγωγής, όπου η κάθε του κίνηση είναι συγκεκριμένη και αυτοματοποιημένη. Αποτέλεσμα; Απεμπόληση κάθε δημιουργικότητας στην εργασία απ’ τον ίδιο τον εργάτη, χάσιμο του ελέγχου και της γνώσης του τι παράγεται, κοινωνική αλλοτρίωση. Και ο μαϊντανός της επιστήμης ως πραγματικά υποταγμένης στις ανάγκες του κεφαλαίου. Όσο για το φορντισμό, πρόκειται για την εφαρμογή της ταιηλοροποιημένης παραγωγής στη μεγάλη βιομηχανία σαν αλυσίδα παραγωγής. (Και μια παρένθεση: ο Φορντ ήταν ο γνωστός αυτοκινητοβιομήχανος και ο Ταίηλορ ήταν τεχνίτης – εργοδηγός των αρχών του αιώνα μας).
Βρισκόμαστε στα 30 μεταπολεμικά χρόνια της ανάπτυξης του καπιταλισμού στη Δύση, στο λεγόμενο βιομηχανικό μοντέλο της κοινωνίας. Εκφραζόταν με μια αύξηση της παραγωγής (ιδιαίτερα της βιομηχανικής) και δημιουργίας όλων αυτών των μηχανισμών που ωθούσαν τις μάζες της Δύσης σ’ ένα καταναλωτικό delirium. “Καταναλωτική κοινωνία” την είπαν. Μια παραγωγή που συνέχισε να εμφανίζει “δείκτες” στηριγμένη στην εξαθλίωση του τρίτου κόσμου, στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις όπου δεν υποτασσόταν ο λαός, στους μετανάστες και τη φθηνή εργατική δύναμη που αυτοί προσέφεραν.
Συστατικό στοιχείο όμως αυτού του κοινωνικού μοντέλου ήταν και η ανάπτυξη ενός Κράτους Πρόνοιας που αναπτύχθηκε όμως κύρια κάτω απ’ τη πίεση των διεκδικητικών εργατικών αγώνων και του αντίπαλου δέους του νέου σοσιαλιστικού κόσμου. Στα τέλη όμως της δεκαετίας του ’60 όλη αυτή η ανάπτυξη άρχισε να εμφανίζει τα πρώτα σημάδια της κρίσης που ήρθε με την πρώτη πετρελαϊκή κρίση του 73 που ήταν η αφορμή, παρόλο που εμφανίσθηκε ως αιτία για να μη θιγεί η ουσία του ζητήματος, δηλαδή “ότι το καπιταλιστικό σύστημα δεν αυτορυθμίζεται. Η κρίση είναι μέσα στο αίμα του”.
Αυτό το λαχάνιασμα της οικονομίας σήμανε από τότε την απαρχή της συμπίεσης των δικαιωμάτων και των κατακτήσεων των μαζών που σήμερα βλέπουμε τ’ αποτελέσματα της στο κοινωνικό και πολιτικό μοντέλο της Δυαδικής κοινωνίας.
Αυτή η διάρθρωση της παραγωγής έθεσε σε ανάλογη λειτουργία την πανεπιστημιακή παραγωγή επιστημόνων (άλλωστε ο ρόλος της εκπαίδευσης και ιδιαίτερα της ανώτατης, σ’ ένα κεφαλαιοκρατικό περίβολο, είναι και η παραγωγή εξειδικευμένων στελεχών, εκτός από την αναπαραγωγή της κυρίαρχης ιδεολογίας).
Η Ναντέρ για παράδειγμα (ήταν το πανεπιστήμιο που στις 22/3/68 ξεκίνησε η πρώτη κατάληψη) ήταν κέντρο παραγωγής φιλοσόφων, ψυχολόγων, καθηγητών Μέσης εκπαίδευσης κλπ. (Σημειωτέον: πάνω απ’ το 1/3 των Γάλλων φοιτητών ήταν σε τέτοιες σχολές) που ωθούνταν κύρια στην εκπαίδευση και γι’ αυτό ήταν περιορισμένη η απορρόφηση τους στην αγορά εργασίας μετέπειτα. Το ρόλο του φραγμού στην έξοδο στην παραγωγή τον έπαιζαν οι εξετάσεις: σκληρές, ανούσιες που στην πλειονότητα τους οι φοιτητές αποτύγχαναν. Δεν είναι τυχαίο ότι η έναρξη των συγκρούσεων συνέπεσε με την εξεταστική περίοδο. Οι κοινωνικές πιέσεις, όμως που δέχονταν οι φοιτητές, δε σταματούσαν στις εξετάσεις. Ήταν η περίοδος της ανάπτυξης των πανεπιστημίων – κάμπους, των πανεπιστημιουπόλεων έξω απ’ τις πόλεις, όπου ένας χώρος κατ’ εξοχήν ανήσυχος και ιδεοπαραγωγός σαν τον φοιτητικό, δεν μπορούσε εύκολα να έρθει σε επαφή με άλλα κομμάτια της κοινωνίας. Ο φοιτητικός πληθυσμός, λοιπόν, γκετοποιούνταν σε εστίες και προσπαθιόνταν από τις αρχές να επιβληθεί μια ορισμένη κοινωνική συμπεριφορά (δεν είναι τυχαίος ο επιβαλλόμενος διαχωρισμός ανδρικών και γυναικείων κοιτώνων στις εστίες). Για όσους, φυσικά, αντιδρούσαν υπήρχε η παμπάλαια μέθοδος της καταστολής: τα Δημοκρατικά Τάγματα Ασφάλειας (CRS ή ΜΑΤ επί το ελληνικότερον) αναπτύσσονταν και χρησιμοποιούνταν αθρόα σ’ όλη τη δεκαετία ‘60 απ’ τη Δημοκρατία του Ντε Γκωλ. Δεν ήταν λοιπόν, η σύγκρουση, μια σπορά της τύχης, μα ένα τέκνο της ανάγκης και της οργής (όπως θα ‘λεγε κι ο ποιητής).
Το κίνημα του Μάη στη Γαλλία είχε να παρουσιάσει πολλές πρωτοτυπίες: πρώτη φορά φοιτητική νεολαία ήταν μπροστάρης σε τέτοιους αγώνες που διαπνεέονταν από έναν ξεκάθαρο και έντονο αντικαπιταλιστικό χαρακτήρα. Πρώτη φορά υπήρχε μια κοινότητα στους στόχους, με άλλα κινήματα χωρών του Τρίτου Κόσμου και της Περιφέρειας (ενάντια στο βρώμικο πόλεμο του Βιετνάμ, ενάντια στην αποικιοκρατία, ενάντια στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, αλληλεγγύη σε απελευθερωτικά κινήματα). Πρώτη φορά με τέτοια μαζικότητα εκφράστηκε η αντίθεση στην επιχειρούμενη παλινόρθωση του καπιταλισμού στην ΕΣΣΔ μέσω Χρουτσώφ, Μπρέζνιεφ (ηγέτες της ΕΣΣΔ τη δεκαετία του ‘60) και αποκαλύφθηκε ο ρόλος των κομμάτων που στήριζαν και στηρίζονταν απ’ το σοβιετικό μοντέλο του “υπαρκτού σοσιαλισμού” (ΚΚΓ, ΚΚΙ, κύρια).
Δύο σοβαρά στοιχεία εμφανίστηκαν στην κριτική του “Μάη”:
- Κριτική σε Γνώση – Επιστήμη -Πανεπιστήμιο: τέθηκαν σοβαροί προβληματισμοί για τη σχέση Γνώση – Κεφάλαιο, Επιστήμη – Εφαρμογή, Πανεπιστήμιο – Παραγωγή. Αμφισβητήθηκε ο ρόλος της καπιταλιστικής παιδείας και τέθηκε με ολοκληρωμένο, πολλές φορές τρόπο, η προβληματική για μια άλλη παιδεία σε μια άλλη κοινωνία. Αιτήματα όπως το φοιτητικό βέτο, η άρνηση των εξετάσεων (σαν μέσο ταξικής επιλογής) αλλά και η απεξάρτηση της παραγωγής και χρήσης της γνώσης απ’ το κεφάλαιο (μέσω, φυσικά της αποκάλυψης του ρόλου της) αναδείχθηκαν και παλεύτηκαν και πλούτισαν την κίνηση στους πανεπιστημιακούς χώρους. Ήταν τα παρεπόμενα και οι συγχύσεις αυτής της κριτικής που χρησιμοποιήθηκαν αργότερα απ ‘τους κρατούντες για να την ενσωματώσουν: το φοιτητικό βέτο μεταφράστηκε σε συνδιοίκηση. Το “όχι εξετάσεις” σε αξιοκρατία. Το “όχι γνώση δούλα του κεφαλαίου” σε ουδετερότητα και τεχνοκρατία. Ακόμα, παρόλο που όλη αυτή η κίνηση είχε το χαρακτήρα (στην ουσία) του χτυπήματος της λογικής ότι “το σύστημα διαβρώνεται απ’ τα μέσα”, με την άμπωτη βρέθηκαν πολλοί “Μαρξιστές”, ηγήτορες, στελέχη και υπηρέτες αυτής της λογικής. Τεράστια, λοιπόν, η διαστροφή συνθημάτων, αποτέλεσμα αυτής της ανολοκλήρωτης θύελλας. Ανολοκλήρωτης γιατί η αμφισβήτηση δεν έφερε δημιουργία ιδεών, οικοδόμηση ενός άλλου αριστερού προγράμματος που δεν θα διαστρέφονταν στην πρώτη ήττα και τρικλοποδιά.
- Κριτική στον κατεστημένο τρόπο ζωής, στην κατανάλωση, στην οικογένεια, τη θρησκεία, τον έρωτα… Στον υποταγμένο πολιτισμό. Ήταν τέτοιας έκτασης αυτή η κριτική που πολλές φορές έφτανε σε υπερβολές και γι’ αυτό αυτές προβλήθηκαν, κατηγορήθηκαν και δυσφημίστηκαν ως μικροαστικά κατάλοιπα. Η σεξουαλική απελευθέρωση, για παράδειγμα, μεταφράστηκε σαν μεγάλη αγορά του σεξ και του πορνό. Η αφύπνιση της οικολογικής συνείδησης μεταφράστηκε σαν φυσιολατρεία. Η ουσία, δηλαδή της κριτικής στις κοινωνικές σχέσεις δεν ήταν ο χιππισμός και ο οικολογισμός, αλλά και εδώ, με την άμπωτη του κινήματος, αυτό εκφράστηκε. Δεν δέθηκε η κοινωνική με τη πολιτική αμφισβήτηση. Έμεινε στο επίπεδο είτε των μορφών που θεοποιήθηκαν είτε σε μια υπερπολιτική χωρίς ουσία.
Τις καταλήψεις στα πανεπιστήμια τις ακολούθησαν καταλήψεις σε εργοστάσια, σχολεία, ερευνητικά ινστιτούτα μέχρι και σε γραφεία αθλητικών σωματείων.
Στην προσπάθεια να μη συνδεθούν οι φοιτητές με τους εργάτες βοήθησαν όλοι. Πρώτα και καλύτερα, οι “ταξικοί εχθροί” του Ντε Γκωλ: το ΚΚΓ. Η CGT (η εργατική συνομοσπονδία που ελέγχει το Κ.Κ.Γαλλίας) και ο Πομπιντού με τη 2η συμφωνία της Grenel έδωσαν γερές αυξήσεις στους εργάτες και κατόρθωσαν να τους μαζέψουν εν μέρει. Κι ας μη μιλήσει κανείς για τις αλυσίδες των συνδικαλιστών της CGT μπροστά από τα κατειλημμένα εργοστάσια προκειμένου να μην έρθουν οι πορείες των φοιτητών σ’ επαφή με τους εργάτες. Όλη, φυσικά, αυτήν την περίοδο έδιναν κι έπαιρναν οι ανακοινώσεις του Κ.Κ. για προβοκατόρικα στοιχεία ανωμαλίας κλπ, όσον αφορά στους φοιτητές. Κόντρα στην εξέγερση, όμως, δεν ήταν μόνο ο ρεφορμισμός του ΚΚ. Καραδοκούσε και η σοσιαλδημοκρατία η οποία επιχείρησε και εν μέρει κατόρθωσε να ενσωματώσει ιδέες και συνθήματα. Αυτό φυσικά, γιατί απέτυχε στο να καταστείλει, παρέα με την κυβέρνηση την εξέγερση. Κάτι, που το Σ.Κ. το πλήρωσε με 13 χρόνια καθυστέρηση στο να πάρει την εξουσία μόλις το 1981 (αυτό αποτελεί ομολογία του ίδιου του Μιτεράν). Ήταν, όμως, και για τη κυβέρνηση τέτοιου μεγέθους η πολιτική κρίση, όπου για μια στιγμή, κάπου εκεί στη νύχτα των οδοφραγμάτων 10-11 Μάη, οργάνωνε τη φυγή της από το Παρία. Ο φόβος της εξουσίας ήταν τόσο μεγάλος που απειλήθηκε η κάθοδος του στρατού και των τανκς στους δρόμους. Ακολούθησε ο εκβιασμός των εκλογών που έβγαλαν το Ντε Γκωλ δυναμωμένο. Αποδείχθηκε ότι η αστική δημοκρατία, προκειμένου να σωθεί, δεν διστάζει μπροστά στην όποια μέθοδο, σφαγή και αιματοχυσία. Αυτή είναι η κοινοβουλευτική δημοκρατία που τόσο υμνήθηκε και υμνείται.
Στο Μάη κυριάρχησαν 2 πολιτικές αντιλήψεις:
- Στήριξη στη κίνηση των μαζών ενάντια σ’ όλους τους επίσημους πολιτικούς σχηματισμούς. Μια κίνηση όμως που χαρακτηρίστηκε από το στοιχείο του αυθόρμητου. Όλοι σχεδόν οι πολιτικοί σχηματισμοί που προσπάθησαν να μπολιάσουν με κάποια προγραμματικά στοιχεία την εξέγερση δεν τα κατάφεραν. Βρέθηκαν στη θέση να ακολουθούν τις μάζες και να θεοποιούν, από ένα σημείο κι έπειτα, τη κίνηση τους και να υποβιβάζουν την παρέμβαση τους στο “εγώ απλώς βοηθάω να επαναστατικοποιηθούν οι μάζες”, δεν θα καθοδηγήσω. Αυτή όμως η τακτική, ουσιαστικά ελλείψει ενός προγράμματος δράσης, οδήγησε πολλές φορές στο να εκχωρηθεί το δικαίωμα σε δυνάμεις σοσιαλδημοκρατικές, όπως το ΕΣΚ του Ροκάρ, να καθοδηγήσουν, ακόμα και να εκφράσουν πλευρές του κινήματος. Με λίγα λόγια, σε αντίθεση με το κομμουνιστικό κίνημα που για μια περίοδο έμπαζε το στοιχείο του συνειδητού σε μια μαζική κίνηση, μέσω του προγράμματος του, στο Μάη απεμπολήθηκε, ή τουλάχιστον προσπαθήθηκε να εξοβελιστεί οποιαδήποτε έννοια οργάνωσης του αγώνα και υποτάχτηκαν όλα στο στοιχείο της αυθόρμητης εξέγερσης.
Απαραίτητη, όμως, μια παρένθεση στο σήμερα και στο εδώ. Στη σημερινή συγκυρία, τέτοιες λογικές έχουν κάποια βάση και ν’ αναπτυχθούν ακόμη. Η σύγχυση, άλλωστε, για το τι είναι συνειδητό ή τι είναι πρωτοπορία ή ποια είναι τα όρια του αυθόρμητου ή τέλος ποιος ο ρόλος της εργατικής τάξης ως υποκειμένου, οδηγεί δυνάμεις που αποσπώνται από τις αγκάλες της μεταρρυθμιστικής λογικής των επίσημων Κ.Κ. (και τέτοιο παράδειγμα εδώ είναι το ΝΑΡ) να πέφτουν σε μια αυθορμητολαγνεία, όσον αφορά τη σχέση τους με τις μάζες, όπου όμως στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό να τους επιτρέπεται να παίζουν ακόμη και με αστικές δυνάμεις. Άραγε, λοιπόν, μόνο καλά μας τα ‘πε ο Μάης;
- Η αντιπαράθεση στο παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα στη δεκαετία “60 που εκφράστηκε, κύρια, μέσω της αντιπαράθεσης ΕΣΣΔ-Κίνας, έπαιξε σοβαρό ρόλο στην έκφραση του κινήματος. Η Πολιτιστική Επανάσταση που ξεκίνησε το ’65 σαν μια προσπάθεια επανακαθορισμού των στόχων του κομμουνιστικού κινήματος στη διάρκεια της μετάβασης, στο σοσιαλισμό, επιχείρησε να επαναπολιτικοποιήσει την όλη διαδικασία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης σε μια εποχή που στην ίδια την Κίνα τα σημάδια της παλινόρθωσης άρχισαν να παίρνουν σάρκα. Η κλίκα του σφαγέα της Τιεν Αν Μεν το ‘89, του Τενγκ Χσιάο Πιγκ είχε αρχίσει να εφαρμόζει πλευρές μιας πολιτικής που θα δούμε αργότερα στην εποχή Γκορμπατσώφ στην ΕΣΣΔ. Πάνω εκεί έπεσε το σύνθημα: “βομβαρδίστε το Γενικό Επιτελείο γιατί η αστική τάξη βρίσκεται μέσα στο κόμμα”, που κινητοποίησε εκατομμύρια νέους ερυθροφρουρούς στην κατεύθυνση του άμεσου ελέγχου στη σοσιαλιστική εξουσία. Κινητοποίηση που έφερε νέα πράγματα, πρωτόγνωρα, σ’ όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής: από τους ξυπόλητους γιατρούς-εργάτες ενάντια στις ασθένειες των αγρών, στα εργοστασιακά πόντια, ως την άμεση κριτική των ντατζεμπάο (εφημερίδων τοίχου). Σύνδεση της θεωρίας με την πράξη σ’ όλα τα κοινωνικά επίπεδα ήταν το κυρίαρχο σύνθημα.
Αλλά οι προεκτάσεις του ήταν τεράστιες στην προσπάθεια έκφρασης και γεφύρωσης κατεστημένων αντιθέσεων: η σύνδεση της πόλης με την ύπαιθρο και το πρόβλημα της επικοινωνίας τους και της ανταλλαγής σχέσεων και προϊόντων. Η τοξικότητα ή μη της εκπαίδευσης και το σύνθημα ότι η ταξική συνείδηση δεν είναι ζήτημα καταγωγής αλλά καθορίζεται από τις κοινωνικές συνθήκες και τις σχέσεις των ομάδων. Η σχέση λαού-στρατού. Το σύνθημα, κόκκινος και όχι ειδικός, που σηματοδότησε την πολεμική απέναντι στο διαχωρισμό διανοητικής – χειρωνακτικής εργασίας που οδηγεί, μόνο αυτός, στον πολιτικό διαχωρισμό του ειδικού να κυβερνάει (δηλ επαγγελματία πολιτικού) και του ειδικευμένου να υποτάσσεται στις επιλογές του πρώτου. Αμφισβήτηση λοιπόν του ρόλου του διανοούμενου και άμεση δημοκρατία στον έλεγχο της εξουσίας. Ψηλάφηση της οικοδόμησης του σοσιαλισμού και ανακάλυψη των μηχανισμών που γεννούν μια νέα αστική τάξη παράλληλα με την οικοδόμηση. Και εξήγηση, τέλος της πορείας προς τα πίσω που είχε αρχίσει να υπάρχει στον ανατολικό κόσμο.
Δεν ήταν λοιπόν, παράξενο που ακτινοβόλησε μια τέτοια κίνηση στην νεολαία της Δύσης και μπόλιασε με ιδέες και φαντασία την πρακτική της μέσα στην εξέγερση. Έτσι άλλωστε, εξηγείται και η λυσσαλέα πολεμική από τα σοβιετόφιλα Κ.Κ. Η έλλειψη όμως μιας κοινής αντίληψης για την πείρα της Πολιτιστικής Επανάστασης, πολλές φορές οδήγησαν σε κακή μετάφραση της ουσίας της. Κακή στάση και σεχταρισμός κάποιων ομάδων οδηγούσαν σε γενικολογίες, υπερθεματισμούς ιδεών, ακολουθητισμό χειρίστου είδους που ωθούνταν στα όρια της μίμησης και της γελοιοποίησης. Όλα αυτά μόνο την ουσία της Π.Ε. δεν άγγιζαν.
Οι περισσότεροι από τους ηγέτες τους Μάη προέρχονταν απ’ την ΕΚΦ (φοιτητική νεολαία του ΚΚΓ, όπου το ’60 και ’61, κόντρα στην ηγεσία του, οργάνωσε πορεία ενάντια στον πόλεμο της Αλγερίας – πορεία που χτυπήθηκε με όπλα από το κράτος και τους νεκρούς, έκτοτε, τους πήρε η λήθη). Διάφορες σοσιαλιστικές ομάδες όπως η ΕΚΛ των Κριβίν και Βέμπερ, τροτσκιστικών αντιλήψεων, οι καταστασιακοί, ομάδα αναρχίζοντων, ελευθεριακών τάσεων: κύριος εκφραστής του το κίνημα 22 Μάρτη του Ντανιέλ Κον Μπετίτ. Η ΕΚΝ (μ-λ) των Λινάρ – Λεβύ, μαθητών του Λ. Αλτουσέρ και εμπνευσμένοι από την Πολιτιστική Επανάσταση. Αρκετές απ’ αυτές τις ομάδες, στην πορεία, βρέθηκαν εκτός νόμου, όπως η ΕΚΝ (μ – λ) της οποίας τα μέλη ίδρυσαν την Προλεταριακή Αριστερά όπου στην εφημερίδα της Cause du people, έγραφαν διάσημοι διανοούμενο όπως ο Σαρτρ, η Σιμόν Ντε Μποβουάρ, ο Λ.Μαλ, η Μ.Ντιράς και άλλοι πολλοί.
Πέρα όμως, από τον “αριστερισμό” του νέου, ζωντανού και αληθινού στον ιδεολογικό και μαζικό τομέα που έφεραν αυτές οι ομάδες, εμφανίστηκε κι ένας αριστερισμός χωρίς εισαγωγικά και όχι για πρώτη φορά στην ιστορία, που συνοψίζεται στα εξής:
- Επιμονή σε αποσπασματική και συχνά καιροσκοπική προβολή γενικών συνθημάτων υποκατάστατο μιας γενικής αντίληψης που να αρθρώνονται τα επιμέρους και να την υπηρετεί Έτσι η “τσιτατολογία” τα πρότυπα, η αντιπαράθεση απονεκρωμένων, δογματικών ιδεών, το ποιος είναι λιγότερο ή περισσότερο μαρξιστής ή μαοϊκός έδινε και έπαιρνε.
- Η περιφρόνηση της καθημερινής, επίμονης δουλειάς και η προσκόλληση στο θαύμα των λαμπερών εκρήξεων του αυθορμητισμού.
- Η ευκολία στην παραγωγή θεωρίας. Η περιφρόνηση της επεξεργασίας της απλής πείρας και η προσκόλληση στην κατασκευή ή στη λειτουργία αφηρημένων εννοιών
- Το πνεύμα του μικρόκοσμου. Αυτό που έχει αξία ανάμεσα μας ανάγεται σε γενική αξία. Τα αρχηγιλίκια και τα εύκολα αναθέματα.
Στην Γαλλία δημιουργήθηκαν οι συσχετισμοί που έκριναν την έκβαση της μάχης. Ιστορικά, η μάχη στο πεδίο της εργατικής τάξης ήταν αδύνατο να κερδηθεί με τους στόχους που τέθηκαν και το συγκεκριμένο τρόπο που δόθηκε. Ήταν όμως δυνατό να ριζώσουν μέσα στην εργατική τάξη οι “νέες ανερχόμενες δυνάμεις”. Αλλά αυτό προϋπέθετε άλλον ιδεολογικό εξοπλισμό, άλλη προοπτική και επομένως άλλο τρόπο ενέργειας. Το αυθόρμητο και η κοινωνική σύγκρουση έφερε κοντά νεολαία και εργατική τάξη, αλλά αυτό δεν αρκούσε.
Ακολούθησε η υποχώρηση που εμπέδωσε σης μάζες το αναπόφευκτο, το εφικτό, το ρεαλιστικό. Και η τάξη επανήλθε. Παραχωρήσεις δόθηκαν (πχ ψήφος στα 18), ο Ντε Γκώλ έφυγε, δεινόσαυρος κι αυτός της εποχής του δεν μπορούσε ν’ ακολουθήσει τις αλλαγές τακτικής της νέας εξουσίας. Και καταστολή – καταστολή – καταστολή. Η τακτική του καρότου και του μπαστουνιού που βιώνουμε καθημερινά και σήμερα από πλευράς εξουσίας. Ο Μάης στον κόσμο που διήρκεσε 20 περίπου χρόνια τέλειωσε, και η τάξη επανήλθε παντού: σφαγή στην Κεϋλάνη, 700 χιλιάδες νεκροί κομμουνιστές στην Ινδονησία – χιλιάδες εκτελέσεις στην Κίνα μετά από την υποχώρηση της Πολιτιστικής Επανάστασης και τη σύλληψη της “συμμορίας των 4” – 5.000 φυλακισμένοι για τρομοκρατία στην Ιταλία – 20 εκατομμύρια φακελωμένοι στη Δ. Γερμανία. Οικοδομήθηκε τότε μια πολιτική δυαδικοποίηση (χωρίς την οποία θα ήταν αδύνατη η σημερινή κοινωνική δυαδικοποίηση), με το διαχωρισμό των εριφίων από τους αμνούς, δίπλα στους ταξικούς διαχωρισμούς που εντάθηκαν. Νεανικό, λοιπόν, σκίρτημα και ήθελε τέτοια μέτρα, καταστολή και σφαγές για να σβήσει;
Μ’ όλα, τα στραβά κι ανάποδα της, η Αριστερά της αριστεράς της εποχής της, ήταν ο μόνος πολιτικός χώρος που έδωσε τη μάχη να επεκταθεί και να εμπλουτιστεί η εξέγερση.
Γι’ αυτό βρήκε αντιμέτωπους σε μια φωνή και μια γροθιά αστούς και ρεφορμιστές. Γι’ αυτό, όση περιφρόνηση πρέπει σ’ αυτούς που βρέθηκαν ή πήδησαν μετά στην “άλλη πλευρά”, τόσος σεβασμός σ’ όσους έμειναν και το παλεύουν ακόμα, και περισσότερος στις μάζες που τάραξαν την ησυχία του κόσμου νια πολλά χρόνια. Και δείχθηκε πως η επανάσταση δεν είχε σβήσει αλλά για να σταθεί στα πόδια της χρειάζεται νέα όπλα: οργάνωση, πρόγραμμα και ζύμωση καθημερινά.
Στην Ιταλία, ο Μάης ήρθε σε μια εποχή που το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα εντασσόταν σε μεγάλο βαθμό στον εθνικό κορμό με τους ιστορικούς του συμβιβασμούς – κληρονομιά του Τολλιάτι, και το υποκείμενο του ιταλικού Μάη, πέρα από τους φοιτητές ήταν και οι εργάτες από το Νότο που δούλευαν στο Βορρά. Γι’ αυτό και κράτησε τόσο πολύ εκεί. Η τακτική της εξουσίας είχε 2 πλευρές:
α Ανοιχτή προβοκάτσια (βόμβες στο Σιδηροδρομικό Σταθμό Μπολώνιας και σε τράπεζες) και επίδειξη κινδύνου φασιστικού πραξικοπήματος πέρα απ’ την ωμή καταστολή.
β. Χρήση μιας λειψής αλληλεγγύης που οδηγούσε σε αντιπαράθεση εργάτες και φοιτητές, εργάτες του Βορρά και Μαροκινούς – “βρωμιάρηδες” του Νότου. Αλλά και στο ίδιο το κίνημα, πολλές φορές επικράτησε το ιταλικό fare politica: ενώ οι ηγέτες φώναζαν για καμία διαπραγμάτευση με τ’ αφεντικά και τους ρεφορμιστές και το κίνημα προχωρούσε, επιδίδονταν σε κρυφές συνομιλίες με τους L.Longo (γραμματέα του PCI) και B. Trentin (γραμματέας CGIL).
Όσο για την Ελλάδα ο Μάης ήταν διαφορετικός. Μιλάμε για μια χώρα δεμένη στο άρμα του ΝΑΤΟ και των Αμερικάνων, εξαρτημένη οικονομικά από τα μεγάλα πολυεθνικά μονοπώλια, με οικονομία που στηριζόταν κύρια στη μεταποίηση και στον αγροτικό τομέα. Κυρίαρχο το αεριτζίδικο στοιχείο των μεγαλοκεφαλαιούχων και η μετανάστευση για τους πολίτες β’ κατηγορίας. Ιστορικά, στη δεκαετία ’40 είχαμε 3 ένοπλες επαναστάσεις που ηττήθηκαν από μια ψυχορραγούσα ντόπια αστική τάξη που στηρίχτηκε μόνο με τη βοήθεια του σχεδίου Μάρσαλ και των Αμερικάνων. Μ’ ένα Αριστερό κίνημα που παρ’ ότι τελούσε για πάνω από 30 χρόνια κάτω από την απαγόρευση, τις διώξεις και τον κατατρεγμό, εντούτοις έπαιξε ένα κυρίαρχο ρόλο σ’ όλη τη μεταπολεμική περίοδο.
Την εποχή του Μάη στον κόσμο, εδώ υπήρχε μια ξενοκίνητη χούντα που επιβλήθηκε για να καταστείλει ένα λαϊκό κίνημα που την περίοδο του ’60 και της αποστασίας είχε καταστεί ικανό με τις συγκρούσεις και τις πορείες να τρίζει τα δόντια του στους ντόπιους αστούς. Μετά το Πολυτεχνείο και τη μεταπολίτευση, φάνηκε, εκτός από τη δύναμη του λαϊκού παράγοντα και ο ρόλος της επίσημης Αριστεράς σαν πυροσβέστη των αγώνων. Υποταγμένο πλήρως και δεδηλωμένα (δήλωση νομιμότητας το ‘74) το ΚΚΕ στον Καραμανλή όπως έκανε και το ΚΚΓ με τον Ντε Γκωλ το ‘68. Σε μια εποχή, μάλιστα, που το κέντρο της πολιτικής εξάρτησης της χώρας μετατοπίζονταν σιγά – σιγά, από τις ΗΠΑ στην ΕΟΚ, ένα κομμάτι της αριστεράς που αντιδρούσε σ’ αυτήν την πορεία αλλαγής δέρματος του κομμουνιστικού κινήματος και κινητοποιούσε μάζες μακράν της οικτρής μειοψηφίας της τωρινής εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, αντιμετωπιζόταν ως ο λεπρός και παρασιτικός προβοκάτορας του αριστερισμού. Πως όμως, αυτό το κομμάτι μάζευε στην πρώτη ( και απαγορευμένη) πορεία του Πολυτεχνείου 50.000 κόσμο δεν το εξηγούν οι ιθύνοντες του ντούρου “Μαρξισμού – Λενινισμού” του ΚΚΕ. Ήταν τέτοια και η δύναμη και η ακτινοβολία του φοιτητικού κινήματος που κυριαρχούνταν από τις ιδέες της αριστεράς, όπου κόντρα σ’ όλες τις επίσημες πολιτικές δυνάμεις, κατάφερε μετά από πολύμηνες καταλήψεις και συγκρούσεις με νεκρούς και τραυματίες να παρθεί πίσω ένας νόμος εξευρωπαϊσμού της Ανώτατης Παιδείας, ο 815 του 1980.
Τα αίτια της ήττας και της ενσωμάτωσης και διαφθοράς όλου αυτού του ριζοσπαστισμού της νεολαίας της μεταπολίτευσης από το ΠΑΣΟΚ είναι πολλά. Κι όχι άσχετα με ό,τι ίσχυσε και στις χώρες του Μάη. Γιατί ο Μάης, εδώ, κράτησε τουλάχιστον 20 χρόνια (60 – 80).
Η τοτινή τάξη πραγμάτων ταρακουνήθηκε από τον 15χρονο Μάη του ’68. Εξανάγκασε ακόμα και τους σοβιετικούς, προκειμένου να κρατήσουν τις αντιδράσεις που’ χαν εκραγεί όλα αυτά τα χρόνια, να επανεκδοθούν σε ένα πλαίσιο οικονομικής και κοινωνικής συνεργασίας μεταξύ των 2 κόσμων (Ανατολής και Δύσης), μια καρικατούρα του ψυχρού πολέμου του ’50. Στη ΝΤΠ του σήμερα, δεν χωράει ούτε καν ο πρώην ανατολικός κόσμος έστω και σαν επίπλαστο αντίπαλο δέος.
Είμαστε σε μια εποχή που όχι μόνο δεν ευημερεί το σύστημα, αλλά σαπίζει παρασύροντας στο περιθώριο και στην απόρριψη τεράστιες μάζες ανθρώπων εφαρμόζοντας μέσα στην κρίση του το τερατούργημα της δυαδικής κοινωνίας. Ακόμα και οι θρίαμβοι για ανάκαμψη της παγκόσμιας μετά – οικονομίας από την ενσωμάτωση των οικονομιών του ανατολικού μπλοκ έχουν κοπάσει και έχει επικρατήσει σκεπτικισμός αν όχι πανικός. Αυτό όμως δεν απαγορεύει στο κεφάλαιο να αναδιαρθρώνεται διαρκώς και να ψάχνει νέους δρόμους εξόδου από την κρίση, στηριζόμενο όμως όλο και πιο πολύ σε χρηματοπιστωτικά κόλπα και σε τομείς της οικονομίας που στηρίζονται στις υπηρεσίες. Αποδιαρθρώνεται η παραγωγική βάση της παγκόσμιας οικονομίας με εκτεταμένες περιοχές αποβιομηχάνισης και ανεργίας. Κι όλα αυτά διογκώνουν τις εκρήξεις δυσαρέσκειας των συμπιεσμένων μαζών, και ωθούν την εξουσία και τα στηρίγματα της σε παρόμοιες αλλά και διαφορετικές απ’ αυτές τις, μετά το Μάη του ‘68, προσπάθειες ελέγχου και ενσωμάτωσης των αντιδράσεων. Κάτι που παρ’ όλη την αποπολιτικοποίηση που υπάρχει (όσον αφορά στο κίνημα) γίνεται όλο και πιο δύσκολο. Ο Μάης άφησε μεγάλη κληρονομιά που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σήμερα. Έδειξε, κατ’ αρχήν, τα όρια του αυθόρμητου και τη σημασία της ύπαρξης ενός συγκροτημένου, ριζοσπαστικού πολιτικού λόγου και πρακτικής και μιας συνειδητής δύναμης που θα τον εκφέρει και θα πράττει ανάλογα. Οι σημερινές συνθήκες δεν είναι απαγορευτικές όσον αφορά τη δυνατότητα να ειδωθεί πάλι μια κομμουνιστική προοπτική από τις μάζες. Αυτό όμως δεν προκύπτει με παρθενογένεση.
Ο Μάης, άφησε πολλές παρακαταθήκες και καθήκοντα και έδειξε αρκετούς δρόμους. Κι όπως έλεγαν οι κοκκινοφρουροί: «Στον κόσμο επικρατεί μια αναταραχή χωρίς προηγούμενο. Μαύρα σύννεφα υψώνονται από παντού. Η κατάσταση είναι εξαιρετική».
Ακριβώς λοιπόν στις συνθήκες της Νέας Τάξης Πραγμάτων, στη διόγκωση και γενίκευση της Δυαδικοποίησης σ’ όλα τα επίπεδα, αποκτά μεγάλη σημασία όχι τόσο ποιος είναι κληρονόμος και ποιος όχι του Μάη του ’68, αλλά το ποιος απαντά σήμερα και με ποιο τρόπο στο μεγάλο δίλημμα – ερώτημα των καιρών: Μπορεί να υπάρξει διέξοδος σήμερα επαναστατική; Μπορούν να τροποποιηθούν σήμερα οι συσχετισμοί; Μπορεί να μπει φρένο σ’ αυτή τη μετάβαση από την παλιά τάξη πραγμάτων στη νέα τάξη της γενοκτονίας και της εξαθλίωσης;