Για άλλη μια φορά η επέτειος του Μάη του 68 γράφεται, δηλαδή διαστρεβλώνεται (επιεικής η διατύπωση) από αυτούς που τρόμαξε η πρωτόγνωρη εκείνη εξέγερση της νεολαίας κι όχι μόνο. Η εμπορευματοποίηση και προβολή των πλέον δευτερευουσών, ακίνδυνων ή και ανύπαρκτων πλευρών της εξέ­γερσης, η παρουσίαση των πρωταγωνιστών κάτι σαν προδρόμων των σημερινών fashion–victims, και η ταχυδαχτυλουργική εξαφάνιση του επαναστατικού πνεύματος της θύελλας των χρόνων του 60 που συγκλόνισαν ολόκληρο τον κόσμο, είναι ο κοινός παρανομαστής όλης της σαβούρας που γράφεται αυτές τις ημέρες.

Παρακάτω δημοσιεύουμε τμήμα της εισήγησης που έγινε σε εκδήλωση των Αριστερών Σχημάτων στο Μεσολόγγι στις 28/5/93 με θέμα τα «25 χρόνια από το Μάη του 68»

Τι ήταν λοιπόν αυτή η περιβόητη έκρηξη του Μάη; Ήταν μια επανάσταση νέου τύπου που χάθηκε; Ήταν μια εξέγερση επιμέρους κινημάτων κόντρα στην πλήξη; Ήταν μια κίνηση μι­κροαστών φοιτητών που παρασύρθηκαν απ’ τη μόδα του αντιοργανωτικού και απολίτικου πνεύματος της εποχής (όπως επαγγέλλονται οι κουκουεδογενείς επίσημοι ή μη της αριστεράς) ή ένα νεανικό, ρομαντικό, ιδεαλιστικό κλπ… σκίρτημα (που διαφημίζουν και πουλάνε όλες οι μερίδες της αστικής τά­ξης, φιλελεύθερες και σοσιαλδημοκρατικές);

Το να προσπαθεί κάποιος να δώσει μια απάντηση, είναι σί­γουρο πως θα αποτύχει αν δεν εντάξει το “Μάη” σ’ όλο το πλέγμα των εξεγέρσεων και των επαναστάσεων που κάλυψε τη γη απ’ άκρη σ’ άκρη τα χρόνια από ’60-75. Δεν υπάρχει, λοιπόν, περιορισμός στο Γαλλικό Μάη. Σ’ αυτή την έννοια περικλείεται το σύνολο των κινημάτων όπως της ιαπωνικής νεο­λαίας του ’60, της αμερικάνικης νεολαίας του τέλους του ’60, της κινεζικής, της γαλλικής, της ιταλικής, της γερμανικής. Τα μεγάλα απεργιακά κινήματα και οι κινητοποιήσεις της γαλλι­κής και ιταλικής εργατικής τάξης. Η παγκόσμια κινητοποίηση ενά­ντια στο βρώμικο πόλεμο στο Βιετνάμ. Τα απελευθερωτικά κι­νήματα του Τρίτου κόσμου: Αλγερία, Κονγκό, Κούβα, Βιετνάμ, Βολιβία, Παλαιστίνη, Καμπότζη, Κολομβία. Η Μεγάλη Προλε­ταριακή Πολιτιστική Επανάσταση στην Κίνα. Τέλος, όλες οι ι­δεολογικές και πολιτιστικές διεργασίες που αναμόχλευσαν όλη την μέχρι τότε ομοιομορφία και την υποτιθέμενη αδρανώσα “σταθερή παράδοση” Δύσης και Ανατολής.

Σ’ όλα αυτά, το υποσύστημα “Ελλάδα” παίρνει μια ιδιαίτερη χροιά, αφού εντασσόμενη, βέβαια, σ’ όλο αυτό το πλέγμα της αναταραχής εκείνων των χρόνων, η πορεία των πραγμάτων εδώ, ανέδειξε πολλά άλλα στοιχεία και ιδιαιτερότητες που θα θιχτούν σ’ ένα επόμενο σημείο.

Η ουσία της ψηλάφησης των “Μάηδων” περνά πρώτ’ απ’ όλα από το ποιοι ήταν οι αντικειμενικοί όροι των εκρήξεων που χαρακτήρισαν την εποχή εκείνη και “κινδύνεψαν” να φέ­ρουν τα πάνω κάτω. Κατά δεύτερο λόγο, αξιοπρόσεχτη πρέ­πει να ‘ναι η στάση όλων αυτών που πήραν θέση: κράτος, κόμ­ματα, ΜΜΕ ή ακόμα και οι πολιτικοί φορείς των ίδιων των κι­νήσεων. Βρισκόμαστε, λοιπόν, τότε, σε μια περίεργη εποχή, μεταβατική. Ο διπολικός κόσμος, έτσι όπως καθιερώθηκε με την ήττα του ναζισμού στο β’ παγκόσμιο πόλεμο στη δεκαετία του ’50, έχει περάσει στη φάση της παγκόσμιας συνεργασίας των 2 υπερδυνάμεων. Ύφεση, λοιπόν, στις σχέσεις τους, συ­νεργασία στην υπαγωγή σ’ αυτούς όλων των προβλημάτων: από το μοίρασμα των ζωνών επιρροής ως και την κατάργηση της ταξικής πάλης. Εποχή, που η Ανατολή ανακαλύπτει τα κα­λά της Δύσης: την αγορά, την κατανάλωση, την ελευθερία, το κράτος ως σύγχρονη γενική θεότητα, την ουδετερότητα της επιστήμης και της γνώσης, την παραγωγή για το κέρδος και την παραγωγικότητα, τα οικουμενικά πανανθρώπινα προβλή­ματα και δικαιώματα.

Έχει προηγηθεί μια διαμάχη, όμως, που άφησε ορατά τα σημάδια της και δεν άφηνε περιθώρια για ψευδαισθήσεις στους λαούς. Για να καταπολεμηθεί ο Ανατολικός άνεμος του κομμουνισμού που στη δεκαετία του ’50 ήταν δυνατότερος απ’ τον Δυτικό άνεμο του καπιταλισμού (κι αυτό γιατί είχε τη δυνα­τότητα να κινητοποιεί τεράστιες μάζες ανθρώπων κι όχι γιατί είχε περισσότερα όπλα), στην Αμερική έδρασε ο Μακκαρθισμός, στη Δ. Γερμανία του οικονομικού θαύματος ένα τερά­στιο κυνήγι υπόπτων, σε Ν. Κορέα και Τουρκία ο σφαγιασμός της φοιτητικής νεολαίας, στην Αλγερία το ξεπούλημα της ε­πανάστασης απ’ το ΚΚΓ, στο Βιετνάμ η επίμονη προσπάθεια των Σοβιετικών να μην εκτραπούν οι γηγενείς και πλείστα άλ­λα. Αλλά έχει συντελεστεί και η υποχώρηση που μόλις περι­γράψαμε, με ρίζες παλαιότερες, και μάλιστα στις ιδανικότερες συνθήκες μετά τον β’ παγκόσμιο πόλεμο για μια γενίκευση και επικράτηση των κομμουνιστικών ιδεών (ο μισός πλανήτης κόκκινος).

Ας πάρουμε όμως την κατάσταση που επικρατούσε στη Γαλλία: στο οικονομικό επίπεδο είχαμε μια ενίσχυση του ρό­λου των πολυεθνικών μονοπωλίων, των κρατικών μηχανισμών ελέγχου των οικονομικών δεικτών και της εφαρμογής σε μεγάλη έκταση του ταιηλορισμού και του φορντισμού. Μια στάση στις έννοιες είναι απαραίτητη. Όταν λέμε ταιηλορισμός, εννοούμε ότι το κεφάλαιο εφαρμόζει τρόπους μελέτης της κίνησης και παραγωγικότητας των εργατών των μεγάλων μονάδων. Μιλά­με για το πώς ένας εργαζόμενος θα κάνει τις λιγότερες ε­νέργειες για να παράγει όσο το δυνατόν περισσότερα “αγαθά”. Μετριέται λοιπόν η κάθε του κίνηση και το αποτέλεσμα αυτών των μετρήσεων κωδικοποιείται και διαρθρώνεται η παραγωγή βάσει των αποτελεσμάτων. Έτσι, προκύπτει ο εργάτης-βίδα μπροστά σε μια αλυσίδα παραγωγής, όπου η κάθε του κίνηση είναι συγκεκριμένη και αυτοματοποιημένη. Αποτέλεσμα; Απεμπόληση κάθε δημιουργικότητας στην εργασία απ’ τον ίδιο τον εργάτη, χάσιμο του ελέγχου και της γνώσης του τι παρά­γεται, κοινωνική αλλοτρίωση. Και ο μαϊντανός της επιστήμης ως πραγματικά υποταγμένης στις ανάγκες του κεφαλαίου. Όσο για το φορντισμό, πρόκειται για την εφαρμογή της ταιηλοροποιημένης παραγωγής στη μεγάλη βιομηχανία σαν αλυσί­δα παραγωγής. (Και μια παρένθεση: ο Φορντ ήταν ο γνωστός αυτοκινητοβιομήχανος και ο Ταίηλορ ήταν τεχνίτης – εργοδηγός των αρχών του αιώνα μας).

Βρισκόμαστε στα 30 μεταπολεμικά χρόνια της ανάπτυξης του καπιταλισμού στη Δύση, στο λεγόμενο βιομηχανικό μο­ντέλο της κοινωνίας. Εκφραζόταν με μια αύξηση της παραγω­γής (ιδιαίτερα της βιομηχανικής) και δημιουργίας όλων αυτών των μηχανισμών που ωθούσαν τις μάζες της Δύσης σ’ ένα κα­ταναλωτικό delirium. “Καταναλωτική κοινωνία” την είπαν. Μια παραγωγή που συνέχισε να εμφανίζει “δείκτες” στηριγμένη στην εξαθλίωση του τρίτου κόσμου, στις ιμπεριαλιστικές ε­πεμβάσεις όπου δεν υποτασσόταν ο λαός, στους μετανάστες και τη φθηνή εργατική δύναμη που αυτοί προσέφεραν.

Συστατικό στοιχείο όμως αυτού του κοινωνικού μοντέλου ήταν και η ανάπτυξη ενός Κράτους Πρόνοιας που αναπτύχθη­κε όμως κύρια κάτω απ’ τη πίεση των διεκδικητικών εργατικών αγώνων και του αντίπαλου δέους του νέου σοσιαλιστικού κό­σμου. Στα τέλη όμως της δεκαετίας του ’60 όλη αυτή η ανά­πτυξη άρχισε να εμφανίζει τα πρώτα σημάδια της κρίσης που ήρθε με την πρώτη πετρελαϊκή κρίση του 73 που ήταν η α­φορμή, παρόλο που εμφανίσθηκε ως αιτία για να μη θιγεί η ου­σία του ζητήματος, δηλαδή “ότι το καπιταλιστικό σύστημα δεν αυτορυθμίζεται. Η κρίση είναι μέσα στο αίμα του”.

Αυτό το λαχάνιασμα της οικονομίας σήμανε από τότε την απαρχή της συμπίεσης των δικαιωμάτων και των κατακτήσεων των μαζών που σήμερα βλέπουμε τ’ αποτελέσματα της στο κοινωνικό και πολιτικό μοντέλο της Δυαδικής κοινωνίας.

Αυτή η διάρθρωση της παραγωγής έθεσε σε ανάλογη λει­τουργία την πανεπιστημιακή παραγωγή επιστημόνων (άλλω­στε ο ρόλος της εκπαίδευσης και ιδιαίτερα της ανώτατης, σ’ ένα κεφαλαιοκρατικό περίβολο, είναι και η παραγωγή εξειδι­κευμένων στελεχών, εκτός από την αναπαραγωγή της κυ­ρίαρχης ιδεολογίας).

Η Ναντέρ για παράδειγμα (ήταν το πανεπιστήμιο που στις 22/3/68 ξεκίνησε η πρώτη κατάληψη) ήταν κέντρο παραγωγής φιλοσόφων, ψυχολόγων, καθηγητών Μέσης εκπαίδευσης κλπ. (Σημειωτέον: πάνω απ’ το 1/3 των Γάλλων φοιτητών ήταν σε τέτοιες σχολές) που ωθούνταν κύρια στην εκπαίδευση και γι’ αυτό ήταν περιορισμένη η απορρόφηση τους στην αγορά ερ­γασίας μετέπειτα. Το ρόλο του φραγμού στην έξοδο στην πα­ραγωγή τον έπαιζαν οι εξετάσεις: σκληρές, ανούσιες που στην πλειονότητα τους οι φοιτητές αποτύγχαναν. Δεν είναι τυχαίο ότι η έναρξη των συγκρούσεων συνέπεσε με την εξε­ταστική περίοδο. Οι κοινωνικές πιέσεις, όμως που δέχονταν οι φοιτητές, δε σταματούσαν στις εξετάσεις. Ήταν η περίο­δος της ανάπτυξης των πανεπιστημίων – κάμπους, των πανεπιστημιουπόλεων έξω απ’ τις πόλεις, όπου ένας χώρος κατ’ εξοχήν ανή­συχος και ιδεοπαραγωγός σαν τον φοιτητικό, δεν μπορούσε εύκολα να έρθει σε επαφή με άλλα κομμάτια της κοινωνίας. Ο φοιτητικός πληθυσμός, λοιπόν, γκετοποιούνταν σε εστίες και προσπαθιόνταν από τις αρχές να επιβληθεί μια ορισμένη κοι­νωνική συμπεριφορά (δεν είναι τυχαίος ο επιβαλλόμενος δια­χωρισμός ανδρικών και γυναικείων κοιτώνων στις εστίες). Για όσους, φυσικά, αντιδρούσαν υπήρχε η παμπάλαια μέθοδος της καταστολής: τα Δημοκρατικά Τάγματα Ασφάλειας (CRS ή ΜΑΤ επί το ελληνικότερον) αναπτύσσονταν και χρησιμοποιού­νταν αθρόα σ’ όλη τη δεκαετία ‘60 απ’ τη Δημοκρατία του Ντε Γκωλ. Δεν ήταν λοιπόν, η σύγκρουση, μια σπορά της τύχης, μα ένα τέκνο της ανάγκης και της οργής (όπως θα ‘λεγε κι ο ποιητής).

Το κίνημα του Μάη στη Γαλλία είχε να παρουσιάσει πολ­λές πρωτοτυπίες: πρώτη φορά φοιτητική νεολαία ήταν μπροστάρης σε τέτοιους αγώνες που διαπνεέονταν από έναν ξε­κάθαρο και έντονο αντικαπιταλιστικό χαρακτήρα. Πρώτη φορά υπήρχε μια κοινότητα στους στόχους, με άλλα κινήματα χω­ρών του Τρίτου Κόσμου και της Περιφέρειας (ενάντια στο βρώμικο πόλεμο του Βιετνάμ, ενάντια στην αποικιοκρατία, ε­νάντια στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, αλληλεγγύη σε απε­λευθερωτικά κινήματα). Πρώτη φορά με τέτοια μαζικότητα εκ­φράστηκε η αντίθεση στην επιχειρούμενη παλινόρθωση του καπιταλισμού στην ΕΣΣΔ μέσω Χρουτσώφ, Μπρέζνιεφ (ηγέ­τες της ΕΣΣΔ τη δεκαετία του ‘60) και αποκαλύφθηκε ο ρόλος των κομμάτων που στήριζαν και στηρίζονταν απ’ το σοβιετικό μοντέλο του “υπαρκτού σοσιαλισμού” (ΚΚΓ, ΚΚΙ, κύρια).

Δύο σοβαρά στοιχεία εμφανίστηκαν στην κριτική του “Μάη”:

  1. Κριτική σε Γνώση – Επιστήμη -Πανεπιστήμιο: τέθηκαν σοβαροί προβληματισμοί για τη σχέση Γνώση – Κεφάλαιο, Επιστήμη – Εφαρμογή, Πανεπιστήμιο – Παραγωγή. Αμφισβητήθηκε ο ρόλος της καπιταλιστικής παιδείας και τέθηκε με ολοκληρωμένο, πολλές φορές τρόπο, η προβληματική για μια άλλη παιδεία σε μια άλ­λη κοινωνία. Αιτήματα όπως το φοιτητικό βέτο, η άρνηση των εξετάσεων (σαν μέσο ταξικής επιλογής) αλλά και η απεξάρτη­ση της παραγωγής και χρήσης της γνώσης απ’ το κεφάλαιο (μέσω, φυσικά της αποκάλυψης του ρόλου της) αναδείχθηκαν και παλεύτηκαν και πλούτισαν την κίνηση στους πανεπιστημιακούς χώρους. Ήταν τα παρεπόμενα και οι συγχύσεις αυτής της κρι­τικής που χρησιμοποιήθηκαν αργότερα απ ‘τους κρατούντες για να την ενσωματώσουν: το φοιτητικό βέτο μεταφράστηκε σε συνδιοίκηση. Το “όχι εξετάσεις” σε αξιοκρατία. Το “όχι γνώση δούλα του κεφαλαίου” σε ουδετερότητα και τεχνοκρα­τία. Ακόμα, παρόλο που όλη αυτή η κίνηση είχε το χαρακτήρα (στην ουσία) του χτυπήματος της λογικής ότι “το σύστημα διαβρώνεται απ’ τα μέσα”, με την άμπωτη βρέθηκαν πολλοί “Μαρξιστές”, ηγήτορες, στελέχη και υπηρέτες αυτής της λογικής. Τεράστια, λοιπόν, η διαστροφή συνθημάτων, αποτέ­λεσμα αυτής της ανολοκλήρωτης θύελλας. Ανολοκλήρωτης γιατί η αμφισβήτηση δεν έφερε δημιουργία ιδεών, οικοδόμηση ενός άλλου αριστερού προγράμματος που δεν θα διαστρέφο­νταν στην πρώτη ήττα και τρικλοποδιά.
  2. Κριτική στον κατεστημένο τρόπο ζωής, στην κατανάλω­ση, στην οικογένεια, τη θρησκεία, τον έρωτα… Στον υποταγ­μένο πολιτισμό. Ήταν τέτοιας έκτασης αυτή η κριτική που πολλές φορές έφτανε σε υπερβολές και γι’ αυτό αυτές προ­βλήθηκαν, κατηγορήθηκαν και δυσφημίστηκαν ως μικροαστικά κατάλοιπα. Η σεξουαλική απελευθέρωση, για παράδειγμα, με­ταφράστηκε σαν μεγάλη αγορά του σεξ και του πορνό. Η αφύ­πνιση της οικολογικής συνείδησης μεταφράστηκε σαν φυσιολατρεία. Η ουσία, δηλαδή της κριτικής στις κοινωνικές σχέ­σεις δεν ήταν ο χιππισμός και ο οικολογισμός, αλλά και εδώ, με την άμπωτη του κινήματος, αυτό εκφράστηκε. Δεν δέθηκε η κοινωνική με τη πολιτική αμφισβήτηση. Έμεινε στο επίπεδο είτε των μορφών που θεοποιήθηκαν είτε σε μια υπερπολιτική χωρίς ουσία.

Τις καταλήψεις στα πανεπιστήμια τις ακολούθησαν καταλήψεις σε εργοστάσια, σχολεία, ερευνητικά ινστιτούτα μέχρι και σε γραφεία αθλητικών σωματείων.

Στην προσπάθεια να μη συνδεθούν οι φοιτητές με τους εργάτες βοήθησαν όλοι. Πρώτα και καλύτερα, οι “ταξικοί ε­χθροί” του Ντε Γκωλ: το ΚΚΓ. Η CGT (η εργατική συνομοσπονδία που ελέγχει το Κ.Κ.Γαλλίας) και ο Πομπιντού με τη 2η συμφωνία της Grenel έδωσαν γερές αυξήσεις στους εργά­τες και κατόρθωσαν να τους μαζέψουν εν μέρει. Κι ας μη μιλή­σει κανείς για τις αλυσίδες των συνδικαλιστών της CGT μπρο­στά από τα κατειλημμένα εργοστάσια προκειμένου να μην έρ­θουν οι πορείες των φοιτητών σ’ επαφή με τους εργάτες. Όλη, φυσικά, αυτήν την περίοδο έδιναν κι έπαιρναν οι ανακοι­νώσεις του Κ.Κ. για προβοκατόρικα στοιχεία ανωμαλίας κλπ, όσον αφορά στους φοιτητές. Κόντρα στην εξέγερση, όμως, δεν ήταν μόνο ο ρεφορμισμός του ΚΚ. Καραδοκούσε και η σοσιαλδημοκρατία η οποία επιχείρησε και εν μέρει κατόρθωσε να ενσωματώσει ιδέες και συνθήματα. Αυτό φυσικά, γιατί απέ­τυχε στο να καταστείλει, παρέα με την κυβέρνηση την εξέ­γερση. Κάτι, που το Σ.Κ. το πλήρωσε με 13 χρόνια καθυστέ­ρηση στο να πάρει την εξουσία μόλις το 1981 (αυτό αποτελεί ομολογία του ίδιου του Μιτεράν). Ήταν, όμως, και για τη κυ­βέρνηση τέτοιου μεγέθους η πολιτική κρίση, όπου για μια στιγμή, κάπου εκεί στη νύχτα των οδοφραγμάτων 10-11 Μάη, οργάνωνε τη φυγή της από το Παρία. Ο φόβος της εξουσίας ήταν τόσο μεγάλος που απειλήθηκε η κάθοδος του στρατού και των τανκς στους δρόμους. Ακολούθησε ο εκβιασμός των εκλογών που έβγαλαν το Ντε Γκωλ δυναμωμένο. Αποδείχθη­κε ότι η αστική δημοκρατία, προκειμένου να σωθεί, δεν διστά­ζει μπροστά στην όποια μέθοδο, σφαγή και αιματοχυσία. Αυτή είναι η κοινοβουλευτική δημοκρατία που τόσο υμνήθηκε και υ­μνείται.

Στο Μάη κυριάρχησαν 2 πολιτικές αντιλήψεις:

  1. Στήριξη στη κίνηση των μαζών ενάντια σ’ όλους τους ε­πίσημους πολιτικούς σχηματισμούς. Μια κίνηση όμως που χα­ρακτηρίστηκε από το στοιχείο του αυθόρμητου. Όλοι σχεδόν οι πολιτικοί σχηματισμοί που προσπάθησαν να μπολιάσουν με κάποια προγραμματικά στοιχεία την εξέγερση δεν τα κατάφε­ραν. Βρέθηκαν στη θέση να ακολουθούν τις μάζες και να θεοποιούν, από ένα σημείο κι έπειτα, τη κίνηση τους και να υποβι­βάζουν την παρέμβαση τους στο “εγώ απλώς βοηθάω να επαναστατικοποιηθούν οι μάζες”, δεν θα καθοδηγήσω. Αυτή όμως η τακτική, ουσιαστικά ελλείψει ενός προγράμματος δράσης, οδήγησε πολλές φορές στο να εκχωρηθεί το δικαίωμα σε δυ­νάμεις σοσιαλδημοκρατικές, όπως το ΕΣΚ του Ροκάρ, να κα­θοδηγήσουν, ακόμα και να εκφράσουν πλευρές του κινήμα­τος. Με λίγα λόγια, σε αντίθεση με το κομμουνιστικό κίνημα που για μια περίοδο έμπαζε το στοιχείο του συνειδητού σε μια μαζική κίνηση, μέσω του προγράμματος του, στο Μάη απε­μπολήθηκε, ή τουλάχιστον προσπαθήθηκε να εξοβελιστεί ο­ποιαδήποτε έννοια οργάνωσης του αγώνα και υποτάχτηκαν όλα στο στοιχείο της αυθόρμητης εξέγερσης.

Απαραίτητη, όμως, μια παρένθεση στο σήμερα και στο εδώ. Στη σημερινή συγκυρία, τέτοιες λογικές έχουν κάποια βάση και ν’ αναπτυχθούν ακόμη. Η σύγχυση, άλλωστε, για το τι είναι συνειδητό ή τι είναι πρωτοπορία ή ποια είναι τα όρια του αυθόρμητου ή τέλος ποιος ο ρόλος της εργατικής τάξης ως υποκειμένου, οδηγεί δυνάμεις που αποσπώνται από τις αγκά­λες της μεταρρυθμιστικής λογικής των επίσημων Κ.Κ. (και τέτοιο παράδειγμα εδώ είναι το ΝΑΡ) να πέφτουν σε μια αυθορμητολαγνεία, όσον αφορά τη σχέση τους με τις μάζες, ό­που όμως στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό να τους επιτρέπεται να παίζουν ακόμη και με αστικές δυνάμεις. Άραγε, λοιπόν, μό­νο καλά μας τα ‘πε ο Μάης;

  1. Η αντιπαράθεση στο παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα στη δεκαετία “60 που εκφράστηκε, κύρια, μέσω της αντιπαρά­θεσης ΕΣΣΔ-Κίνας, έπαιξε σοβαρό ρόλο στην έκφραση του κινήματος. Η Πολιτιστική Επανάσταση που ξεκίνησε το ’65 σαν μια προσπάθεια επανακαθορισμού των στόχων του κομ­μουνιστικού κινήματος στη διάρκεια της μετάβασης, στο σο­σιαλισμό, επιχείρησε να επαναπολιτικοποιήσει την όλη διαδι­κασία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης σε μια εποχή που στην ίδια την Κίνα τα σημάδια της παλινόρθωσης άρχισαν να παίρ­νουν σάρκα. Η κλίκα του σφαγέα της Τιεν Αν Μεν το ‘89, του Τενγκ Χσιάο Πιγκ είχε αρχίσει να εφαρμόζει πλευρές μιας πο­λιτικής που θα δούμε αργότερα στην εποχή Γκορμπατσώφ στην ΕΣΣΔ. Πάνω εκεί έπεσε το σύνθημα: “βομβαρδίστε το Γενικό Επιτελείο γιατί η αστική τάξη βρίσκεται μέσα στο κόμμα”, που κινητοποίησε εκατομμύρια νέους ερυθροφρουρούς στην κατεύθυνση του άμεσου ελέγχου στη σοσιαλιστική εξουσία. Κινητοποίηση που έφερε νέα πράγματα, πρωτόγνωρα, σ’ όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής: από τους ξυπόλητους γιατρούς-εργάτες ενάντια στις ασθένειες των αγρών, στα εργο­στασιακά πόντια, ως την άμεση κριτική των ντατζεμπάο (εφημερίδων τοίχου). Σύνδεση της θεωρίας με την πράξη σ’ όλα τα κοινωνικά επίπεδα ήταν το κυρίαρχο σύνθημα.

Αλλά οι προεκτάσεις του ήταν τεράστιες στην προσπά­θεια έκφρασης και γεφύρωσης κατεστημένων αντιθέσεων: η σύνδεση της πόλης με την ύπαιθρο και το πρόβλημα της επι­κοινωνίας τους και της ανταλλαγής σχέσεων και προϊόντων. Η τοξικότητα ή μη της εκπαίδευσης και το σύνθημα ότι η ταξι­κή συνείδηση δεν είναι ζήτημα καταγωγής αλλά καθορίζεται από τις κοινωνικές συνθήκες και τις σχέσεις των ομάδων. Η σχέση λαού-στρατού. Το σύνθημα, κόκκινος και όχι ειδικός, που σηματοδότησε την πολεμική απέναντι στο διαχωρισμό διανοητικής – χειρωνακτικής εργασίας που οδηγεί, μόνο αυ­τός, στον πολιτικό διαχωρισμό του ειδικού να κυβερνάει (δηλ επαγγελματία πολιτικού) και του ειδικευμένου να υποτάσσεται στις επιλογές του πρώτου. Αμφισβήτηση λοιπόν του ρόλου του διανοούμενου και άμεση δημοκρατία στον έλεγχο της ε­ξουσίας. Ψηλάφηση της οικοδόμησης του σοσιαλισμού και α­νακάλυψη των μηχανισμών που γεννούν μια νέα αστική τάξη παράλληλα με την οικοδόμηση. Και εξήγηση, τέλος της πορεί­ας προς τα πίσω που είχε αρχίσει να υπάρχει στον ανατολικό κόσμο.

Δεν ήταν λοιπόν, παράξενο που ακτινοβόλησε μια τέτοια κίνηση στην νεολαία της Δύσης και μπόλιασε με ιδέες και φα­ντασία την πρακτική της μέσα στην εξέγερση. Έτσι άλλω­στε, εξηγείται και η λυσσαλέα πολεμική από τα σοβιετόφιλα Κ.Κ. Η έλλειψη όμως μιας κοινής αντίληψης για την πείρα της Πολιτιστικής Επανάστασης, πολλές φορές οδήγησαν σε κακή μετάφραση της ου­σίας της. Κακή στάση και σεχταρισμός κάποιων ομάδων οδη­γούσαν σε γενικολογίες, υπερθεματισμούς ιδεών, ακολουθητισμό χειρίστου είδους που ωθούνταν στα όρια της μίμησης και της γελοιοποίησης. Όλα αυτά μόνο την ουσία της Π.Ε. δεν άγγιζαν.

Οι περισσότεροι από τους ηγέτες τους Μάη προέρχονταν απ’ την ΕΚΦ (φοιτητική νεολαία του ΚΚΓ, όπου το ’60 και ’61, κό­ντρα στην ηγεσία του, οργάνωσε πορεία ενάντια στον πόλεμο της Αλγερίας – πορεία που χτυπήθηκε με όπλα από το κράτος και τους νεκρούς, έκτοτε, τους πήρε η λήθη). Διάφορες σο­σιαλιστικές ομάδες όπως η ΕΚΛ των Κριβίν και Βέμπερ, τροτσκιστικών αντιλήψεων, οι καταστασιακοί, ομάδα αναρχίζοντων, ελευθεριακών τάσεων: κύριος εκφραστής του το κίνημα 22 Μάρτη του Ντανιέλ Κον Μπετίτ. Η ΕΚΝ (μ-λ) των Λινάρ – Λεβύ, μαθητών του Λ. Αλτουσέρ και εμπνευσμένοι από την Πολιτιστική Επανάσταση. Αρκετές απ’ αυτές τις ομάδες, στην πορεία, βρέθηκαν εκτός νόμου, όπως η ΕΚΝ (μ – λ) της οποίας τα μέ­λη ίδρυσαν την Προλεταριακή Αριστερά όπου στην εφημερίδα της Cause du people, έγραφαν διάσημοι διανοούμενο όπως ο Σαρτρ, η Σιμόν Ντε Μποβουάρ, ο Λ.Μαλ, η Μ.Ντιράς και άλλοι πολλοί.

Πέρα όμως, από τον “αριστερισμό” του νέου, ζωντανού και αληθινού στον ιδεολογικό και μαζικό τομέα που έφεραν αυτές οι ομάδες, εμφανίστηκε κι ένας αριστερισμός χωρίς ει­σαγωγικά και όχι για πρώτη φορά στην ιστορία, που συνοψίζε­ται στα εξής:

  1. Επιμονή σε αποσπασματική και συχνά καιρο­σκοπική προβολή γενικών συνθημάτων υποκατάστατο μιας γενικής αντίληψης που να αρθρώνονται τα επιμέρους και να την υπηρετεί Έτσι η “τσιτατολογία” τα πρότυπα, η αντιπαρά­θεση απονεκρωμένων, δογματικών ιδεών, το ποιος είναι λι­γότερο ή περισσότερο μαρξιστής ή μαοϊκός έδινε και έπαιρ­νε.
  2. Η περιφρόνηση της καθημερινής, επίμονης δουλειάς και η προσκόλληση στο θαύμα των λαμπερών εκρήξεων του αυ­θορμητισμού.
  3. Η ευκολία στην παραγωγή θεωρίας. Η περι­φρόνηση της επεξεργασίας της απλής πείρας και η προσκόλ­ληση στην κατασκευή ή στη λειτουργία αφηρημένων εννοιών
  4. Το πνεύμα του μικρόκοσμου. Αυτό που έχει αξία ανάμεσα μας ανάγεται σε γενική αξία. Τα αρχηγιλίκια και τα εύκολα α­ναθέματα.

Στην Γαλλία δημιουργήθηκαν οι συσχετισμοί που έκριναν την έκβαση της μάχης. Ιστορικά, η μάχη στο πεδίο της εργατι­κής τάξης ήταν αδύνατο να κερδηθεί με τους στόχους που τέθηκαν και το συγκεκριμένο τρόπο που δόθηκε. Ήταν όμως δυνατό να ριζώσουν μέσα στην εργατική τάξη οι “νέες ανερ­χόμενες δυνάμεις”. Αλλά αυτό προϋπέθετε άλλον ιδεολογικό εξοπλισμό, άλλη προοπτική και επομένως άλλο τρόπο ενέρ­γειας. Το αυθόρμητο και η κοινωνική σύγκρουση έφερε κοντά νεολαία και εργατική τάξη, αλλά αυτό δεν αρκούσε.

Ακολούθησε η υποχώρηση που εμπέδωσε σης μάζες το α­ναπόφευκτο, το εφικτό, το ρεαλιστικό. Και η τάξη επανήλθε. Παραχωρήσεις δόθηκαν (πχ ψήφος στα 18), ο Ντε Γκώλ έ­φυγε, δεινόσαυρος κι αυτός της εποχής του δεν μπορούσε ν’ ακολουθήσει τις αλλαγές τακτικής της νέας εξουσίας. Και κα­ταστολή – καταστολή – καταστολή. Η τακτική του καρότου και του μπαστουνιού που βιώνουμε καθημερινά και σήμερα από πλευράς εξουσίας. Ο Μάης στον κόσμο που διήρκεσε 20 πε­ρίπου χρόνια τέλειωσε, και η τάξη επανήλθε παντού: σφαγή στην Κεϋλάνη, 700 χιλιάδες νεκροί κομμουνιστές στην Ινδονησία – χιλιάδες εκτελέσεις στην Κίνα μετά από την υποχώρηση της Πολιτιστικής Επανάστασης και τη σύλληψη της “συμμορίας των 4” – 5.000 φυλακι­σμένοι για τρομοκρατία στην Ιταλία – 20 εκατομμύρια φακελωμένοι στη Δ. Γερμανία. Οικοδομήθηκε τότε μια πολιτική δυαδικοποίηση (χωρίς την οποία θα ήταν αδύνατη η σημερινή κοινωνι­κή δυαδικοποίηση), με το διαχωρισμό των εριφίων από τους αμνούς, δίπλα στους ταξικούς διαχωρισμούς που εντάθηκαν. Νεανικό, λοιπόν, σκίρτημα και ήθελε τέτοια μέτρα, καταστολή και σφαγές για να σβήσει;

Μ’ όλα, τα στραβά κι ανάποδα της, η Αριστερά της αριστε­ράς της εποχής της, ήταν ο μόνος πολιτικός χώρος που έδω­σε τη μάχη να επεκταθεί και να εμπλουτιστεί η εξέγερση.

Γι’ αυτό βρήκε αντιμέτωπους σε μια φωνή και μια γροθιά αστούς και ρεφορμιστές. Γι’ αυτό, όση περιφρόνηση πρέπει σ’ αυτούς που βρέθηκαν ή πήδησαν μετά στην “άλλη πλευρά”, τόσος σεβασμός σ’ όσους έμειναν και το παλεύουν ακόμα, και περισσότερος στις μάζες που τάραξαν την ησυχία του κό­σμου νια πολλά χρόνια. Και δείχθηκε πως η επανάσταση δεν είχε σβήσει αλλά για να σταθεί στα πόδια της χρειάζεται νέα όπλα: οργάνωση, πρόγραμμα και ζύμωση καθημερινά.

Στην Ιταλία, ο Μάης ήρθε σε μια εποχή που το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα εντασ­σόταν σε μεγάλο βαθμό στον εθνικό κορμό με τους ιστορι­κούς του συμβιβασμούς – κληρονομιά του Τολλιάτι, και το υπο­κείμενο του ιταλικού Μάη, πέρα από τους φοιτητές ήταν και οι εργάτες από το Νότο που δούλευαν στο Βορρά. Γι’ αυτό και κράτησε τόσο πολύ εκεί. Η τακτική της εξουσίας είχε 2 πλευρές:

α Ανοιχτή προβοκάτσια (βόμβες στο Σιδηροδρομικό Σταθμό Μπολώνιας και σε τράπεζες) και επίδειξη κινδύνου φασιστικού πραξικοπήματος πέρα απ’ την ωμή καταστολή.

β. Χρήση μιας λειψής αλληλεγγύης που οδηγούσε σε αντι­παράθεση εργάτες και φοιτητές, εργάτες του Βορρά και Μα­ροκινούς – “βρωμιάρηδες” του Νότου. Αλλά και στο ίδιο το κί­νημα, πολλές φορές επικράτησε το ιταλικό fare politica: ενώ οι ηγέτες φώναζαν για καμία διαπραγμάτευση με τ’ αφεντικά και τους ρεφορμιστές και το κίνημα προχωρούσε, επιδίδονταν σε κρυφές συνομιλίες με τους L.Longo (γραμματέα του PCI) και B. Trentin (γραμματέας CGIL).

Όσο για την Ελλάδα ο Μάης ήταν διαφορετικός. Μιλάμε για μια χώρα δεμένη στο άρμα του ΝΑΤΟ και των Αμερικάνων, εξαρτημένη οικονομικά από τα μεγάλα πολυεθνικά μονοπώ­λια, με οικονομία που στηριζόταν κύρια στη μεταποίηση και στον αγροτικό τομέα. Κυρίαρχο το αεριτζίδικο στοιχείο των μεγαλοκεφαλαιούχων και η μετανάστευση για τους πολίτες β’ κατηγορίας. Ιστορικά, στη δεκαετία ’40 είχαμε 3 ένοπλες επα­ναστάσεις που ηττήθηκαν από μια ψυχορραγούσα ντόπια α­στική τάξη που στηρίχτηκε μόνο με τη βοήθεια του σχεδίου Μάρσαλ και των Αμερικάνων. Μ’ ένα Αριστερό κίνημα που παρ’ ότι τελούσε για πάνω από 30 χρόνια κάτω από την απαγόρευση, τις διώξεις και τον κατατρεγμό, εντούτοις έπαιξε ένα κυρίαρ­χο ρόλο σ’ όλη τη μεταπολεμική περίοδο.

Την εποχή του Μάη στον κόσμο, εδώ υπήρχε μια ξενοκίνητη χούντα που επιβλήθηκε για να καταστείλει ένα λαϊκό κί­νημα που την περίοδο του ’60 και της αποστασίας είχε κατα­στεί ικανό με τις συγκρούσεις και τις πορείες να τρίζει τα δό­ντια του στους ντόπιους αστούς. Μετά το Πολυτεχνείο και τη μεταπολίτευση, φάνηκε, εκτός από τη δύναμη του λαϊκού πα­ράγοντα και ο ρόλος της επίσημης Αριστεράς σαν πυροσβέ­στη των αγώνων. Υποταγμένο πλήρως και δεδηλωμένα (δή­λωση νομιμότητας το ‘74) το ΚΚΕ στον Καραμανλή όπως έκα­νε και το ΚΚΓ με τον Ντε Γκωλ το ‘68. Σε μια εποχή, μάλιστα, που το κέντρο της πολιτικής εξάρτησης της χώρας μετατοπί­ζονταν σιγά – σιγά, από τις ΗΠΑ στην ΕΟΚ, ένα κομμάτι της αριστεράς που αντιδρούσε σ’ αυτήν την πορεία αλλαγής δέρ­ματος του κομμουνιστικού κινήματος και κινητοποιούσε μάζες μακράν της οικτρής μειοψηφίας της τωρινής εξωκοινοβουλευ­τικής Αριστεράς, αντιμετωπιζόταν ως ο λεπρός και παρασιτι­κός προβοκάτορας του αριστερισμού. Πως όμως, αυτό το κομμάτι μάζευε στην πρώτη ( και απαγορευμένη) πορεία του Πολυτεχνείου 50.000 κόσμο δεν το εξηγούν οι ιθύνοντες του ντούρου “Μαρξισμού – Λενινισμού” του ΚΚΕ. Ήταν τέτοια και η δύναμη και η ακτινοβολία του φοιτητικού κινήματος που κυριαρχού­νταν από τις ιδέες της αριστεράς, όπου κόντρα σ’ όλες τις επίσημες πολιτικές δυνάμεις, κατάφερε μετά από πολύμηνες καταλήψεις και συγκρούσεις με νεκρούς και τραυματίες να παρθεί πίσω ένας νόμος εξευρωπαϊσμού της Ανώτατης Παιδείας, ο 815 του 1980.

Τα αίτια της ήττας και της ενσωμάτωσης και διαφθοράς ό­λου αυτού του ριζοσπαστισμού της νεολαίας της μεταπολί­τευσης από το ΠΑΣΟΚ είναι πολλά. Κι όχι άσχετα με ό,τι ίσχυ­σε και στις χώρες του Μάη. Γιατί ο Μάης, εδώ, κράτησε του­λάχιστον 20 χρόνια (60 – 80).

Η τοτινή τάξη πραγμάτων ταρακουνήθηκε από τον 15χρονο Μάη του ’68. Εξανάγκασε ακόμα και τους σοβιετικούς, προκειμένου να κρατήσουν τις αντιδράσεις που’ χαν εκραγεί όλα αυτά τα χρόνια, να επανεκδοθούν σε ένα πλαίσιο οικονο­μικής και κοινωνικής συνεργασίας μεταξύ των 2 κόσμων (Ανατολής και Δύσης), μια καρικατούρα του ψυχρού πολέμου του ’50. Στη ΝΤΠ του σήμερα, δεν χωράει ούτε καν ο πρώην ανατολικός κόσμος έστω και σαν επίπλαστο αντίπαλο δέος.

Είμαστε σε μια εποχή που όχι μόνο δεν ευημερεί το σύ­στημα, αλλά σαπίζει παρασύροντας στο περιθώριο και στην α­πόρριψη τεράστιες μάζες ανθρώπων εφαρμόζοντας μέσα στην κρίση του το τερατούργημα της δυαδικής κοινωνίας. Α­κόμα και οι θρίαμβοι για ανάκαμψη της παγκόσμιας μετά – οι­κονομίας από την ενσωμάτωση των οικονομιών του ανατολι­κού μπλοκ έχουν κοπάσει και έχει επικρατήσει σκεπτικισμός αν όχι πανικός. Αυτό όμως δεν απαγορεύει στο κεφάλαιο να αναδιαρθρώνεται διαρκώς και να ψάχνει νέους δρόμους εξό­δου από την κρίση, στηριζόμενο όμως όλο και πιο πολύ σε χρηματοπιστωτικά κόλπα και σε τομείς της οικονομίας που στηρίζονται στις υπηρεσίες. Αποδιαρθρώνεται η παραγωγική βάση της παγκόσμιας οικονομίας με εκτεταμένες περιοχές α­ποβιομηχάνισης και ανεργίας. Κι όλα αυτά διογκώνουν τις ε­κρήξεις δυσαρέσκειας των συμπιεσμένων μαζών, και ωθούν την εξουσία και τα στηρίγματα της σε παρόμοιες αλλά και δια­φορετικές απ’ αυτές τις, μετά το Μάη του ‘68, προσπάθειες ε­λέγχου και ενσωμάτωσης των αντιδράσεων. Κάτι που παρ’ όλη την αποπολιτικοποίηση που υπάρχει (όσον αφορά στο κί­νημα) γίνεται όλο και πιο δύσκολο. Ο Μάης άφησε μεγάλη κληρονομιά που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σήμερα. Έδειξε, κατ’ αρχήν, τα όρια του αυθόρμητου και τη σημασία της ύπαρ­ξης ενός συγκροτημένου, ριζοσπαστικού πολιτικού λόγου και πρακτικής και μιας συνειδητής δύναμης που θα τον εκφέρει και θα πράττει ανάλογα. Οι σημερινές συνθήκες δεν είναι α­παγορευτικές όσον αφορά τη δυνατότητα να ειδωθεί πάλι μια κομμουνιστική προοπτική από τις μάζες. Αυτό όμως δεν προ­κύπτει με παρθενογένεση.

Ο Μάης, άφησε πολλές παρακαταθήκες και καθήκοντα και έδειξε αρκετούς δρόμους. Κι όπως έλεγαν οι κοκκινοφρουροί: «Στον κόσμο επικρατεί μια αναταραχή χωρίς προηγούμε­νο. Μαύρα σύννεφα υψώνονται από παντού. Η κατάσταση εί­ναι εξαιρετική».

Ακριβώς λοιπόν στις συνθήκες της Νέας Τάξης Πραγμά­των, στη διόγκωση και γενίκευση της Δυαδικοποίησης σ’ όλα τα επίπεδα, αποκτά μεγάλη σημασία όχι τόσο ποιος είναι κλη­ρονόμος και ποιος όχι του Μάη του ’68, αλλά το ποιος απαντά σήμερα και με ποιο τρόπο στο μεγάλο δίλημμα – ερώτημα των καιρών: Μπορεί να υπάρξει διέξοδος σήμερα επαναστατική; Μπορούν να τροποποιηθούν σήμερα οι συσχετισμοί; Μπορεί να μπει φρένο σ’ αυτή τη μετάβαση από την παλιά τάξη πραγ­μάτων στη νέα τάξη της γενοκτονίας και της εξαθλίωσης;

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!