Του Vladimir Nesterov

Το περασμένο καλοκαίρι μεγάλα κέφια επικρατούσαν στις Βρυξέλλες. Όταν η Eurostat δημοσίευσε τη Στατιστική  Έκθεση για το δεύτερο τρίμηνο, φαινόταν ότι η οικονομία της Ευρωζώνης, παρά τις απαισιόδοξες προβλέψεις των ειδικών, είχε μεγεθυνθεί. Βέβαια όχι κάτι ιδιαίτερο, μονάχα 0,3% και αυτό κυρίως από μια κάποια ανάκαμψη σε Γερμανία και Γαλλία. Η ανάπτυξη των μεγαλύτερων οικονομιών της Ευρωζώνης ήταν 0,7% και 0,5% αντίστοιχα, σε ετήσιους ρυθμούς. Μετά από αυτό, προέβλεψαν πως το ΑΕΠ της Γερμανίας θα αυξανόταν 0,5% μέχρι το τέλος του έτους. Φυσικά, το ΑΕΠ της Ευρωζώνης, καθηλωμένο από τις «προβληματικές χώρες» του Νότου, θα συνέχιζε την κάθοδο, κατά 0,5%.
Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Βαν Ρομπάι έσπευσε να ανακοινώσει πως «το χαμηλό ακρότατο της οικονομικής κρίσης στην Ευρώπη έχει περάσει» και ο πρόεδρος της Κομισιόν Z.M. Μπαρόζο διακήρυξε πως η ΕΕ μεταβαίνει από την πολιτική της κρίσης στην πολιτική της ανάπτυξης. Και όλα αυτά ενώ οι ειδικοί υποστήριζαν ότι είναι πολύ νωρίς για να γιορτάσουμε την «ανάπτυξη». Για παράδειγμα ο Guntram Wolff, διευθυντής του Κέντρου Αναλύσεων Bruegel, δήλωσε πως «οι αναπτυξιακοί αριθμοί σε ολόκληρη την Ευρώπη είναι πολύ μικροί για να ανατρέψουν των κατάσταση στην αγορά εργασίας. Η ανεργία θα παραμείνει υψηλή στη Νότια Ευρώπη και τον επόμενο χρόνο».

Ο εγκρατής Νοέμβρης
Μέχρι το Νοέμβρη, η καλοκαιρινή αισιοδοξία των αξιωματούχων των Βρυξελλών είχε εξατμιστεί. Στο τέλος του τρίτου τριμήνου, η ανάπτυξη της Ευρωζώνης αποδείχτηκε απατηλή – μόνο 0,1%. Που σημαίνει πως η κρίση δεν είχε πάει πουθενά. Είχε επιβραδυνθεί μόνο και μόνο για να επανέλθει με νέα ορμή. Το τρίτο τρίμηνο διέψευσε την επικρατούσα αντίληψη της «Ευρώπης των δύο ταχυτήτων», σύμφωνα με την οποία μπορεί να μην υπάρχει ανάπτυξη στο Νότο αλλά σαφώς και υπάρχει στο Βορρά. Τίποτα δεν θα μπορούσε να είναι πιο μακριά από την πραγματικότητα. Ούτε μία χώρα της Ευρωζώνης δεν μπορεί να καυχιέται σήμερα για σημαντική ανάπτυξη. Ακόμη και στη Γερμανία, η αύξηση του ΑΕΠ ήταν γελοιωδώς μέτρια, 0,3 έως 1,3% σε ετήσιους ρυθμούς.
Εν μέσω των οικονομικών προβλημάτων της Ευρώπης, η φτώχεια αναπτύσσεται ραγδαία. Σύμφωνα με τους κοινωνιολόγους της Eurostat, το 2012 124,5 εκατομμύρια άνθρωποι βρίσκονταν στο κατώφλι της φτώχειας. Η χειρότερη κατάσταση είναι στη Βουλγαρία, όπου η φτώχεια και η κοινωνική περιθωριοποίηση απειλούν το μισό πληθυσμό. Έπονται η Ρουμανία και η Λετονία όπου το 42% και 37% των κατοίκων αντίστοιχα κινδυνεύουν από τη φτώχεια. Στη Λιθουανία η φτώχεια απειλεί το 33% του πληθυσμού, στην Πολωνία το 27,2% και στην Εσθονία το 23,1%. Η Ιταλία χρήζει ιδιαίτερης αναφοράς. Αν και το ποσοστό των φτωχών δεν είναι τόσο μεγάλο (29,2%), σε απόλυτους αριθμούς ανέρχονται σε 18,2 εκατομμύρια ανθρώπους. Οι Ιταλοί αποτελούν τη μεγαλύτερη μάζα φτωχών ανθρώπων στην Ευρώπη.

Απ’ τον ευρωσκεπτικισμό στην ολική απαισιοδοξία
Η κρίση χρέους που βρίσκεται στην Ευρώπη ήδη στον πέμπτο χρόνο και τα σκληρά μέτρα λιτότητας που όλες οι ευρωπαϊκές χώρες ήταν υποχρεωμένες να εισαγάγουν, προκαλούν μια άνοδο του ευρωσκεπτικισμού, όχι μόνο στην περιφέρεια της Ευρώπης αλλά και σε ευημερούσες χώρες όπως η Γερμανία και η Αυστρία.
Τα αποτελέσματα μιας έρευνας του περασμένου Αυγούστου – Σεπτεμβρίου από τη γαλλική εταιρία IFOP δείχνει μια απότομη αύξηση των ευρωσκεπτικιστών στις τέσσερις ισχυρότερες οικονομίες της Ευρωζώνης: Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία και Ισπανία. Το κύριο ερώτημα που έθετε η έρευνα ήταν αν αισθάνονταν ότι η συμμετοχή στην Ε.Ε. αποτελούσε πλεονέκτημα. Το 37% των Ισπανών πιστεύουν ότι η συμμετοχή στην Ε.Ε. δημιουργεί μόνο προβλήματα στην Ισπανία (ένα χρόνο νωρίτερα το ποσοστό ήταν 26%). Στη Γαλλία ανέβηκε από 38% το 2012 σε 43% φέτος. Στη Γερμανία από 36% σε 44%. Το μεγαλύτερο ποσοστό ευρωσκεπτικιστών παρουσιάζεται στην Ιταλία, όπου 45% των πολιτών δεν βλέπουν όφελος από τη συμμετοχή τους στην Ε.Ε…
Οι άνθρωποι χάνουν την ελπίδα αλλά και την πίστη τους στο μέλλον. Σύμφωνα με στοιχεία του American Pew Research Center, που διεξήγαγε σχετική έρευνα την περασμένη άνοιξη, μόνο το 28% των Γερμανών, το 17% των Βρετανών, το 14% των Ιταλών και το 8% των Γάλλων πιστεύουν πως τα παιδιά τους θα ζήσουν καλύτερα από τις προηγούμενες γενιές. Αυτό που είναι πιο ενδιαφέρον είναι ότι η απαισιοδοξία στη Δύση έρχεται σε απόλυτη αντίθεση με την αισιοδοξία στις αναπτυσσόμενες χώρες: 82% των Κινέζων, 59% των Ινδών και 65% των Νιγηριανών πιστεύουν σε ένα καλύτερο μέλλον.

* Δημοσιεύτηκε στην Deutsche Welle

Μετάφραση: Γιώργος Τσίπρας

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!