Λίγο μετά την ανακοίνωση των τελικών αποτελεσμάτων των βραζιλιάνικων εκλογών ο Ζοάο Πέντρο Στέντιλε παραχώρησε την πρώτη του συνέντευξη στον ραδιοσταθμό Brasil de Fato (*). Είναι μια παρέμβαση που ξεχωρίζει διότι, σε αντίθεση με τις πανικόβλητες αντιδράσεις και τις ανιστόρητες εκτιμήσεις μεγάλου μέρους της βραζιλιάνικης και διεθνούς Αριστεράς, προσφέρει μια ψύχραιμη εξήγηση του αποτελέσματος. Αλλά δεν περιορίζεται σ’ αυτό: αρνούμενος ότι οι Βραζιλιάνοι έγιναν ξαφνικά φασίστες κι ότι τυχόν επικράτηση του ακροδεξιού Μπολσονάρου στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών θα σημάνει το τέλος του κόσμου, ο ιστορικός ηγέτης του Κινήματος Ακτημόνων (MST) αντιστέκεται στην παράλυση της σκέψης και περιγράφει τις προϋποθέσεις για μια επιτυχή αντεπίθεση του λαϊκού κινήματος.

Ποια είναι η γνώμη σας για τις εκλογές αυτής της Κυριακής;

Οι ψηφοφόροι ήθελαν αλλαγή. Αλλαγή αυτού που έβλεπαν στην παλιού τύπου πολιτική. Στους παλιούς πολιτικούς. Η επιδιωκόμενη αλλαγή εκφραζόταν μέσα από το πρόσωπο του Λούλα. Δυστυχώς η δικαστική δικτατορία, παραβιάζοντας σαφώς τους νόμους της χώρας μας, του απαγόρευσε να είναι υποψήφιος. Διαφορετικά θα γιορτάζαμε σήμερα τη νίκη του στον πρώτο γύρο! Κατόπιν του αποκλεισμού του Λούλα, όμως, ο Μπολσονάρου φάνηκε ελκυστικός σε όσους απολίτικους ή μη κομματικά προσανατολισμένους εκλογείς επεδίωκαν μια αλλαγή. Κατάφερε να εμπεδώσει την εντύπωση ότι είναι ο αντισυστημικός υποψήφιος, παρόλο που εκπροσωπεί περισσότερο από κάθε άλλον τη βραζιλιάνικη άρχουσα τάξη, το κεφάλαιο και το σημερινό σύστημα κυριαρχίας. Και μπήκε στο δεύτερο γύρο ακριβώς επειδή είχε την ιδεολογική επιδεξιότητα να εξαπατήσει τους φτωχούς, λέγοντας «είμαι ενάντια στους πλούσιους». Κατά κάποιο τρόπο αντιγράφει τον ρόλο που έπαιξε παλιότερα ο Κολόρ, όταν πραγματοποίησε εκείνη την περίφημη ομιλία ενάντια στους «μαχαραγιάδες» [τη βραζιλιάνικη ολιγαρχία], χάρη στην οποία εξαπάτησε τους φτωχούς και κέρδισε τον Λούλα στις εκλογές του 1989…

Όσον αφορά τώρα τις βουλευτικές εκλογές, κι εκεί σημειώθηκαν εκπλήξεις – ιδίως όσον αφορά τη Γερουσία. Χάσαμε αξιόλογους, αγωνιστές γερουσιαστές, αλλά το ίδιο συνέβη και στο αντίπαλο στρατόπεδο. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι πάντως η μη επανεκλογή του απερχόμενου προέδρου της Γερουσίας Εουνίσιο Ολιβέιρα, ο οποίος υποστηρίχθηκε από το Κόμμα Εργατών (ΡΤ) – μια συμμαχία στην οποία αντιταχθήκαμε εμείς του MST, κι ας διακήρυττε υποκριτικά ο κ. Ολιβέιρα ότι στηρίζει τον Λούλα. Ευτυχώς, οι εκλογείς της πολιτείας Σεαρά φάνηκαν πιο γνωστικοί από το ΡΤ, και τον άφησαν έξω από τη Γερουσία…

Πώς βλέπετε την πορεία προς τον δεύτερο γύρο;

Στο δεύτερο γύρο δεν θα παίξουν σημαντικό ρόλο τα κόμματα. Οπωσδήποτε ο Χαντάντ θα πρέπει να διαπραγματευθεί μαζί τους, αλλά δεν είναι η έκβαση αυτών των διαπραγματεύσεων που θα επηρεάσει τη σκέψη των ψηφοφόρων. Νομίζω ότι ο δεύτερος γύρος θα είναι μια μάχη μεταξύ σχεδίων και τάξεων… Τώρα θα έχουμε μόνο δύο υποψήφιους, και είναι ξεκάθαρο ότι αντιπαρατίθενται δύο σχέδια. Ο Μπολσονάρου, παρά την υποκριτική φρασεολογία του, καταφανώς εκπροσωπεί τις αντιδραστικές δυνάμεις της χώρας. Δεν είναι σύμπτωση ότι υποστηρίζεται από την πλειοψηφία των ενόπλων δυνάμεων και από τους περισσότερους τραπεζίτες – οι οποίοι εκπροσωπούνται στο επιτελείο του μέσω του οικονομικού γκουρού του, του Πάουλο Γκέντες, που είναι και μέτοχος της επενδυτικής τράπεζας Bozano. Ελπίζω ότι ο Χαντάντ θα μπορέσει να το εξηγήσει στον κόσμο. Αντί να εμφανίζεται ως εκπρόσωπος του Λούλα, ο Χαντάντ θα πρέπει να μιλά ως εκπρόσωπος των εργαζόμενων τάξεων.

Ποιος είναι ο ρόλος των ακτιβιστών σε αυτή τη διαδικασία;

Καταρχήν, να εξακολουθήσουμε να δείχνουμε τις δυνάμεις που βρίσκονται πίσω από τον Μπολσονάρου. Έχει πίσω του μυστικές υπηρεσίες του εξωτερικού, δηλαδή απολαμβάνει στήριξης από το διεθνές κεφάλαιο. Το ίδιο πρέπει να ξεσκεπάσουμε και όλους αυτούς τους ψευδώνυμους λογαριασμούς στα κοινωνικά δίκτυα, που ξέρουμε ότι κοστίζουν πολλά και τους χρησιμοποιεί για να διεξάγει διαδικτυακό πόλεμο. Πρέπει να μιλήσουμε στους εργάτες, στους φτωχούς. Και, για να το κάνουμε αποτελεσματικά, πρέπει να χρησιμοποιήσουμε επιχειρήματα, γεγονότα. Πρέπει να πούμε στον κόσμο να μην φοβάται. Και να δείξουμε ότι, παρόλο που ο Μπολσονάρου διακατέχεται από φασιστικές ιδέες, δεν υπάρχει φασιστικό κίνημα στη Βραζιλία. Δεν υπάρχει κίνημα από τα κάτω στην κοινωνία υπέρ του φασισμού στη χώρα μας.

Έπαιξαν ρόλο στην επιτυχία του Μπολσονάρου οι συμμαχίες που συνέπηξε με το λόμπι των μεγαλογαιοκτημόνων;

Οι κεντροδυτικές και βόρειες περιφέρειες της Βραζιλίας είναι αυτές όπου τα λατιφούντια ηγεμονεύουν στην κοινωνία. Δεν κερδίζουν απλώς τις εκλογές – κυριαρχούν στις εκκλησίες, διαθέτουν στρατόπεδα δυνάμεων ασφαλείας, ορίζουν την κοινωνική ζωή. Είναι πολύ δύσκολο για την Αριστερά να ευημερήσει σε αυτές τις περιφέρειες, διότι εκεί δεν υπάρχει εργατική τάξη. Η εργατική τάξη μεταναστεύει από εκεί, ψάχνει για δουλειά στις νοτιοανατολικές ή άλλες περιφέρειες. Τώρα, στο δεύτερο γύρο, πρέπει να πάμε πόρτα-πόρτα, να κάνουμε συγκεντρώσεις σε ενορίες και εκκλησίες, να καλέσουμε προοδευτικούς κληρικούς για να εξηγήσουν στον κόσμο ότι η ψήφος στον Μπολσονάρου θα μεταφραστεί σε αύξηση της τιμής της βενζίνης, των ενοικίων, των εισιτηρίων στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Και, βλέποντας τον χάρτη της Βραζιλίας, ας εξετάσουμε πόσο αντιφατικά είναι τα πράγματα: οι περισσότεροι κυβερνήτες πολιτειών που εκλέχθηκαν από τον πρώτο γύρο είναι προοδευτικοί. Δεν ισχύει δηλαδή ότι ο λαός ήπιε το τσάι του φασισμού και τώρα ψηφίζει υπέρ του.

Οι περισσότεροι απ’ όσους ψήφισαν τον Μπολσονάρου θέλουν αλλαγή. Αλλά μόνο ένα μικρό τμήμα τους συμφωνεί πραγματικά με τις πλέον επιθετικές απόψεις του…

Έχετε δίκιο. Η μεγάλη δύναμη του Μπολσονάρου είναι ότι μπόρεσε να κινητοποιήσει τους δικούς του ακτιβιστές: τους στρατιωτικούς, ιδίως απόστρατους, την πλειοψηφία των μασόνων, και τις μυστικές υπηρεσίες που τον βοήθησαν με μια ισχυρή καμπάνια παρέμβασης στα κοινωνικά δίκτυα. Με τον ίδιο τρόπο κινητοποίησε και κληρικούς, που δεν είναι διόλου ευαγγελιστές με την έννοια του Ευαγγελίου, οι οποίοι τοποθετούνται ανοιχτά υπέρ του Μπολσονάρου και διαδίδουν ψεύδη, π.χ. περί γάμου μεταξύ ομοφυλοφίλων, ώστε να τρομοκρατήσουν ανθρώπους με συντηρητικές αρχές. Αυτό εξηγεί άλλωστε και την κατάρρευση της καμπάνιας της οικολόγου υποψήφιας Μαρίνα Σίλβα.

Ποιες είναι οι προκλήσεις μιας κυβέρνησης του Μπολσονάρου ή του Χαντάντ;

Δεν υπάρχει λόγος να απελπιζόμαστε στην περίπτωση μιας κυβέρνησης υπό τον Μπολσονάρου. Το αντίθετο! Θα πρέπει να δυναμώσουμε τη δουλειά μας στη βάση, την ιδεολογική δουλειά. Στην περίπτωση που χαθεί η εκτελεστική εξουσία, θα πρέπει να ενισχύσουμε τη δουλειά μας σε άλλα επίπεδα ώστε να είμαστε η αντιπολίτευση, και μάλιστα αφιερώνοντας μεγαλύτερη προσοχή στον πολιτικό αγώνα – με ανανεωμένη ενέργεια, ώστε να αναπτύξουμε νέες μεθόδους λαϊκής επικοινωνίας και να μπορέσουμε να μεταδώσουμε τις ιδέες της εργατικής τάξης και το πώς αυτή αντιλαμβάνεται συλλογικά τις πολιτικές εξελίξεις. Οι αντίπαλοί μας δεν έχουν ένα σχέδιο για τη Βραζιλία. Μια κυβέρνηση υπό τον Μπολσονάρου θα σημάνει τέσσερα χρόνια βαθιάς κρίσης.

* Η συνέντευξη δημοσιεύεται ελαφρά συντετμημένη, με τίτλο της Σύνταξης (μετάφραση από www.brasildefato.com.br). O 65χρονος σήμερα Ζοάο Πέντρο Στέντιλε είναι οικονομολόγος και εκ των ηγετών του Κινήματος Ακτημόνων (MST) – του μεγαλύτερου κοινωνικού κινήματος στη Λατινική Αμερική.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!