Οι προσφυγικές ροές και η ρίζα του «κακού»

Του Στράτου Γεωργούλα*

 

Τους τελευταίους μήνες ζούμε σε μια κοινωνία που έχει φτάσει στα όριά της και εδώ στη Λέσβο. Μια κοινωνία που μπορεί να κατανοήσει ότι η ρήξη με τις πολιτικές του παρελθόντος είναι η μοναδική διέξοδος. Αλλά και μια κοινωνία που εύκολα μπορεί να κυλήσει στον εκφασισμό που, στρατηγικά, της προσφέρεται ως λύση από αυτούς που δεν θέλουν να χάσουν τα κεκτημένα τους, νεοφιλελεύθεροι πολιτικοί, ακροδεξιοί κατασταλτικοί, κεντροφασιστικά ρυάκια. Τοπικοί παράγοντες που ανακαλύπτουν για «πρώτη φορά» ένα πρόβλημα που οι ίδιοι συντηρούσαν επί δεκαετίες. Είναι οι ίδιοι που φρόντισαν από τις κυβερνητικές τους θέσεις να καταστρέψουν κάθε κρατική δομή πρόνοιας και να την αντικαταστήσουν με ένα πελατειακό τους σύστημα διαχείρισης. Τώρα επιρρίπτουν τις ευθύνες αλλού, κάνουν κινήσεις εντυπωσιασμού και ελπίζουν ότι δεν θα γίνει τίποτα, για να βγει ξανά στον αφρό η «νέα» πολιτική τους καριέρα που την ξαναχτίζουν πάνω στις βασανισμένες ψυχές των προσφύγων.

Από κοντά κρυπτοφασίστες δημοσιολόγοι, γνήσιοι μαθητές του Γκέμπελς, οι οποίοι απευθύνονται σε ένα ανενημέρωτο πληθυσμό, όπως ακριβώς ήθελε να κάνει, το σύστημα εκπαίδευσης, το σύστημα ενημέρωσης και το σύνολο της κουλτούρας που εφαρμόζεται τόσα χρόνια στην πατρίδα μας. Αυτοί όμως δεν θα είχαν αρκετή δύναμη αν δεν είχαν δίπλα τους, τους μεταμοντέρνους κεντριστές, mainstream δημοσιολόγους, που βλέπουν την τσέπη τους να αδειάζει γιατί στερεύουν τα κρυφά ταμεία και επιθυμούν να συντηρήσουν τη συμβολική τους αξία με την αναπαραγωγή των γνωστών ακροδεξιών ιδεολογημάτων «των δυο άκρων» και «της ανάγκης για ασφάλεια». Αυτοί ξεπλένουν τα νεοναζιστικα φίδια για να παρουσιάσουν μια «καθαρή» και «σοβαρή» εναλλακτική λύση στην «τρελή αριστερά που δεν ξέρει να κυβερνά».

Στα μεγάλα προβλήματα, η μόνη λύση είναι αυτή που θα τα αντιμετωπίσει στη ρίζα τους και δεν θα τα διαχειριστεί. Και αυτή η ρίζα είναι γνωστή.

Η μετακίνηση πληθυσμών δεν είναι προσωπική επιλογή αλλά πολιτική πράξη. Η αύξησή της συνδέεται με την κλιμάκωση των πολέμων και της αυταρχικότητας των καθεστώτων στη Μέση Ανατολή, που το ΝΑΤΟ (και η χώρα μας ως μέλος) δημιούργησε, γιγάντωσε και συντηρεί με εύσχημους τρόπους. Ταυτόχρονα, η Ελλάδα έχει συμφωνήσει σε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο πολιτικής, αναπόσπαστο κομμάτι της οποίας είναι και η μεταναστευτική πολιτική. Το να είμαστε ευρωπαϊκή αποθήκη ψυχών, το έχουμε δεχθεί και το έχουμε συντηρήσει και αν είμαστε ειλικρινείς θα πρέπει να δούμε και τον αντίστοιχο Ευρωπαίο (Έλληνα) επίτροπο, ως μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης.

Αλλά τίποτα από τα παραπάνω δεν πρέπει να ειδωθεί ως αποτέλεσμα ενός εξωτερικού καταναγκασμού, αλλά να δούμε ξεκάθαρα τη διαλεκτική σχέση και τη νομιμοποίηση από την πλευρά της ελληνικής πολιτείας και κοινωνίας. Δεχόμαστε μετακινούμενους πληθυσμούς, αλλά μόνο ως περιστασιακούς, περιπλανώμενους, μαύρη εργασία, και στιγματισμένους ως θύτες όλων των κακών. Πώς αλλιώς θα συντηρηθεί το ελληνικό καπιταλιστικό σύστημα αν δεν υφίσταται τέτοιος εφεδρικός στρατός εργασίας, πώς αλλιώς θα βρίσκουν οι εφιάλτες μας ένα κατάλληλο αποδιοπομπαίο τράγο αν τα ΜΜΕ δεν έκτιζαν το μύθευμα του εγκληματία-μετανάστη. Σιωπή, βέβαια, για πανανθρώπινες αξίες και δικαιώματα ή ακόμα και για τη μόνη υπαρκτή λύση για το συνταξιοδοτικό και ασφαλιστικό πρόβλημα. Και για να φτάσουμε το μαχαίρι στο κόκκαλο, θα πρέπει να δούμε και τις ευθύνες της περιβόητης σοσιαλφιλελεύθερης «κοινωνίας των πολιτών». Όταν σχεδιαζόταν η σταδιακή απόσυρση του κράτους από κάθε πρακτική προστασίας ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, ήδη από τη δεκαετία του 1990, Αυτοδιοίκηση, Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις και εθελοντισμός έτρεξαν να καλύψουν το κενό. Παχιές αγελάδες σφάχτηκαν για να «γλυκάνουν» τους πρόθυμους, τώρα όμως δεν υπάρχουν «άλλα ζώα να σφαχτούν» και η απόδειξη ότι ο βασιλιάς είναι γυμνός στην πρόνοια, είναι εμφανής σε όλους και πολύ περισσότερο σε αυτούς που εθελοντικά και ανθρώπινα σηκώνουν το αποκλειστικό βάρος αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης.

Ας μην τρέξουν, λοιπόν, κάποιοι ανάμεσά μας, να βαυκαλιστούν ότι μπορεί να υπάρξει μια άλλη -νέα- κοινωνία των ενεργών πολιτών ως συμπλήρωμα, όπου το κράτος έχει αποτύχει, άρα κάτι εναλλακτικό κτίζεται, όταν πραγματικοί άνθρωποι σώζουν ζωές. Είναι μια λάθος στρατηγική που διαχειρίζεται (μέχρι πότε;) το πρόβλημα, όταν αυτό που χρειάζεται είναι ριζοσπαστική αντιμετώπιση. Είναι κάποια αγαθά που οφείλουμε να ζητάμε να προστατευτούν κεντρικά-πολιτικά, δομικά και όχι μόνο ως προσωπική ευθύνη. Και αν δεν είναι η ευάλωτη ανθρώπινη ύπαρξη ανάμεσα σε αυτά, τότε ποιο θα είναι;

 * Ο Στράτος Γεωργούλας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, επικεφαλής της δημοτικής παράταξης Λέσβου «Ο Άλλος Δρόμος»

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!