Αρχική στήλες βιβλιοπαρουσίαση Υφαίνοντας ιστούς, ανοίγοντας δρόμους

Υφαίνοντας ιστούς, ανοίγοντας δρόμους

Του Αλέξη Θεοδωρίδη

Κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Ευτοπία το βιβλίο της Χουλιέτα Παρέδες με τίτλο «Υφαίνοντας ιστούς, γνωριμία με τον κοινοτικό φεμινισμό», το οποίο αποτελεί μια σημαντική εισαγωγή στις ιδέες του κοινοτικού φεμινισμού της Λ. Αμερικής. Κύριο μέλημα αυτού του έργου είναι το να αντιπαρατεθεί με τις κυρίαρχες ιδέες για το γυναικείο ζήτημα, να επανεστιάσει, να επαναπροσδιορίσει τον τρόπο με τον οποίο το σκεφτόμαστε και να προτείνει ένα διαφορετικό εννοιολογικό πλαίσιο που προκύπτει από τη συσσωρευμένη εμπειρία των αγώνων των γυναικών της Λ. Αμερικής και της Βολιβίας.

«Οι γυναίκες είμαστε το ήμισυ κάθε λαού», με αυτή τη φράση ξεκινά η Χ. Παρέδες την εργασία της. Ο φεμινισμός δεν είναι ακόμα μια θέση δίπλα στις υπόλοιπες μιας πολιτικής πλατφόρμας, αλλά μια οπτική που διαπερνά όλες τις διαστάσεις του κοινωνικού βίου, απελευθερώνοντας δυνάμεις για την κοινωνική χειραφέτηση. «Χρησιμοποιείται η γλώσσα λες και οι γυναίκες είμαστε ένας τομέας ανάμεσα σε τόσους άλλους, ένα θέμα ανάμεσα σε τόσα άλλα, ένα πρόβλημα ανάμεσα σε τόσα άλλα». Δεν πρόκειται λοιπόν για ένα κεντρικό θέμα (τη χειραφέτηση) και τις διάφορες υποπλευρές του (οικολογία, ταξικοί αγώνες, φεμινισμός) οι οποίες αποτελούν ξεχωριστές θεματικές πολιτικής-ιδεολογικής ενασχόλησης, αλλά για βασικές διεργασίες ενός συγκεκριμένου τύπου σχέσης του ανθρώπου με τη φύση και με τον εαυτό του. Επομένως, ήδη από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου, τίθεται ως ανάγκη μια ολιστική αντίληψη των κοινωνικών σχέσεων και της κοινωνικής αναπαραγωγής που να φανερώνει τον οργανικό δεσμό (χωρίς αναγωγές και υπαγωγές) της γυναικείας με την πανανθρώπινη χειραφέτηση.

Ας αποτολμήσουμε εδώ μια πρώτη θέση: Η ποιότητα και το βάθος της μετάβασης σε νέες κοινωνικές σχέσεις θα εξαρτηθεί και από την έκβαση του αγώνα για την απελευθέρωση των γυναικών. Από την άλλη μεριά, η ποιότητα και το βάθος της απελευθέρωσης των γυναικών θα εξαρτηθεί από την ανατίμηση κοινωνικών σχέσεων και θέσεων μέσα στο πραγματικό κίνημα για την υπέρβαση του υπάρχοντος τρόπου κοινωνικής αναπαραγωγής. Παραφράζοντας (λίγο προκλητικά) τη γνωστή μαρξιστική ρήση: η γυναίκα δε μπορεί να απελευθερωθεί παρά μόνο απελευθερώνοντας την ανθρωπότητα.

Ακριβώς επειδή ο κοινοτικός φεμινισμός δεν είναι μια συμβολική κατηγορία ή μια ομάδα ταυτότητας, βλέπει τον εαυτό του μέσα στο πραγματικό κίνημα υπέρβασης της ανισότητας, εντοπισμένο στο χώρο και στο χρόνο της Βολιβίας. Συνεπώς, η κατανόηση της συγκεκριμένης κατάστασης στη χώρα αποτελεί σημείο αφετηρίας για την κατανόηση της κατάστασης των γυναικών και του αγώνα τους. Έτσι, η συγγραφέας προχωράει σε μια σειρά από διαπιστώσεις: Η αποικιοκρατία με τον αποκλεισμό των ιθαγενών από την κοινωνική ζωή και τις δομές εξουσίας που είχε δημιουργήσει, αποτέλεσε τη βάση για τη νεοφιλελεύθερη επέλαση που ακολούθησε. Ο νεοφιλελευθερισμός μετατρέπει το κράτος σε διαχειριστή των συμφερόντων των πολυεθνικών, ενώ οι κύριες αποφάσεις για τη χώρα δεν είναι πια δουλειά της κυβέρνησης. Αυτή η ταπείνωση και απώλεια εθνικής κυριαρχίας συνοδεύεται και από την ιδεολογική επίθεση της παγκοσμιοποίησης μέσω των νεοφιλελεύθερων κομμάτων, της διανόησης (συμπεριλαμβανομένης και της αριστερής) και των ΜΚΟ. Σε αυτές τις συνθήκες, οι γυναίκες λειτουργούν ως φθηνό εργατικό δυναμικό και τους ρίχνεται το βάρος της ανυπαρξίας κοινωνικής ασφάλισης. Ο αγώνας ενάντια στην πατριαρχία και ο αγώνας ενάντια στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση όχι μόνο δεν είναι δύο ξεχωριστά θέματα, αλλά διασταυρώνονται στον ίδιο τον φορέα αυτού του αγώνα, την κοινότητα.

Βασικό υποκείμενο των κινημάτων μετάβασης στη Βολιβία είναι η ιθαγενική κοινότητα. Η μνήμη, η κουλτούρα, οι κοινοτικές σχέσεις συναποτελούν το έδαφος της συγκρότησης και του μετασχηματισμού της. Γι’ αυτό και ο φεμινισμός που θέλει να έχει θέση μέσα σε αυτή τη μετάβαση δε μπορεί παρά να έχει ρίζωμα στον τόπο που υπάρχει, να είναι κοινοτικός. Η εργασία της Χ. Παρέδες αφενός απαγκιστρώνει από τη δυτική αντίληψη της ισότητας των φύλων, όπου η γυναίκα-άτομο διεκδικεί ίσα δικαιώματα με τον άντρα-άτομο και αφετέρου απομυθοποιεί τις κοινοτικές αφηγήσεις που συγκαλύπτουν τη δομική ανισότητα των φύλων. «Η κοινότητα νοείται ως αρχή συμπερίληψης που φροντίζει για τη ζωή». Στο βαθμό που χάνει αυτό το χαρακτηριστικό (συμπερίληψη, φροντίδα για ζωή), η κοινότητα (αυτο)υπονομεύεται. «Με το να υποτάξεις τη γυναίκα υποτάσσεται η κοινότητα», περιορίζεται η δυναμική της. Επομένως, δε δίνεται έμφαση στη γυναίκα ως άτομο αλλά στη γυναίκα ως μέλος της κοινότητας σε συμπεριληπτική (όχι ιεραρχική) σχέση με τον άντρα ως μέλος της κοινότητας. Με αυτό τον τρόπο το γυναικείο ζήτημα δεν είναι απλώς ζήτημα δικαιωμάτων και ο κοινοτικός φεμινισμός δεν είναι ένα ρεύμα ανάμεσα στους φεμινισμούς, ούτε ένα μοντέλο προς εξαγωγή ή προσαρμογή. Άλλωστε πώς να τον μεταφέρει κανείς σε έναν «δυτικό» κόσμο που δεν υπάρχει η κοινότητα, ή τουλάχιστον είναι βαθιά διαβρωμένη. Δεν είναι τόσο το γράμμα (η παράθεση των θέσεών του) όσο η μέθοδος και η συμβολή του που εντυπωσιάζουν. Επειδή ακριβώς τίθεται στο κέντρο της κοινωνικής αναπαραγωγής, αποτελεί μια κρίσιμη διάσταση των εγχειρημάτων μετάβασης στον τόπο του και αυτό είναι από τα σοβαρότερα διδάγματά του.

Αυτά είναι ίσως και τα κυριότερα κλειδιά που μας προσφέρει η εργασία της Χ. Παρέδες για να σκεφτούμε τη γυναικεία χειραφέτηση. Ρίζωμα στον τόπο, αντίληψη των βασικών αναγκών μετάβασης στις συγκεκριμένες συνθήκες που αυτή διεξάγεται, τοποθέτηση του ζητήματος της χειραφέτησης των γυναικών στο κέντρο αυτής της μετάβασης, στο κέντρο της αναπαραγωγής της κοινωνίας/κοινότητας που φροντίζει για τη ζωή.

Σχόλια

Exit mobile version