Το θέμα των «fake news» έχει την τιμητική του, μετά την επίθεση που δέχτηκε στη Θεσσαλονίκη ο Γ. Μπουτάρης. Ο δήμαρχος εμφανίζεται, σε ένα βιντεάκι που έγινε «viral», να λέει στα αγγλικά για τον Κεμάλ Ατατούρκ:

«Ήταν ο ιδρυτής της Τουρκικής Δημοκρατίας. Έκανε πολλές αλλαγές στην Τουρκική Δημοκρατία. Χέστηκα (I dont give a shit) αν σκότωσε ή όχι Έλληνες ή οτιδήποτε. Αλλά ξέρω ότι οι Τούρκοι αγαπούν τον Κεμάλ Ατατούρκ…».

Αμέσως, πλήθος «έγκυρων» ΜΜΕ, εφημερίδων και ιστοσελίδων, εμφάνισαν την είδηση σαν «fake news» και απέδωσαν στη διασπορά τέτοιου είδους ειδήσεων τη βίαιη συμπεριφορά ακραίων ομάδων ή και του «ετερόκλητου όχλου» κατά των πολιτικών.

Τα κόμματα, επίσης αναφέρθηκαν σε αυτή τη «μάστιγα» στις ανακοινώσεις τους, ενώ και ο ίδιος ο Μπουτάρης στην πανηγυρική του ομιλία μετά τα γεγονότα, δήλωσε στο δημοτικό συμβούλιο: «Να αφήσουμε τον λαϊκισμό, την καπηλεία αυτή, τα fake news, είναι αυτά που υποθάλπουν τον φασισμό».

Γιατί όμως «fake news» οι δηλώσεις Μπουτάρη; Βλέποντας κανείς το βίντεο της συνέντευξης, θα διαπιστώσει ότι δεν πρόκειται για κανένα μοντάζ. Αυτά ακριβώς είπε μιλώντας στο Greekreporter.com πριν μερικούς μήνες. Είναι άλλωστε γνωστή η γενικότερη τοποθέτησή του για τη «διαχείριση» της ιστορικής μνήμης.

«Απομονώθηκε μια φράση» γράφτηκε στα περισσότερα Μέσα. Όμως, τίποτα απολύτως από όσα λέει πριν και μετά το επίμαχο σημείο ο Γ. Μπουτάρης δεν αναιρεί το περιεχόμενο της συγκεκριμένης αποστροφής.

Η σημασία της δήλωσής, σταμπαρίστηκε λοιπόν εντελώς αδικαιολόγητα σαν «fake news» και άρα σαν μη γενόμενη. Θα έλεγε κανείς ότι αντίθετα, «fake news» ήταν στην πραγματικότητα το πλήθος των «έγκυρων» δημοσιευμάτων και δηλώσεων που με πηχυαίους τίτλους και ταχυδακτυλουργίες, προσπάθησαν να περάσουν στην κοινή γνώμη ότι η δήλωση δεν έγινε ποτέ!

Αναδεικνύεται έτσι ένα γενικότερο θέμα που εξηγεί και την πλούσια δραστηριότητα που επιδεικνύουν επίσημοι παράγοντες της εξουσίας, κυβερνήσεις, κόμματα και συστημικά think tank σε Ευρώπη και Αμερική, απέναντι στη φοβερή σύγχρονη μάστιγα, όπως παρουσιάζεται, των «fake news».

Χαρακτηριστικό είναι ότι οι δύο αυτές λέξεις ακούγονται πολύ συχνά στην αντιπαράθεση μεταξύ του Τραμπ και των αντιπάλων του, όπως και το γεγονός ότι η Κομισιόν έχει συγκροτήσει ακόμα και «ομάδα εμπειρογνωμόνων υψηλού επιπέδου για την αντιμετώπιση των ψευδών ειδήσεων».

Οι δηλώσεις του Στ. Θεοδωράκη ήταν οι περισσότερο ενδεικτικές για το πού οφείλεται αυτή η διεθνής και ελληνική ευαισθησία: «Πριν λίγα χρόνια υπήρχαν γονείς που έπαιρναν τα παιδιά τους στον ώμο και τα πήγαιναν να μουντζώσουν την Βουλή» είπε ο βουλευτής, συμπληρώνοντας: «Πρέπει να κόψουμε τον δρόμο στα fake news –που αυτή την φορά καταφθάνουν με οδοστρωτήρα από ακροδεξιά (…) Πρέπει να αποκαλύψουμε αυτούς που παίζουν διπλό ρόλο: και με την δημοκρατία αλλά, όποτε τους συμφέρει, και με την οχλοκρατία».

Οι ακροδεξιοί, βεβαίως, δεν παίζουν κανέναν διπλό ρόλο και δεν κόπτονται για τη δημοκρατία –εδώ «καρφώθηκε» κάπως ο κος Θεοδωράκης… Είναι φανερό ότι δεν είναι αυτοί το πρόβλημα που απασχολεί όσους υπερασπίζονται το «φως» απέναντι στο «σκότος» και τον ορθό λόγο απέναντι στον λαϊκισμό και τον εθνολαϊκισμό. Η «οχλοκρατία» και η ίδια η κοινωνία, οι «μούντζες στη Βουλή» ως αποτρόπαιο σύμβολο της εναντίωσης στο πολιτικό σύστημα, είναι σε τελική ανάλυση ο μισητός εχθρός για τους «ορθολογιστές».

Η στάμπα των «fake news» είναι, φαίνεται, πολύ χρήσιμη. Ειδικά σε μια εποχή που ανθεί (και διαδικτυακά) η «οχλοκρατία». Μπορεί κάλλιστα να μπαίνει σε κάθε άποψη ή είδηση που ξεφεύγει από την «επίσημη» γνώση, τη μοναδική επιτρεπόμενη από τους φανατικούς της παγκοσμιοποίησης.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!