«Επιτέλους έσπασε το ταμπού των μειώσεων μισθών», σχολίασε εκπρόσωπος του εμπορικού συλλόγου Αθήνας την εφαρμογή από την 1η Αυγούστου των νέων μειωμένων μισθολογικών ορίων των εργαζομένων στο εμπόριο.
Η δήλωση έγινε στην πρωινή εκπομπή της ΝΕΤ και απηχεί τις επιδιώξεις των εργοδοτικών φορέων για την πολυσυζητημένη κλαδική σύμβαση εργασίας του εμπορίου.
Μπορεί με το νομικό οπλοστάσιο η κυβέρνηση να προσέφερε πολλαπλές δυνατότητες να καταστρατηγηθούν οι βασικοί μισθοί και να επιβληθούν μειώσεις (εκ περιτροπής εργασία, μειωμένα ωράρια, επιχειρησιακές συμβάσεις κ.λπ.) στις εμπορικές επιχειρήσεις, αλλά το «ταμπού» της κλαδικής σύμβασης, η συνομολόγηση μεταξύ των «εταίρων» ενός κατώτατου ορίου αμοιβών, η ύπαρξη και μόνο μιας διαδικασίας όπου η «εργατική πλευρά» μπορεί να επιβάλλει πράγματα, ή να θέτει όρια εξακολουθεί και είναι ένα «αγκάθι» για τους εργοδότες και τους φορείς τους.
Ως ταμπού, λοιπόν, αντιμετωπίζεται η άρνηση σε μειώσεις αποδοχών, ως ένα ψυχολογικό όριο, το οποίο πρέπει να σπάσει για να επιβληθεί η πλήρης κυριαρχία του εργοδοτικού δικαιώματος. Ακόμα και μια μηδενική σε αυξήσεις σύμβαση, που έχει περιορισμένη ισχύ και αφορά μόνο κάποιους από τους εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένους στο εμπόριο (αφού στους υπόλοιπους έχουν επιβληθεί μειώσεις με όλους τους παραπάνω τρόπους) αποτελεί μια εν δυνάμει εχθρική στάση για τους εργοδότες. Και δυστυχώς, το συνδικαλιστικό κίνημα τους προσέφερε αυτή την ικανοποίηση – συνυπέγραψε μειώσεις, έστω και ως αντιστάθμισμα διατήρησης του θεσμού της σύμβασης, μιας σύμβασης που είναι αμφίβολο πλέον πόσους και για πόσο καλύπτει.
Μπορεί με το νομικό οπλοστάσιο η κυβέρνηση να προσέφερε πολλαπλές δυνατότητες να καταστρατηγηθούν οι βασικοί μισθοί και να επιβληθούν μειώσεις (εκ περιτροπής εργασία, μειωμένα ωράρια, επιχειρησιακές συμβάσεις κ.λπ.) στις εμπορικές επιχειρήσεις, αλλά το «ταμπού» της κλαδικής σύμβασης, η συνομολόγηση μεταξύ των «εταίρων» ενός κατώτατου ορίου αμοιβών, η ύπαρξη και μόνο μιας διαδικασίας όπου η «εργατική πλευρά» μπορεί να επιβάλλει πράγματα, ή να θέτει όρια εξακολουθεί και είναι ένα «αγκάθι» για τους εργοδότες και τους φορείς τους.
Ως ταμπού, λοιπόν, αντιμετωπίζεται η άρνηση σε μειώσεις αποδοχών, ως ένα ψυχολογικό όριο, το οποίο πρέπει να σπάσει για να επιβληθεί η πλήρης κυριαρχία του εργοδοτικού δικαιώματος. Ακόμα και μια μηδενική σε αυξήσεις σύμβαση, που έχει περιορισμένη ισχύ και αφορά μόνο κάποιους από τους εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένους στο εμπόριο (αφού στους υπόλοιπους έχουν επιβληθεί μειώσεις με όλους τους παραπάνω τρόπους) αποτελεί μια εν δυνάμει εχθρική στάση για τους εργοδότες. Και δυστυχώς, το συνδικαλιστικό κίνημα τους προσέφερε αυτή την ικανοποίηση – συνυπέγραψε μειώσεις, έστω και ως αντιστάθμισμα διατήρησης του θεσμού της σύμβασης, μιας σύμβασης που είναι αμφίβολο πλέον πόσους και για πόσο καλύπτει.
Γιώργος Κατερίνης
Σχόλια