Παράδειγμα σύνθεσης της εθνικής ιδεολογίας με τα ταξικά στοιχεία πολιτικής. Του Μιχάλη Λυμπεράτου

Το ΕΑΜ αποτέλεσε μια καθοριστική τομή στη σύγχρονη ελληνική πολιτική Ιστορία, συνιστώντας το πεδίο συγκρότησης μιας πρωτοφανούς κοινωνικο-πολιτικής συμμαχίας, τέτοιας που έδωσε τη δυνατότητα να αναπτυχθεί μια μεγαλειώδης Εθνική Αντίσταση, να ηττηθούν οι κατακτητές και να τεθεί de facto ακόμα και ζήτημα εργατικής εξουσίας στη μεταπολεμική Ελλάδα. Τόσο η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη που συγκλήθηκε στο Νεοχώρι Ευρυτανίας, την 1η Σεπτεμβρίου 1944, όσο και οι εκλογές για την Κυβέρνηση του Βουνού, τον Απρίλιο του 1944, επιβεβαίωσαν ότι είχε κατορθώσει να συσπειρώσει ένα τεράστιο εύρος κοινωνικών δυνάμεων. Ακόμα και το ΚΚΕ της εποχής εξελίχθηκε σε ένα κόμμα 300.000 μελών στο τέλος της Κατοχής, υφιστάμενο και αυτό μεταβολές στην κοινωνική του σύνθεση (μόνο το 42% των μελών του ήταν πλέον εργατικής αναφοράς).
Πράγματι, κατά τη διάρκεια της Κατοχής, αφού η εργατική τάξη της χώρας συγκρότησε ένα πρωτόγνωρο εργατικό μέτωπο, έθεσε μέσω του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ τον μέχρι πρότινος απομονωμένο κοινωνικά χώρο των αγροτών σε μια διαδικασία διαρκούς μετασχηματισμού των χαρακτηριστικών του, ορίζοντας μορφές κοινωνικής οργάνωσης που συνδύαζαν, μέσω κυρίως της κυβέρνησης του Βουνού, δομές κοινοτικής οργάνωσης αγροτικού τύπου στο συνδυασμό τους με το συμβουλιακό χαρακτήρα των πολιτικών μορφών που ιστορικά συγκρότησε η εργατική τάξη στις οργανώσεις της. Στην κοινωνική αυτή όσμωση ενσωματώθηκαν και μεγάλα τμήματα των μικροαστικών στρωμάτων, τα οποία ιδίως με άξονα τις δυνάμεις τις διανοητικής εργασίας, απονομιμοποίησαν πλήρως την παραδοσιακή κυρίαρχη ιδεολογία και εξασφάλισαν τη διάχυση του πολιτισμού της πόλης στους αγροτικούς πληθυσμούς της Ελεύθερης Ελλάδας.
Το σημαντικό ήταν ότι το ΕΑΜ, χωρίς ρητά να το επιδιώξει, στο σκέλος της πολιτικής του πρακτικής αναπαρήγαγε de facto μια εργατική ηγεμονία στο εσωτερικό του, όπως αυτή προσδιοριζόταν από το είδος των πολιτικών αγώνων που έδινε (διαδηλώσεις, καταλήψεις παραγωγικών μονάδων, δολιοφθορές), αλλά και του τρόπου που συγκροτούσε τις πολιτικές του λειτουργίες (λαϊκές συνελεύσεις, άρση των ιεραρχήσεων, διαρκής λαϊκός έλεγχος, αμεσοδημοκρατικές λειτουργίες, ανακλητότητα αντιπροσώπων κ.λπ.). Ακόμη περισσότερο, οι ένοπλες οργανώσεις του ΕΑΜ, τόσο ο ΕΛΑΣ, όσο και η ΟΠΛΑ ήταν ο καθεαυτό «ένοπλος λαός» του Μάρξ της Παρισινής Κομμούνας, αναπαράγοντας πιστά τις ιστορικές πρακτικές των ένοπλων μαζικών εργατικών αγώνων.
Σε αυτή τη διαδικασία και ενώ η τρομοκρατία του κατακτητή, όσο η πείνα και η εξαθλίωση που επέφερε ο πόλεμος δεν ήταν αναγκαστικά ο καλύτερος σύμμαχος, εξέχοντα ρόλο είχε τόσο η πολιτική παρέμβαση του ΕΑΜ στο πεδίο της καθημερινότητας, όσο και η τεράστια ευχέρειά του να ασκήσει, εντέλει, την ιδεολογική του ηγεμονία στις μάζες.
Σε πρώτο επίπεδο κατόρθωσε μέσα από τα συσσίτια, την παροχή αστυνόμευσης στην ύπαιθρο, την προστασία της παραγωγής των αγροτών, την επιβολή τάξης στις συναλλαγές και τη δραστική αντιμετώπιση της μαύρης αγοράς, να εξασφαλίσει την πλαισίωση των μαζών. Όμως και σε ένα δεύτερο επίπεδο κατόρθωσε να κυριαρχήσει ιδεολογικά, μέσω του δημοκρατικού αιτήματος που έθεσε, αλλά κυρίως να κινηθεί με άνεση εκεί που σε όλη τη μεσοπολεμική περίοδο μειονεκτούσε: στο εθνικό. Στο πεδίο αυτό κατόρθωσε, δυνάμει προσεκτικών επεξεργασιών να συνθέσει με επάρκεια την εθνική ιδεολογία με ταξικά στοιχεία πολιτικής, να την απεμπλέξει από τη λογική μιας πλαστής εθνικής ενότητας, να καλλιεργήσει μέσω αυτής το αίτημα της διεθνούς αντιφασιστικής αλληλεγγύης και να περιθωριοποιήσει εντελώς τις παραδοσιακές εθνικιστικές εγκλήσεις.
Για να το πετύχει υλοποίησε αυτό για το οποίο επέμενε ο Λένιν αναφορικά με το «εθνικό»: Να μην αντιμετωπίζεται γενικόλογα, αλλά σε αναφορά με το κάθε φορά ιστορικά συγκεκριμένο, με διαφορετικό, δηλαδή, τρόπο ο εθνικισμός του μικρού κράτους που υφίσταται κυριαρχία, με άλλη λογική αυτός του συντηρητικού εθνικισμού, με άλλο τρόπο ό,τι αφορούσε μια διαδικασία εθνογένεσης, με άλλη αντίληψη όταν αυτός συνδυαζόταν με μια ανάγκη ενοποίησης σε μέτωπα αντίστασης έναντι μιας ιμπεριαλιστικής επίθεσης. Με αυτήν ακριβώς την έννοια και δεδομένου ότι στο ΕΑΜ υπήρχε σαφή, συνείδηση ότι ο ιμπεριαλισμός των διαφορετικών διεθνών επιπέδων συσσώρευσης δεν θα καταργούσε το εθνικό κράτος αλλά θα το προϋπέθετε, δεν επιχείρησε να εθελοτυφλήσει, διαγράφοντας τις εμπειρίες των μαζών από τις χρόνιες εθνικιστικές εντάσεις στην περιοχή.
Αντίθετα, τις αξιοποίησε, αντιμετώπισε τα φαινόμενα στην υπαρκτή τους διάσταση και, θέτοντας θέμα ενοποίησης των αντι-ιμπεριαλιστικών δυνάμεων -και επομένως και ζήτημα εξουσίας-, παρήγαγε ένα λόγο που καταργούσε από τον πατριωτισμό μόνο ό,τι παρεμπόδιζε τα αντικαπιταλιστικά μέτωπα: Την ψευδεπίγραφη ενοποίηση των τάξεων προς όφελος του «εθνικού σκοπού».

* O Μιχάλης Λυμπεράτος είναι δρ Ιστορίας
και διδάσκει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!