Μπίζνες και τουρκικές ψήφοι στο… χαλαρό μενού της επίσκεψης. Του Γιώργου Τσίπρα
Χαρακτηρίστηκε «επίσκεψη ευγενείας». Η μονοήμερη διάρκεια επιβεβαιώνει πως δεν πρόκειται για ιδιαίτερα σπουδαία συνάντηση από την πλευρά της Γερμανίας, δεν πρόκειται για συνάντηση στην οποία η οικονομική υπερδύναμη της Ευρώπης έχει επενδύσει πολλά. Σύμφωνα με ορισμένους, κύριο κίνητρο της επίσκεψης ήταν οι γερμανικές εκλογές του Σεπτεμβρίου και τα τρία εκατομμύρια Τούρκων μεταναστών στη Γερμανία, ενώ είναι βέβαιο πως μια από τις επιδιώξεις ήταν η παραπέρα ανάπτυξη των οικονομικών σχέσεων, γι’ αυτό και η συνοδεία της Μέρκελ από σημαίνοντες επιχειρηματίες. Η Γερμανία αποτελεί το μεγαλύτερο ξένο επενδυτή για την Τουρκία και τον κύριο εμπορικό εταίρο ήδη από τη δεκαετία του ’80.
Τι άλλο πέρα από τις οικονομικές σχέσεις; Σε ό,τι αφορά την «παγωμένη» διαδικασία ένταξης στην Ε.Ε., δεν υπάρχει ουσιώδης αλλαγή στάσης έναντι της Άγκυρας. Παραπέρα, η επίσκεψη της καγκελαρίου στις γερμανικές συστοιχίες Πάτριοτ που προστατεύουν τάχα την Τουρκία από τη Συρία είχε βέβαια συμβολικό χαρακτήρα για το «παρών» που δίνει η Γερμανία στο συριακό ζήτημα και στις ανακατατάξεις της ευρύτερης περιοχής. Ίσως, τέλος, να μην ήταν σύμπτωση η ημερομηνία της επίσκεψης, μία μόλις μέρα μετά τις επαναληπτικές εκλογές στην Κύπρο. Το Βερολίνο φέρεται να ξαναέθεσε το θέμα του Πρωτοκόλλου της Άγκυρας, αλλά είναι άγνωστο το αν και τι συζητήθηκε γύρω από γεωενεργειακά ζητήματα της περιοχής. Όχι βέβαια από αγάπη για την Κύπρο και την Ελλάδα… Παρεμπιπτόντως, στο ζήτημα των μεταναστευτικών ροών από την Τουρκία προς την Ευρώπη το γερμανικό ενδιαφέρον είναι τόσο… μεγάλο (για το οποίο αναφερόταν εδώ ως απόδειξη από τους «ευρώδουλους» η συγκρότηση της FRONTEX), που απλώς δεν τέθηκε καθόλου ως ζήτημα…
Χωρίς να γνωρίζουμε το ακριβές περιεχόμενο της επίσκεψης μπορούμε λοιπόν να μείνουμε περισσότερο σε αυτά που… δεν ήταν. Η Τουρκία που αναδύεται ως μικρομεσαίας δυναμικότητας περιφερειακή δύναμη με εξαιρετική γεωπολιτική θέση είναι φυσικό να ενδιαφέρει κάθε παίκτη της περιοχής, άρα και τη Γερμανία. Ωστόσο, η Τουρκία περισσότερο από κάθε άλλη «αναδυόμενη δύναμη» στον κόσμο, οικονομική ή γεωπολιτική, με την εξαίρεση της Ν. Κορέας, παραμένει η πιο προσδεμένη στο αμερικανικό άρμα παρά τα γενναία ανοίγματα προς μια «δική της», λιγότερο ευθυγραμμισμένη με τις ανάγκες των ΗΠΑ, στρατηγικής.
Καμπή γι’ αυτά τα ανοίγματα ήταν η αμερικανική εισβολή στο Ιράκ το 2003 που δημιούργησε νέες περιπλοκές για την Τουρκία στο κουρδικό ζήτημα, αλλά το τελευταίο διάστημα ο ρόλος της Άγκυρας στις ευκαιρίες και κινδύνους από την αποσταθεροποίηση της Αραβικής Άνοιξης που δημιουργούνται στην περιοχή, την ξαναφέρνει και πάλι πιο κοντά προς τις ΗΠΑ, έστω και από θέση λίγο μεγαλύτερης ισχύος απ’ ό,τι παλαιότερα.
Στο μεταξύ η επιδίωξη επιτάχυνσης της προσέγγισης με την Ε.Ε., ίσως και εισόδου σε αυτήν, δεν βρήκε ανταπόκριση ενώ και η για πρώτη φορά προσέγγιση και ανάπτυξη σημαντικών οικονομικών σχέσεων με τη Μόσχα έχει επίσης το τελευταίο διάστημα εμπλοκές, λόγω και της Συρίας, χωρίς να ακυρώνονται οι μέχρι τώρα κατακτήσεις (πυρηνικό εργοστάσιο κλπ.). Τέλος, η ένταση στις σχέσεις με το Ισραήλ είναι πιθανό να ξαναπεράσει σε ύφεση.
Η Γερμανία από τη δική της πλευρά, κατά κάποιο τρόπο αντίρροπα, είναι η κατεξοχήν δύναμη από τις μεγάλες δυνάμεις της Δύσης που έχει διαύλους «επικοινωνίας» με Κίνα και κυρίως με Ρωσία, όχι μόνο ούτε κυρίως λόγω της ενεργειακής της εξάρτησης από την τελευταία. Κατά σχήμα οξύμωρο, οι ΗΠΑ ενδιαφέρονται περισσότερο για την ενεργειακή απεξάρτηση της Δυτικής Ευρώπης από τη Ρωσία, απ’ όσο ενδιαφέρεται η ίδια η Δυτική Ευρώπη και οι λόγοι γι’ αυτό το παράδοξο δεν είναι ιδιαίτερα δυσνόητοι. Για παράδειγμα, η Γερμανία μπορεί να «παίζει» και με τις δύο επιλογές αγωγών που ελέγχονται ή όχι από τη Ρωσία, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ που εργάζονται σταθερά ενάντια στην ενεργειακή πολιτική της Μόσχας. Επίσης, η Τουρκία που έχει και αυτή λόγους να «παίζει» και με τις δύο επιλογές, επιδεικνύει μια σαφή προτίμηση για τους αμερικανικών συμφερόντων αγωγούς. (Το ίδιο ισχύει και για την Ελλάδα, αλλά αγγίζοντας εδώ τα όρια της βλακείας).
Για να επιστρέψουμε στο θέμα μας, η Γερμανία έχει περισσότερη «συνεννόηση» με τη Ρωσία απ’ ό,τι έχει με την Τουρκία. Στηρίζει επίσης πολύ περισσότερο την παρουσία της στην ανατολική Μεσόγειο, στις σχέσεις με Ισραήλ και Ελλάδα παρά στις σχέσεις με την Τουρκία που διατηρούνται περισσότερο στο στενά οικονομικό και ΝΑΤΟϊκό πλαίσιο. Ταυτόχρονα για το ζήτημα της Συρίας, χωρίς να ευθυγραμμίζεται σε καμιά περίπτωση με τη Μόσχα ή να κρατά τη στάση που είχε κρατήσει στην περίπτωση της Λιβύης, η προσέγγιση του Βερολίνου είναι σαφώς διαφοροποιημένη από την υπόλοιπη Δύση, ενώ την ίδια στιγμή φροντίζει να είναι «παρών» στην μετα-Άσαντ Συρία.
Στο βαθμό που δεν υπάρξουν μεγάλες ανατροπές συσχετισμού στο όλο πλέγμα σχέσεων ή δεν αλλάξει ριζικά προσανατολισμό η Τουρκία, πράγμα απίθανο, η επίσκεψη Μέρκελ στην Τουρκία δεν θα μπορούσε έτσι κι αλλιώς να σημαίνει πολύ περισσότερα πράγματα απ’ όσα μάθαμε…