«Θέλετε να μάθετε αν αυτή είναι μια αληθινή ιστορία; Μια αληθινή ιστορία; Ασφαλώς και όχι, ούτε κατά διάνοια. Δεν υπήρχαν τρένα για πραμάτειες που διέσχιζαν τις χώρες στον πόλεμο για να παραδώσουν επειγόντως την πραμάτεια τους, την τόσο ευπαθή. Ούτε στρατόπεδα περισυλλογής, φυλάκισης, συγκέντρωσης ή ακόμη και εξόντωσης. Ούτε οικογένειες που έγιναν καπνός στο τέρμα του τελευταίου τους ταξιδιού»
Jean -Claude Grumberg, «Η πιο πολύτιμη πραμάτεια»

Εν όψει διαφόρων «εθνικών επετείων» κάποιοι εκδοτικοί οίκοι εκδίδουν βιβλία που σχετίζονται με την ιστορία και απευθύνονται στα παιδιά, με σκοπό να τους γνωρίσουν τα ιστορικά γεγονότα που διαδραματίστηκαν.

Ως εδώ καλά, θα έλεγε κανείς, και πραγματικά έχουν κυκλοφορήσει βιβλία από αξιόλογους συγγραφείς που πετυχαίνουν με τον καλύτερο τρόπο τους στόχους τους.

Όμως, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τον γενικότερο αναθεωρητισμό της Ιστορίας τα τελευταία χρόνια, έτσι συμβαίνει και με ορισμένα βιβλία που απευθύνονται σε παιδιά. Εδώ κατά τη γνώμη μου το ατόπημα είναι μεγαλύτερο…

Δεν θα αναφέρω τον τίτλο και τους συντελεστές του βιβλίου που πραγματικά με εξόργισε με την παραχάραξη της ιστορίας που κάνει μέσα από τις σελίδες του. Καμιά φορά η αρνητική κριτική μπορεί να λειτουργήσει ως διαφήμιση… Δυστυχώς οι αξιόλογοι κατά τ’ άλλα συντελεστές φρόντισαν για μια ακόμη φορά βάλουν στο στόμα του Μεταξά το «Όχι» που δεν είπε ποτέ, όπως είναι πια ιστορικά αποδεδειγμένο: «Ο Μεταξάς άρχισε να το διαβάζει. Τα χέρια που κρατούσαν το χαρτί έτρεμαν ελαφρά, και μέσα από τα γυαλιά έβλεπα τα μάτια του να βουρκώνουν όπως συνήθιζε όταν ήταν συγκινημένος. Όταν τελείωσε την ανάγνωση με κοίταξε κατά πρόσωπο και μου είπε με φωνή λυπημένη αλλά σταθερή φωνή: “Alors, c’ est la guerre!” (λοιπόν έχουμε πόλεμο).Του απάντησα ότι η ιταλική κυβέρνηση ήλπιζε ότι η ελληνική κυβέρνηση θα δεχόταν τα αιτήματά της και θα άφηνε να περάσουν ελεύθερα τα ιταλικά στρατεύματα τα οποία θα άρχιζαν τις μετακινήσεις τους στις 6 το πρωί. Ο Μεταξάς με ρώτησε τότε πώς θα μπορούσα να σκεφτώ ότι, ακόμα και αν είχε πρόθεση να ενδώσει, θα του ήταν αδυνατόν μέσα σε τρεις ώρες να λάβει τις διαταγές του βασιλιά και να δώσει τις απαραίτητες οδηγίες για την ελεύθερη διέλευση των ιταλικών στρατευμάτων…» (Εμμανουέλε Γκράτσι, «Η αρχή του τέλους», Εστία. 1980, σελ. 285)

Το «Όχι» πρωτοδημοσιεύτηκε ως τίτλος στο κύριο άρθρο της εφημερίδας Ελληνικό Μέλλον στις 30 Οκτωβρίου κι έκτοτε συνδέθηκε με την ιστορική επέτειο…

Γυρίζοντας στο βιβλίο, οι δωσίλογοι και οι μαυραγορίτες έχουν εξαφανιστεί, όπως και η Αντίσταση. Μόνο κάτι σκιές σε σκοτεινά σπίτια… Εξοργιστικότερη όμως είναι η αναφορά στη Γέφυρα του Γοργοποτάμου, την οποία ανατίναξαν… στρατιώτες! Ως γνωστόν δεν υπήρχαν Αντάρτες στην Ελλάδα – βάσει του βιβλίου τουλάχιστον …

Δεν νομίζω πως χρειάζεται να πω περισσότερα…

Για καλή μου τύχη, ενώ ήμουν οργισμένος για το είδος της ιστορίας που κάποιοι νομίζουν πως πρέπει να μαθαίνουν τα παιδιά, είχα δίπλα μου ένα άλλο βιβλίο, που τελικά λειτούργησε ως βάλσαμο: «Η πιο πολύτιμη πραμάτεια» – Ένα παραμύθι τουJean -ClaudeGrumberg, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Πόλις.

Ο συγγραφέας, μεταξύ άλλων σεναριογράφος του «Τελευταίου μετρό» του Τριφό και του «Αμήν» του Γαβρά, μας χαρίζει με τη μορφή παραμυθιού ένα πραγματικά ξεχωριστό βιβλίο.

Ξεκινώντας από έναν φτωχό ξυλοκόπο και τη γυναίκα του, θα μας οδηγήσει σε μια συγκλονιστική ιστορία. Ο πατέρας δύο διδύμων, ενός κοριτσιού κι ενός αγοριού, μαζί με τα παιδιά και τη γυναίκα του βρίσκεται στοιβαγμένος σε ένα από αυτά τα τρένα που οδηγούν στα στρατόπεδα εξόντωσης… Καθώς το τρένο περνά μέσα από το χιονισμένο δάσος, αποφασίζει να πετάξει το ένα από τα δυο παιδιά, καθώς είναι σχεδόν σίγουρος πως στο τέλος της διαδρομής τους περιμένει ο θάνατος… Διαλέγει το κορίτσι.

Η ιστορία απηχεί την «Εκλογή της Σόφι» αλλά και την αληθινή ιστορία της Έρικα, της γυναίκας που δεν γνωρίζει την ταυτότητά της, αφού οι γονείς της την έριξαν από το τρένο του χαμού για να σωθεί…

Εδώ όμως ο συγγραφέας χρησιμοποιώντας με δεξιοτεχνία τη γλώσσα του παραμυθιού, αλλά και την κινηματογραφική γραφή, αντιπαραθέτει τον άντρα που η γυναίκα του δεν θα του ξαναμιλήσει, μέχρι που μαζί με τον γιο του θα γίνουν καπνός στο κρεματόριο, ενώ εκείνος θα επιβιώσει –παρά τη θέλησή του–, με τη γυναίκα του ξυλοκόπου που θεωρεί δώρο των θεών το παιδί.

Η γυναίκα θα κάμψει την οργισμένη αντίδραση του άντρα της, θα βρει στήριξη για να μην πεθάνει το μωρό από την πείνα και στο τέλος ο ξυλοκόπος όχι μόνο θα αγαπήσει το παιδί, αλλά θα θυσιάσει και τη ζωή του. Θα συμβούν κι άλλα πολλά που δεν τα γράφω για να τα ανακαλύψετε μόνοι σας…

Το σίγουρο είναι, ότι παρά το μότο που παρέθεσα στην αρχή του άρθρου, το παραμύθι αυτό είναι στην ουσία πέρα για πέρα αληθινό. Και με το βιβλίο αυτό θα μπορούσαν τα παιδιά να μάθουν αληθινά την ιστορία…

Είμαστε σε μια παράξενη εποχή: Τα παραμύθια λένε την αλήθεια και η (υποτιθέμενη) ιστορία αραδιάζει παραμύθια – με την κακή έννοια του όρου…

Στο χέρι μας η επιλογή.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!