Γνώρισα από κοντά τον Βίκτωρα Σαρηγιαννίδη στο σπίτι του ευπατρίδη Χρήστου Γαλανίδη, στην Κηφισιά. Του Στέλιου Ελληνιάδη

Οι γονείς του κατάγονταν από την Αργυρούπολη του Πόντου κι εκείνος είχε γεννηθεί στην Τασκένδη, το 1929. Μιλούσε ρώσικα και ποντιακά και βούρκωνε με τους ήχους της λύρας. Με την περιποίηση της οικοδέσποινας Ματούλας Γαλανίδη και με γεωργιανό κόκκινο κρασί, οι συζητήσεις τραβούσαν σε μάκρος και κατακλύζονταν από λεπτομέρειες από τις ανασκαφές στη Βακτριανή και τη Μαργιανή που σε άφηναν εκστατικό. Τα κτερίσματα των τάφων που είχε ανακαλύψει στο βόρειο Αφγανιστάν, 1978-79, ο Έλληνας αρχαιολόγος, περιλάμβαναν 20.600 χρυσά αντικείμενα ανυπολόγιστης πολιτισμικής και οικονομικής αξίας, γνωστά διεθνώς ως ο «Βακτριανός χρυσός», τα «μαλαματένια» που έλεγε ο Βίκτωρας, τα οποία, λίγο πριν από την πτώση του καθεστώτος που υποστηριζόταν από τη Σοβιετική Ένωση, σφραγίστηκαν στα υπόγεια της κεντρικής Τράπεζας του Αφγανιστάν από τον πρόεδρο Νατζιμπουλάχ και επανήλθαν στο προσκήνιο πολλά χρόνια αργότερα από τον σημερινό πρόεδρο Καρζάι.
Πιο ομαλή τύχη είχαν τα ευρήματα πάνω από τον ποταμό Αμού Νταριά, που οι αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν Ώξο, στην έρημο Καρά-Κουμ, που σημαίνει «μαύρη άμμος» και καλύπτει το 70% του Τουρκμενιστάν, ή με εμβαδόν τριπλάσιο της Ελλάδας, όπου η αρχαιολογική σκαπάνη του Σαρηγιαννίδη ανακάλυψε το ανάκτορο των Ζωροαστρών που πιθανότατα μετοίκησαν εκεί από τα εδάφη της Συρίας, όπως μαρτυρούν τα μωσαϊκά, τα αγγεία και τα κοσμήματα που βρέθηκαν στους ασύλητους τάφους της νεκρόπολης. Το ανάκτορο του βόρειου Γκονούρ έχει διαστάσεις 150 επί 140 μέτρα, ο ναός στο Τογκολόκ 140 επί 100 μ., το οχυρό στο Κελελί 125 επί 125 και το σπίτι του ηγεμόνα 25 επί 25. Μέσα στα εντυπωσιακά τείχη υπάρχουν κατοικίες, εργαστήρια και άλλα κτίσματα, από το 2200 π.Χ.
Μέχρι το 1990, το έργο του Σαρηγιαννίδη δεν ήταν ευρύτερα γνωστό λόγω της μυστικότητας με την οποία περιέβαλε τις ανασκαφές το σοβιετικό καθεστώς. Στη συνέχεια, όμως, ο Σαρηγιαννίδης ανέβηκε διεθνώς στο βάθρο που του αξίζει, αλλά δεν επαναπαύθηκε, αφού ακόμα και με εξασθενημένες σωματικές δυνάμεις συνέχισε τη «δουλεία» του, όπως μας έλεγε, στην «Τουρκμενίαν».
Ο Σαρηγιαννίδης, ήρθε στην Ελλάδα μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, όταν στα διαλυτικά χρόνια του Γιέλτσιν είχε σταματήσει η χρηματοδότηση της σοβιετικής αρχαιολογικής αποστολής με όλους τους κινδύνους που αυτό συνεπαγόταν. Τον αγκάλιασαν οι Πόντιοι, με πρώτο και καλύτερο τον Χρήστο Γαλανίδη και άλλα στελέχη της Ομοσπονδίας Ποντιακών Σωματείων Νότιας Ελλάδας, αλλά η χρηματοδότηση που του υποσχέθηκαν οι υπουργοί, της τάξης των 5-7 χιλιάδων ευρώ ετησίως, κόλλησε! Εντυπωσιάζονταν από τα ευρήματα που περιλάμβαναν αριστουργήματα ελληνικά και ελληνιστικά, κρητομινωικά, μακεδονικά της στρατιάς του Μεγάλου Αλεξάνδρου και νεότερα του πρώτου αιώνα π.Χ., κοσμήματα, αγάλματα, αρχιτεκτονικά μέλη, επιγραφές κ.λπ., αλλά «δυσκολεύονταν» να εκταμιεύσουν το ασήμαντο ποσό που είχαν υποσχεθεί για να συνεχίσει το έργο του! Όπως «δυσκολεύτηκαν» να του δώσουν την ελληνική υπηκοότητα, όπως «δυσκολεύτηκαν» να του βγάλουν
και τη σύνταξη του ΟΓΑ ύψους 192 ευρώ, που θα τον ζούσε μαζί με τη σύνταξη των 55 ευρώ από το ρωσικό κράτος, «έπειτα από προσπάθειες γνωστών και μεσαζόντων», όπως χαρακτηριστικά έγραφε, στις 30 Απρ. 2004, η Καθημερινή!
Ο Γαλανίδης, σε μια ωραία εκδήλωση της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών, επειδή ο Σαρηγιαννίδης απέφευγε από ταπεινότητα να θίξει το θέμα, αποκάλυψε ότι την εποχή που αναστήλωνε την είσοδο του ανακτόρου που μοιάζει πολύ με την είσοδο του ανακτόρου της Κνωσσού, ήρθε στην Ελλάδα περιμένοντας να του δοθεί το ποσό των 17 χιλιάδων που του είχαν τάξει για τη συνέχιση των ανασκαφών. Όμως, «αργούσαν να βγουν τα λεφτά. Έτσι, πήγα στη διακομματική επιτροπή της Βουλής, να δούμε τι θα γίνει μ’ αυτό το ποσό που είχαν υποσχεθεί. Οι βουλευτές είδαν το έργο του, από ένα DVD που είχε γυρίσει το κανάλι ZDF, εντυπωσιάστηκαν και μας είπαν, «εντάξει, θα το τακτοποιήσουμε». Φεύγοντας από τη Βουλή, λέει ο Βίκτωρας, “Χρήστο, πώς εβλέπ’ς τα πράματα;” Βίκτωρα, ακόμα τίποτα δεν έχεις δει, περίμενε. Οπότε γυρνάει ο Βίκτωρας και μου λέει, “Χρήστο, άμα κι απ’ αδά δεν γίν’ η δουλεία μου, πού αλλού θα πάμε; Στο Θεό πρέπει να πάμε!”. Μετά από καιρό, ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο κ. Παπούλιας, τον βράβευσε με ένα μετάλλιο, και παρενέβη για να δοθούν τα χρήματα, τα οποία, όμως, δεν εκταμιεύονταν. Πήγαινε-ερχότανε, την άνοιξη στην Τουρκμενία, το καλοκαίρι στη Μόσχα, το φθινόπωρο ξανά στην Τουρκμενία, και μετά στην Ελλάδα. Και μου λέει, με αφοπλιστικό χιούμορ και ύφος, “να ρωτώ σε κάτι, ας τον πρόεδρο κι απάν’, στην Ελλάδα, ποίος είν”’; Βίκτωρα, του λέω, πάνω από τον πρόεδρο είναι ένας υπάλληλος, ένας γραφειοκράτης και φαίνεται πως εκεί εσκάλωσεν το πράμα…». Τέτοια ταλαιπωρία, για πενταροδεκάρες…
«Μιάμιση ώρα με το τζιπ από το πλησιέστερο χωριό, στην έρημο, είναι ο αρχαιολογικός χώρος. Τρώγανε όλοι μαζί αυτό που μαγειρεύανε στο καζάνι, με τρόφιμα, ό,τι βρίσκανε, από το χωριό. Εκτιμώ πάρα πολύ αυτό τον άνθρωπο μ’ αυτή τη βαθιά φιλοσοφία του Ανατολίτη, με την ιεράρχηση που κάνει στα πράγματα. Ούτε το φαγητό τον ενδιέφερε. Γι’ αυτό, θυμάμαι, το σοκ που έπαθε σε ένα δείπνο που μας παρέθεσαν στην Κόρινθο, μετά από μία εκδήλωση προς τιμήν του. Ως συνήθως, ήρθαν τα πρώτα πιάτα, τα δεύτερα, τα τρίτα, και μετά, αφού φάγαμε ό,τι φάγαμε, έρχονται κάτι πιατέλες γεμάτες κρέας. Λέει ο Βίκτωρας, “αντά τι είναι;” Λέω, κρέατα για τα σκυλία. Λέει, “σους!, αλήθεια λέγεις;” Λέω, ναι, Βίκτωρα, κρέατα για τα σκυλία. Αφού είχαμε φάει τόσο πολύ, αρχίσανε να λέει ο καθένας, σε παρακαλώ πολύ, μια σακουλίτσα, κι εγώ μία κ.λπ.! Είδε, λοιπόν, που τα παίρνανε και λέει, “φαίνετ’ θα τρώγαν’τα στο σπίτι”. Λέω, όχι Βίκτωρα, θα φάζεν’τα τα σκυλία! Οπότε σηκώνεται ο Βίκτωρας, κάνει το σταυρό του και λέει, “στην Τουρκμενίαν για έναν βούκαν ψωμί πεθαίν’ άνθρωπος κι αδά αυτά τα κρέατα θα φάζεν τα σκυλία!”».
Με το επιστημονικό του έργο, αλλά και τη σεμνότητά του κέρδιζε το θαυμασμό όλων. «Χρήστο, εσύ γιατί εφτάς όλ’ αυτά τα πράματα για τ’ εμέ; Ποίος είμ’ εγώ;», έλεγε στον Γαλανίδη, έχοντας γράψει 20 βιβλία και 250 άρθρα στα πιο έγκυρα επιστημονικά περιοδικά του κόσμου! Ο Σαρηγιαννίδης, στη μικρότητα της σύγχρονης πραγματικότητας, δεν χωρούσε. «Ντο θέλ’ς όλ’ αυτά; Έλα, ας πάμε στην Τουρκμενίαν, με τον Θεόν θα καλατσεύομε», παρότρυνε τον Γαλανίδη, ο οποίος είναι πρόεδρος της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών.
Από τις 23 Δεκεμβρίου, ο Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης, άφησε τους φτερωτούς λέοντες, τους οφιοειδείς δράκους και τα ανθρωπόμορφα μωσαϊκά στο Γκονούρ Τεπέ και μιλάει πλέον για τα μαλαματένια τετ-α-τετ με το Θεό, με τον οποίο μπορεί να παίζει και κανένα τάβλι που τόσο του άρεσε!

Στέλιος Ελληνιάδης

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!