Οι προεδρικές εκλογές στη Γαλλία φέρνουν στο φως αντιθέσεις. Της Αριάδνης Αλαβάνου
Κάποιος έγραψε ότι μία από τις αρετές των εκλογών είναι ότι οι πολιτικοί λένε ό,τι πιστεύουν πως βρίσκεται στο μυαλό των ψηφοφόρων τους, θα μπορούσε να προσθέσει κανείς, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τη δημαγωγία που ασκείται, προκειμένου να το διαστρέψει ή να το εκτονώσει.
Απ’ αυτήν την άποψη, σχολιάζει το BBC, η Ε.Ε. αποδεικνύεται το θέμα-έκπληξη των γαλλικών προεδρικών εκλογών της 22ας Απριλίου και 6ης Μαΐου. Όχι και τόσο έκπληξη όμως, αφού εδώ και αρκετά χρόνια φαίνεται ότι η γαλλική κοινή γνώμη -συμπεριλαμβανομένων τμημάτων των ελίτ- θεωρεί ότι ο περίφημος γαλλογερμανικός άξονας αποτελεί μια ετεροβαρή, υπέρ της Γερμανίας, σχέση. Το χαρακτηριστικό είναι ότι αντιστάσεις στην πλήρη ευθυγράμμιση με τη Γερμανία και κατ’ επέκταση με την Ε.Ε., όπως έχει διαμορφωθεί, υπάρχουν σε όλο το πολιτικό και κοινωνικό φάσμα, βεβαίως από εντελώς διαφορετικές οπτικές που αντανακλούν τα διαμετρικά αντίθετα κοινωνικά και ταξικά συμφέροντα.
Όσον αφορά τις φιλο-Ε.Ε. ελίτ, δεν μπορεί να μην τις προβληματίζει, επί παραδείγματι, ότι η παραγωγή αυτοκινήτων την περίοδο 2000-2011 μειώθηκε στη Γαλλία (και την Ιταλία) κατά 20%, ενώ την ίδια περίοδο η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία αύξησε την παραγωγή της κατά 22% (στοιχεία της Commerzbank). Ταυτόχρονα, μετά δυσκολίας μπορούν να διαχειριστούν, τουλάχιστον στο πλαίσιο μιας στοιχειώδους δημοκρατίας, τη στρατηγική μείωσης του «εργατικού κόστους» που εφαρμόζει η γερμανική ηγεσία και μάλιστα σε ορίζοντα που δεν είναι καθόλου βραχυπρόθεσμος, αλλά εκτείνεται επ’ αόριστον στο μέλλον και θέτει το ένα κράτος ενάντια στο άλλο σε μια «πορεία προς τον πάτο». Οι φιλοδοξίες για μια Ε.Ε. που θα στηριζόταν στους πόρους της Γερμανίας και στην πολιτική καθοδήγηση της Γαλλίας μάλλον έχουν πάει περίπατο. Ο οικονομικά ισχυρός γίνεται και το πρώτο πολιτικό βιολί.
Οι προεδρικές εκλογές στη Γαλλία φέρνουν με οξύτητα στην επιφάνεια αυτές τις αντιθέσεις. Η Γαλλία ίσως είναι η χώρα στην οποία, λόγω των εργατικών αγώνων όσο και της αντι-ηγεμονικής, εφόσον δεν είναι γαλλική η ηγεμονία, γκολικής παράδοσης (παρά τη μεγάλη εξασθένησή της), η αντίδραση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού στην Ε.Ε. διαπερνά πλέον ορατότατα την εκστρατεία όλων των υποψηφίων που αισθάνονται μεγάλη πίεση εκ μέρους των ψηφοφόρων τους, αντιδρώντας, βεβαίως, πολύ διαφορετικά σ’ αυτήν.
Μια δημοσκόπηση του Δεκεμβρίου 2011 (εταιρία Ipsos), έδειξε ότι το 65% των εργατών και το 53% των υπαλλήλων τάσσεται υπέρ του φράγκου, σε αντίθεση με το 82% των στελεχών επιχειρήσεων και το 69% των επαγγελματιών των μεσαίων στρωμάτων που τάσσονται υπέρ του ευρώ. Στην ίδια δημοσκόπηση ένα 65% των ερωτηθέντων δήλωνε ότι το ευρώ αποτελεί μειονέκτημα για την αγοραστική του δύναμη και μάλιστα σε μια περίοδο που ακόμη δεν έχουν εφαρμοστεί εκτεταμένα μέτρα λιτότητας. Πιο εντυπωσιακή είναι η πρόσφατη (αρχές Μαρτίου) δημοσκόπηση για λογαριασμό της εφημερίδας Le Monde, που παρουσιάζεται με τον εξίσου εντυπωσιακό πρωτοσέλιδο τίτλο: Η θλιβερή αποσάθρωση της ευρωπαϊκής ιδέας – ή οι πολιτικές παρενέργειες της οικονομικής κρίσης της Ευρωζώνης. Ένα 56%, έναντι 33%, τάσσεται υπέρ της ενίσχυσης των εξουσιών του γαλλικού κράτους, ακόμη και με περιορισμό των δικαιοδοσιών των οργάνων της Ε.Ε. Από τους ψηφοφόρους του Σαρκοζί το 54% τάσσεται υπέρ της ενίσχυσης των εθνικών αρμοδιοτήτων. Στο ερώτημα αν ο γαλλογερμανικός άξονας πρέπει να αποτελεί βασική πολιτική προτεραιότητα θετικά απαντά μόνο το 10%. Από τους ψηφοφόρους του Σαρκοζί θετικά απαντά το 23%, ενώ από τους ψηφοφόρους του Ολάντ μόνο το 3%. «Η διάθεση της χώρας απέναντι στην Ευρώπη είναι αρνητική και αυτό εξηγεί χωρίς αμφιβολία γιατί κανείς από τους υποψηφίους δεν δείχνει τον παραμικρό ενθουσιασμό», σχολιάζει η εφημερίδα (Γ. Δελαστίκ, Έθνος,14/3).
Οι διαθέσεις των Γάλλων έχουν σπείρει ανησυχία στα κομματικά επιτελεία. Αν εξαιρέσει κανείς τον Ζαν-Λικ Μελανσόν, υποψήφιο του Αριστερού Μετώπου (εκλογικής συμμαχίας του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος και του Αριστερού Κόμματος, με ποσοστά της τάξης του 14%, στις 28/3), που εκφράζει πιο αυθεντικά, θα μπορούσε να πει κανείς, την αντίσταση των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων στις πολιτικές της Ε.Ε., όπως και τους υποψηφίους των μικρότερων αριστερών κομμάτων, οι κατεστημένες δυνάμεις έχουν επιδοθεί σε πλειοδοσία ευρωσκεπτικιστικών αμφισβητήσεων, αλλά και εκτροπής των εναντίον της Ε.Ε. διαθέσεων προς αντιδραστικές κατευθύνσεις. Ο Σαρκοζί, που έρχεται στήθος με στήθος με το σοσιαλιστή Ολάντ στις δημοσκοπήσεις, στοχοποίησε για άλλη μια φορά τους μετανάστες, τα έβαλε με τη Συνθήκη Σένγκεν και ζήτησε να γίνει πιο αυστηρή, αλλιώς απειλεί με απόσυρση της Γαλλίας, προσβλέποντας στους ακροδεξιούς ξενοφοβικούς ψηφοφόρους της Λεπέν, που λαμβάνει δημοσκοπικά 16%. Η Λεπέν οξύνει την αντιισλαμική υστερία και μιλά για αποχώρηση από το ευρώ, επειδή η Ε.Ε., σύμφωνα με την περιγραφή της, είναι η «ευρωπαϊκή Σοβιετική Ένωση» (BBC). Ο Ολάντ, από την άλλη, ζητά επαναδιαπραγμάτευση του δημοσιονομικού συμφώνου που ορίζει έλλειμμα 0,5%, υπόσχεται θέσεις εργασίας και φορολόγηση των πλουσίων, ενώ υποστηρίζει ότι η πολιτική του προϋπολογισμού, οι φόροι και οι δαπάνες ανήκουν στην εθνική δικαιοδοσία.
Ο Σαρκοζί δεν αρκέστηκε στο ρατσισμό. Αμφισβήτησε επίσης την αξία του ελεύθερου εμπορίου, μίλησε για θέσπιση νόμου «Αγοράστε ευρωπαϊκά» και για μια «Ευρώπη που δεν οφείλει να ανοίγει τις αγορές της όταν οι άλλοι δεν το κάνουν». Θα αποδειχθούν οι γαλλικές εκλογές ένα μικρό Βατερλό για τη συνοχή του Grupe de Francort;* Ίδωμεν!
Απ’ αυτήν την άποψη, σχολιάζει το BBC, η Ε.Ε. αποδεικνύεται το θέμα-έκπληξη των γαλλικών προεδρικών εκλογών της 22ας Απριλίου και 6ης Μαΐου. Όχι και τόσο έκπληξη όμως, αφού εδώ και αρκετά χρόνια φαίνεται ότι η γαλλική κοινή γνώμη -συμπεριλαμβανομένων τμημάτων των ελίτ- θεωρεί ότι ο περίφημος γαλλογερμανικός άξονας αποτελεί μια ετεροβαρή, υπέρ της Γερμανίας, σχέση. Το χαρακτηριστικό είναι ότι αντιστάσεις στην πλήρη ευθυγράμμιση με τη Γερμανία και κατ’ επέκταση με την Ε.Ε., όπως έχει διαμορφωθεί, υπάρχουν σε όλο το πολιτικό και κοινωνικό φάσμα, βεβαίως από εντελώς διαφορετικές οπτικές που αντανακλούν τα διαμετρικά αντίθετα κοινωνικά και ταξικά συμφέροντα.
Όσον αφορά τις φιλο-Ε.Ε. ελίτ, δεν μπορεί να μην τις προβληματίζει, επί παραδείγματι, ότι η παραγωγή αυτοκινήτων την περίοδο 2000-2011 μειώθηκε στη Γαλλία (και την Ιταλία) κατά 20%, ενώ την ίδια περίοδο η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία αύξησε την παραγωγή της κατά 22% (στοιχεία της Commerzbank). Ταυτόχρονα, μετά δυσκολίας μπορούν να διαχειριστούν, τουλάχιστον στο πλαίσιο μιας στοιχειώδους δημοκρατίας, τη στρατηγική μείωσης του «εργατικού κόστους» που εφαρμόζει η γερμανική ηγεσία και μάλιστα σε ορίζοντα που δεν είναι καθόλου βραχυπρόθεσμος, αλλά εκτείνεται επ’ αόριστον στο μέλλον και θέτει το ένα κράτος ενάντια στο άλλο σε μια «πορεία προς τον πάτο». Οι φιλοδοξίες για μια Ε.Ε. που θα στηριζόταν στους πόρους της Γερμανίας και στην πολιτική καθοδήγηση της Γαλλίας μάλλον έχουν πάει περίπατο. Ο οικονομικά ισχυρός γίνεται και το πρώτο πολιτικό βιολί.
Οι προεδρικές εκλογές στη Γαλλία φέρνουν με οξύτητα στην επιφάνεια αυτές τις αντιθέσεις. Η Γαλλία ίσως είναι η χώρα στην οποία, λόγω των εργατικών αγώνων όσο και της αντι-ηγεμονικής, εφόσον δεν είναι γαλλική η ηγεμονία, γκολικής παράδοσης (παρά τη μεγάλη εξασθένησή της), η αντίδραση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού στην Ε.Ε. διαπερνά πλέον ορατότατα την εκστρατεία όλων των υποψηφίων που αισθάνονται μεγάλη πίεση εκ μέρους των ψηφοφόρων τους, αντιδρώντας, βεβαίως, πολύ διαφορετικά σ’ αυτήν.
Μια δημοσκόπηση του Δεκεμβρίου 2011 (εταιρία Ipsos), έδειξε ότι το 65% των εργατών και το 53% των υπαλλήλων τάσσεται υπέρ του φράγκου, σε αντίθεση με το 82% των στελεχών επιχειρήσεων και το 69% των επαγγελματιών των μεσαίων στρωμάτων που τάσσονται υπέρ του ευρώ. Στην ίδια δημοσκόπηση ένα 65% των ερωτηθέντων δήλωνε ότι το ευρώ αποτελεί μειονέκτημα για την αγοραστική του δύναμη και μάλιστα σε μια περίοδο που ακόμη δεν έχουν εφαρμοστεί εκτεταμένα μέτρα λιτότητας. Πιο εντυπωσιακή είναι η πρόσφατη (αρχές Μαρτίου) δημοσκόπηση για λογαριασμό της εφημερίδας Le Monde, που παρουσιάζεται με τον εξίσου εντυπωσιακό πρωτοσέλιδο τίτλο: Η θλιβερή αποσάθρωση της ευρωπαϊκής ιδέας – ή οι πολιτικές παρενέργειες της οικονομικής κρίσης της Ευρωζώνης. Ένα 56%, έναντι 33%, τάσσεται υπέρ της ενίσχυσης των εξουσιών του γαλλικού κράτους, ακόμη και με περιορισμό των δικαιοδοσιών των οργάνων της Ε.Ε. Από τους ψηφοφόρους του Σαρκοζί το 54% τάσσεται υπέρ της ενίσχυσης των εθνικών αρμοδιοτήτων. Στο ερώτημα αν ο γαλλογερμανικός άξονας πρέπει να αποτελεί βασική πολιτική προτεραιότητα θετικά απαντά μόνο το 10%. Από τους ψηφοφόρους του Σαρκοζί θετικά απαντά το 23%, ενώ από τους ψηφοφόρους του Ολάντ μόνο το 3%. «Η διάθεση της χώρας απέναντι στην Ευρώπη είναι αρνητική και αυτό εξηγεί χωρίς αμφιβολία γιατί κανείς από τους υποψηφίους δεν δείχνει τον παραμικρό ενθουσιασμό», σχολιάζει η εφημερίδα (Γ. Δελαστίκ, Έθνος,14/3).
Οι διαθέσεις των Γάλλων έχουν σπείρει ανησυχία στα κομματικά επιτελεία. Αν εξαιρέσει κανείς τον Ζαν-Λικ Μελανσόν, υποψήφιο του Αριστερού Μετώπου (εκλογικής συμμαχίας του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος και του Αριστερού Κόμματος, με ποσοστά της τάξης του 14%, στις 28/3), που εκφράζει πιο αυθεντικά, θα μπορούσε να πει κανείς, την αντίσταση των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων στις πολιτικές της Ε.Ε., όπως και τους υποψηφίους των μικρότερων αριστερών κομμάτων, οι κατεστημένες δυνάμεις έχουν επιδοθεί σε πλειοδοσία ευρωσκεπτικιστικών αμφισβητήσεων, αλλά και εκτροπής των εναντίον της Ε.Ε. διαθέσεων προς αντιδραστικές κατευθύνσεις. Ο Σαρκοζί, που έρχεται στήθος με στήθος με το σοσιαλιστή Ολάντ στις δημοσκοπήσεις, στοχοποίησε για άλλη μια φορά τους μετανάστες, τα έβαλε με τη Συνθήκη Σένγκεν και ζήτησε να γίνει πιο αυστηρή, αλλιώς απειλεί με απόσυρση της Γαλλίας, προσβλέποντας στους ακροδεξιούς ξενοφοβικούς ψηφοφόρους της Λεπέν, που λαμβάνει δημοσκοπικά 16%. Η Λεπέν οξύνει την αντιισλαμική υστερία και μιλά για αποχώρηση από το ευρώ, επειδή η Ε.Ε., σύμφωνα με την περιγραφή της, είναι η «ευρωπαϊκή Σοβιετική Ένωση» (BBC). Ο Ολάντ, από την άλλη, ζητά επαναδιαπραγμάτευση του δημοσιονομικού συμφώνου που ορίζει έλλειμμα 0,5%, υπόσχεται θέσεις εργασίας και φορολόγηση των πλουσίων, ενώ υποστηρίζει ότι η πολιτική του προϋπολογισμού, οι φόροι και οι δαπάνες ανήκουν στην εθνική δικαιοδοσία.
Ο Σαρκοζί δεν αρκέστηκε στο ρατσισμό. Αμφισβήτησε επίσης την αξία του ελεύθερου εμπορίου, μίλησε για θέσπιση νόμου «Αγοράστε ευρωπαϊκά» και για μια «Ευρώπη που δεν οφείλει να ανοίγει τις αγορές της όταν οι άλλοι δεν το κάνουν». Θα αποδειχθούν οι γαλλικές εκλογές ένα μικρό Βατερλό για τη συνοχή του Grupe de Francort;* Ίδωμεν!
* Ομάδα της Φρανκφούρτης, επονομαζόμενη και «πολιτικό γραφείο». Συμπεριλαμβάνει τη Μέρκελ, τον Σαρκοζί και τους επικεφαλής της Κομισιόν, της ΕΚΤ και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Η άτυπη πολιτική ηγεσία της Ευρωζώνης.
Σχόλια