Η ανάμνηση της Γερμανικής Επανάστασης του 1918-1923 στη συνείδηση των κομμουνιστών και κομμουνιστριών και όσων προέρχονται από αυτό το ρεύμα συνδέεται κυρίως με τη Ρόζα Λούξεμπουργκ και τον Καρλ Λήμπκνεχτ, αυτούς τους δύο κορυφαίους Γερμανούς επαναστάτες, που δολοφονήθηκαν από την αντίδραση τον Γενάρη του 1919.
Όμως, η γερμανική επανάσταση δεν ξεκίνησε με την ηρωική εξέγερση του Σπάρτακου στις 5 Ιανουαρίου 1919. Ξεκίνησε τελείως αυθόρμητα, ως αντίδραση στην συνέχιση ενός ήδη χαμένου πολέμου, στις αρχές Νοεμβρίου 1918 από τους ναύτες του πολεμικού ναυτικού που στασίασαν κατά των αξιωματικών τους στα λιμάνια του Βορρά (Βιλχελμσχάφεν, μετά Κίελο) την 31/10/1918. Όταν συμβαίνει αυτό, είναι σε όλους σαφές ότι η Γερμανία και οι Κεντρικές Δυνάμεις έχουν ηττηθεί στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο (τον «Μεγάλο Πόλεμο», όπως τον έλεγαν τότε). Ο πραγματικός κυβερνήτης της χώρας, ο στρατάρχης Λούντεντορφ έχει ήδη από τις αρχές του φθινοπώρου 1918 εισαγάγει το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα και τον ηγέτη του Φρήντριχ Έμπερτ στην κυβέρνηση για να εξασφαλίσει μια ήπια μετάβαση. Όμως, οι ναύτες αποτρέπουν την «ήπια μετάβαση» και καταλαμβάνουν μαζί με εξεγερμένους εργάτες το Κίελο στις 4/11.
Την 9η Νοεμβρίου 1918, ο Λήμπκνεχτ έχει μόλις απελευθερωθεί (από την φυλακή του στρατού, όπου ακόμη υπηρετεί), ενώ η Λούξεμπουργκ είναι ακόμη έγκλειστη στην φυλακή του Μπρεσλάου.
***
Ο Ρίχαρντ Μύλλερ είναι το 1918 ήδη ένας έμπειρός συνδικαλιστής ηγέτης, 38 ετών, με πολλούς εργατικούς αγώνες πίσω του και αρκετές πειθαρχικές διώξεις κατά την υποχρεωτική στράτευσή του στον Μεγάλο Πόλεμο (3). Έχει μελετήσει σε βάθος τις καπιταλιστικές εργασιακές αναδιαρθρώσεις, έχει συγγράψει μελέτες πολύ ριζικής κριτικής του ταιυλορικού συστήματος εργασίας και έχει στρέψει την προσοχή των ειδικευμένων μεταλλεργατών (μαστόρων) στην αντιμετώπιση αυτής της ριζικής αναδιοργάνωσης της εργασίας. Έχει ηγηθεί πολλών αντιπολεμικών απεργιών και κινητοποιήσεων.
Κεντρικός πολιτικός και οργανωτικός πυρήνας της επιτυχούς εξέγερσης στο Βερολίνο είναι η συνδικαλιστική ομάδα των Επαναστατών Αντιπροσώπων (Revolutionäre Obleute), που εκπροσωπούν ένα ευρύτατο δίκτυο εργοστασιακών επιτροπών στα μεγάλα εργοστάσια του Βερολίνου και ιδίως από τους ειδικευμένους (μάστορες) μεταλλουργούς και μεταλλεργάτες. Κεντρικός ηγέτης των Ε.Α. είναι ο τορναδόρος και σοσιαλιστής συνδικαλιστής Ρίχαρντ Μύλλερ (Richard Müller)
Ο Μύλλερ αντιλαμβάνεται ότι δεν πρέπει να αφήσει τις εξελίξεις στα χέρια των γραφειοκρατών ηγετών του SPD, ακόμη και με την τσόντα ορισμένων υπουργών του USPD στη νέα κυβέρνηση. Μια μεγάλη ομάδα εργατών των Ε.Α. μπαίνει στο κοινοβούλιο το απόγευμα της 9/11, συνεδριάζει σε μια από τις αίθουσές του και αποφασίζει τη σύγκληση για την επόμενη μέρα (Κυριακή 10/11/1918) του Συμβουλίου των αντιπροσώπων όλων των εργοστασίων του Βερολίνου στο τσίρκο Μπους. Όλα τα εργοστάσια εκλέγουν αντιπροσώπους στο τσίρκο Μπους με ξέφρενους ρυθμούς. Εκεί εκλέγεται, μετά από έντονες αντιπαραθέσεις, το Εκτελεστικό Συμβούλιο των εργατών του Βερολίνου, που θα προετοιμάσει το παγγερμανικό Συνέδριο των Συμβουλίων εργατών και στρατιωτών του Δεκεμβρίου 1918. Παρά το γεγονός ότι το SPD διατηρεί ακόμη πολύ σημαντική δύναμη (καταφέρνει στο τσίρκο Μπους, παρά την προσπάθεια του Μύλλερ, να έχει πλειοψηφία στο εκλεγόμενο προσωρινό Εκτελεστικό Συμβούλιο), διαμορφώνεται, σε σημαντικό βαθμό χάρη στον Μύλλερ και τους Ε.Α., μια δυαδική μορφή εξουσίας. Από τη μια πλευρά η προσωρινή κυβέρνηση του Έμπερτ και από την άλλη το Εκτελεστικό Συμβούλιο, και στη συνέχεια το Συνέδριο των Συμβουλίων.
***
Ο Μύλλερ συγκεντρώνει γύρω του την τάση των Ε.Α. που προσχωρεί το 1919 στο Κ.Κ., ενώ η άλλη τάση προσχωρεί στο Ανεξάρτητο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα. Θα έχει κεντρικό ρόλο στη συνδικαλιστική δουλειά του Κ.Κ., στα πρώτα της βήματα. Θα μετάσχει ως αντιπρόσωπος του ΚΚΓ και στο Τρίτο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, τον Ιούνιο 1921 στη Μόσχα, επιχειρώντας μάλιστα να συμφιλιώσει τον Λένιν με τον πρώην γραμματέα Πάουλ Λέβι που έχει παραιτηθεί από την ηγεσία του κόμματος, θεωρώντας τη μειοψηφική εξέγερση του Μαρτίου 1921 (Δράση του Μάρτη) ως αριστερίστικη και εξτρεμιστική παρέκκλιση. Όμως, σταδιακά, θα απογοητευθεί από το Κ.Κ. για δύο κυρίως λόγους: Πιστεύει σε μια βαθύτερη μελέτη του θεσμού των συμβουλίων ως μορφής εργατικής εξουσίας, την οποίαν το Κ.Κ. δεν πραγματοποιεί. Επίσης, διαφωνεί με τα διοικητικά μέτρα κατά των διαφωνούντων, πρακτική που σταδιακά ενισχύεται.
Αποχωρώντας οριστικά από την πολιτική, γύρω στο 1924, θα συγγράψει μια πολύτομη μαρξιστική Ιστορία της Γερμανικής Επανάστασης, που ακόμη ως συγχρονικό έργο αποτελεί σημείο αναφοράς για τους ιστορικούς της περιόδου. Θα ασχοληθεί με εκδόσεις και θα αποτύχει. Στην συνέχεια, θα γίνει εργολάβος οικοδομών για λογαριασμό των συνδικάτων (εργατικές κατοικίες) στα τέλη της δεκαετίας του 1920, «κερδίζοντας» από την πλευρά του Κ.Κ. τον μειωτικό προσδιορισμό «Ο Μύλλερ που πατά πάνω σε πτώματα» (Leichenmüller). Θα πεθάνει επί ναζισμού το 1943, σε πλήρη ιδιώτευση πλέον.
Ο Ρίχαρντ Μύλλερ ήταν, κατά την πολύ επιτυχή έκφραση του βιογράφου του Ralf Hoffrogge, ο άνθρωπος πίσω από την νοεμβριανή γερμανική επανάσταση. Δυστυχώς, λίγοι τον θυμούνται σήμερα. Μεταβλήθηκε, όπως και πολλοί άλλοι αξιόλογοι αγωνιστές άλλωστε, σε σκόνη της Ιστορίας.
Παραπομπές
1) Βλ. σε Sebastian Haffner «Die deutsche Revolution 1918/10», Anaconda Verlag 2008.
2) Ο Έμπερτ θα πει αργότερα ότι «μισούσε την επανάσταση σαν τα αμαρτήματά του».
3) Για την πολιτική βιογραφία του βλ. ιδίως σε Ralf Hoffrogge «Richard Müller, Der Mann hinter der Novemberrrevolution», Dietz Verlag 2008.