Σκληρή ιστορία ταπείνωσης και εκδίκησης η εμπνευσμένη από πραγματικό γεγονός ταινία Dogman, του 50χρονου Ιταλού Ματέο Γκαρόνε, λειτουργεί ως πολιτικό σχόλιο για την αυταπάτη πως είναι δυνατή η επιβίωση, αποφεύγοντας την αντίσταση στους τυράννους.
Γεροδεμένος και εθισμένος στην κοκαΐνη, ο πρώην πυγμάχος Σιμόνε –συνονόματος με τον πυγμάχο στο Ο Ρόκκο και τα αδέρφια του (1960 / Λουκίνο Βισκόντι)– γίνεται τρόμος και φόβος της γειτονιάς, προκαλώντας διαρκώς τους πάντες.
Στον αντίποδα, ο μικροκαμωμένος και ήπιος Μαρτσέλο, γλυκομίλητος στα όρια υποτέλειας, φροντίζει στοργικά τους σκύλους της γειτονιάς, στο μικρό μαγαζί του με την επιγραφή Dogman, που βρίσκεται ανάμεσα σε μια ταβέρνα, ένα μαγαζί αγοράς χρυσού και ένα μπιλιαρδάδικο με φρουτάκια, μπροστά σε μια μεγάλη αλάνα με παιδική χαρά, περιτριγυρισμένη από μεγάλα μπλοκ πολυκατοικιών, περασμένης αρχιτεκτονικής, σε μια παρακμασμένη παραθαλάσσια κωμόπολη, στα περίχωρα της Νάπολης. Έχοντας επίγνωση της μειονεξίας του, ο Μαρτσέλο καλοπιάνει τους γύρω επιχειρηματίες με κοκαΐνη, ενώ ανέχεται τη φορτική παρουσία του Σιμόνε, που τον χρησιμοποιεί ως τσιράκι σε ληστείες, σε μια σχέση αγάπης-μίσους, με αντάλλαγμα την προστασία. Μοναδική του διέξοδος η σχέση με τους σκύλους του και η αδυναμία του στην ανήλικη κόρη του. Σε μια κατεστημένη τάξη πραγμάτων όμως, η ανεξέλεγκτη βία του σκληροτράχηλου περιθωριακού Σιμόνε, εναντίων των «νοικοκυραίων» καταστηματαρχών, ανατρέπει τις υπάρχουσες ισορροπίες, απαιτώντας «δραστική» λύση. Αποδεχόμενος την προδιαγεγραμμένη θέση του στην κοινότητα, ο φοβισμένος Μαρτσέλο εναντιώνεται στη θέλησή της και επιχειρεί να προστατέψει τον δυνάστη του Σιμόνε, πληρώνοντας το τίμημα ακόμα και με φυλακή. Επιστρέφοντας ένα χρόνο μετά στο ρημαγμένο του πλέον μαγαζί, έρχεται αντιμέτωπος τόσο με την εχθρότητα όλης της κοινότητας, όσο και με την παγερή αδιαφορία του Σιμόνε.
***
Ο Γκαρόνε, μετά από το Παραμύθι των Παραμυθιών (2015), επιστρέφει με το αριστουργηματικό και συνάμα σκληρό Dogman, στο ερειπωμένο τοπίο του νότου και στον ωμό ρεαλισμό του Γόμμορα (2008). Επικεντρώνοντας κυρίως στο ψυχολογικό προφίλ εξουσιαστή-εξουσιαζόμενου, το Dogman δομείται μέσα από δυο αντιθετικούς πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες, από κατώτερα στρώματα, που επιβιώνουν στο βούρκο της ανέχειας και της ανεργίας, σε μια ταινία-παραβολή της αντίστασης στην εξουσία, με φυσιογνωμική διάσταση των χαρακτήρων που εδράζει στην παράδοση του ιταλικού νεορεαλισμού.
Σε μια συγκλονιστική ερμηνεία ενός υποταγμένου χαρακτήρα, ο ερασιτέχνης ηθοποιός Μαρτσέλο Φόντε κέρδισε επάξια το βραβείο ερμηνείας, πέρσι στις Κάννες.
Προσομοιάζοντας στον μικρόκοσμο της ρημαγμένης γειτονιάς τη νοοτροπία ενός συστήματος εξαγοράς και συνενοχής που διέπει ολόκληρη την ιταλική κοινωνία, ο Γκαρόνε επινόησε τη διερεύνηση των σχέσεων εξουσιαστή-εξουσιαζόμενου, μέσα από σκυλίσιες συμπεριφορές, όπως στην ουγγρική ταινία Λευκός Θεός (2014 / Κορνέλ Μουντρούτσο). Αγελαία ζώα τα σκυλιά, δηλώνουν υποταγή στον ισχυρότερο που επιβλήθηκε είτε νικώντας είτε τρομοκρατώντας ως αρχηγός. Έτσι και ο Μαρτσέλο υποτάσσεται στον Σιμόνε, αντιμετωπίζοντάς τον σαν ένα μεγάλο άγριο σκυλί, που καλείται να χειριστεί. Ήδη από το πρώτο πλάνο, ο αγριεμένος σκύλος που δείχνει τα δόντια του σηματοδοτεί τη βία της ταινίας, όπου υποταγμένοι άνθρωποι υιοθετούν συμπεριφορές σκύλων και οι φάτσες σκυλιών λειτουργούν εξίσου εκφραστικά με τις φυσιογνωμίες ανθρώπων. Μάρτυρες της βίας, που υφίσταται ο Μαρτσέλο, τα σκυλιά μέσα στα κλουβιά απεικονίζονται μέσα από κοντινά πλάνα γεμάτα απορία και φόβο.
Στα όρια του κωμικοτραγικού, η δραματική έκβαση ισοσταθμίζεται με κάποιες κωμικές σκηνές, με τον Μαρτσέλο να λιμάρει τα νύχια ενός Μολοσσού, διπλάσιου σε μέγεθος από τον ίδιο, ενώ η επιμονή του να σώσει ένα παγωμένο σκυλάκι μαρτυρά την ευαίσθητη ψυχή του.
Κρατώντας σε όλο το δεύτερο μέρος μέχρι το τραγικό τέλος την ταινία υπό βροχή, δημιουργείται μια σκοτεινή νέο-νουάρ ατμόσφαιρα, σε μια ταινία που επαναφέρει ηθικούς κώδικες των γουέστερν, όπως αφοσίωση και υποταγή. Στην ίδια γενιά με τον δικό μας Γιάννη Οικονομίδη, ο Γκαρόνε παρουσιάζει επίσης κοινές επιρροές από τους κώδικες ταινιών είδους, όπως φιλμ νουάρ, γκανστερικές και γουέστερν, ενώ και οι δυο διερευνούν τις σχέσεις εξουσίας, μέσα από ωμή βία.
***
Στις νεορεαλιστικές επιρροές του Γκαρόνε συγκαταλέγεται και η ληστεία με την τρύπα στον τοίχο, από το διαβόητο Ο Κλέψας του κλέψαντος (1958 / Μάριο Μονιτσέλι), ενώ στο Dogman παρουσιάζονται και μικρές εξπρεσιονιστικές επιρροές, όπως η σκιά στην τζαμένια πόρτα της τουαλέτας, που μεγεθύνει το πρόσωπο του Σιμόνε, καθιστώντας τον ακόμα πιο κτηνώδη.
Το παρακμασμένο αστικό τοπίο, με τις παλιομοδίτικες λαϊκές πολυκατοικίες, απεικονίζεται τακτικά στην ταινία, μέσα από γενικά πλάνα με ευρυγώνιο, διεκδικώντας ισότιμο με τους χαρακτήρες ρόλο. Ο χώρος εισάγεται στο κάδρο διαμορφώνοντας τους χαρακτήρες σε μια ενδεικτική εικόνα της οικονομικής κρίσης, ενώ αποτελεί πολιτικό σχόλιο για τον πάντα υπαρκτό διχασμό της Ιταλίας, ανάμεσα στον πλούσιο βιομηχανικό βορρά και τον φτωχό νότο.
Στις νεορεαλιστικές ιταλικές ταινίες, οι αδειανές αλάνες που μετατρέπονταν σε νεόκτιστες γειτονιές στις παρυφές της πόλης, αποτελούσαν ένδειξη ταχείας κοινωνικής ανάπτυξης, μαζί με την έλευση μιας νέας εποχής με άλλου τύπου προβλήματα, που διερεύνησε ο Αντονιόνι. Στον Γκαρόνε, το ερειπωμένο τοπίο υποδηλώνει υποβάθμιση και παρακμή, όπως λειτουργεί και ο ανοιχτός χώρος μπροστά απ’ το μαγαζί του Μαρτσέλο, μια άλλοτε κεντρική μεγάλη πλατεία. Αναγνωρίσιμο χαρακτηριστικό της ρυμοτομίας στην ιταλική επαρχία, η κεντρική πλατεία που συγκέντρωνε το σύνολο της κοινωνικής δραστηριότητας, επικράτησε ως χώρος σημαντικών εξελίξεων της πλοκής στις ταινίες του Τζουζέπε Τορνατόρε αλλά και των Ταβιάνι. Στο Dogman, αυτός ο ορατός σε όλους ανοιχτός χώρος επιλέγεται για τη δημόσια διαπόμπευση του Μαρτσέλο, ενώ εκεί κλείνει σε γενικό πλάνο η ταινία, έπειτα από την τραγική συνειδητοποίηση του ήρωα, πως η καθυστερημένη εξέγερσή του έχει πλέον οικτρά αποτελέσματα.
Τέλος, η πρωτότυπη ηλεκτρονικής αίσθησης μουσική του Μικέλε Μπράγκα συνοδεύει τα μύχια συναισθήματα του Μαρτσέλο, ενώ ακούγεται ως δείγμα ευτυχίας στις υποβρύχιες σκηνές καταδύσεων με την κόρη του, ανησυχίας, όταν κουβαλάει τον αιμόφυρτο Σιμόνε, βαθιάς ταπείνωσης, όταν επιστρέφει με ψιλόβροχο από τη φυλακή, αλλά και στο τέλος, όπου επιδεικνύει ως αποδεικτικό αφοσίωσης στην κοινότητα, το κουφάρι που κουβαλάει ασθμαίνοντας.
*Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι θεωρητικός-κριτικός κινηματογράφου, ifigenia.kalantzi@gmail.com
INFO
Ειδικά αφιερωμένο στις γυναίκες φέτος το 31ο Πανόραμα Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου (22/11-5/12/2018), διεξάγεται για τις επόμενες δύο ολόκληρες βδομάδες στον Κινηματογράφο Τριανόν, με 11 νέες ταινίες στο Διαγωνιστικό, πρεμιέρες ταινιών όπως Euforia της Βαλέρια Γκολίνο που παραβρέθηκε η ίδια στη Αθήνα για συνέντευξη τύπου και παρουσίαση της ταινίας της στην τελετή έναρξης, αλλά και τις νέες ταινίες Yuli της Ισιάρ Μπολέιν και The Summer House της Βαλέρια Μπρούνι-Τεντέσκι. Στο πλούσιο πρόγραμμα, συμπεριλαμβάνονται αφιερώματα στις σκηνοθέτριες Φρίντα Λιάππα και Τώνια Μαρκετάκη, στον Νίκο Παπατάκη για τα 100 χρόνια από τη γέννησή του, ταινίες των Μπέργκμαν, Γκοντάρ και Κουροσάβα, αλλά και προβολές παλιότερων ταινιών, όπως Ο Θαλασσόλυκος (1941) του Μάικλ Κέρτιζ, Park Row (1952) του Σάμιουελ Φούλερ και το Πάθος της Ζαν Ντ’ Άρκ (1928) του Καρλ-Τέοντορ Ντράγιερ, συνοδεία ζωντανής μουσικής. Περισσότερα στο www.panoramafest.org.
– Στον Κινηματογράφο Άστορ διεξάγεται το 9ο Φεστιβάλ Εθνογραφικού Κινηματογράφου της Αθήνας (21-25/11/2018). Περισσότερα στο www.ethnofest.gr.
– Στους Κινηματογράφους Άστυ και Πτι Παλαί παίζεται η ισλανδική ταινία Ανάσα Ελευθερίας της Ίζολντ Ουγκαντότιρ. Κριτική της ταινίας υπάρχει στην ανταπόκριση της Ιφιγένειας Καλαντζή από τις 24ες Νύχτες Πρεμιέρας (τεύχος 423, 29/9/2018).