Της Μαρίας Πλευράκη
Η προπαγάνδα στην Αρχαία Ελλάδα αποτελούσε το μέσο διαμόρφωσης μιας πλαστής πραγματικότητας, που στόχευε στον επηρεασμό και την παραπλάνηση των πολιτών. Το ρόλο αυτό κατείχαν οι δημαγωγοί.
Ως «προπαγάνδα» ορίζεται «η συστηματική προσπάθεια διάδοσης ιδεών, απόψεων, αντιλήψεων ή θέσεων, με απώτερο σκοπό τη συμμόρφωση της κοινής γνώμης με την προβαλλόμενη πραγματικότητα, με τρόπο ώστε, κάθε διαφορετική άποψη ή θέση να είναι εύκολα αντιμετωπίσιμη και αναστρέψιμη». Πρόκειται, ουσιαστικά, για ένα μέσο παραπλάνησης το οποίο προϋποθέτει την ύπαρξη δυαδικής σχέσης μεταξύ ενός φορέα εξουσίας που διαθέτει τα «μέσα διάδοσης» του επιθυμητού μηνύματος και ενός κοινωνικού συνόλου, που είναι ο «αποδέκτης» του.
Κυρίαρχα μέσα διάδοσης της προπαγάνδας είναι τα ΜΜΕ, καθώς και τα λεγόμενα «παπαγαλάκια» τα οποία, έναντι ανταλλάγματος (όλα έχουν τιμή), κρίνουν, κατακρίνουν και λασπολογούν εναντίον όσων θεωρούν «επικίνδυνους» για τα σχέδια και τις μεθοδεύσεις τους. Χρησιμοποιώντας την τεράστια δύναμη του λόγου, λοιδορούν και αποδομούν, προκειμένου να επιτύχουν το στόχο τους, που δεν είναι άλλος από τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης. Τακτική, αρκετά οικεία στους κατόχους της εξουσίας και αρεστή στους διεκδικητές της.
Θύματα του φαινομένου οι βομβαρδιζόμενοι με παραπληροφόρηση πολίτες, οι οποίοι διχασμένοι, χάνουν την ικανότητα να διακρίνουν την αλήθεια από το ψέμα, το δίκαιο από το άδικο.
Κλασική περίπτωση προπαγάνδας ζήσαμε τις τελευταίες μέρες κατά την περίοδο του δημοψηφίσματος, όπου ΜΜΕ και αντιπολίτευση συντονίζονται και χρησιμοποιώντας τη γλώσσα του φόβου, επιδίδονται σε αγωνιώδεις προσπάθειες καταστροφολογίας και τρομοκράτησης των πολιτών, προκειμένου να αποδεχθούν τη «συμφωνία» ως μόνη λύση και τους «θεσμούς» ως σωτήρες που νοιάζονται για το καλό μας, εμποδίζοντας παράλληλα την έκφραση κάθε αντίθετης άποψης.
Ο λαός, παρ’ όλα αυτά, με ένα πρωτόγνωρο εκλογικό αποτέλεσμα υπέρ του «όχι», λύνει τα χέρια στην κυβέρνηση, δίνοντάς της τη δυνατότητα να επιστρέψει στην αρένα της «έντιμης διαπραγμάτευσης» με μια ισχυρή λαϊκή εντολή. Ενάντια στις απειλές των καπιταλιστών και τους εκβιασμούς των ντόπιων και ξένων συμφερόντων και υπό συνθήκες χρηματοοικονομικής ασφυξίας, οι Έλληνες αντέχουν, αντιστέκονται και ονειρεύονται την επόμενη μέρα.
Εντούτοις, μέσα σε μια νύχτα, η κυβέρνηση και η ηγετική της ομάδα υποτάχθηκαν στις προσταγές των τοκογλύφων. Το «όχι» στις συμφωνίες και τα αντιλαϊκά μέτρα, μεταφράστηκε σε «ναι», στην άνευ όρων παραμονή της χώρας σε μια Ε.Ε, η οποία απροκάλυπτα καταλύει κάθε έννοια δημοκρατίας, δρομολογώντας δραματικές εξελίξεις τόσο για την Ελλάδα και την Ευρώπη όσο και για την ίδια την Αριστερά.
Ταυτόχρονα, κέντρα αποφάσεων και αντιπολίτευση «μεταμφιέζονται» σε θερμούς υποστηρικτές της κυβέρνησης και των επιλογών της ενώ την ίδια στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελεί πια κίνδυνο, η προπαγάνδα στρέφεται εναντίον της αριστερής του πτέρυγας, η οποία, πιστή στις συνεδριακές αποφάσεις και το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, δεν αποδέχεται τη βάρβαρη συμφωνία.
Ως μέσα διάδοσης της προπαγάνδας (παπαγαλάκια), τώρα πια χρησιμοποιούνται σύντροφοι και συντρόφισσες οι οποίοι, με περισσή ευκολία και σαν να ήταν ήδη έτοιμοι, αναλαμβάνουν το ρόλο εκπροσώπων παλαιότερων κυβερνήσεων.
Αξιοπρόσεκτη η στάση στελεχών και μελών του κόμματος που συντεταγμένα τους βλέπουμε να μεταχειρίζονται τακτικές του χθες και μιλώντας ακόμα και για «κανιβαλισμούς», να βάλλουν εναντίον των συντρόφων που διαφοροποιήθηκαν, μεταθέτοντας σε εκείνους τις ευθύνες για τη βαρβαρότητα που υφίσταται για ακόμα μια φορά η χώρα.
Αναμφίβολα, στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ η επόμενη μέρα θα είναι διαφορετική. Όμως, αναμένοντας τις όποιες εξελίξεις, επιβάλλεται να κρατηθεί μακριά από τις διαδικασίες η αλαζονεία της εξουσίας και η Αριστερά, έξω από τα παιχνίδια του συστήματος, που τόσο εξυπηρετείται από το διαίρει και βασίλευε.