Απεβίωσε χτες, σε ηλικία 82 χρόνων, ο συγγραφέας Χρόνης Μίσσιος.

Τέλος, ο Νικόλας, που λες, δεν άντεξε στην επαναστατική διαπαιδαγώγηση στο κοτέτσι, όλα του βγαίναν ανάποδα: τα νέα που μας κατέβαζε η καθοδήγηση, εξωτερικά πάμε καλά, εσωτερικά πάμε καλά, ενώ μας είχανε γαμήσει την αδελφή ανάσκελα… […] Ώσπου μια μέρα –ήμαστε τρελά χαρμάνια, δεν είχαμε ούτε τριτάκι να φουμάρουμε, μας μίλαγε ένας από την καθοδήγηση, πάλι σε απεργία πείνας ή κάτι τέτοιο κατεβαίναμε- τέλος, τραβάει που λες ο τύπος κι ανάβει ένα δοκάρι, ολόκληρο τσιγάρο, σου λέω… Γλάρωσαν τα μάτια μας. Γυρίζει ο Νικόλας και του λέει, δηλαδή, ρε συναγωνιστή, στον αγώνα ενωμένοι, στο τσιγάρο χωριστά; Το ’πε έτσι, για να τον καρφώσει, ξέρεις τώρα πόσο περήφανος ήταν. Τέλος, τι του απαντάει, που λες, το κωλόπαιδο; «Τι να γίνει, συναγωνιστή, στις συνθήκες του καπιταλισμού δεν μπορούμε να εφαρμόσουμε τον κομμουνισμό.

Γεννημένος στην Καβάλα, από γονείς καπνεργάτες, έζησε τα παιδικά του χρόνια σε μια γειτονιά γεμάτη πρόσφυγες.
Ο Νικόλας δε μίλησε, όταν βγήκαμε στο προαύλιο μου λέει, Σαλονικιέ, εγώ θα την κάνω. Η ιστορία είναι μάπα, πάω για τη Φορμόζα. […] Φορμόζα λέγαμε μια αχτίνα της φυλακής που ήταν μαζεμένοι όλοι οι δηλωσίες. […] Δηλαδή, ούτε λίγο ούτε πολύ, κάθε σύντροφός μας που για τον άλφα ή βήτα λόγο δεν άντεχε, γινόταν απ’ τη μια μέρα στην άλλη ο χειρότερος ταξικός μας εχθρός, και έτσι τον αντιμετωπίζαμε. […] Η καθοδήγηση κατέβασε ανακοίνωση, από στόμα σε αυτί, ότι τάχα ο Νικόλας ήταν λούμπεν στοιχείο που δεν μπόρεσε ν’ αφομοιωθεί στο κίνημα, ότι μπορεί να ήτανε και πληρωμένος πράκτορας…

Στα Γιαννιτσά, όπου τον στέλνει ο Ερυθρός Σταυρός, μαζί με άλλα παιδιά για να γλυτώσουν από την πείνα της Κατοχής, περνάει στο ΕΑΜ, ενώ πέρασε για λίγο και από το Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας.
Για να πάω στο στρατοδικείο, μου είχαν φέρει ένα κουστούμι του αδερφού μου, γιατί εγώ δεν είχα καλά ρούχα. Αφού είδα τη μάνα μου, την αγκάλιασα, της λέω, κοίτα να δεις, αύριο που θα ’ρθεις, να μου φέρεις τα παλιά μου τα ρούχα να φορέσω, γιατί, έ, αφού μεθαύριο θα μας σκοτώσουν, να μην πάει τζάμπα και το κουστούμι. […] Όχι, δεν το ’κανα επίτηδες, τα είχα χαμένα και γω ο φουκαράς, δεν ήξερα τι να της πω όπως σπάραζε στην αγκαλιά μου…

Με το έργο του βεβαίως στην πορεία δε στάθηκε στο πλευρό των λαϊκών αγώνων και της δράσης των κομμουνιστών,
Θυμάσαι τότε στο καμένο καπνεργοστάσιο, όταν μας στρατολόγησε ο Μανόλης; Ναι, αυτός δεν άντεξε που λένε, κάποια στιγμή έκανε δήλωση και μετά τον κάνανε ανθρωπάκι. […] Τότε είπαν πως ήταν σπασμένο στοιχείο. Όλο για στοιχεία μιλάγανε: καλό στοιχείο, κακό στοιχείο, λες και μιλάγανε για μπίλιες, όχι για ανθρώπους.

αφού δεν πίστευε στη διέξοδο της ταξικής πάλης,
Περνώ τα χέρια μου μέσ’ από τα σίδερα και την πιάνω, την κρατώ σχεδόν πάνω μου, μας χωρίζουν τα σίδερα. Άνοιξε τα μάτια της, δυο καστανές λίμνες απ’ το κλάμα. Σύχασε, μανούλα, σύχασε, θα γίνω καλά. Δίπλα μου είναι ο αγαθός φύλακας που σου είπα πριν […] και τώρα παρεμβαίνει: ναι, σας λέει ότι είναι φυματικός, αλλά κάνει και απεργία πείνας, πέντε μέρες έχει να φάει, τον έχουμε στην απομόνωση μαζί με άλλους ξεροκέφαλους… Αυτό περίμενα και γω, η γλώσσα μου πάει ροδάνι: μάνα, κάνουμε απεργία πείνας μέχρι θανάτου, ποινικοί και πολιτικοί, οι συνθήκες κράτησής μας είναι εξοντωτικές…

ενώ βρήκε «στέγη» στη λεγόμενη «ανανεωτική» Αριστερά.
Η καθοδήγηση μπέρδεψε τα μπούτια της. Βρέθηκε μπροστά σ’ ένα τεράστιο κίνημα, που δεν μπορούσε να το κουμαντάρει και δεν ήξερε τί να το κάνει. Κι οι άλλοι από πάνω – μη στραβομουτσουνιάζεις – μας είχανε πουλήσει για το «γενικότερο συμφέρον του παγκόσμιου κινήματος» χωρίς να μας το πούνε… Μας χάσανε, λέει, μέσα στη σκακιέρα της παγκόσμιας στρατηγικής… […] Η μεγάλη δυστυχία είναι που μας άφησαν σαν καλαμιές στον κάμπο, χωρίς προοπτική, χωρίς μύθο, χωρίς ιδεολογία, χωρίς ελπίδα, έρμους κι έρημους, μ’ έναν άδειο ουρανό πάνω απ’ τα κεφάλια μας, να σέρνουμε το καρότσι της ζωής. Ενώ εσύ πρόλαβες και πέθανες σαν αητός…

(Το κείμενο με μαύρα γράμματα είναι το δημοσίευμα του Ριζοσπάστη για τον θάνατο του Χρόνη Μίσσιου, ενώ το κείμενο με πλάγια είναι αποσπάσματα από το βιβλίο του Μίσσιου, Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς)

Δημιουργική αντιγραφή: Έλενα Πατρικίου

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!