Στόχος η επέκταση της διεθνούς επιρροής της Κίνας και ο μετριασμός των εσωτερικών προβλημάτων της

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ στον Ερρίκο Φινάλη

 

Η Πάο-γιου Τσινγκ θεωρείται διεθνώς ειδήμονας στα θέματα της σύγχρονης Κίνας, με μια πρόσθετη ιδιαιτερότητα: είναι μία από τους λιγοστούς πανεπιστημιακούς που τα εξετάζουν από τη σκοπιά του μαρξισμού και τολμούν να υπερασπίσουν δημόσια το δίκιο και τα επιτεύγματα των πιο «ακραίων» στιγμών της Κινεζικής Επανάστασης. Μιλήσαμε μαζί της με αφορμή τη διεξαγωγή του Διεθνούς Φόρουμ Συνεργασίας που οργανώθηκε πριν δύο εβδομάδες στο Πεκίνο από την κινεζική ηγεσία, με διακηρυγμένο στόχο την προώθηση των νέων «Δρόμων του Μεταξιού». Η Πάο-γιου Τσινγκ στη συνέντευξη που είχε την καλοσύνη να μας παραχωρήσει επισημαίνει ότι το νέο μεγαλεπήβολο σχέδιο του Πεκίνο έχει διπλή αφετηρία: την επέκταση της κινεζικής ισχύος και επιρροής, αλλά και το μετριασμό των οξύτατων προβλημάτων της οικονομίας της.

 

Οι νέοι «Δρόμοι του Μεταξιού» αποτελούν μία φιλόδοξη επιχείρηση που εμπλέκει πάνω από 60 χώρες και το κόστος της υπολογίζεται να φτάσει το 1 τρισεκατομμύριο δολάρια. Τα σχέδια αυτά φαίνεται να επιβεβαιώνουν ότι η Κίνα παίρνει πρωτοβουλίες που προωθούν τη θέση της ως πυλώνα και πρωταθλητή της παγκοσμιοποίησης. Ποια είναι η δική σας γνώμη;

Το σχέδιο «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος» είναι πράγματι μεγαλεπήβολο. Και νομίζω ότι χρειάζεται να μελετήσουμε και να κατανοήσουμε τους λόγους που ωθούν την Κίνα να ξεκινήσει ένα τέτοιο γιγάντιο σχέδιο. Για αρχή, να πω πως συμφωνώ με την επισήμανσή σας ότι η Κίνα θέλει να προωθήσει τη θέση της ως πυλώνα και πρωταθλητή της παγκοσμιοποίησης, και είναι από τη σκοπιά της εύλογο να το κάνει μέσω αυτού του συγκεκριμένου σχεδίου. Διότι, αν λάβουμε υπόψη ότι οι ΗΠΑ κυριαρχούσαν στα θέματα της ιμπεριαλιστικής παγκοσμιοποίησης, προκειμένου να αναβαθμίσει το ρόλο της η Κίνα χρειάζεται να ανοίξει νέους δρόμους. Δηλαδή δρόμους οι οποίοι, σε σύγκριση με άλλους, δεν έχουν καταληφθεί από άλλες δυνάμεις, παραμένουν σχετικά ελεύθεροι. Πιστεύω ότι αυτοί είναι οι εξωτερικοί, ας πούμε, λόγοι που οδήγησαν στην υιοθέτηση του συγκεκριμένου φιλόδοξου σχεδίου.

Υπάρχουν δηλαδή και ισχυροί εσωτερικοί λόγοι;

Φυσικά, υπάρχει και «εσωτερικό» κίνητρο, που αφορά την κατάσταση της κινεζικής οικονομίας. Η Κίνα βαδίζει προς μία οικονομική κρίση, και ένας από τους στόχους του σχεδίου σχέδιο «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος» είναι να τη μετριάσει. Η σε αναμονή οικονομική κρίση είναι το αποτέλεσμα 30 και πάνω χρόνων ανάπτυξης στα πλαίσια των καπιταλιστικών μεταρρυθμίσεων και ανοιγμάτων της Κίνας. Διότι είναι σαφές ότι, αφότου η Κίνα ξεκίνησε τις μεταρρυθμίσεις, προσχώρησε στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα που καθοδηγούνταν από τις ΗΠΑ, την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ιαπωνία. Μέσα σε αυτά τα τελευταία 30 χρόνια η χώρα μου, που φαινόταν μια ευημερούσα και ανερχόμενη οικονομική δύναμη, έπεσε σταδιακά στην παγίδα στην οποία βρίσκεται σήμερα.

Στη διάρκεια της δεκαετίας του ’90, και ιδίως αφότου η Κίνα προσχώρησε στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου στα τέλη του 2001, η στρατηγική της χρησιμοποίησης των εξαγωγών για την αύξηση του ΑΕΠ απογειώθηκε, και τα ποσοστά αύξησης τόσο του ΑΕΠ όσο και των εξαγωγών έγιναν διψήφια. Από την άλλη, σε σύγκριση με άλλες ανεπτυγμένες αλλά και αναπτυσσόμενες χώρες, η εσωτερική κατανάλωση της Κίνας ήταν ιδιαίτερα χαμηλή. Συγκεκριμένα, η εσωτερική κατανάλωση παρέμεινε καθηλωμένη στο 40% του ΑΕΠ για πολλές δεκαετίες. Γι’ αυτό η αλματώδης ανάπτυξη του ΑΕΠ υποστηρίχθηκε και εξαρτήθηκε από υψηλά ποσοστά αύξησης των εξαγωγών και των επενδύσεων. Η καπιταλιστική ανάπτυξη της Κίνας ήταν δηλαδή ιδιαίτερα στρεβλή. Οι επενδύσεις της κυβέρνησης και των επιχειρήσεων έφτασαν το 38,7% του ΑΕΠ το 2006, το οποίο είναι ένα πολύ υψηλό επίπεδο τόσο για ανεπτυγμένες όσο και για αναπτυσσόμενες χώρες. Έπειτα ήρθε η βαθιά ύφεση του 2008-2009, στην οποία η κινεζική κυβέρνηση αντέδρασε με ένα ακόμη ευρύτερο σχέδιο οικονομικής αναζωογόνησης, ύψους 586 δισεκατομμυρίων δολαρίων, τα περισσότερα από τα οποία ξοδεύτηκαν σε ένα ευρύ φάσμα επενδυτικών έργων. Σαν συνέπεια, η επένδυση ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξήθηκε κι άλλο, φτάνοντας το 50%*.

 

Ποιες ήταν οι επιπτώσεις τόσο υψηλού ποσοστού επενδύσεων;

Τα διαρκώς υψηλά επίπεδα επενδύσεων προκάλεσαν πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα όχι μόνο στα εργοστάσια, αλλά επίσης σε κάθε είδος υποδομών, καθώς και στην κατασκευή εμπορικών κτιρίων και συγκροτημάτων κατοικιών. Σήμερα πολλοί αυτοκινητόδρομοι τεσσάρων λωρίδων κυκλοφορίας που κατασκευάστηκαν σε μικρές πόλεις παραμένουν έρημοι, ενώ ολόκληρες πόλεις με ατέλειωτα οικοδομικά τετράγωνα εμπορικών κτιρίων και κατοικιών, ξενοδοχείων και εκθεσιακών κέντρων είναι άδειες. Κι εδώ να επισημάνω μια άλλη πτυχή: Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες η παραγωγή της Κίνας εκτινάχθηκε με τέτοια δύναμη και ταχύτητα που οδήγησε στην πεποίθηση ότι η Κίνα μετατράπηκε σε μία αναδυόμενη ιμπεριαλιστική δύναμη. Παρ’ όλα αυτά, μια πιο κοντινή εξέταση δείχνει ότι ολοένα αδυνατίζουν οι παράγοντες που υποστήριξαν αυτό το αναδυόμενο φαινόμενο. Συγκεκριμένα, η οικονομική ανάπτυξη της Κίνας επιβραδύνθηκε και έχει πέσει κάτω από το 7%, ενώ το πραγματικό ποσοστό μπορεί να είναι ακόμη χαμηλότερο. Επιπλέον οι κινεζικές εξαγωγές, που όπως είπαμε είναι ένας από τους δύο βασικούς πυλώνες της αύξησης του ΑΕΠ της χώρας, αυξάνονται με χαμηλότερους ρυθμούς για δύο κυρίως λόγους. Πρώτον, εξαιτίας της αδύναμης παγκόσμιας ανάκαμψης μετά τη βαθιά ύφεση του 2008-2009. Δεύτερον, όσο κι αν σας φανεί ίσως περίεργο, εξαιτίας της μεταφοράς της παραγωγής που βασίζεται στην ένταση της εργασίας από την Κίνα σε άλλες χώρες, που προσφέρουν ακόμα χαμηλότερους μισθούς.

Είναι λοιπόν απίθανο να επανέλθουν οι φρενήρεις ρυθμοί αύξησης των εξαγωγών. Την ίδια στιγμή, το πρόβλημα της πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας έχει διογκωθεί, άρα είναι περιορισμένες οι δυνατότητες ακόμα περισσότερων επενδύσεων ώστε να αντισταθμιστεί το πρόβλημα των εξαγωγών. Επιπλέον, στα χρόνια της υψηλής ανάπτυξης η ανεργία δεν ήταν πρόβλημα. Αλλά τώρα είναι. Οι ιδιοκτήτες πολλών μικρών επιχειρήσεων που αντιμετωπίζουν μείωση των παραγγελιών από το εξωτερικό και δυσχέρεια στην εξεύρεση κεφαλαίων απλά τις έκλεισαν και έφυγαν. Το πρόβλημα της ανεργίας αυξάνεται, ενώ ταυτόχρονα δυναμώνει η αντίσταση των εργατών αλλά και η κυβερνητική καταστολή.

 

Λέτε λοιπόν ότι το σχέδιο «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος» σχεδιάστηκε έχοντας κατά νου και όλα αυτά τα εσωτερικά προβλήματα;

Ναι, διότι η υλοποίησή του θα δώσει διεξόδους στο πλεονάζον κεφάλαιο και στις τεράστιες ποσότητες πλεοναζόντων προϊόντων της Κίνας. Εάν μάλιστα οι πρόσφατες κινεζικές επενδύσεις στο εξωτερικό χρησιμοποιηθούν ως υπόδειγμα για το σχέδιο «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος», μπορούμε να υποθέσουμε ότι, εκτός από κεφάλαια και προϊόντα, είναι πιθανό η Κίνα να εξάγει και εργασία για την κατασκευή των απαιτούμενων υποδομών. Σίγουρα η εξαγωγή εργατικού δυναμικού θα ανακουφίσει κάπως την πίεση της εσωτερικής ανεργίας. Επιπλέον, αυτά τα επενδυτικά σχέδια μπορούν να χρησιμοποιήσουν ένα μέρος των 3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων που διαθέτει η Κίνα σε συναλλαγματικά αποθέματα, και άρα να μειώσουν τις πιέσεις για ανατίμηση του νομίσματός της, η οποία θα πλήξει περαιτέρω τις εξαγωγές της. Το πλεονάζον κεφάλαιο και τα πλεονάζοντα προϊόντα ήταν πάντοτε τα προβλήματα του καπιταλισμού. Όμως το μέγεθος αυτών των προβλημάτων έχει διογκωθεί στην περίπτωση της Κίνας, καθώς τις τελευταίες τρεις δεκαετίες ανέλαβε το ρόλο του εργοστασίου του κόσμου.

 

Επιστρέφοντας στο εξωτερικό περιβάλλον… από τις λίγες πληροφορίες που έχουμε καταλαβαίνουμε ότι τουλάχιστον μία περιφερειακή δύναμη, η Ινδία, δεν μοιάζει ευχαριστημένη με αυτά τα σχέδια. Ισχύει αυτό;

Ναι, η Ινδία νιώθει την πίεση των σχεδίων μιας Κίνας που επιχειρεί να επεκτείνει την επιρροή της. Γι’ αυτό αρνήθηκε να συμμετάσχει στο Διεθνές Φόρουμ Συνεργασίας που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα στο Πεκίνο με τη συμμετοχή δεκάδων αρχηγών κρατών, περιλαμβανομένων σχεδόν όλων των μεγάλων δυνάμεων. Μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες που διαβάζουμε στον ινδικό Τύπο, η Ινδία σκοπεύει να κατασκευάσει ένα «Διάδρομο Ελευθερίας» σε συνεργασία με την Ιαπωνία – με προφανή στόχο να αποτελέσει αντίβαρο στα κινεζικά σχέδια και να επεκτείνει τη δική της σφαίρα επιρροής. Από όσα έχουν γίνει μέχρι τώρα γνωστά, το σχέδιο του «Διαδρόμου Ελευθερίας» αποσκοπεί στην κατασκευή υποδομών στην Αφρική, το Ιράν, τη Σρι Λάνκα και αρκετές χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας. Πέρα από την Ινδία, όμως, δεν έχω αντιληφθεί αρνητική αντίδραση στα κινεζικά σχέδια από άλλες περιφερειακές δυνάμεις.

Μια καθημερινή σκηνή από την Τζιασίνγκ, την «πόλη του μεταξιού» στην παράκτια ανατολική επαρχία Τσετσιάν, στην οποία ολοκληρώθηκε το ιδρυτικό συνέδριο του Κινεζικού Κ.Κ. το 1921 – για την ακρίβεια, σε ένα πλοιάριο στη γειτονική λίμνη, όπου είχαν καταφύγει οι σύνεδροι μετά την καταδίωξή τους από τη γαλλική αποικιακή αστυνομία στη Σαγκάη. Αλλιώς φαντάζονταν οι ιδρυτές του Κ.Κ. (μεταξύ των οποίων και ο Μάο) το μέλλον της χώρας τους. Η ανάπτυξη που έφερε το «άνοιγμα» της Κίνας από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα (χαρακτηριστικό δείγμα το εργοστάσιο κατασκευής παιχνιδιών Lego που άνοιξε πρόπερσι στην Τζιανσίνγκ) ωφέλησε λίγους και προκάλεσε τεράστιες κοινωνικές ανισότητες.

Με βάση και όσα μας είπατε πριν, πώς εκτιμάτε την εσωτερική πολιτική και οικονομική κατάσταση στην Κίνα; Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η λαϊκή πλειοψηφία νιώθει περήφανη για τις νέες διεθνείς φιλοδοξίες της Κίνας, και άρα δείχνει ανοχή στα προβλήματα που προκαλεί η εσωτερική πολιτική της κυβέρνησης;

Επισημάναμε ήδη ότι η οικονομία της Κίνας βαδίζει προς μία κρίση. Γι’ αυτό και το σχέδιο «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος», πέρα από την επέκταση της ισχύος και της επιρροής της στις περιοχές του κόσμου τις οποίες αφορά, αποσκοπεί και στην έστω μερική ανακούφιση των αυξανόμενων εσωτερικών προβλημάτων. Μπορώ να πω ότι η λαϊκή πλειοψηφία ανησυχεί περισσότερο για τη δύσκολη οικονομική της κατάσταση, και δεν δείχνει πραγματικό ενθουσιασμό γι’ αυτά τα φιλόδοξα σχέδια της κινεζικής κυβέρνησης. Υπάρχει παρ’ όλα αυτά ένα τμήμα, το οποίο θα μπορούσαμε να ορίσουμε ως άκρα δεξιά, που τα χειροκροτεί. Αυτή η άκρα δεξιά, χωρίς να αποτελεί τμήμα του επίσημου συστήματος, υποστηρίζει ότι η Κίνα πρέπει να επιδείξει πυγμή και να είναι πιο επιθετική στις αντιπαραθέσεις και τις συμφωνίες με άλλες οικονομικές δυνάμεις. Ορισμένοι έχουν φτάσει στο σημείο να υποστηρίζουν ότι η Κίνα πρέπει να στείλει τις στρατιωτικές της δυνάμεις ώστε να «συνοδεύσουν» και να διασφαλίσουν την οικονομική της επέκταση. Παρ’ όλα αυτά είναι κατά τη γνώμη μου προφανές ότι ο πρόεδρος της Κίνας Σι Τζινπίνγκ δεν επιθυμεί να προκαλέσει κάποιου είδους στρατιωτική αντιπαράθεση.

Όσον αφορά τις κοινωνικές αντιδράσεις, υπήρξαν ορισμένες διαμαρτυρίες για το γεγονός ότι η Κίνα επενδύει τέτοια τεράστια ποσά στο εξωτερικό ενώ η ύπαιθρος της χώρας έχει τεράστια ανάγκη αναπτυξιακών επενδύσεων. Διότι, παρόλο που η Κίνα επένδυσε τεράστια ποσά στις πόλεις, η κινεζική ύπαιθρος έχει σχεδόν εγκαταλειφθεί. Οι υποδομές που χτίστηκαν την εποχή που η Κίνα ήταν σοσιαλιστική έχουν καταρρεύσει, και ελάχιστες νέες υποδομές έχουν κατασκευαστεί. Ο λόγος είναι ότι τέτοιου είδους επενδύσεις δεν είναι κερδοφόρες… Υπάρχουν επίσης αυτοί που ανήκουν στην κινεζική Αριστερά οι οποίοι προειδοποιούν ότι αυτό το σχέδιο αποτελεί μία ακόμη επίδειξη των ιμπεριαλιστικών φιλοδοξιών της Κίνας, και επισημαίνουν ότι είναι πολύ πιθανό η κινεζική κυβέρνηση να συναντήσει λαϊκές αντιστάσεις στις χώρες των «Νέων Δρόμων των Μεταξιού», περιλαμβανομένης της αντίστασης των εργατών που θα δουλεύουν για την κατασκευή των διαφόρων υποδομών.

 

* Βλ. έγγραφο εργασίας του ΔΝΤ «Is China Over-Investing and Does it Matter?» (Νοέμβριος 2012, www.imf.org).

 

 

Η Πάο-γιου Τσινγκ επισκέπτεται συχνά την Κίνα, όπου διατηρεί επαφές τόσο με τμήματα της παλιάς φρουράς των Κινέζων κομμουνιστών όσο και με ομάδες νεαρών εργατών και σπουδαστών που αναφέρονται στον Μάο και τον κομμουνισμό. Εδώ σε ομιλία της σε «ανεπίσημο» μάθημα στο Πεκίνο πριν πέντε χρόνια, με θέμα τη σοσιαλιστική οικοδόμηση και την καπιταλιστική παλινόρθωση.

Μια μάλλον μυθιστορηματική ζωή

Η Πάο-γιου Τσινγκ, επίτιμη καθηγήτρια Οικονομικών στο πανεπιστήμιο Marygrove των ΗΠΑ, γεννήθηκε στο Πεκίνο. Ο πατέρας της ήταν μέλος της αυτοκρατορικής οικογένειας των Τσινγκ, που ανήκαν στην εθνότητα Μαντσού, και η μητέρα της από πολύ πλούσια οικογένεια των Χαν, της κυρίαρχης εθνότητας της Κίνας. Πριν λίγα χρόνια η Πάο-γιου Τσινγκ εξηγούσε για ποιο λόγο είναι ευγνώμων για τη δημοκρατική επανάσταση του 1911 (που ανέτρεψε τη δυναστεία των Τσινγκ και ανακήρυξε τη Δημοκρατία της Κίνας) και την κομμουνιστική επανάσταση (που νίκησε το 1949 και εγκαθίδρυσε τη Λαϊκή Δημοκρατία): «Χωρίς την επανάσταση του 1911 δεν θα υπήρχα, αφού οι γονείς μου δεν θα μπορούσαν να παντρευτούν – μέχρι τότε απαγορευόταν ένα μέλος της αυτοκρατορικής οικογένειας των Μαντσού να παντρευτεί μία Χαν». Και για το 1949: «Χωρίς τη δεύτερη επανάσταση το πιθανότερο είναι ότι θα ήμουν ζάπλουτη και κακομαθημένη και δεν θα έκανα τίποτα χρήσιμο στη ζωή μου. Όταν έφυγε το υπηρετικό προσωπικό της οικογένειας, συνειδητοποιήσαμε ότι κανείς μας δεν ήξερε πώς να ανάψει φωτιά και να μαγειρέψει…».

Μετά τη νίκη της Κινεζικής Επανάστασης η οικογένεια της Πάο-γιου Τσινγκ κατέληξε στην Ταϊβάν: «Πίστευα όλα όσα μας έλεγαν: Ότι η Κίνα καταρρέει, ότι οι άνθρωποι τρώνε φλοιούς δέντρων κι ότι ο λαός περιμένει το Κουομιντάνγκ να επιστρέψει και να τον σώσει». Όταν τελείωσε το τοπικό πανεπιστήμιο, η οικογένειά της την έστειλε στις ΗΠΑ για να συνεχίσει τις σπουδές της: «Δεν ήταν η Αμερική που ήξερα από τα βιβλία και τις ταινίες του Χόλιγουντ. Βίωσα την καταστολή του κινήματος για φυλετική ισότητα και ανθρώπινα δικαιώματα, έπειτα τον ξεσηκωμό ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ, και το ριζοσπαστικό φοιτητικό κίνημα. Ταυτόχρονα διάβαζα κινεζική ιστορία, μάθαινα για τις εξελίξεις στην Κίνα και για την Πολιτιστική Επανάσταση. Όλα αυτά είχαν τεράστια επίδραση πάνω μου, όπως και σε άλλους συμφοιτητές μου από την Ταϊβάν. Έτσι άρχισαν όλα. Φτιάξαμε ομάδες μελέτης και αυτομόρφωσης, αναδιαπαιδαγωγηθήκαμε μόνοι μας».

Έκτοτε η Πάο-γιου Τσινγκ αφιερώθηκε στη μελέτη και στον αγώνα μέσα από τις γραμμές του επαναστατικού κινήματος: «Νομίζω ότι τότε έγινα μαρξίστρια. Έπρεπε να ξεφορτωθώ οτιδήποτε είχα μάθει πριν. Αυτή η… γενική καθαριότητα ήταν το πιο δύσκολο πράγμα. Να καθαρίζεις τη σαβούρα και να ξαναμαθαίνεις, αυτό είναι το πιο δύσκολο». Μέχρι σήμερα η Παο-γιου Τσινγκ είναι δραστήρια, γράφοντας και μιλώντας, παραμένοντας πάντα σε επαφή τόσο με μέλη της παλιάς φρουράς του Κινεζικού Κ.Κ. που έχουν διαχωριστεί από τον «καπιταλιστικό δρόμο» όσο και με ομάδες νεαρών εργατών και σπουδαστών που δρουν στην ηπειρωτική Κίνα και αναφέρονται στον Μάο και τον κομμουνισμό. Είναι από τους λίγους πανεπιστημιακούς που δεν έπαψαν ποτέ να υπερασπίζονται την Πολιτιστική Επανάσταση. Τα πιο γνωστά έργα της είναι τα «Παγκοσμιοποίηση και κρίση του καπιταλισμού» (2005) και «Επανάσταση και Αντεπανάσταση: Η διαρκής πάλη των τάξεων στην Κίνα» (2012), ενώ τώρα ολοκληρώνει τη συγγραφή του βιβλίου «Η τρέχουσα φάση του ιμπεριαλισμού και η Κίνα».

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!