Το Μέγαρο Μαξίμου και ο χειρισμός μιας ταπείνωσης
Του Τάσου Βαρούνη
Μια σειρά επιχειρήματα κατασκευάζονται και εκπορεύονται καθημερινά από το Μέγαρο Μαξίμου για να υποστηρίξουν τη μνημονιακή επιλογή της κυβέρνησης. Ένας αριθμός ανθρώπων μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ τα αναπαράγει με κάθε τρόπο. Είναι σίγουρο ότι αρκετοί σύντροφοι μπορεί να τα πιστεύουν. Είναι όμως επίσης σίγουρο ότι αρκετοί θα έλεγαν οτιδήποτε για να παραμένουν κοντά στην εξουσία, δεν είναι δα και πρωτάκουστο φαινόμενο. Καταγράψαμε τα σημαντικότερα από αυτά, συνοδεύοντάς τα με έναν σύντομο σχολιασμό:
«Έγινε πραξικόπημα. Βρεθήκαμε μπροστά σε αμείλικτο εκβιασμό». Είναι προφανές ότι αυτό αντιμετώπισε η ελληνική αντιπροσωπεία. Ας παρακάμψουμε το ζήτημα ότι είναι ασυγχώρητο για μια ηγεσία το να πιάνεται τόσο απροετοίμαστη. Το ερώτημα είναι τι στάση κράτησε και όχι αυτό καθ’ αυτό το γεγονός. Η προτροπή χιλιάδων ανθρώπων «γυρίστε τώρα πίσω» μοιάζει αφελής και ρομαντική μόνο σε όσους δεν αντιλαμβάνονται τη δύναμη που κρύβει το λαϊκό αισθητήριο. Επιπλέον: αν θεωρείς ότι έγινε πραξικόπημα, καλείς τον λαό να το ανατρέψει. Δεν εφαρμόζεις τα αποτελέσματά του, δεν θεωρείς συμμάχους τους φορείς του, δεν χτυπάς όσους αντιδρούν σε αυτό.
«Ο συσχετισμός δύναμης ήταν πολλαπλά αρνητικός». Τώρα το κατάλαβε η κυβέρνηση; Τόσο καιρό υπήρχε η σιγουριά και το δούλεμα ότι καθαρογράφεται μια καλή συμφωνία. Ότι κάποιοι θα πειστούν με επιχειρήματα. Ότι τώρα αρχίζει η «πραγματική διαπραγμάτευση». Εδώ και μήνες κυριάρχησε επικοινωνιακά ο καθησυχασμός του κόσμου. Η απάντηση σε έναν δυσμενή συσχετισμό θα ήταν πρώτα απ’ όλα η κατανόηση του τι εστί «συσχετισμός δύναμης». Εδώ επιλέχτηκαν οι πανηγυρισμοί για την «Πρώτη Φορά Αριστερά» και τίποτα δεν οικοδομούσε την πραγματική ισχύ που είχαμε ανάγκη. Σε επίπεδο διακυβέρνησης και κράτους και πρωτίστως στην ίδια την κοινωνία.
«Ναι αλλά η Ευρώπη δε θα ’ναι ποτέ ίδια μετά απ’ αυτό». Σωστό. Έγιναν εμφανείς οι αντιθέσεις, τα ρήγματα αλλά και οι ευκαιρίες. Μόνο που όλα αυτά δεν μπορούν να αξιοποιηθούν από έναν χρεοκοπημένο λαό. Η αυτοθυσία δεν είναι πάντα η λύση. Το παράδειγμα που εμπνέει είναι η αντιστασιακή στάση και όχι η υποταγή και η συμμόρφωση. Το μήνυμα στους λαούς όλου του κόσμου όφειλε να είναι αυτό μιας αγωνιζόμενης χώρας, ηγεσίας, λαού μα τελικά κυριάρχησε η συνθηκολόγηση.
«Μα τι θέλετε; Να έρθουν οι προηγούμενοι;» Οι προηγούμενοι είναι ήδη εδώ. Η συμφωνία δεν αφορά μόνο τα οικονομικά αλλά και την εξασφαλισμένη προώθησή της. Αυτό μαρτυρά η απαίτηση των δανειστών για «αξιοπιστία» και «εμπιστοσύνη». Η κυβέρνηση δεν έχει υπογράψει μονάχα κάποια μέτρα αλλά και τους πολιτικούς όρους διακυβέρνησης. Είμαστε στο στάδιο της καθ’ υπαγόρευση άσκησης πολιτικής. Η τρόικα κυβερνά τη χώρα και προσδιορίζει, όχι μόνο το τι θα γίνει, αλλά το «πώς» και το «ποιοι». Επιβλήθηκε ασφυκτικός έλεγχος και καμιά απόφαση δεν είναι εφικτή χωρίς την έγκρισή της. Το εγχώριο πολιτικό σύστημα -που ποτέ δεν χτυπήθηκε από την κυβέρνηση- αναζητά το ρόλο του σε πλήρη αντίθεση με το «όχι» που στάλθηκε στο δημοψήφισμα.
«Και να πέσει η ιστορικά πρώτη κυβέρνηση της αριστεράς»; Κατ’ αρχάς, η αριστερά δε χωράει σε μια κυβέρνηση και κακώς κάποιοι τα ταυτίζουν. Πόσο μάλλον όταν αυτή εφαρμόζει το πρόγραμμα του αντιπάλου και όχι το πρόγραμμα του λαού και των κινημάτων, το δικό της πρόγραμμα. Η αριστερά δεν μπορεί να είναι μνημονιακή αριστερά, γιατί καταργείται ολοκληρωτικά, δεν έχει λόγο ύπαρξης. Ιδεολογικά γιατί γίνεται κομμάτι του ΤΙΝΑ και πολιτικά γιατί όποιος στηρίζει μνημόνια καταδικάζεται -κι ευτυχώς- από το λαό. Η ανάληψη της κυβερνητικής εξουσίας δεν αποτελεί μέσο και εργαλείο αλλαγών όταν έχουν παραδοθεί τα κλειδιά της χώρας. Μα σήμερα δε συζητάμε καν αυτό, αλλά κάτι πολύ χειρότερο: η κυβέρνηση θα υλοποιήσει ένα αντιλαϊκό πρόγραμμα και θα νομοθετήσει την περαιτέρω καταστροφή της χώρας. Ποια «πρώτη φορά αριστερά»; Δεν έχει αντιληφθεί ότι βρέθηκε στο Μέγαρο Μαξίμου λόγω των αγώνων και του ριζοσπαστισμού του ελληνικού λαού και όχι λόγω της δικιάς της ικανότητας. Όποιος σταματά να εκφράζει αυτές τις ανάγκες, αργά ή γρήγορα θα φθαρεί και θα ξεπεραστεί από την ίδια την κοινωνία και όχι από δήθεν εσωτερικούς «υπονομευτές». Τέλος, η δυνατότητα για «ήπια διαχείριση του μνημονίου» δε υποστηρίζεται σοβαρά ούτε κι από τους πιο φανατικούς στον κομματικό μηχανισμό.
«Το κόμμα πρέπει να πορευτεί ενωμένο. Όχι διαιρέσεις». Είναι εξοργιστική και μόνο η αναφορά στο κόμμα. Εδώ και μήνες ένα επιτελείο αποφάσιζε χωρίς να λογοδοτεί πουθενά. Χωρίς να δεσμεύεται σε καμιά απόφαση ή λειτουργία. Χωρίς καν να ενημερώνει για τις κεντρικές επιλογές του. Και τώρα, ως διά μαγείας, είμαστε όλοι «ένα». Και ακόμα περισσότερο, πρέπει να μοιραστούμε την ευθύνη. Συλλογική ευθύνη χωρίς ίχνος συλλογικότητας δεν υπάρχει. Στην πραγματικότητα, η επίκληση στην ενότητα είναι ένας ακόμα χειρισμός του Μεγάρου Μαξίμου για το πώς θα πορευτεί χωρίς απώλειες και αντιδράσεις. Καμιά σχέση δεν έχει με μια νέα αρχή ή με κάποιον επαναπροσδιορισμό της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ. Τι κι αν κάποιος ψηφίζει «ναι», τι κι αν ψηφίζει «όχι», ο καλός ο μύλος όλα τα αλέθει. Ανασύρθηκε ακόμα και η συναισθηματική πίεση ότι κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την αριστεροσύνη κάποιων κι έτσι η κατεργασία των κριτηρίων και η κατάργηση της κριτικής σκέψης βάρεσε κόκκινο.
«Εναλλακτική έχετε; Θέλατε να μας πετάξουν εκτός ευρώ;» Ας αφήσουμε κατ’ αρχάς τις εξυπνάδες κάποιων παρατρεχάμενων του Μαξίμου που ταυτίζουν με το Σόιμπλε όσους δεν συμφωνούν με τις κυβερνητικές επιλογές. Η ουσία είναι ότι με πρόσχημα την αποφυγή του grexit η χώρα οδηγείται στη χρεοκοπία. Δεν είναι δηλαδή μόνο η πλήρης ιδεολογική αποδοχή του «μικρότερου κακού» ως πολιτική. Δεν είναι το ακραίο ότι η αριστερά, αντί να εφευρίσκει δρόμους για να ξεπερνά τα αδιέξοδα, ψάχνει επιχειρήματα για να τα δικαιολογήσει. Είναι ότι στην πραγματικότητα υπογράφτηκε ο δρόμος προς τη χρεοκοπία, ακόμα και ως grexit. Μια εναλλακτική δεν χτίζεται στις 7 το πρωί, ούτε σε μια συνεδρίαση του Εurogroup. Θα απαιτούσε μια άλλη οπτική για τη διαπραγμάτευση, άλλες κινήσεις, άλλες προτεραιότητες. Είναι ψέμα ότι δεν προτάθηκε τίποτα για όλα αυτά τους τελευταίους μήνες. Αλλά, ακόμα περισσότερο, μια εναλλακτική δεν είναι μια καλή ιδέα που κάποιος οικονομολόγος θα σκαρφιστεί, ούτε ένας τακτικός ελιγμός. Η κυβέρνηση, αντί να παραδεχτεί την πλήρη αποτυχία της στρατηγικής της και να αναλάβει τις ευθύνες της, νομίζει ότι δραπετεύει. Ακόμα και η δήλωση του πρωθυπουργού ότι «κάναμε λάθη» είναι απολύτως χειριστική, όσο δεν αναφέρει τίποτα για τα ποια συγκεκριμένα, πού και γιατί.
* Το πρώτο άρθρο με τίτλο “Περί κατεργασίας του αριστερού κριτηρίου” δημοσιεύτηκε στο Δρόμο της 25η Απριλίου 2015 (δείτε το εδώ)