του Νίκου Σταθόπουλου
Μόνο αυτό είπε ο «αυτοσχέδιος διασώστης» βοηθώντας μια κοπέλα να βγει από το σπασμένο παράθυρο του στοιχειωμένου τρένου. Mόνο αυτό… Kαι είναι σα να «μίλησε» όλη την καταχωνιασμένη ανθρωπιά ενός άγριου κόσμου γεμάτου θάνατο και βάσανα και μύθους που κάνουν το άσπρο μαύρο. Στα Τέμπη φωτίστηκε η βαθιά ενότητα ενός (πολιτικού και κοινωνικού) Συστήματος που με όλες τις «συνιστώσες» του απλώς ληστεύει, σκοτώνει, «κουκουλώνει», εξαπατά. Και οι τρεις «μεγάλοι» του μεταπολιτευτικού πλιάτσικου έχουν το μερίδιό τους στο εξωφρενικό φονικό στα Τέμπη και στο σύνολο της εθνικής τραγωδίας. Χειριστές των μεγεθών, είναι πολύ μακριά από τα «έγκατα» της ανθρώπινης κατάστασης.
ΚΙ ΑΝ ΚΑΤΙ έριξε λίγο χαμογελαστό φως στο Πένθος ήταν η «αυτοδίδακτη» προσφορά βοήθειας από νέα παιδιά, όπως και τότε με το Σάμινα, όπως κάθε φορά που ένας κίνδυνος ξεβρακώνει την υποκρίτρια Δημοκρατία (των μανδαρίνων και των ολιγαρχών) και καλεί τους ανθρώπους να αυτενεργήσουν για τον άνθρωπος και τον πολιτισμό. Αυτός ο νέος, που μένει στο τουμπαρισμένο βαγόνι αντί να τρέχει έξαλλος στη σωτηρία, σηματοδοτεί την πιο επείγουσα και σπουδαία μοναξιά όλων των εποχών: Τη «στενοκέφαλη» μοναξιά του απλού ανθρώπου (τόσο διαφορετικού μέσα στο κοπάδι του «κουμπαρά» και της κάλπης…) που χωρίς θεωρητικές αναγωγές πράττει το Καλό βοηθώντας έναν πάσχοντα και κινδυνεύοντα συνάνθρωπο. Και είναι αυτή η στερνή ελπίδα σε μια χώρα που οι «ταγοί» της την πουλάνε κομμάτι-κομμάτι (όπως επιτάσσει η άρχουσα Αγορά του «άυλου Καπιταλισμού») με πλήρη αδιαφορία για θεσμούς, σημασιακά βάθρα του πολιτισμού, ζωές… Το τραγικό Ζητείται Ελπίς του Αντώνη Σαμαράκη το «απαντά» μόνο η καθαρή στοιχειώδης ηθική συνείδηση ειδικά των νέων ανθρώπων που ακόμα δεν έχουν μολυνθεί από το «ρεαλισμό» και τη μπακαλίστικη αυτοαναφορικότητα των «ώριμων» της θεσμοποιημένης παρακμής. Ο απόλυτα χυδαίος πολιτισμός των αδηφάγων Ελίτ και των κωδίκων του Κέρδους, «ξεσκεπάζεται» και κατεδαφίζεται από την «επίθεση ηθικής ακεραιότητας» που μέσα στα χρόνια της παρακμής επιβεβαιώνει ότι το Ανθρώπινο είναι και ανθεκτικό και δραστικό.
Ακριβώς την ώρα που η «Ελληνική Δημοκρατία» έπιανε πάτο, ένας «πιτσιρικάς» διερρήγνυε τα παραπετάσματα της κοινωνικής εξαχρείωσης και «επικαιροποιούσε» καταλυτικά το αυτονόητο της ανθρώπινης συμπόνιας που όταν ο κίνδυνος ακυρώνει τις αυταπάτες του «ανθρωπάκου» τότε αυτή επαναθεμελιώνει τη «θρησκεία της ενεργητικής αξιοπρέπειας». Και έτσι, μέσα σε τέτοια «στιγμιότυπα» πέρα από κάθε ιδεολογική πόζα σα να ξαναφυτρώνει το ανατρεπτικό αίτημα του «πολεμικού φιλότιμου» που νοηματοδοτεί τον βίο σαν άθλημα ολικής άρνησης του σάπιου κόσμου. Ακόμα και στο Λύκειο διδάσκεται ο Καπιταλισμός και οι λειτουργίες του, και γι’ αυτό έχει «αυτονοητοποιηθεί» και υπογείως υποστυλώνεται μέσω της ηθικής εξαχρείωσης. Πάντα «η γνώση είναι δύναμη» για τις ελίτ! Από ηθική και «επιθετικό» αυτοσεβασμό είμαστε πάμπτωχοι, σε μια «πρόοδο» που ιεροποιεί, είτε ως Δεξιά είτε ως Αριστερά, την «προγραμματική υπολογιστικότητα». Κάποτε, λέει, ανατινάχθηκε ένα εργοστάσιο στην ΕΣΣΔ, κι όλοι οι «διοικητικοί κ κομματικοί ιμάντες» καλούσαν για να ενημερώσουν τον Λένιν: Κι ενώ του απαριθμούσαν ζημιές και απώλειες «παραγωγικών μέσων», αυτός ρωτούσε μονότονα «σύντροφε, πόσους νεκρούς προλετάριους έχουμε»;
Είναι τόσο κατανοητά «συγκεφαλαιωτικός» της εγγενούς μας Αποκάλυψης ο Π. Ελυάρ όταν γράφει – «Πρέπει ανάμεσα στα χέρια μας / που είναι τα πιο πολυάριθμα / να κοπανίσω τον ηλίθιο θάνατο / να καταργήσω τα μυστήρια / να χτίσω το δίκαιο της γέννησης / και την ευτυχισμένη ζωή…» Ερχόμαστε, δηλαδή, στο κρίσιμο σημείο κάθε «πολιτικής» (αφού μόνο «πολιτικά» μπορεί η ανθρωπιά να δώσει κύρος σε μια επανάσταση και, έτσι, να μπούμε σε Πάθος Διεξόδου…) : και τούτο είναι η δυναμική αυτοδιαχείριση της μοίρας μας. Η αυτοθυσία, η προαίρεση βοήθειας, είναι ακριβώς η χειραφέτηση από την αδράνεια, είναι η αντίσταση στο «καθένας για την πάρτη του…» όπου θεμελιώνεται η «Πρόοδος».
ΠΕΝΘΟΥΜΕ, και πρέπει να κρατήσουμε ζωντανό αυτό το πένθος, όποιος «ξεπερνά» το πένθος είναι απλά και δειλός απέναντι στο θάνατο και μίζερος προδότης του Συνανθρώπου. Αλλά πώς να το κρατήσουμε ζωντανό όταν τα Μίντια οργανώνουν νυχθημερόν εικονοπλασίες επικαιρότητας και όταν ο «μέσος άνθρωπος», με θρησκεία και χωρίς, και τον θάνατο τρέμει και τη μνήμη τη θέλει πιο «πρακτική»; Ο μόνος τρόπος είναι να εξάγουμε από την «αβυσσαλέα οριακότητα της ψυχής» το μεγαλείο μιας ηθικής που αντιστέκεται στην επιστημονικοποιημένη στρατηγική του Κράτους και των Ελίτ να μοντάρουν έναν «Άνθρωπο» άκαρδο, ψυχρό υπολογιστή, μονοδιάστατο ωφελιμιστή. Η ανάδειξη και πρόταξη της Ηθικής Συναισθηματικότητας είναι πιεστικό επαναστατικό καθήκον σε μια απόλυτα τρομοκρατική «εποχή των παιγνίων περί τον θάνατο». Η «δύναμη των ιδεών» είναι μια σαπουνόφουσκα όταν η «καρδιά» δεν «επιστρέφει» στην «ύλη» σαν Πράξη ό, τι γεύτηκε σαν «ηδύτητα στοχασμού»! Ε διάολε πια, τι άλλο είναι επιτέλους ο «υποκειμενικός παράγοντας στην ιστορία» αν όχι η ελεύθερη βούληση που οικοδομεί επιλογές στον νου και τη συνείδηση;
Οι αυθόρμητες πράξεις βοήθειας στα Τέμπη, οι τεράστιες «ουρές» εθελοντικής αιμοδοσίας, το αυθόρμητο ευδιάκριτο πένθος στα ΜΚΔ αλλά και στην διάχυτη καθημερινότητα, πιστοποίησαν την πολυτιμότητα της εκρηκτικής αθωότητας της Προσφοράς. Άλλωστε, αυτό είναι που κράτησε όρθια την ελληνική κοινωνία από το 2010 και μετά, η Αλληλοβοήθεια, η Προσφορά, η Οριζόντια Πρακτική Αγάπη: Κάθε εγχείρημα «εκσυγχρονισμού» και «εξορθολογισμού», ειδικά σε χώρες όπου η «Προνεωτερικότητα» (με αυτή τη μεταλλική νοσοκομειακή γλώσσα των πάσης φύσεως Συριζαίων…) συνεχίζει να υπερνικά τη «γραμμικότητα του κοινωνιολογικού χρόνου», είναι κανονικά μια ειδικού τύπου συνειδησιακή λοβοτομή με στόχο να ξεριζωθεί το πρωτείο της Ηθικής και του Ομού και να επικρατήσει η «Νόηση» και το «Έλλογο Άτομο». Μας θέλουν με την «αριστεία» του αχρείου Π. Τσίμα και του εντελώς ξεφτιλισμένου Πορτοσάλτε που εισηγούνται «νηφάλια λογική προσέγγιση» η οποία καταλήγει στο να «ζητάμε ευκαιρίες μέσα στις τραγωδίες»! Πέρα από τα βαθυστόχαστα (που έτσι κι αλλιώς τα καταναλώνουν οι φατρίες «μυημένων») υπάρχουν τα απλά της δραματικής αμεσότητας: Είναι παλιάνθρωποι του κέρδους και της εξουσίας, περιφρονούν τη ζωή βλέποντας τα πτώματά μας σαν «μεγέθη» μια αέναης στατιστικής «δούναι-λαβείν», κι εγώ, ο κάθε Εγώ της ηθικής ακεραιότητας πρέπει να τους εμποδίσω, πρέπει να βοηθήσω όποιον πάσχει, όποιον δεν έχει χρήματα για το άρρωστο παιδί του, όποιον είναι άνεργος, όποιον χάνει το σπίτι του, όποιον πέφτει στο δρόμο από υποσιτισμένα γηρατειά, όποιον…
Δεν είναι «φιλανθρωπία» αλλά πολιτική δράση διάσωσης του συναγωνιστή στη ζωή, εγχείρημα εμβάθυνσης στην καθολικότητα του φαινομένου της ζωής, είναι διακήρυξη ελπίδας που κάνει καθένα μας να καλλιεργεί αίσθημα ασφάλειας και αγάπης και σταδιακά να μισεί κάθε ατομικισμό της αρπακτικότητας. Χωρίς αυτούς τους «μελό ιδεαλισμούς» η πολιτική παραμένει μια αποξενωμένη ματαίωση που εξοφλείται σαν «σπρώχνουμε τον καιρό». Ο θάνατος είναι η βασική προπαγάνδα του Συστήματος, και μέσω του Εμπορεύματος και μέσω του Θεάματος: Καμιά συνέχεια δεν ευσταθεί εδώ, εκτός αν επεμβαίνει το ενεργό ηθικό αίτημα οπότε η προσφορά προϋποθέτει το συνεχές της ανθρώπινης αξίας. Το να σώζεις έναν άνθρωπο χωρίς να ζητάς κομματική ταυτότητα και να τον φιλτράρεις μέσα από κάποιο «σχέδιο κοινωνικής σωτηρίας» είναι ευθύ κάλεσμα στην Πολιτική να κοινωνήσει «προγραμματικά» το όντως είναι του λαού και να ανταποκριθεί σε αυτό!
Αλλά και η «πούρα» Αριστερά συνπρωτοστατεί στην «αποσυναισθηματικοποίηση» των κοινωνικών αντιδράσεων, προτείνοντας, αυτή τη «νηφάλια ταξική ανάλυση με επιστημονικούς όρους»: Μα μια τέτοια «ανάλυση», χωρίς το οργανικό υπόβαθρο της Κραυγής, χωρίς τη μανία δικαιοσύνης της οργής για το Έγκλημα, μοιραία θα οδηγηθεί σε μια «πολιτισμένη πολιτική διαχείριση» η οποία προαναγγέλλει απλώς μια γραφειοκρατία αηθική. Λαϊκισμός δεν είναι μόνο να κολακεύεις το λαϊκό «κατωτάτου» αλλά και να αντιμετωπίζεις το λαό σαν άχρηστο σχολιαρούδι βγαλμένο από μια σπηλιά: Και είναι λαϊκισμός διότι ανταποκρίνεται τέλεια στην αλλοτριωμένη ροπή των «κάτω» προς «μεσσία».
ΖΟΥΜΕ ΣΑΝ φαντάσματα παλεύοντας με σκιές, ενώ οι ουσίες του τραυματισμένου εαυτού μας είναι σκόρπιες γύρω μας. Όπως λέει ο ποιητής «…κάποτε χρειαζόμαστε όλο τον ουρανό για να διαβούμε κι ένα μόνο δρόμο». Διότι ενώ είναι όλα στο φως, ακόμα και οι Δεξιοί βρίσκονται σε αμηχανία αντιλόγου, στο δρόμο βγήκαν ελάχιστοι, οι φωτιές ήταν εξοργιστικά λίγες, αυτοί είχαν δολοφονήσει σχεδόν 60 ανθρώπους μας κι εμείς σκαρφιζόμαστε κάθε βλακεία για like, κάθε «πρωτότυπο» για μια αισχρή δημοσιότητα ιεροσυλίας. Τόσοι νεκροί φοιτητές σε μαύρες σακούλες γεμάτες ασύνδετα μέλη, και τόσο λίγοι φοιτητές στην άσφαιρη ψευδοδιαμαρτυρία.. Όχι, δεν λείπουν ούτε η ενημέρωση, ούτε η πληροφόρηση: Λείπουν η Βούληση και το Σθένος, και αυτά λείπουν γιατί η ψυχή μας έχει απολιθωθεί στα «διανοητικά σχήματα διευθέτησης». Ναι, έχει ακυρωθεί η αίγλη των ηθικών παραγγελμάτων και η αντικειμενική πειθώ των λογικών αυτονόητων, έχουμε υποχρεωθεί σε μια «συνειδητότητα» βασισμένη στην αλγοριθμική μικροεμπειρικότητα: Λειτουργούμε γενικευμένα σαν καταναλωτές προγραμματισμένοι να αυτορρυθμιζόμαστε με όρους «κύκλου ζωής» και «άμεσης χρηστικότητας».
Το ισχύον φαντασιακό μας είναι μια εικονική πραγματικότητα όπου νιώθουμε ότι πρωταγωνιστούμε απόλυτα αλλά δε βλέπουμε πουθενά εμάς! Να γιατί το τρομερό «πάτα πάνω μου…» κάνει τη ρητορεία σωτήρια απτότητα και έτσι επαναφέρει την ηθική στο βάθρο της: Καμιά «λογική ερμηνεία» δεν έχει σοβαρότητα απέναντι στο κοσμογονικό γεγονός της σωτηρίας ενός ανθρώπου από έναν άνθρωπο. Τέτοιες ώρες, οι Ελίτ θα επανασχεδίαζαν το κοινωνικό κόστος με όρους κερδοφόρας συνοχής και η Αριστερά (αυτός ο τόσο βαθιά αστικός ματεριαλισμός των εγχειριδίων φιλοσοφίας…) θα συγκαλούσε κάποια επιτροπή για να «αναστοχαστεί την εμπειρία» και να «κωδικοποιήσει τις αναγκαιότητες». Βλακείες! Πεντέξι νεαροί ξεφτίλισαν τα must μιας οικτρής πολιτισμικότητας που προϋποθέτει τη διαρκή εξόντωση του απροϋπόθετου ανθρώπου. Χωρίς παρελθόν ταυτότητας και παρόν συμπόνιας καμιά ουτοπία χειραφέτησης δεν έχει κύρος παρά μόνο «λογική αντοχή» (όπως και η παρουσίαση των ιδιοτήτων ενός εμπορεύματος…).