Της Ελένης Αλβανού*
Το ζήτημα της ανάπτυξης είναι, κατά τη γνώμη μου, βαθύτατα πολιτικό. Ανάπτυξη δεν είναι η αύξηση του εισοδήματος που επιτυγχάνεται από κερδοσκοπικές δραστηριότητες, αγοραπωλησίες τίτλων στις αγορές ή στο Xρηματιστήριο και αύξηση της κατανάλωσης που χρηματοδοτείται από δανεικά. Τα αποτελέσματα, δυστυχώς, τα γνωρίζουμε όλοι. Το θέμα είναι, λοιπόν, τι κάνουμε τώρα. Μπορεί να ξεκινήσει η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας; Ναι, βεβαίως και μπορεί. Τίποτα δεν υπάρχει στη σφαίρα του ακατόρθωτου. Η κυβέρνηση, αλλά και ο λαός, θα πρέπει να ξέρει ότι ο μόνος τρόπος να επιβιώσουμε ως ανεξάρτητο κράτος είναι να αποκτήσουμε ξανά τη χαμένη παραγωγική μας βάση. Γι’ αυτό θα χρειαστεί όλοι μας να ζούμε λιτά και να εργαζόμαστε σκληρά. Να γίνουμε ξανά παραγωγοί, όπως κάποτε.
Η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, όμως, προϋποθέτει ένα μακρόπνοο εθνικό πρόγραμμα σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο. Απαιτεί πολιτικές αναδιαρθρώσεις και εκσυγχρονισμό των πολύ μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες έχουν απορροφήσει όλους τους βίαιους κραδασμούς της κρίσης με αποτέλεσμα μεγάλο ποσοστό απ’ αυτές να έχουν κλείσει κι αυτές που έχουν απομείνει (με πτώση τζίρου πάνω από 50%) πάνε για κλείσιμο. Η αναδιάρθρωσή τους θα συμβάλει αποφασιστικά στην αντιμετώπιση του εκρηκτικού προβλήματος της ανεργίας και τη δημιουργία «εθνικών πρωταθλητών», δηλαδή, επιχειρηματικές μονάδες ικανού μεγέθους για την επίτευξη παραγωγικών στόχων στρατηγικής σημασίας εντός κι εκτός Ελλάδος.
Παραγωγική βάση, κατ’ αρχάς, σημαίνει αυτάρκεια προϊόντων, δηλαδή παραγωγή ειδών και ποσοτήτων που απαιτούνται για να καλύπτονται οι βασικές εγχώριες ανάγκες. Αυτό, βέβαια, προϋποθέτει αναπτυγμένη γεωργία, κτηνοτροφία, δηλαδή κρέας, γάλα, αυγά, οπωροκηπευτικά, σιτάρι. Προϋποθέτει οργανωμένη μεταποιητική, των αγροτικών προϊόντων, βιομηχανία. Δηλαδή ζάχαρη, αλάτι, αλεύρι, κονσέρβες, καθώς επίσης βιοτεχνία βασικών ειδών (ρούχα, υποδήματα, είδη οικιακής χρήσης κ.ά.). Οι Έλληνες, πριν «εθιστούν στην καλοπέραση των δανεικών», παρήγαγαν τα είδη πρώτης ανάγκης. Επιβάλλεται ν’ αρχίσουν πάλι να παράγουν.
Δεύτερος, εξίσου πολύ σημαντικός στόχος πρέπει να είναι το εξαγωγικό εμπόριο. Τα εγχώρια προϊόντα με ονομασία προέλευσης είναι πολλά, αλλά θα μπορούσαμε να παράγουμε πολύ περισσότερα. Το βαλσάμικο, τα αρωματικά φυτά (υπάρχουν 700 είδη ιθαγενή στην Ελλάδα) που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση για την ανάπτυξη της φαρμακευτικής βιομηχανίας, το αλάτι Μεσολογγίου, ο κρόκος Κοζάνης, το αβγοτάραχο Μεσολογγίου, η μαστίχα Χίου, το λάδι, η φέτα, το γιαούρτι, τα εξαιρετικά φρούτα και λαχανικά μας και η πρωτότυπη κονσερβοποίηση και πολλά άλλα, ήδη έχουν κατακλείσει την παγκόσμια αγορά και μπορούν να αποτελέσουν με το κατάλληλο branding την «πύλη εισόδου» εκατοντάδων άλλων που υπάρχουν στην ευλογημένη χώρα μας. Οι εξαγωγές είναι πολύ σημαντικές και θα παίξουν επίσης καθοριστικό ρόλο στην οικονομική ανασυγκρότηση της χώρας.
Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, να ξαναφτιάξουμε τις παραγωγικές μας κοινότητες και τους συνεταιρισμούς, έτσι ώστε να παράγουμε προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας με χαμηλό κόστος. Είναι μερικές απ’ τις προϋποθέσεις ανεξαρτησίας μας απ’ τους εταίρους δανειστές και τοκογλύφους. Αυτό, ο ελληνικός λαός πρέπει να το γνωρίζει. Η νέα κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έχει τεράστια ευθύνη να ανταπεξέλθει σ’ αυτήν τη μεγάλη πρόκληση κομβικής σημασίας για τη χώρα.
Τέλος, αξίζει να αναφερθούμε σε μερικά σημαντικά σημεία του κυβερνητικού προγράμματος για την τόνωση της επιχειρηματικότητας:
- Παροχή ρευστότητας από το χρηματοπιστωτικό σύστημα αλλά και από μη συμβατικά χρηματοδοτικά εργαλεία.
- Δημόσια Αναπτυξιακή Τράπεζα για την προώθηση αναπτυξιακών έργων για την παραγωγική ανασυγκρότηση (είναι βασικός κρίκος που λείπει από την ελληνική οικονομία και το ελληνικό τραπεζικό σύστημα).
- Αναμόρφωση πτωχευτικού πλαισίου επιχειρήσεων.
- Δημιουργία Τράπεζας Ειδικού Σκοπού για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τους αγρότες.
Για την επιτυχία όλων των παραπάνω απαιτείται η συμβολή όλων. Καταναλωτικές οργανώσεις, επιχειρηματικοί φορείς, Εμπορικά, Βιομηχανικά και Βιοτεχνικά Επιμελητήρια ανά την Ελλάδα πρέπει να είναι μέρος αυτής της προσπάθειας. Με τη σημαντική συμβολή τους σε επίπεδο συμβουλευτικό και ενημερωτικό, όπως π.χ. ημερίδες για νέα προϊόντα και υποπροϊόντα μπορούν να εμπνεύσουν και να καθοδηγήσουν αποτελεσματικά ιδιαίτερα τους νέους επιχειρηματίες σ’ ένα νέο επιχειρηματικό περιβάλλον με προοπτική. Η δημιουργία επιχειρηματικών δικτύων τύπου clusters είναι εξίσου σημαντική για την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας.
Κλείνοντας, θα έλεγα ότι όλοι μαζί πρέπει να δώσουμε τη μάχη. Το οφείλουμε στη πατρίδα και στις επόμενες γενιές. Ας δούμε όλοι μας αυτή την προσπάθεια με πατριωτισμό και όρους εθνικής επιβίωσης και τότε θα τα καταφέρουμε.
* Η Ελένη Αλβανού είναι επιχειρηματίας, μέλος της Κ.Ε. της Κοινωνικής Συμφωνίας