Το Απόλυτο Κακό παρέδωσε, η Επιστροφή στη Δημοκρατία συντελέστηκε, αναγεννήθηκε η πραγματική Αμερική, η καλή, αυτή που ξέραμε εδώ και τόσες δεκαετίες και αμαυρώθηκε προσωρινά από τον επάρατο Τραμπ. Κάπως έτσι έχουν τα πράγματα, αν πιστέψουμε τα μεγάλα δυτικά ΜΜΕ και τους ηγέτες των λοιπών δυτικών κρατών, κεντροδεξιούς και κεντροαριστερούς αντάμα, που έσπευσαν να εκφράσουν την ανακούφισή τους μόλις ολοκληρώθηκε η ορκωμοσία του Μπάιντεν. Κι όλα αυτά τα κοσμοϊστορικά συνέβησαν ήρεμα και κόσμια, διαψεύδοντας τις «πληροφορίες» για στρατιές οχλοκρατών που θα παρεμπόδιζαν την τελετή. Τζάμπα κουβαλήθηκαν άρον-άρον στην Ουάσιγκτον 25.000 εθνοφρουροί. Κανείς καουμπόης δεν όρμησε να χαλάσει τη διαδικασία. Οι Δημοκρατικοί κυβερνούν!
Και τότε γιατί εξακολουθούν να φαίνονται και να ακούγονται φοβισμένοι όλοι οι θαυμαστές και υπερασπιστές του «προτύπου» που επανήλθε στην πρότερη αγνότητά του; Και γιατί η πρώτη ομιλία του νέου προέδρου θύμιζε έκθεση ιδεών μαθητή του Δημοτικού, με γλυκερές αναμνήσεις των παραινέσεων του μπαμπά του και της μαμάς του, τσιτάτα από τη Βίβλο και μόνιμη επωδό την ανάγκη για ενότητα; Εξακολουθούν να είναι φοβισμένοι επειδή γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι αιτίες που έφεραν την «παρένθεση» Τραμπ συνεχίζουν να υφίστανται ακέραιες, διατηρώντας διχασμένο τον πληθυσμό των ΗΠΑ. Κι ο Μπάιντεν θυμίζει κακέκτυπο των προκατόχων του επειδή και οι Δημοκρατικοί δεν έχουν πια τίποτα να πουν, έστω ως γενικόλογη υπόσχεση ή όραμα – εξ ου και η χτυπητή αντίθεση της φτώχειας όσων είπε ο άρτι ορκισθείς 46ος πρόεδρος με την «εμπνευσμένη» ομιλία του Ομπάμα το 2009, για παράδειγμα.
Το τζίνι έχει βγει από το λυχνάρι
Οι στεναγμοί ανακούφισης, τα χειροκροτήματα, τα συγχαρητήρια, οι πάνδημες διαβεβαιώσεις ότι «κακό όνειρο ήταν και πάει» δεν μπορούν να κρύψουν την πραγματικότητα. Οι εκκλήσεις για «ενότητα» και οι διαβεβαιώσεις ότι οι ΗΠΑ είναι «καλές» αδυνατούν να φτιασιδώσουν την εγκληματική πολιτική των διαδοχικών διοικήσεων της Ουάσιγκτον, κι ακόμη περισσότερο να καλύψουν τις διαιρέσεις που κατατεμαχίζουν τον βορειοαμερικανικό σχηματισμό. Το τζίνι έχει βγει από το λυχνάρι και κανένα ξόρκι δεν μπορεί να το επανεγκλωβίσει. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι και ο ίδιος ο Μπάιντεν φροντίζει να κρατά χαμηλά τον πήχη: «Η κατάσταση θα χειροτερέψει κι άλλο πριν αρχίσει να καλυτερεύει» είπε αφοπλιστικά προχθές, παρουσιάζοντας το (διόλου φιλόδοξο) πρόγραμμά του για την αντιμετώπιση της πανδημίας – που, ανεξέλεγκτη, εξακολουθεί να καλπάζει, ενώ ήδη έχει προκαλέσει πάνω από 420.000 θανάτους.
Όσο για την οικονομική ανακούφιση των Αμερικανών, αυτή, σύμφωνα με τον νέο πρόεδρο, θα εξαρτηθεί από το πόσο ανταγωνιστική θα γίνει η αμερικανική οικονομία έναντι της κινεζικής! Στην επίτευξη αυτού του στόχου, μεταξύ άλλων μέσω της ενίσχυσης των μεγάλων επιχειρήσεων τεχνολογικής αιχμής, θα πάει η μερίδα του λέοντος των σχεδόν 2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων που η κυβέρνηση Μπάιντεν σχεδιάζει να ρίξει στην αμερικανική οικονομία (ή μάλλον, σε μια χούφτα χρηματιστηριακά χαρτοφυλάκια) τα επόμενα χρόνια. Αν το επιτρέψει φυσικά η ισορροπία τρόμου στη Γερουσία και τη Βουλή: ήδη η Τζάνετ Γιέλεν, πρώην πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας και προαλειφόμενη για το πόστο της υπουργού Οικονομικών, κάλεσε τα μέλη του Κογκρέσου να αποδειχθούν «γενναιόδωρα», και να… μην ανησυχούν για την περαιτέρω εκτόξευση του ήδη τεράστιου δημόσιου χρέους των ΗΠΑ!