Μέχρι σήμερα (15/01) η εκλογική αντιπαράθεση έχει επικεντρωθεί στην κινδυνολογία και στην πιθανότητα εξόδου της χώρας από το ευρώ και καθόλου στις επιπτώσεις των μνημονιακών πολιτικών που υλοποίησε η συγκυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου αλλά και, πολύ περισσότερο, στην πρόταση για το εναλλακτικό αναπτυξιακό υπόδειγμα που έχει ανάγκη η ελληνική κοινωνία. Το σημερινό εράνισμα επιχειρεί να καταγράψει την εξέλιξη δύο κρίσιμων μεγεθών, της απασχόλησης και του δημόσιου χρέους, την περίοδο της συγκυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου. Αυτά τα δύο μεγέθη είναι αλληλοεξαρτώμενα: ούτε η ανεργία μπορεί να μειωθεί εάν δεν εξευρεθούν πόροι για δημόσιες επενδύσεις, ούτε η χώρα μπορεί να απαλλαγεί από το χρέος οριστικά εάν δεν υλοποιηθεί ένα πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης και δημιουργίας αξιοπρεπών θέσεων εργασίας.

1. Ενώ το Β΄ τρίµηνο του 2012 ο αριθµός των απασχολούµενων ανερχόταν σε 3.793.147 άτοµα, το Γ΄ τρίμηνο του 2014 ανήλθε σε 3.586.885 άτομα μειωμένος κατά 206.262 άτομα (-5,4%). Ο αριθμός των ανέργων, το αντίστοιχο χρονικό διάστημα αυξήθηκε κατά 60.609 άτομα, από 1.168.761 (ποσοστό 23,6%) σε 1.229.370 (25,5%). Η διαφορά οφείλεται στην αποχώρηση από την αγορά εργασίας ενός σημαντικού τμήματος του ενεργού πληθυσμού λόγω απογοήτευσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ το Β΄ τρίμηνο του 2012 οι µακροχρόνια άνεργοι (αυτοί που αναζητούν εργασία για πάνω από 12 µήνες, ανεξάρτητα αν είναι «νέοι» ή «παλαιοί» άνεργοι) αποτελούσαν αντίστοιχα το 59,0% του συνολικού αριθμού, το Γ΄ τρίμηνο το αντίστοιχο ποσοστό ανερχόταν στο 75,4%.

Κατά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας, η μεγαλύτερη μείωση καταγράφηκε στους κλάδους των κατασκευών (-56,6 χιλ. άτομα ή 27%), της μεταποίησης (-45,3 χιλ. ή 12,6%) και του χονδρικού-λιανικού εμπορίου (-49,1 χιλ. ή 7,2%).

Επιπλέον, το ποσοστό της µερικής απασχόλησης ανερχόταν στο 7,3% του συνόλου ενώ το Γ΄τρίμηνο 2014 ανέρχεται στο 9,5% του συνόλου των απασχολουμένων. Από το υποσύνολο αυτό των εργαζοµένων το 68,4% έκανε αυτή την επιλογή διότι δεν µπόρεσε να βρει πλήρη απασχόληση, το 6,4% για άλλους προσωπικούς ή οικογενειακούς λόγους, το 4,3% γιατί εκπαιδεύεται, το 2,2% διότι φροντίζει µικρά παιδιά ή εξαρτώµενους ενήλικες και το 18,7% για διάφορους άλλους λόγους. Τα υψηλότερα ποσοστά µερικής απασχόλησης καταγράφονται στους κλάδους της γεωργίας, του χονδρικού-λιανικού εµπορίου και του τουρισµού (17,2%, 15,9% και 12,8% του συνόλου των µερικώς απασχολουµένων αντίστοιχα).

2. Το χρονικό διάστημα 30/09/2012-30.09.2014 το συνολικό δημόσιο χρέος αυξήθηκε από 303.508,80 εκατ. σε 321.732,23 εκατ. (+18.223,43 εκατ. ή 6%). Μετά τη μείωση του δημόσιου χρέους που επιτεύχθηκε με το PSI+ και την επαναγορά ομολόγων, το δημόσιο χρέος επανήλθε σε αυξητικούς ρυθμούς κυρίως λόγω της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Την ίδια περίοδο άλλαξε δραματικά η εσωτερική διάρθρωση του χρέους: αυξήθηκαν κατά 50% τα δάνεια του μηχανισμού στήριξης (από 148.828,27 εκατ. σε 220.120,99 εκατ.) με ανάλογη περίπου μείωση των ομολόγων και βραχυπρόθεσμων τίτλων. Παράλληλα αυξήθηκε η μέση σταθμική υπολειπόμενη φυσική διάρκεια του χρέους από 6,30 έτη που ήταν πριν από το «κούρεμα» σε 16,50 έτη τον Σεπτέμβριο 2014.

Η επιβάρυνση του δημόσιου χρέους, προκειμένου να ανακεφαλαιοποιηθούν οι τράπεζες, είχε αιτιολογηθεί από τη μνημονιακή συγκυβέρνηση με το επιχείρημα της αποκατάστασης της αξιοπιστίας (ώστε να επιστρέψουν οι καταθέσεις) και της ρευστότητας (ώστε να χρηματοδοτηθεί η πραγματική οικονομία) του τραπεζικού συστήματος. Όμως ούτε το ένα συνέβη ούτε το άλλο:

α. Στις 31/12/2011 το σύνολο των καταθέσεων ανερχόταν σε 174.137 εκατ., μειώθηκε στα 161.373 εκατ. στα τέλη του 2012 για να παραμείνει στη συνέχεια σταθερό (31/12/2013: 163.052 εκατ.-31/10/2014: 164.251 εκατ.).

β. Συνεχίσθηκε η μείωση του τραπεζικού δανεισμού προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Στις 31/12/2011 το σύνολο των δανείων ανερχόταν σε 248.535 εκατ. και μειώθηκε σε 212.527 εκατ. στις 31/10/2014 (μείωση κατά 14,5% περίπου). Τη μεγαλύτερη μείωση κατέγραψε ο δανεισμός των επιχειρήσεων (-15,4% ή 18.544 εκατ.).

γ. Ακόμη χειρότερα: Οι τράπεζες αύξησαν, σε περίοδο κρίσης, τα μέσα πραγματικά επιτόκια δανεισμού από 4,6% (Ιούνιος 2012) σε 6,43% (Νοέμβριος 2014) αυξάνοντας παράλληλα και το επιτοκιακό περιθώριο (μέσο επιτόκιο δανείων – μέσο επιτόκιο καταθέσεων) από 3,16% σε 3,89% το ίδιο χρονικό διάστημα.

Ο δημόσιος έλεγχος του τραπεζικού συστήματος, το «κούρεμα» του δημόσιου χρέους και το πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης είναι οι προϋποθέσεις για την υλοποίηση του προγράμματος εξόδου από την κρίση. Τίποτα λιγότερο…

 

Ερανιστής: Γιώργος Τοζίδης

www.gtozidis.wordpress.com

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!