της Μαρίας Χατζησταυράκη

Θα μπορούσε κανείς να εξάγει το συμπέρασμα ότι, σε ιδεολογικό επίπεδο, μια μάχη των ελίτ και των κυβερνήσεων ήταν να πείσουν τον κόσμο πως σε αυτές τις συνθήκες μπορεί κανείς να εφαρμόσει αποτελεσματικές στρατηγικές σε επίπεδο εθνικό ή ακόμη και τοπικό, και να επισκιαστούν οι επιπτώσεις που οι τάδε ή οι δείνα επιλογές έχουν σε υπερεθνικό επίπεδο. Η όξυνση των ανταγωνισμών εντός της περιόδου της πανδημίας ήταν έκδηλη και τα παραδείγματα πολλά. Ένα από αυτά ήταν όταν, στην αρχή της πανδημίας, διάφορες χώρες δοκίμασαν να αψηφήσουν το κόστος σε ανθρώπινες ζωές και να μην σταματήσουν καμιά οικονομική-εμπορική-τουριστική δραστηριότητα ώστε να καταφέρουν να βγουν μπροστά με λιγότερες οικονομικές απώλειες από όλη αυτήν την ιστορία – και το πλήρωσαν με εκατόμβες θυμάτων. Μάλιστα δεν έλειψαν και κυνικές δηλώσεις για τους πιο ευάλωτους συνανθρώπους μας, ότι περίπου περισσεύουν.

Παρένθεση: πολλοί σήμερα κάνουν συγκρίσεις του αριθμού των νεκρών στη Σουηδία, μια από τις χώρες που επέλεξε την προαναφερθείσα στρατηγική, με την Ελλάδα, για να καταδείξουν την αναποτελεσματικότητα των οριζόντιων λοκντάουν. Σεβόμενοι τα θύματα σε Ελλάδα και Σουηδία και όπου αλλού στον κόσμο, ας μην κάνουμε συγκρίσεις θανατο-πολιτικών για να υποστηρίξουμε μια αντιπολιτευτική στάση. Τα παραδείγματα από την πραγματική ζωή, με όλη τους την πολυπλοκότητα, δεν υπάρχουν για να απλουστεύονται και να εξυπηρετούν τη μια ή την άλλη τοποθέτηση. Υπάρχουν για να μελετώνται και να βοηθούν στην οικοδόμηση συνεκτικών εκτιμήσεων, που με τη σειρά τους οδηγούν σε πιο στέρεες τοποθετήσεις. Όποιος πάει να βαδίσει ανάποδα αυτόν τον δρόμο, δηλαδή από την τοποθέτηση στην εκτίμηση τσιμπολογώντας κάτι από τη μια επιδημιολογική εικόνα και κάτι από την άλλη βρίσκεται, δυστυχώς, συνεχώς μετέωρος. Κλείνει η παρένθεση γιατί ο τρόπος με τον οποίο πολιτικά αξιοποιήθηκε η παραδειγματολογία αποτελεί ένα ολόκληρο κεφάλαιο και μια συζήτηση που, παρότι αξίζει να την κάνουμε, δεν χωρά στα πλαίσια αυτού του άρθρου.

Το εμβολιαστικό απαρτχάιντ στον Τρίτο κόσμο

Ας επιστρέψουμε στο σήμερα, που η ίδια ακριβώς στάση από μεριάς των ισχυρών του κόσμου εγκαθίδρυσε και διατηρεί ένα εμβολιαστικό απαρτχάιντ στις χώρες του Τρίτου κόσμου. Από την άνοιξη και έπειτα συνεχώς πληθαίνουν οι φωνές που καταδεικνύουν τα αδιέξοδα αυτής της στρατηγικής, η οποία συνοψίζεται ως εξής: 1) καμιά άρση των πατεντών, 2) λιγοστή έως μηδαμινή μεταφορά τεχνογνωσίας σε ό,τι αφορά την παραγωγή εμβολίων, 3) όξυνση του εμπορικού πολέμου μεταξύ Ρωσίας, Κίνας, ΗΠΑ και Ευρώπης, και ορισμός ηπείρων ολόκληρων και χωρών ως ζωνών εμπορικής δραστηριοποίησης των μεν και των δε με γνώμονα τις γεωπολιτικές αντιπαραθέσεις, και 4) καμία προσπάθεια αύξησης της παραγωγικής δυνατότητας εντός της πλέον αδικημένης αφρικανικής ηπείρου, ως μέσο αντιμετώπισης όχι μόνο των ελλείψεων σε παραγωγικό επίπεδο αλλά και των δυσκολιών σε αποθήκευση και διανομή μεγάλων ποσοτήτων εμβολίων.

Αν κανείς έκανε σήμερα την εκτίμηση ότι οι ελίτ έχουν όφελος όχι μόνο από τη διατήρηση και ενίσχυση της με αυτόν τον τρόπο διαχείρισης της πανδημίας, αλλά και από τη συντήρηση της ίδιας της πανδημίας ως συνθήκης, τότε ένας βασικός τρόπος που αυτό γίνεται σήμερα εφικτό είναι μέσα από τον αποκλεισμό τεράστιου κομματιού του παγκόσμιου πληθυσμού από τα υπάρχοντα εμβόλια. Και αυτή είναι μια συνειδητή επιλογή, δεν αποτελεί απλά ατυχές γεγονός.

Τεράστιες ουρές έξω από εμβολιαστικό κέντρο στο Μουμπάι της Ινδίας.

Άρθρο δημοσιευμένο στο BMJ[1] το καλοκαίρι καταδείκνυε ότι πλούσιες χώρες έχουν εξασφαλίσει εκατοντάδες εκατομμύρια δόσεις εμβολίων τις οποίες είτε δεν χρειάζονται είτε δεν μπορούν πλέον να χρησιμοποιήσουν (ξεπερνούν τον κατατεθειμένο χρόνο ζωής των προϊόντων). Ένα μόνο παράδειγμα, της Μεγάλης Βρετανίας, αρκεί για να καταλάβουμε το μέγεθος του προβλήματος. Όπως αναφέρεται στο άρθρο, «η Αγγλία έχει αγοράσει 467 εκατομμύρια δόσεις εμβολίων για να παρασχεθούν εντός του 2021», και υπολογίζεται ότι «υπάρχει πλεόνασμα 219 εκατομμυρίων δόσεων εμβολίων… Ακόμα και με τη δωρεά 30 εκατομμυρίων δόσεων, για τις οποίες έχει δεσμευτεί η βρετανική κυβέρνηση, παραμένει ένα πλεόνασμα 189 εκατομμυρίων δόσεων για το 2021. Μέχρι το 2022 αυτό το πλεόνασμα μπορεί να φτάσει τις 421 εκατομμύρια δόσεις». Στο ίδιο άρθρο καταδεικνύονται και τα προβλήματα που προκύπτουν από τη μη ανανέωση έγκαιρα των μελετών σταθερότητας των εγκεκριμένων εμβολίων. Είναι από την ανανέωση αυτών των μελετών σταθερότητας που θα προκύψει και η αύξηση του χρόνου ζωής αυτών των προϊόντων. Όμως οι μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες κωλυσιεργούν στο να καταθέσουν νέα δεδομένα που θα επιτρέψουν την επέκταση του χρόνου ζωής.

Η Amanda Harvey-Dehaye, από τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα, δηλώνει: «Δεδομένου του ρίσκου να καταστραφούν χιλιάδες δόσεις εμβολίων, είναι κρίμα να έχουμε τόσο λίγη διαφάνεια στα δεδομένα των μελετών σταθερότητας που τρέχουν οι παραγωγοί των εμβολίων, και κατά συνέπεια στην επέκταση του χρόνου ζωής τους». Όλο αυτό έχει σαν συνέπεια μεγάλες ποσότητες εμβολίων να πετιούνται. Είναι σαφές ότι υπάρχει τεράστιο όφελος από μεριάς των φαρμακευτικών εταιρειών να αφήνουν τις παρτίδες να λήγουν, καθώς αυτό σημαίνει νέες παραγγελίες. Τι κάνουν όμως οι κυβερνήσεις των κρατών για να θέσουν το θεσμικό πλαίσιο που θα πιέσει τις φαρμακευτικές εταιρίες να αναλάβουν τις ευθύνες τους; Το ερώτημα είναι ρητορικό, γιατί η επιλογή της απώλειας των υπαρχόντων αποθεμάτων είναι συνειδητή. Και αυτό μας φέρνει στα εμβολιαστικά προγράμματα και τον τρόπο που τα διαχειρίστηκαν οι χώρες στον δυτικό κόσμο.

Πειθάρχηση και αυταρχισμός: Το ειδικό καθεστώς έκτακτης ανάγκης

Την ίδια στιγμή, επομένως, η Δύση εφαρμόζει (με ανισομερή τρόπο) κοινωνικούς αποκλεισμούς και διαχωρισμούς μεγάλης μερίδας πολιτών πάνω στη βάση του πιστοποιητικού εμβολιασμού και επιταχύνει την εφαρμογή των σχεδιασμών της σε όλα τα επίπεδα. Η επιλογή της συγκρότησης του «στρατοπέδου» των «επικίνδυνων» ανεμβολίαστων υπηρετήθηκε με συνέπεια από την αρχή από το πολιτικό σύστημα και τις ελίτ. Από τότε που τα αποθέματα και οι παραγωγικές ικανότητες των μεγάλων φαρμακευτικών εταιρειών δεν ήταν αρκετά ούτε για να καλύψουν τις ανάγκες της Δύσης. Έτσι, με παλινωδίες, αδιαφάνεια στα επιδημιολογικά δεδομένα, λειψή ενημέρωση και μπόλικη παραφιλολογία πάνω στο θέμα των εμβολίων, χτίστηκε ο φόβος και η αμφισβήτηση σε μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας. Αμφισβήτηση όχι του συστήματος που γεννά πανδημίες (γιατί αυτό θα ήταν πράγματι επικίνδυνο για τις ελίτ), αλλά της αποτελεσματικότητας του εμβολιασμού ως μέσου αναχαίτισης της πανδημίας. Το παράδειγμα της Ελλάδας ως προς τη διαχείριση του εμβολιαστικού προγράμματος είναι χαρακτηριστικό. Οι ανεμβολίαστοι είναι το αντίπαλο δέος πάνω στο οποίο φορτώνονται όλες οι ευθύνες. Χρησιμοποιήθηκαν και χρησιμοποιούνται για να περάσουν όλες οι πολιτικές ελέγχου και πειθάρχησης και να εγκαθιδρυθεί το καθεστώς έκτακτης ανάγκης πάνω στο έδαφος του ψευδεπίγραφου διλήμματος «εμβόλιο – όχι εμβόλιο». Η πολιτική τους δεν αφορούσε ποτέ την προστασία της ανθρώπινης ζωής, και αυτό φαίνεται όχι μόνο από το πώς χειρίστηκαν τον εμβολιασμό, αλλά και από την πλήρη εγκατάλειψη κάθε άλλου μέσου και εργαλείου.

Η πολιτική τους δεν αφορούσε ποτέ την προστασία της ανθρώπινης ζωής, και αυτό φαίνεται όχι μόνο από το πώς χειρίστηκαν τον εμβολιασμό, αλλά και από την πλήρη εγκατάλειψη κάθε άλλου μέσου και εργαλείου

Το φθινόπωρο ήρθε κι έφερε μαζί του τις τρίτες δόσεις για τους πλήρως εμβολιασμένους πολίτες των ανεπτυγμένων χωρών (και των λιγότερο ανεπτυγμένων, όπως η δικιά μας, από δίπλα κολαούζοι). Και αυτό παρά τις αλλεπάλληλες τοποθετήσεις επιστημόνων, ρυθμιστικών οργανισμών και του ΠΟΥ ότι η εκκίνηση προγραμμάτων παροχής τρίτων δόσεων στη Δύση είναι βιαστική και δεν λαμβάνει υπ’ όψιν την προαναφερθείσα ανισότητα. Ότι δηλαδή είναι κρίσιμο τα υπάρχοντα αποθέματα να δοθούν εκεί που υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη, στους καθόλου και ελάχιστα εμβολιασμένους πληθυσμούς. Όπως επίσης την ανάγκη να δοθεί βάρος στον εμβολιασμό όσων παραμένουν ανεμβολίαστοι στις χώρες του δυτικού κόσμου. Παρά τις ανησυχίες για μειωμένη αποτελεσματικότητα έναντι της μόλυνσης από τα νεότερα και μεταδοτικότερα στελέχη του κορωνοϊού, μεγάλες πληθυσμιακές μελέτες και δεδομένα συμπεραίνουν ξεκάθαρα ότι η προστασία έναντι σοβαρής νόσου και θανάτου δεν επηρεάζεται καθόλου ή επηρεάζεται ελάχιστα[2-3]. Και υπάρχει και κάτι σημαντικότερο: το μεγάλο ρίσκο της ανάδυσης νέων μεταλλαγμένων στελεχών, που θα αμφισβητήσουν εκ νέου την αποτελεσματικότητα των εμβολίων, έρχεται από τους ανεμβολίαστους πληθυσμούς. Είναι η συντήρηση αυτού του κύκλου αθρόας μετάδοσης του ιού που θα φέρει τα επόμενα επεισόδια, και τότε θα τα αντιμετωπίσουμε πάλι σαν «φυσικά φαινόμενα» που δεν μπορούσαμε ούτε να τα προβλέψουμε ούτε να οχυρωθούμε εναντίον τους.

Η διεθνής φαρμακοβιομηχανία στυλώνει τα πόδια…

Όπως αναφέρεται σε άρθρο του nature[4], οι μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες Pfizer-BionTech, Moderna και Johnson&Johnson ανθίστανται σε πιέσεις για μεταφορά της υπάρχουσας τεχνογνωσίας σε παραγωγούς ανά τον κόσμο που μπορούν να παράξουν ικανές ποσότητες και να τις παρέχουν στις φτωχότερες χώρες. Συγκεκριμένα, στην περίπτωση του εμβολίου της J&J καταγγέλλεται ότι, παρά το γεγονός πως πολλές παραγωγικές μονάδες, όπου ήδη παράγεται το παραπλήσιας τεχνολογίας ρωσικό εμβόλιο Sputnik, θα μπορούσαν εύκολα να αξιοποιήσουν την τεχνογνωσία για να παράξουν το εμβόλιο της J&J, η εταιρεία δεν έχει κάνει κανένα βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι μόνες συμφωνίες που υπάρχουν αφορούν τα τελικά στάδια παραγωγής (bottle and package = γέμισμα και συσκευασία), ενώ η J&J έχει συνάψει μόλις μία συμφωνία με ινδική εταιρεία και οι Pfizer και Moderna δεν έχουν καμία ως τώρα σε Νότια Αμερική, Ινδία και Αφρική. Σε επιστολή τους προς την εταιρεία Johnson&Johnson και την αμερικανική κυβέρνηση[5], ινδικές κοινωνικές οργανώσεις στα μέσα Σεπτεμβρίου δηλώνουν: «Οι 600 εκατομμύρια δόσεις του εμβολίου της J&J που παράγονται τώρα στην Ινδία δεν μπορούν να πάνε στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή τις ΗΠΑ, πρέπει να κατευθυνθούν εκεί όπου υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη».

Η Διεθνής Αμνηστία με ανακοίνωσή της τον Σεπτέμβριο[6] καταγγέλλει ότι η πολιτική των 6 μεγάλων φαρμακευτικών AstraZeneca, Pfizer/BioNTech, Moderna, Johnson&Johnson και Novavax αποτελεί απειλή για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Η γενική γραμματέας της οργάνωσης Agnès Callamard, επισημαίνει ότι η πολιτική αυτή «βουλιάζει τμήματα της Λατινικής Αμερικής, της Αφρικής και της Ασίας σε νέες κρίσεις, ωθώντας τα ήδη αδύναμα συστήματα υγείας στο όριο της κατάρρευσης και προκαλώντας δεκάδες χιλιάδες θανάτους που θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί κάθε εβδομάδα», ενώ προσθέτει ότι σε πολλές χώρες δεν είναι εμβολιασμένοι ούτε καν οι υγειονομικοί. Τονίζεται ακόμη ότι οι υψηλές τιμές των εμβολίων εξασφαλίζουν στις φαρμακευτικές εταιρείες πάνω από 86 δισεκατομμύρια δολάρια κέρδη μέχρι το τέλος του 2022.

«Έγκλημα κατά της ανθρωπότητας»

Το κόστος της πανδημίας ήταν εξαρχής άνισα κατανεμημένο, όχι μόνο από ήπειρο σε ήπειρο και από χώρα σε χώρα, αλλά και εντός της ίδιας χώρας. Οι υποτελείς τάξεις ήταν και είναι πιο ευάλωτες, καθώς η πρόσβασή τους στην παροχή φροντίδας είναι υποβαθμισμένη ενώ στο σώμα τους κουβαλούν την ταλαιπωρία και τη φθορά μιας σκληρότερης ζωής. Έχουν περάσει 6 μήνες από τότε που η Αρουντάτι Ρόι σε άρθρο της στον Guardian, το οποίο μετέφρασε ο Δρόμος[7], κατήγγειλε το έγκλημα κατά της ανθρωπότητας που συντελούνταν στην Ινδία όταν εκεί το κύμα του στελέχους Δέλτα δημιούργησε συνθήκες ανθρωπιστικής κρίσης που σόκαραν όλο τον κόσμο. Αυτό που δεν τονίζεται είναι ότι το στέλεχος Δέλτα αναδύθηκε στην Ινδία όταν τα ποσοστά εμβολιασμού εκεί ήταν μηδαμινά και ότι, ενώ σκόρπιζε το θάνατο και την αρρώστια εκεί, πήρε μόλις μερικές βδομάδες για να επισκεφθεί τον υπόλοιπο κόσμο. Εδώ μεταφέρθηκαν οι εικόνες της καταστροφής και της κόλασης, εμπεδώθηκε ξανά ο φόβος, και πάνω του πάτησαν ξανά για να εφαρμόσουν πολιτικές ελέγχου και επιτήρησης. Όμως, δεν υπήρξε κανένας επανασχεδιασμός των μέτρων και καμιά ενίσχυση των συστημάτων υγείας με βάση τα νέα δεδομένα. Στη συνέχεια, τρόμος για τη μειωμένη αποτελεσματικότητα των εμβολίων στο στέλεχος Δέλτα, και τώρα προώθηση των τρίτων δόσεων στον γενικό πληθυσμό…

Οι τεράστιες ουρές στο Μουμπάι έξω από εμβολιαστικό κέντρο, την ίδια στιγμή που στην Ελλάδα και σε πολλές χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου μεγάλα εμβολιαστικά κέντρα κλείνουν γιατί δεν υπάρχει προσέλευση, αναδεικνύουν ξανά τις καταστροφικές πολιτικές των ελίτ – αλλά και τις τεράστιες ανάγκες που δεν συναντήθηκαν με πολιτικούς στόχους και αιχμές το προηγούμενο διάστημα. Εκτός από τις μάχες που χάθηκαν και εκείνες που δεν δόθηκαν, υπάρχουν και αυτές που έχουμε μπροστά μας. Η ανάγκη υπέρβασης του τεχνητού διχασμού σε σχέση με το εμβόλιο είναι κρίσιμη για τους σημερινούς αγώνες. Η μελέτη και η βαθύτερη κατανόηση του τι μας συνέβη και τι μας συμβαίνει είναι χρήσιμη ακριβώς για να ορίσουμε το σημερινό πεδίο του πολιτικού αγώνα. Αυτός ο αγώνας έχει στον πυρήνα του τόσο την ελευθερία και τη δημοκρατία και την πάλη ενάντια στα καθεστώτα έκτακτης ανάγκης, όσο και την προστασία της ανθρώπινης ζωής. Γιατί για εμάς κανείς δεν περισσεύει.

[1] www.bmj.com/content/374/bmj.n2062
[2] www.nature.com/articles/s41577-021-00592-1
[3] PHE: Duration of protection of covid-19 vaccines (στο www.gov.uk)
[4] www.nature.com/articles/d41586-021-02383-z
[5] accessibsa.org/indian-civil-society-letter-jj/
[6] www.amnesty.org/en/latest/news/2021/09/new-report-shows-leading-covid-19-vaccine-pharma-companies-fuelling-unprecedented-human-rights-crisis/
[7] edromos.gr/india-eimaste-martyres-enos-egklimatos-enantion-tis-anthropotitas/

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!