Τoυ Κώστα Ανδριανόπουλου.
Η πολιτική συγκυρία του φθινοπώρου διαφέρει απ’ αυτήν της άνοιξης. Οι οργισμένες μαχητικές κινητοποιήσεις δεν εξασφάλισαν τη συνέχειά τους. Το κίνημα αναδιπλώθηκε και υποβιβάστηκε σε κοινή γνώμη, η οποία όμως δεν είναι ταυτόσημη με την περιθωριοποίηση, την ιδιωτεία και την άκριτη αποδοχή του κυβερνητισμού.
Αντίθετα μάλιστα, η κοινή γνώμη σήμερα είναι συνυφασμένη με καίρια και αφυπνιστικά ερωτήματα, μέσα από τα οποία προχωρά βασανιστικά και παλίνδρομα η πολιτικοποίηση. Συστημικοί μηχανισμοί, καθεστωτικά κόμματα, ΜΜΕ, κάθε είδους διαμορφωτές γνώμης έχουν πιάσει το κλίμα και συμπεριφέρονται αναλόγως. Έτσι, για παράδειγμα, οι δημοσκοπήσεις (εργαλείο πολιτικής κατά παραγγελία) αποτυπώνουν συχνά αυθεντικούς προβληματισμούς, αναδεικνύοντάς τους σε στοιχείο πολιτικής επικαιρότητας και καθιστώντας τους επίδικο αντίστοιχων παρεμβάσεων για όσους τουλάχιστον ασκούν στοχευμένες πολιτικές.
Αξίζει να σταθεί κανείς στο ερώτημα «αν η προσφυγή στο ΔΝΤ ήταν αναγκαία απόφαση ή θα μπορούσαμε να την είχαμε αποφύγει» (Βήμα 10 Οκτώβρη). Το 66% λέει ότι θα μπορούσαμε να την είχαμε αποφύγει, όταν τον Απρίλη το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 42%. Η μεταστροφή είναι θεαματική. Ξεπερνά τη φθορά του ΠΑΣΟΚ -αν κάποιος ήθελε να την αποδώσει εκεί μονοσήμαντα. Ξεπερνά ακόμα και τους τυχόν ισχυρισμούς ότι ο κόσμος προσχώρησε στην πολιτική της αντιπολίτευσης (δεν επιβεβαιώνουν κάτι τέτοιο οι μετρήσεις). Ξεπερνά, τέλος, τις επιδερμικές δικαιολογίες ότι τάχα ο κόσμος φαντασιώνεται εναλλακτικές λύσεις, ξεχνώντας σήμερα καθώς απομακρυνόμαστε από τον Απρίλη τους πραγματικούς όρους που ετίθετο το πρόβλημα. Εκείνο που στην πραγματικότητα δείχνει η μετατόπιση είναι ότι συντελείται μια βαθύτερη κι επώδυνη συνειδητοποίηση γύρω από τις αιτίες, το χρονικό, τη διαδρομή και τους χειρισμούς που οδήγησαν στο Μνημόνιο. Πλάι σ’ αυτή τη συνειδητοποίηση γίνεται και η αναδίφηση των όρων διεξόδου.
Οι πολλοί σήμερα πιστεύουν πως δεν ήταν τα θεμελιακά οικονομικά μεγέθη που οδήγησαν στο Μνημόνιο, αλλά ότι μεσολάβησαν κρίσιμες πολιτικές επιλογές, αποφάσεις και μεθοδεύσεις ώστε να φτάσουμε μέχρι εκεί. Ο έντονος κοινωνικός αναστοχασμός ανοίγει το δρόμο για να επαναξιολογηθεί η πολιτική του ΠΑΣΟΚ. Για να γίνει κατανοητό ότι ο ΓΑΠ αφότου ανέλαβε την κυβέρνηση έπαιξε συνειδητά και μεθοδευμένα το χαρτί της χρεοκοπίας (δεν αποτέλεσε μόνο τη μέθοδο για να περάσει η δημοσιονομική προσαρμογή στην οποία τον υποχρέωνε η Ε.Ε., αλλά εξυπηρετούσε κι άλλους σκοπούς). Μέσα από αλλεπάλληλες υπονομευτικές διακηρύξεις, μέσα από τον σφιχτό εναγκαλισμό με τη Goldman Sachs, με τη μεθοδική ακύρωση όλων των εναλλακτικών, η χώρα τελικά παραδόθηκε αμαχητί στους δανειστές της. Το κλίμα χρεοκοπίας που εμπεδώθηκε αποτέλεσε μια μεγάλη ιδεολογική και πολιτική νίκη του ΠΑΣΟΚ. Δημιούργησε περιθώρια χειρισμών για τον ΓΑΠ και, κυρίως, τις προϋποθέσεις ώστε να εξαπολυθούν τα ιδεολογήματα «αγωνιζόμαστε να σώσουμε τη χώρα», «τα μέτρα είναι έξω από τις αρχές μας» κ.λπ.
Η Αριστερά –όσες τουλάχιστον απ’ τις δυνάμεις της θέλησαν να αγωνιστούν πραγματικά– δεν κατάφερε να δράσει αποτρεπτικά, κυρίως διότι η προβολή αντίστασης απέναντι στη χρεοκοπία στα πλαίσια του υπάρχοντος συστήματος θεωρήθηκε ότι υπάγεται στις διαχειριστικές λογικές και άρα ήταν έξω από τα πρότυπά της. Εκτός αυτού όμως η Αριστερά, πέραν των αποκαλύψεων και τη γενική ιδεολογική κριτική, αδυνατεί να ασκήσει συγκεκριμένη πολιτική απέναντι στις αιχμές της αστικής πολιτικής. Μην έχοντας εναλλακτική, στην καλύτερη περίπτωση αντιτάσσει πλάνα καθολικής ανατροπής, τα οποία βεβαίως δεν συνιστούν συγκεκριμένη απάντηση. Έτσι όμως αποξενώνεται από τις σύγχρονες ριζοσπαστικές αναζητήσεις που θεωρούν ότι πολιτική σημαίνει εναλλακτικές δυνατότητες. Όχι άπειρες, ή όσες ορίζει αυθαίρετα ο υποκειμενισμός του καθενός, πλην όμως υπαρκτές και ανιχνεύσιμες.
Σήμερα, πέραν από την απολογητική του συστήματος και τις γενικόλογες καταγγελίες για την κατεδάφισή του, υπάρχει χώρος για μια ανατρεπτική αριστερή πολιτική που οφείλει να διαμορφωθεί, να κατασκευαστεί στα πλαίσια αφετηριακών επιλογών αντίστασης, οι οποίες με τη σειρά τους είναι δυνατόν να πιστοποιηθούν και να αναδειχτούν άμεσα.