Ένα από τα θέματα που έθεσε ο πάντα ανανεωμένος Αλέν Μπαντιού στις δύο ομιλίες του στα Γαλλικό Ινστιτούτο και στη Νομική Σχολή, ήταν η «αποπολιτικοποίηση της πολιτικής» που, κατά τα λεγόμενά του, παίρνει ιδιαίτερη υπόσταση από τη δεκαετία του 1980. Όπου, μεταξύ άλλων, τα κόμματα στα κοινοβούλια δεν εκφράζουν πια διαφορετικές πολιτικές, αλλά μία πολιτική με παραλλαγές. Μία πολιτική που υπηρετεί τις ολιγαρχίες, ευρωπαϊκές και παγκόσμιες, με όποιο μανδύα κι αν εμφανίζεται, από την Αριστερά ως την άκρα Δεξιά. Μία πολιτική που την είδαμε να ολοκληρώνεται και στην Ελλάδα με την υπαγωγή του νέου ΣΥΡΙΖΑ στις προδιαγραφές του ευρωατλαντικού συστήματος και την εξομοίωσή του με τα συμβατικά κόμματα που εφαρμόζουν και υπηρετούν αυτή τη μία πολιτική που υπαγορεύεται και επιβάλλεται από τα χρηματιστικά νεοαποικιακά κέντρα εξουσίας.

Πέρα, όμως, από τη μεταμόρφωση του ΣΥΡΙΖΑ σε κόμμα των Μνημονίων και τη συμμετοχή του στην εφαρμογή αυτής της μίας πολιτικής, αυτό που συνέβη στην Ελλάδα έχει άλλη μία συναφή διάσταση που  το καθιστά ακόμα πιο επώδυνο και ζημιογόνο. Γιατί αυτό που συνέβη τα τελευταία πέντε χρόνια, και ήταν επί της ουσίας αυτό που διαφοροποιούσε τόσο την ελληνική Αριστερά όσο και την κοινωνία από τα ευρωπαϊκά μοντέλα, ήταν όχι μόνο η πρόταξη μιας εναλλακτικής πολιτικής από ένα κόμμα που συγκρουόταν με τη μία πολιτική, αλλά και –κυρίως- η διαδικασία πολιτικοποίησης ολόκληρης της κοινωνίας σε μία κατεύθυνση αντίθετη από την ισχύουσα σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Κατεύθυνση που όμοιά της (σε έκταση, δυναμική και επιρροή) δεν εμφανίστηκε σε καμία άλλη χώρα της Ευρώπης, χωρίς να υποτιμάει κανείς τη σημασία και την αξία των φαινομένων με στοιχεία διαφοροποίησης στην Ισπανία, την Πορτογαλία, ακόμα και στη Μεγάλη Βρετανία με την εκλογή του Τζέρεμι Κόρμπιν στην ηγεσία του Εργατικού Κόμματος. Μια πολιτικοποίηση μαζική που εκφράστηκε πανηγυρικότατα με το εκπληκτικό αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, το καλοκαίρι του 2015.

Και σ’ αυτό έγκειται η μεγαλύτερη ζημιά που προκάλεσε η αναστροφή της ηγετικής ομάδας που μετάλλαξε τον ΣΥΡΙΖΑ. Αφενός στο ότι απαξίωσε την Αριστερά και αφετέρου στο ότι σταμάτησε απότομα και βίαια την εξέλιξη της πολιτικοποίησης ενός εντυπωσιακά μεγάλου, πλειοψηφικού, και συνεχώς ογκούμενου τμήματος της κοινωνίας το οποίο όλο και πιο συνειδητά επέλεγε να πάει κόντρα στις επιταγές του χρηματιστικού κεφαλαίου, των αντίστοιχων πολιτικών των κυβερνήσεων της κεντρικής Ευρώπης και της εθελοδουλίας των τοπικών κομμάτων. Και συνεπακόλουθα, κόντρα στην κατηφορική πορεία αποπολιτικοποίησης της πολιτικής και αποπολιτικοποίησης των κοινωνιών στην Ευρώπη. Το τεχνητό αυτό έμφραγμα ανέκοψε την ορμή της πολιτικοποίησης της κοινωνίας που αποτελεί τη βασικότερη, άνευ της οποία δεν, προϋπόθεση για την αποτελεσματική άμυνα της Ελλάδας. Δηλαδή, την υπεράσπιση της αξιοπρεπούς ζωής των ανθρώπων, την προάσπιση της εθνικής κυριαρχίας και ανεξαρτησίας, τη διαφύλαξη και αξιοποίηση του εθνικού πλούτου, την καλλιέργεια του εντόπιου ιστορικού και σύγχρονου πολιτισμού και την χάραξη και εφαρμογή μιας άλλης πολιτικής προς το συμφέρον του τόπου και του λαού και όχι προς το συμφέρον των ολιγαρχιών που λυμαίνονται τον παγκόσμιο πλούτο, εντείνουν την εκμετάλλευση, καταστρέφουν τη φύση και προκαλούν συνεχείς πολέμους με γενοκτονίες, πρόσφυγες και διάλυση ολόκληρων χωρών.

 

Κοινωνικός στραγγαλισμός

Η ομάδα που μονοπώλησε τον ΣΥΡΙΖΑ, τον «καθάρισε» από τα εσωτερικά «εμπόδια» και τον προσάρμοσε στον εαυτό της για να εφαρμόσει αυτή τη μία πολιτική που είναι αποδεκτή από τους ολιγάρχες. Ταυτόχρονα, αποκεφάλισε πολιτικά την κοινωνία, στραγγάλισε την αντίθεση και την οργή που παράγει κοινωνική ενέργεια και έβαλε στο γύψο μια κοινωνία που είχε αρχίσει να αλλάζει ποιοτικά και να αποκτάει πολιτική μορφή και περιεχόμενο. Το ζητούμενο, και μέχρι πρότινος μάλλον ουτοπικό, για την Αριστερά, δηλαδή, η μαζική πολιτικοποίηση του κόσμου και η πρωτοφανής για οποιαδήποτε εποχή συσπείρωση της κοινωνίας, με δυναμική που ξεπερνούσε και υπερκάλυπτε τις διαχωριστικές γραμμές των κομμάτων, ακόμα και των παγιωμένων πολιτικών και ιδεολογικών διαφορών, γινόταν πραγματικότητα. Ο «καναπές», η αδιαφορία και η παθητικότητα, η μοιρολατρία, ο συμβιβασμός, η εξάρτηση από τα συμβατικά κόμματα, ο φόβος για τις συνέπειες του όχι και το δέος για τους ισχυρούς, το μικροσυμφέρον και ο κίνδυνος από την αβεβαιότητα, δηλαδή γνώριμα στοιχεία και καταστάσεις που χαρακτήριζαν την κοινωνία επί δεκαετίες, ξεπερνιούνταν και ανατρέπονταν μέσα από μία πρωτόγνωρη σε πανευρωπαϊκό επίπεδο ανάταση, τόλμη, αποφασιστικότητα, αξιοπρέπεια και απαίτηση για σεβασμό και δικαίωμα αυτοδιάθεσης. Μια κοινωνική δυναμική που βρήκε την πολιτική της έκφραση μέσα από τον ΣΥΡΙΖΑ. Μια κοινωνική δυναμική που ανέβαινε πλέον τρία-τρία τα σκαλοπάτια της αντίδρασης και της βούλησης να έχει λόγο στη διαμόρφωση της τύχης της. Μια κοινωνική δυναμική που ταυτιζόταν, εξαρτιόταν και μεγάλωνε μέσα από την ίδια της τη συμμετοχή και την εμπειρία. Που πολιτικοποιούσε τη δράση της και αναβάθμιζε την πολιτικοποίησή της μέσα απ’ αυτήν. Μια κοινωνική δυναμική, όμως, που, δυστυχώς, είχε την αχίλλειό της πτέρνα. Ένα ευάλωτό της στοιχείο με το οποίο, στην πιο κρίσιμη στιγμή, παρέσυρε αυτό το πρωτοφανές κοινωνικό ρεύμα στη φάκα.

Με την εξωφρενική διαστροφή του όχι σε ναι, η κοινωνία αιφνιδιάστηκε, έμεινε άναυδη, έχασε τα πασχάλια. Κι όπως ήταν, χωρίς εφεδρείες, χωρίς δικλείδες ασφαλείας, όπως κάθε κίνημα μεγαλειώδες που είναι μεγαλειώδες γιατί εμπεριέχει χαρακτηριστικά μεγάλου αυθορμητισμού που δίνει ώθηση στη λογική και την κάνει πραγματοποιήσιμη, ρίχτηκε στα βράχια. Εξαναγκασμένη να συμβιβαστεί στη μία πολιτική και να εγκλωβιστεί στην καθαρά ολιγαρχική πολιτική σοφιστεία «δεν υπάρχει εναλλακτική». Αυτό διέπραξε ο νέος ΣΥΡΙΖΑ στέλνοντας, με επιδέξιες κινήσεις και με τη συνδρομή των ολιγαρχικών κέντρων, στο μαντρί, στη μία πολιτική και στη ραγδαία αποπολιτικοποίηση την κοινωνία, μέσα από την απογοήτευση που προκάλεσε ο ενδοτισμός και η επακόλουθη ταπεινωτική άνευ όρων αποδοχή των Μνημονίων.

Ο αιφνίδιος στραγγαλισμός της λαϊκής ορμής και της τάσης εξόδου από την αδράνεια είχε και μία άλλη συνέπεια. Έπεσε σαν σωσίβιο στα κόμματα που ήταν τα βαποράκια αυτής της μίας πολιτικής και οδηγούνταν στην πλήρη καταβαράθρωση και διάλυση. Έχοντας ήδη χάσει το μεγαλύτερο μέρος της επιρροής τους τα δύο κόμματα του 40-45%, με τη ΔΗΜΑΡ διαλυμένη, το Ποτάμι σε κάθοδο και τη Χρυσή Αυγή σε στασιμότητα, ο θρίαμβος του Όχι στο δημοψήφισμα κόντρα σε όλους αποτελούσε αναγγελία του προαλειφόμενου επιθανάτιου ρόγχου τους.  Κι αυτή την κηδεία του παλιού πολιτικού κατεστημένου, η ευθυγράμμιση του ΣΥΡΙΖΑ με τους εκβιαστές και τους τοκογλύφους, με όλα τα συμπαρομαρτούντα, την μετέτρεψε σε ανάσταση νεκρών…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!