του Δημήτρη Μπελαντή

Στο προηγούμενο φύλλο, προσπαθήσαμε να καταγράψουμε το βασικό νομικό πλαίσιο που έχει θεσμοθετηθεί για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό τόσο όσον αφορά την πρόσβαση σε κλειστούς χώρους όσο και το Πιστοποιητικό Εμβολιασμού καθώς και τους εργασιακούς κλάδους όπου ήδη επιβάλλεται ο υποχρεωτικός εμβολιασμός με τίμημα την αναστολή εργασιακής σχέσης.

ΣΤΟ ΠΑΡΟΝ ΚΕΙΜΕΝΟ θα ασχοληθούμε κυρίως με τα ζητήματα συνταγματικότητας του άρθρου 206 του ν. 4820/2021 (ΦΕΚ 130/Α’ / 23-07-2021) καθώς εδώ προκύπτουν τα σοβαρότερα και πιο επώδυνα κοινωνικά νομικά προβλήματα και οι οξύτεροι περιορισμοί θεμελιωδών δικαιωμάτων. Η παράγραφος 1 του άρθρου 206 του νόμου αφορά το προσωπικό των δημόσιων ιδιωτικών και δημοτικών μονάδων πρόνοιας, φροντίδας ηλικιωμένων, χρονίως πασχόντων, ατόμων με ειδικές ανάγκες κ.λπ. ενώ η παράγραφος 2 το καθαρά ιατρικό, νοσηλευτικό και διοικητικό προσωπικό των δημοσίων ιδιωτικών και δημοτικών νοσοκομείων, μονάδων υγείας και διαγνωστικών κέντρων. Εξαιρούνται από τον υποχρεωτικό εμβολιασμό αυτοί που έχουν νοσήσει εντός των τελευταίων έξι μηνών. Οι κυρώσεις (αναστολή σχέσης εργασίας χωρίς παροχή μισθοδοσίας) ορίζονται στην παράγραφο 6 και επιβάλλονται διαφορετικά στον ιδιωτικό και διαφορετικά στον δημόσιο τομέα. Η παράγραφος 7 του άρθρου 206 επιτρέπει την επέκταση του μέτρου σε άλλες κατηγορίες και κλάδους εργαζομένων, και ήδη με υπουργική απόφαση της 27/8/2021 ο υποχρεωτικός εμβολιασμός έχει επεκταθεί και στον χώρο των μονάδων της ψυχικής υγείας.

Τα συνταγματικά δικαιώματα των εργαζομένων που υπόκεινται σε περιορισμό βάσει αυτών των μέτρων (έντονο και δυσανάλογο όπως θα αναπτύξουμε) είναι κυρίως τα ακόλουθα:

  • Το άρθρο 5 παρ. 1 Σ για την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας όλων (όσων κατοικούν στην Ελλάδα), το οποίο σαφώς περιλαμβάνει και τις διαστάσεις του σωματικού τους αυτοκαθορισμού και αποτροπής εξαναγκασμού τους σε ιατρικές επεμβάσεις χωρίς συναίνεση (διακριτό θέμα από την προσωπική ελευθερία και ασφάλεια του 5 παρ. 3 Σ και του άρθρου 6 Σ, η οποία αφορά ελευθερία από παράνομη σύλληψη ή κράτηση, από αυθαίρετη στέρηση ελευθερίας, τα δικαιώματα του habeas corpus).
  • Το άρθρο 5 παρ. 2 Σ που αναφέρεται στην απόλυτη προστασία της ζωής όλων όσων ζουν στην Επικράτεια.
  • -Το άρθρο 5 παρ. 5 Σ που αναφέρεται στο ατομικό δικαίωμα στην υγεία και στην προστασία όλων στη γενετική τους ταυτότητα. Ατομικό δικαίωμα σημαίνει ότι στρέφεται κατά σωματικού καταναγκασμού στην υγεία και σωματική ακεραιότητα εκ μέρους του κράτους και των οργάνων του (και κατ’ επέκταση και τρίτων ιδιωτών), ότι είναι αρνητικό δικαίωμα.
  • Το άρθρο 5Α Σ που αναφέρεται στο δικαίωμα στην πληροφόρηση.
  • Το δικαίωμα στον σωματικό αυτοκαθορισμό και στη μη εξαναγκαστική σωματική επέμβαση θεμελιώνεται στις παραπάνω διατάξεις πάντοτε σε συνδυασμό με την κατευθυντήρια αρχή του άρθρου 2 παρ. 1 Σ (προστασία και σεβασμός της αξίας του ανθρώπου) ,που αποτελεί και θεμελιώδη αρχή του πολιτεύματος, και την υποχρέωση σεβασμού της αξιοπρεπούς διαβίωσης και ερμηνεύεται σε συμφωνία με αυτήν. Συνέπεια της προστασίας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας είναι και η ειδικότερη προστασία από βασανιστήρια ή εξευτελιστική μεταχείριση από κρατικά όργανα κατά το άρθρο 7 παρ. 2 Σ.
  • Το δικαίωμα στην ισότητα, στην ίση μεταχείριση των Ελλήνων έναντι και δια του νόμου κατά το άρθρο 4 παρ. 1 και 2 του Σ και της αποτροπής δυσμενών διακρίσεων.
  • Το δικαίωμα στην ελεύθερη ιδιωτική και οικογενειακή ζωή του ατόμου (άρθρο 9 παρ.1 εδ. β΄΄ Σ).
  • Το δικαίωμα στην προστασία στην συλλογή, επεξεργασία και χρήση ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα των προσωπικών δεδομένων (άρθρο 9Α Σ).

ΣΥΜΦΩΝΑ με τις διατάξεις των άρθρων 205 και 206 του ν. 4820/2021 η παροχή προσωπικών δεδομένων (υποβολή πιστοποιητικού εμβολιασμού) για όλους τους εργαζόμενους και η υποχρεωτικότητα εμβολιασμού στους εργαζόμενους των παραπάνω ειδικών κατηγοριών στηρίζεται σε «επιτακτικούς λόγους δημόσιας υγείας» εννοώντας ότι έτσι διασφαλίζεται η μη περαιτέρω μετάδοση του ιού από τους φορείς του και η μη βαριά νόσηση και βαριά νοσηλεία όσων είναι φορείς του ιού. Οι «επιτακτικοί λόγοι δημόσιας υγείας» είναι ήδη μια πάγια επιταγή με αφετηρία την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου της 30/03/2020, που αποτελεί και την πρώτη εισαγωγή σε καθεστώς έκτακτων μέτρων κατά της επιδημίας του Covid-19 στην Ελλάδα. Η συνταγματική θεμελίωση ή έρεισμα των παραπάνω περιορισμών θεμελιωδών δικαιωμάτων αφορά το κοινωνικό δικαίωμα στην υγεία κατά το άρθρο 21 παρ. 3 Σ («Το κράτος μεριμνά για την υγεία των πολιτών…»). Εδώ δηλαδή δεν πρόκειται για το αρνητικό δικαίωμα του ανθρώπου να αποτρέπει επέμβαση στην υγεία του από το κράτος αλλά για το θετικό-κοινωνικό δικαίωμα του πολίτη να ζητά παροχές και ενέργειες από το κράτος για την προστασία της υγείας του και την υποχρέωση του κράτους να παρέχει αυτά τα μέσα. Έχουμε δηλαδή, όπως σε όλες τις περιπτώσεις περιορισμών θεμελιωδών δικαιωμάτων βάσει νόμου που επικαλείται λόγο δημοσίου συμφέροντος, μια σύγκρουση μεταξύ θεμελιωδών δικαιωμάτων και εννόμων αγαθών.

Αξίζει, ακόμη, να επισημανθεί ότι τα περιοριζόμενα δικαιώματα βάσει του ν. 4820/2021 δεν προστατεύονται μόνο από την συνταγματική ρύθμιση. Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) προβλέπει την προστασία του δικαιώματος στη ζωή έναντι του κράτους (άρθρο 2), την προστασία από τα βασανιστήρια (άρθρο 3), το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής (άρθρο 8), την απαγόρευση των διακρίσεων (άρθρο 14). Αξίζει, πάντως να παρατηρηθεί ότι και τα δικαιώματα βάσει της ΕΣΔΑ μπορούν να περιορισθούν ως ένα βαθμό βάσει νόμου των κρατών μελών και ακόμη και να ανασταλούν ακόμη κατά το άρθρο 15 ΕΣΔΑ «βάσει κινδύνου απειλούντος την ζωήν του έθνους». Η προστασία βάσει της ΕΣΔΑ αποτελεί εσωτερικό μας δίκαιο και μάλιστα με υπερνομοθετική τυπική ισχύ, ανώτερη δηλαδή του κοινού νόμου, κατά το άρθρο 28 παρ. 1 Σ.

Επίσης, και άλλες Διεθνείς Συμβάσεις προστατεύουν το δικαίωμα στον σωματικό αυτοκαθορισμό, το ατομικό δικαίωμα στην υγεία, τη μη υπαγωγή σε ιατρικές επεμβάσεις χωρίς συναίνεση του ατόμου. Ενδεικτικά, αναφέρουμε την Διεθνή Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας του ανθρώπου σε σχέση με τις εφαρμογές της βιολογίας και της ιατρικής της 4/4/1997, γνωστή ως Σύμβαση του Οβιέδο, που έχει κυρωθεί με τον ν. 2619/1998. Στο άρθρο 5 αυτής αναφέρεται ως γενική αρχή ότι «Επέμβαση σε θέματα υγείας μπορεί να υπάρξει μόνο αφού το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δώσει την ελεύθερη συναίνεσή του κατόπιν προηγούμενης σχετικής ενημέρωσής του», ενώ στο άρθρο 2 αναφέρεται ότι «Τα συμφέροντα και η ευημερία του ανθρώπινου όντος θα υπερισχύουν έναντι μόνου του κοινωνικού συμφέροντος ή της επιστήμης». Η Σύμβαση του Οβιέδο αποτελεί βασική κατευθυντήρια γραμμή της προστασίας της βιοηθικής στα πλαίσια του Συμβουλίου της Ευρώπης (1).

ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΤΙΘΕΝΤΑΙ επίσης από τον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας (ν. 3418/2005, ΦΕΚ Α’ / 287 / 2005) όπου κατά το άρθρο 12 ορίζεται ότι «1. Ο ιατρός δεν επιτρέπεται να προβεί στην εκτέλεση οποιασδήποτε ιατρικής πράξης χωρίς την προηγούμενη συναίνεση του ασθενή». Το δε άρθρο 2 περιγράφει τις προϋποθέσεις λήψης της έγκυρης συναίνεσης που συνίστανται στην «πλήρη, σαφή και κατανοητή συναίνεση… η οποία να μην είναι αποτέλεσμα πλάνης, απάτης ή απειλής». Αλλά και από το Διεθνές Σύμφωνο για τα οικονομικά, κοινωνικά και μορφωτικά δικαιώματα (ν. 1532/1985) που διευκρινίζει στο άρθρο 12 αυτού το περιεχόμενο του δικαιώματος στην σωματική και ψυχική υγεία.

Επί του ζητήματος του τυχόν πειραματικού χαρακτήρα των εμβολίων που παρέχονται στην Ελλάδα (βασικά των εμβολίων Pfizer και Moderna) τίθεται το σοβαρό ζήτημα αν μπορεί να υποχρεωθεί κάποιος σε εμβολιασμό, ο οποίος έχει ακόμη πειραματικό χαρακτήρα, δεν έχει δηλαδή ολοκληρωθεί έγκυρα ο πειραματικός έλεγχος πάνω σε αυτό. Στην περίπτωση αυτήν θα έχουμε πιθανόν απαγορευόμενο επιβαλλόμενο ιατρικό πείραμα, που αντίκειται κατάφωρα στους Κώδικες της Νυρεμβέργης, οι οποίοι συντάχθηκαν μετά τη Δίκη των Ναζί γιατρών για πειράματα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης (United States vs Karl Brandt, ολοκλήρωση δίκης την 20/08/1947) κα καθιστούν υποχρεωτική τη σαφή συναίνεση όποιου υπόκειται σε ιατρικό πείραμα. Βάσει αυτών των Κωδίκων αλλά και της Δήλωσης του Ελσίνκι του 1964, θεμελιώνονται και τα δικαιώματα που προβλέπει το Διεθνές Σύμφωνο του ΟΗΕ για τα αστικά και πολιτικά δικαιώματα του 1966, που έχει κυρωθεί στο εθνικό μας δίκαιο με τον ν. 2462/1997.

Στην συνέχεια πρέπει να εξετασθεί αν ο περιορισμός του σωματικού αυτοκαθορισμού και του ατομικού δικαιώματος στην υγεία και στην αξιοπρεπή διαβίωση, όπως προβλέπονται από το παραπάνω συνταγματικό και διεθνές συμβατικό πλαίσιο, βάσει των «μέτρων δημόσιας υγείας» και του αντίστοιχου δημοσίου συμφέροντος τηρεί την αρχή της αναλογικότητας των περιορισμών θεμελιωδών δικαιωμάτων (άρθρο 25 παρ.1 εδ. δ’ Σ) σύμφωνα με την οποίαν: « Οι κάθε είδους περιορισμοί που μπορούν κατά το Σύνταγμα να επιβληθούν στα δικαιώματα αυτά («του ανθρώπου ως ατόμου και μέλους του κοινωνικού συνόλου») πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον προβλέπεται επιφύλαξη υπέρ αυτού, και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας».

Η μη τήρηση της αρχής της αναλογικότητας καθιστά τη νομοθετική ρύθμιση δυσανάλογο και μη ανεκτό συνταγματικά περιορισμό. Στο επόμενο φύλλο θα δούμε αν οι περιορισμοί του ν. 4820/21 φτάνοντας ως την συνέπεια της αναστολής εργασίας τηρούν ή όχι την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας.

 Παραπομπή

1) Βλ. σχετικά και την μελέτη από 29/06/2021 της Ασπασίας Καλαφάτη, Προέδρου Διοικητικών Εφετών για το ζήτημα του υποχρεωτικού εμβολιασμού, https://www.edd.gr/images/docs/kalafati_vaccination21.pdf

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!