Αρχική συνεντεύξεις κοινωνία Μόδης Γούναρης, ψυχίατρος – συγγραφέας: Το «μαζί τα φάγαμε», δεν ήταν μόνο...

Μόδης Γούναρης, ψυχίατρος – συγγραφέας: Το «μαζί τα φάγαμε», δεν ήταν μόνο μια ανοησία στο στόμα ενός άθλιου πολιτικού

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ στον Σταμάτη Μαυροειδή

 

Δύο κατά βάση ήταν τα κίνητρα που επιδιώξαμε τη συνομιλία με τον Μόδη Γούναρη. Το πρώτο είναι ότι ο άνθρωπος αυτός ανήκει στα ιδρυτικά μέλη του Κοινωνικού Ιατρείου Θεσσαλονίκης και εξακολουθεί να παραμένει βασικός του στυλοβάτης τα εφτά χρόνια της κρίσης και το δεύτερο ότι είναι ψυχίατρος. Και οι δυο αυτές «ιδιότητες» είναι εξαιρετικά κρίσιμες αλλά και χρήσιμες στις ανυπόφορες στιγμές που βιώνει η ελληνική κοινωνία. Γιατί η εμπράγματη αλληλεγγύη μέσω των συλλογικών δομών αλλά και οι ατομικές πρωτοβουλίες «θεραπείας» των κλονισμένων ψυχών συνδράμουν αποφασιστικά ώστε να σταθούμε στα πόδια μας…

 

Παρατηρώντας την κοινωνική πραγματικότητα στην Ελλάδα του 2017 δεν είναι λίγοι εκείνοι που την περιγράφουν με δυο μονάχα λέξεις: οργισμένη παθητικότητα. Επικαλούμενος την ψυχιατρική σας ιδιότητα θα ήθελα μια ερμηνεία για τους ψυχολογικούς λόγους που οδήγησαν σε αυτό το φαινόμενο…

Οι λέξεις «οργισμένη παθητικότητα» με παραπέμπουν στον ψυχολογικό όρο «παθητική επιθετικότητα». Χοντρικά, αυτός περιγράφει μια συμπεριφορά όπου ο θυμός δεν εκφράζεται άμεσα προς το πρόσωπο – κατάσταση που τον προκαλεί αλλά έμμεσα με έναν κατ’ ουσία ανώριμο παθητικό τρόπο. Κατά τη γνώμη μου η «οργισμένη παθητικότητα» εντάσσεται μέσα στη γενικότερη αλλοτρίωση του ανθρώπου στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος, συστήματος που τώρα περνάει μια βαθιά κρίση και φυσικά αντανακλά στο αλλοτριωμένο άτομο. Έτσι, λοιπόν, το άτομο δε μπορεί ούτε να αξιολογήσει τους παράγοντες που οδήγησαν στην κρίση, ούτε να διαχωρίσει τη θέση του απ’ αυτούς, ούτε να προβάλλει ένα διεκδικητικό πλαίσιο με βάση τις φυσικές του ανάγκες (που στην ουσία τις αγνοεί). Του φταίει ότι έχασε κάποια αγαθά, ενίοτε σε ακραίο βαθμό – και εναγώνια προσπαθεί να πιστέψει ότι θα τα ανακτήσει. Έτσι η απολίτικη επένδυσή του στον ΣΥΡΙΖΑ και η τραγική ακύρωση που υπέστη τον έφερε σε μια βαθύτερη απογοήτευση. Τώρα, ακόμη περισσότερο, του φταίνε τα πάντα: γενικώς και αορίστως χωρίς να μπορεί να διαχειριστεί και να διοχετεύσει την οργή του συγκεκριμένα, χωρίς να έχει πολιτική στόχευση, χωρίς να αναλάβει την ευθύνη της δράσης. Αδρανοποιημένος, χωρίς κοινωνικό ιστό, χωρίς ταξικές συμμαχίες, χωρίς όραμα. Έξαλλος από τον καναπέ του, οργισμένος θυμόσοφος μπροστά στην TV και βέβαια επιρρεπής να ξανα-επενδύσει στον «νέο αρχηγό» που θα «ξεβρομίσει τον τόπο από την ντόπια σαπίλα και τους βρωμιάρηδες λαθρομετανάστες».

 

Η οργή του κόσμου κατευθύνεται αποκλειστικά εναντίον εκείνων που μας έφεραν ώς εδώ, ή περιέχει και στοιχεία ενοχικής αυτοτιμωρίας;

Είναι πολύ συχνά κάποια συμπτώματα σε ανθρώπους που πάσχουν από κατάθλιψη την εποχή της κρίσης. Ενοχή, ντροπή, αυτομομφή γι’ αυτό «που τους έτυχε». Όπου αυτό «που τους έτυχε», ήταν η κατάρρευση όταν έκλεισε η επιχείρησή τους, όταν απολύθηκαν, όταν βρέθηκαν ανασφάλιστοι, όταν δεν μπορούσαν πια να υποστηρίξουν οικονομικά την οικογένειά τους. Πολλοί παράγοντες μπορούν να αναφερθούν στα «γιατί» αυτής της κατάστασης. Θα αναφέρω ενδεικτικά δυο:

α) Το περιβόητο «μαζί τα φάγαμε», δεν ήταν μόνο μια ανοησία στο στόμα ενός άθλιου πολιτικού. Ήταν μια ενορχηστρωμένη –αν και πολλές φορές συγκαλυμμένη- καμπάνια των συστημικών ΜΜΕ και πολλών αστών αναλυτών, που ενοχοποιούσαν ισομερώς τους πολιτικούς και οικονομικούς εκπροσώπους του κεφαλαίου με τα λαϊκά στρώματα, για την έλευση της κρίσης.

β) Για πολλά χρόνια πριν την κρίση η φιλελεύθερη αντίληψη που κυριαρχούσε αλλοίωσε πολλά κοινωνικά δεδομένα. Έννοιες όπως μαζικοί αγώνες, ταξικές αντιθέσεις, συνείδηση εργατικής συλλογικότητας, έτειναν να διαλυθούν μέσα σε έναν πανηγυρικό ατομισμό: «Ο καθένας για την πάρτη του και την οικογένειά του». Ένας μικροαστισμός που εξαφάνισε κάθε έννοια συναδελφικής αλληλεγγύης. Το άτομο, λοιπόν, αποξενωμένο απ’ το περιβάλλον, ανοχύρωτο και εξαιρετικά ευάλωτο στο «κακό που του έτυχε». Χωρίς συμπαράσταση, χωρίς αλληλεγγύη. Μόνο, ενοχικό, αυτοτιμωρούμενο.

 

Απ’ όσα έχω πληροφορηθεί είστε από τα ιδρυτικά μέλη του Κοινωνικού Ιατρείου (ΚΙΑ) Θεσσαλονίκης. Θα ήθελα τις σημαντικότερες εντυπώσεις σας από αυτή την εμπειρία.

Πρωτόλειο του ΚΙΑ ήταν μια ομάδα υγειονομικών που καλύψαμε τις αντίστοιχες ανάγκες στη μεγάλη απεργία πείνας των μεταναστών στις αρχές του 2011. Μια σαφώς κινηματική πρακτική για το προσφυγικό που ακόμη δεν ήταν στην έξαρσή του.

Οι βασικές αρχές της διακήρυξης του ΚΙΑ ήταν:

– Η έμπρακτη αλληλεγγύη με τη δωρεάν παροχή ιατροφαρμακευτικής φροντίδας σε ντόπιους και μετανάστες.

– Η αμεσοδημοκρατική λειτουργία με ισότιμη συμμετοχή όλων στη Γ.Σ.

– Η άρνηση στο να χρηματοδοτούμαστε από κρατικές δομές, κόμματα, εκκλησία, ΜΚΟ, υπηρεσίες της Ε.Ε., εταιρίες.

– Η ενεργή συμμετοχή του ΚΙΑ στον πολιτικό αγώνα για τη δημόσια υγεία.

Το ΚΙΑ, λοιπόν, εξ αρχής ήταν ένα βαθειά πολιτικό εγχείρημα το οποίο γρήγορα μαζικοποιήθηκε σε βαθμό που και εμείς δεν το περιμέναμε. Στα έξι χρόνια λειτουργίας του έχει να επιδείξει ένα πλούσιο έργο, τόσο σε επίπεδο έμπρακτης αλληλεγγύης (πολλές δεκάδες χιλιάδες συμπολιτών μας έχουν επισκεφθεί τα ιατρεία μας για εντελώς δωρεάν ιατροφαρμακευτική φροντίδα) όσο και σε επίπεδο πολιτικών πρωτοβουλιών – παρεμβάσεων. Φυσικά υπήρξαν και πολλά (ενίοτε και σοβαρά) προβλήματα στο οργανωτικό επίπεδο. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι φάνηκε η δυνατότητα της λειτουργίας πολιτικών κινημάτων με όρους διαφορετικούς απ’ αυτούς που ξέραμε.

 

Ποια η διαφορά της αλληλεγγύης και της φιλανθρωπίας;

Η σχέση που εγκαθιστά ο φιλάνθρωπος με τον άλλον, είναι σχέση ανισότιμη, σχέση μεταξύ ανώτερου και κατώτερου. Η ματιά του φιλάνθρωπου είναι μια αλλοτριωτική ματιά ως προς τον άλλον που τον θεωρεί αδύναμο, αναξιοπαθούντα, αποκρύπτοντας την πάντα παρούσα θετική πλευρά που υπάρχει και στην πιο έσχατη συνθήκη. Συνάμα, η ματιά του φιλάνθρωπου είναι αλλοτριωτική και ως προς τον εαυτό του, μιας και θεωρεί εαυτόν δυνατό, ανώτερο, επαρκή, αποκρύπτοντας τη δική του, εγγενή στον κάθε άνθρωπο αδυναμία.

Για τον αλληλέγγυο, η συνάντηση του με τον άλλον ενέχει την ισοτιμία. Ξέρει ότι κινείται απ’ την ανάγκη του για μια ενεργητική και εκτός περιφράξεων της αστικής κοινωνικής ζωής συνάντηση και σύνδεση με τον άλλον που τον χρειάζεται όσο κι εκείνος. Η αλληλεγγύη έρχεται να μας εμπλουτίσει, βιωματικά και φαντασιακά, επιτρέποντας μας τη θέαση ενός νέου τύπου σχέσεων και μιας νέας κοινωνίας.

 

Οι κοινωνικές δομές που στήνονται με τη πρωτοβουλία του κόσμου δεν αποτελούν ενός είδους υποκατάστατο αλλά και άλλοθι για την κάθε κυβέρνηση ώστε να αποσυρθεί από τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις που έχει απέναντι στους πολίτες;

Όντως θα μπορούσε να συμβεί και σε κάποιο βαθμό συμβαίνει. Και συμβαίνει όταν οι πρωτοβουλίες κινούνται στα πλαίσια της φιλανθρωπίας και της απολίτικης θέασης των φαινομένων. Πχ οι οργανώσεις της εκκλησίας ή κάποιες ΜΚΟ που δημιουργούνται στη λογική του «να ανακουφίσουμε τον κόσμο», χωρίς βέβαια να παραβλέπουμε τη βοήθεια-ανακούφιση που προσφέρουν.

Το ενδεχόμενο αυτό απομακρύνεται όταν με τα λόγια και τις πράξεις πολιτικοποιείς αυτές τις πρωτοβουλίες. Πχ στο ΚΙΑ τονίσαμε στη διακήρυξή μας ότι θέλουμε να αναδείξουμε και να παλέψουμε για την ανατροπή των βαθύτερων αιτιών της κρίσης, της φτώχειας, της ανασφάλειας. Καταγγείλαμε την προσπάθεια των κεφαλαιοκρατών και των κομμάτων εξουσίας να μεταβιβάσουν την κρίση που αυτοί δημιούργησαν στον κόσμο της εργασίας. Μέσα από τη συμμετοχή μας στον πολιτικό αγώνα, μέσα από τις αφίσες, τις εκδηλώσεις, αλλά κυρίως μέσα από την καθημερινή μας τακτική αναδείξαμε σαν κυρίαρχο το πολιτικό στοιχείο της όλης πρωτοβουλίας.

Σχόλια

Exit mobile version