Αυτή είναι κατά τη γνώμη μου η ρεαλιστική αποτύπωση της υπόθεσης «απεργία στις εξετάσεις», όπως εξελίχθηκε από την ημέρα λήψης της απόφασης στο Δ.Σ. της ΟΛΜΕ μέχρι την τελική αναστολή της στη γενική συνέλευση των προέδρων των ΕΛΜΕ.

Μια απεργία, για την οποία κανείς δεν φαίνεται να «δούλεψε».
Μια απεργία, την οποία συνδικαλιστικές δυνάμεις που την υποστήριξαν στον ένα ή τον άλλο βαθμό την σαμπόταραν.
Μια απεργία, που δεν ερχόταν ως επιστέγασμα ή κορύφωση ενός αγώνα, αλλά μάλλον ως αυτοσκοπός.
Μια απεργία που δεν φαίνεται να λάμβανε υπόψη ούτε την ένταση και την έκταση της επίθεσης που δέχεται ο εκπαιδευτικός και το δημόσιο σχολείο, ούτε την πραγματική κατάσταση στα σχολεία.
Μια απεργία τέλος που αποφασίστηκε στις κλειστές αίθουσες των συνδικαλιστικών γραφείων κι ας κλήθηκαν να την επικυρώσουν γενικές συνελεύσεις με σημαντική παρουσία καθηγητών.
Δεν είμαι εκπαιδευτικός. Δεν είμαι ούτε γονιός μαθητή λυκείου. Είμαι όμως εργαζόμενος και συνδικαλιστής που βλέπω τους συνδικαλιστικούς αγώνες σε υποχώρηση, τα συνδικάτα σε τραγική αναντιστοιχία με τον ρόλο που θα έπρεπε να παίζουν σε αυτή την γιγαντιαία επίθεση που δέχονται τα εργατικά δικαιώματα, αλλά και τους εργαζόμενους να συνεχίζουν στη ίδια ρότα της παθητικότητας και της ανάθεσης. Δηλαδή, στην κατάσταση που τους γαλούχησαν οι συνδικαλιστικές και πολιτικές ηγεσίες επί δεκαετίες. Οι μικρές ή μεγαλύτερες αναλαμπές που είδαμε στις πλατείες, στους επιμέρους αγώνες, στις απεργίες, που ακολούθησαν τα μνημονιακά μέτρα, δεν κατόρθωσαν (ή δεν αφέθηκαν) να αφυπνίσουν συνειδήσεις, να αλλάξουν κατεστημένες πρακτικές, να συγκροτήσουν ένα υπαρκτό, ζωντανό, ελπιδοφόρο λαϊκό κίνημα.
Αυτή την αλήθεια δεν μπορούν να την αλλάξουν κάποιες συνδικαλιστικές αποφάσεις. Ή και το αντίστροφο. Τα συνδικάτα δεν μπορούν να ωραιοποιούν καταστάσεις και να αποφασίζουν με βάση μια συνδικαλιστική και πολιτική ανάγνωση που δεν λαμβάνει υπόψη τον παράγοντα εργαζόμενος. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται από τους κυβερνητικούς συνδικαλιστές δεν μπορούν να υποκαθιστούν την πολιτική πρόταση διεξόδου που χρειάζεται αυτή τη στιγμή τόσο το σχολείο, όσο και η κοινωνία.
Ο αγώνας των εκπαιδευτικών πρέπει να δοθεί και πρέπει να πετύχει. Με μαζικότητα, σχέδιο, όραμα, αποφασιστικότητα. Με τους εργαζόμενους παρόντες και την κοινωνία συμμέτοχη. Σε ένα τέτοιο αγώνα ο κυβερνητικός εκβιασμός μπορεί να ηττηθεί και να ανοίξει ο δρόμος για γενικότερες ανατροπές.
Ας αναρωτηθούμε όμως: ήθελε η συνδικαλιστική γραφειοκρατία έναν τέτοιο αγώνα; Πάλεψε για να δημιουργήσει όρους και συνθήκες για να δοθεί ένας τέτοιος αγώνας διαρκείας; Ή απλά επεδίωκε μια «ηρωική» αναδίπλωση, εγγράφοντας υποθήκες για το μέλλον (της);
Τέλος να ξεκαθαρίσω ότι η πιο πάνω κριτική δεν απευθύνεται μόνο στους κυβερνητικούς συνδικαλιστές, αλλά και στη συνδικαλιστική Αριστερά, που εξακολουθεί να δρα με όρους που ταίριαζαν σε καιρούς συνδικαλιστικής «ευφορίας»: αποφεύγοντας πιθανές απώλειες και επιδιώκοντας πρόσκαιρα οφέλη.

Γιώργος Κατερίνης

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!