Αρχική πολιτισμός Με το βλέμμα στις γυναίκες στην 69η Μπερλινάλε (7 – 17/2)

Με το βλέμμα στις γυναίκες στην 69η Μπερλινάλε (7 – 17/2)

Ανταπόκριση από το Βερολίνο

Ηλιόλουστο το φετινό Βερολίνο, με στάσεις εργασίας στα μέσα μεταφοράς και εργαζόμενους με κίτρινα γιλέκα στους δρόμους, φιλοξενεί για 69η χρονιά τη Μπερλινάλε, ένα διεθνές φεστιβάλ με εναλλακτικό χαρακτήρα, με επικεφαλής της διοργάνωσης για τελευταία φορά τον επί 18 χρόνια καλλιτεχνικό διευθυντή Ντίετερ Κόσλινγκ.

Από τις είκοσι ταινίες του Διαγωνιστικού, εστιασμένου σε επίκαιρες θεματικές με σπέρματα πολιτικής ανησυχίας, αποσύρθηκε αιφνιδιαστικά η ταινία One Second, του Κινέζου Ζαν Γιμού, για αδιευκρίνιστους τεχνικούς λόγους, ενώ κρίθηκε σοκαριστική η άγρια βία στη νέα ταινία The Golden Glove, του Φατίχ Ακίν.

Με φετινό σύνθημα πως το ιδιωτικό είναι πολιτικό, στο Répertoire des villes disparues, του Γαλλόφωνου Καναδού Ντενί Κοτέ, μια αλλόκοτη, μακάβρια ιστορία φαντασμάτων, με χειμωνιάτικα χρώματα, βιομηχανικούς ήχους και ανοιχτούς ορίζοντες στα ερειπωμένα χωράφια, μετατρέπεται σε καταγγελία για μια κλειστή και εγκαταλελειμμένη επαρχία, αλλά και για την πρόσφατη ξενοφοβία της καναδικής κοινωνίας, μετά την εμφάνιση μεταναστών, με διαφορετικές κουλτούρες.

Το τρίωρο κινέζικο σπαρακτικό οικογενειακό δράμα So Long, My Son του Γουάνγκ Ζιαοσουάι (Ποδηλάτης του Πεκίνου / 2001), μέσα από την απώλεια ενός παιδιού, επιχειρεί κριτική μεταξύ νοσταλγίας και αντίδρασης για το παρελθόν και το παρόν της Κίνας. Ο καμβάς μιας τραγικής ιστορίας και ενός αβάστακτου μυστικού ξεδιπλώνονται ανάμεσα σε οικογενειακούς δεσμούς, απιστίες και ένοχες καταδόσεις, με ανάκατα και δίχως μεταβάσεις χρονικά πισωγυρίσματα. Ωστόσο γίνεται εμφανής η αντιδιαστολή ανάμεσα στα σύγχρονα αστικά κέντρα –προϊόν της καπιταλιστικής μετάλλαξης– και στη ρημαγμένη επαρχία, όπου κατά την τελευταία 30αετία έχει παραμεριστεί κάθε αλληλεγγύη προς το λαϊκό προλεταριάτο.

Πρωτότυπη σε περιεχόμενο και φόρμα η ταινία Synonymes, του Ισραηλινού Ναντάβ Λαπίντ, με φρέσκες ερμηνείες, παρασέρνει στο στρόβιλο μιας σπάνιας αναφοράς στη φασιστική διάσταση τόσο του Ισραήλ, όσο και της Γαλλίας.

Ένας πνευματώδης και αθυρόστομος νεαρός Ισραηλινός μεταναστεύει στο Παρίσι, απηυδισμένος με την πολιτική κατάσταση στη χώρα του. Νιώθοντας πολιτικός εξόριστος, απαρνείται τη μητρική του γλώσσα και επιδίδεται σε ένα γλωσσικό παιχνίδι, στα γαλλικά. Μετά τη γνωριμία του με ένα ζευγάρι εύπορων νεαρών Γάλλων καταλήγει, για βιοποριστικούς λόγους, εκκεντρικός διασκεδαστής. Άλτερ-έγκο του σκηνοθέτη, όπως ομολόγησε ο ίδιος στη συνέντευξη τύπου, βολτάρει με ένα μουσταρδί παλτό στους δρόμους του Παρισιού, αγορεύοντας με περίσσιο θράσος.

Επιρροές της νουβέλ βαγκ σε κινηματογράφηση, μουσικές επιλογές και χαρακτήρες, με έντονη αίσθηση μπεκετικού παραλόγου δεσπόζουν σε μια εξαιρετική εισαγωγή και ένα σκληρό τέλος, με τον επαναστατημένο ήρωα να καίγεται και να αναγεννιέται από την τέφρα του, σύμφωνα με τον σκηνοθέτη.

Το περίφημο 50-50 αντρών-γυναικών στο χώρο της βιομηχανίας του κινηματογράφου καρποφόρησε και πανευρωπαϊκά και μάλιστα σε ένα φεστιβάλ που αντιστέκεται στις διακρίσεις, με Πρόεδρο Κριτικής Επιτροπής φέτος την Ζυλιέτ Μπινός.

Στο πνεύμα αυτού του νεο-φεμινιστικού ρεύματος, από το Διαγωνιστικό έγινε ντόρος με την ταινία God Exists, Her Name is Petrunya της Τεόνα Στρούγκαρ Μιτέβσκα, από τη Βόρεια Μακεδονία, σχετικά με την ταπείνωση και τον εκφοβισμό μιας νεαρής γυναίκας, από την τοπική κοινωνία.

Ωστόσο, τον τόνο στο γυναικείο αισθησιασμό έδωσε η ασπρόμαυρη ταινία εποχής Elisa y Marcela, της Ισπανίδας Ιζαμπέλ Κοϊξέτ, σε συμπαραγωγή με το Νετφλιξ, φωτίζοντας, σύμφωνα με την σκηνοθέτρια, πτυχές της άγνωστης ιστορίας του γυναικείου κινήματος. Βασισμένη στην πραγματική ιστορία λιντσαρίσματος και φυλάκισης του πρώτου ζευγαριού γυναικών που τέλεσε γάμο στην Ισπανία, το 1901, η συγκινητική αυτή ταινία συνθέτει ένα παθιασμένο ερωτικό δράμα, δίχως εκπλήξεις, με όμορφες πρωταγωνίστριες, ωραία φωτογραφία και μουσική από την πρωτοεμφανιζόμενη Σοφία Οριάνα.

Εκτός συναγωνισμού προβλήθηκε η δυομισάωρη ταινία Marighella, πρώτη σκηνοθετική προσπάθεια του Βραζιλιάνου ηθοποιού Βάγκνερ Μούρα, για τον Κάρλος Μαριγκέλα, εγγονό Σουδανών σκλάβων και επαναστατικό τέκνο των Ζαπάτα, Σαντίνο και Τσε, που πλήρωσε με τη ζωή του την αντιστασιακή δράση του, ενάντια στη στρατιωτική χούντα της χώρας του. Σε μια γκανγκστερικής δράσης παθιασμένη ταινία, με ανταλλαγή πυρών στην πόλη, επαναστάτες με ισχυρό πολιτικό λόγο συνθλίβονται σε φριχτές σκηνές βασανιστηρίων, από λυσσασμένους φασίστες αξιωματικούς και μυστικές υπηρεσίες της CIA.

Εκτός συναγωνισμού επίσης προβλήθηκε το εξαιρετικό νέο ντοκιμαντέρ Varda par Agnès, της 90χρονης Ανιές Βαρντά. Με δίχρωμη κόμμωση και μωβ πουκαμίσα στη συνέντευξη τύπου, η πολυσχιδής καλλιτέχνης και αειθαλής σκηνοθέτρια δήλωσε πως πρόκειται για μια ανακεφαλαίωση του έργου της και ανέλυσε τη σχέση της με το σινεμά, με εκτεταμένους συνειρμικούς σχολιασμούς και αποσπάσματα επιλεγμένων ταινιών. Αναφερόμενη στον Γκράμσι και την οπτιμιστική του θέληση, μίλησε για τη θετική επαναστατική δράση, δηλώνοντας πως παραμένει στην αριστερά, δηλαδή στο πνεύμα συμπαράστασης και αλληλεγγύης στους αδύναμους, ενώ χαρακτηρίζει ως ριζοσπαστική την ταινία που ανοίγει νέους ορίζοντες στην αντίληψη και στη σκέψη των θεατών.

Το εξαιρετικό ντοκιμαντέρ Delphine et Carole, της Καλίστο ΜακΝάλτι, στο Τμήμα Φόρουμ, αναφέρεται σε δυο σημαντικές φεμινίστριες, στα μέσα του ’70, της ηθοποιού και σκηνοθέτριας Ντελφίν Σεϊρίν (1932-1990) και της κινηματογραφήστριας Καρόλ Ρουσόπουλος (1945-2009), που κατέγραφαν δράσεις του γαλλικού φεμινιστικού κινήματος, στον απόηχο του Μάη του ’68. Το έργο τους διευκόλυνε ιδιαίτερα η εμφάνιση φορητής βιντεοκάμερας, δίνοντας με την αμεσότητα καταγραφής και ηχητικής επεξεργασίας τη δυνατότητα να προσεγγίζουν κόσμο, χωρίς να τον τρομάζουν με ολόκληρο συνεργείο ολόγυρα. Με χιουμοριστική διάθεση, εξιστορούν πώς έφτιαξαν σουρεαλιστικές αστείες ταινίες κόντρα στα στερεότυπα, αλλά και πώς σαμποτάριζαν τηλεοπτικές εκπομπές που διαμόρφωναν μονόπλευρα την κοινή γνώμη, παρεμβάλλοντας ως αντίλογο με το μοντάζ, τη δική τους κριτική ανάλυση.

Τέλος, ισχυρή παρουσία είχε και η ελληνική συμμετοχή στο Πανόραμα, με τη νέα ταινία του Σύλλα Τζουμέρκα Το Θαύμα της θάλασσας των Σαργασσών, που ενθουσίασε κοινό και κριτικούς. Μαέστρος της πειραματικής γραφής, ο Τζουμέρκας δημιουργεί ένα συναρπαστικό φιλμ νουάρ, με ηρωίδες δυο παθιασμένες γυναίκες, κατεστραμμένες για διαφορετικούς λόγους, που τις ενσαρκώνουν εξαιρετικά η Αγγελική Παπούλια και η Γιούλα Μπούνταλη. Αλκοολική Διοικητής Αστυνομίας η μία και εσωστρεφής εργάτρια στην παραγωγή χελιών η άλλη, γνωρίζονται στη διαλεύκανση μιας αυτοκτονίας. Η «ασυνάρτητη», κατά Σαββόπουλο, επαρχία μπλέκει με την αυθεντική λαϊκότητα του Βιετνάμ, του Βούλγαρη, με τον ερωτισμό του Παζολίνι, την αθυροστομία του Οικονομίδη και τα θρησκευτικά κιτς οράματα του Λιντς, υποδεικνύοντας σεξουαλική καταπίεση. Καλογραμμένοι σε βάθος γυναικείοι χαρακτήρες, καψούρικα λαϊκά και παραδοσιακές μουσικές με ζουρνά και νταούλια συνθέτουν τους διαφορετικούς παραδείσους των ηρώων, όπως αναφέρει και ο σκηνοθέτης, με τις εξαιρετικές εναέριες λήψεις πάνω από τη λιμνοθάλασσα του Μεσολογγίου να φέρνουν στο νου το Μικρό Νησί (2014), του Αλμπέρτο Ροντρίγκεζ.

* Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι θεωρητικός-κριτικός κινηματογράφου, ifigenia.kalantzi@gmail.com

Σχόλια

Exit mobile version