Η χώρα μας υιοθέτησε ένα απ’ τα αυστηρότερα λοκντάουν, όντας σταθερά κατά τον τελευταίο μήνα, στις 5 πρώτες θέσεις παγκοσμίως σύμφωνα με όλους τους δείκτες έρευνας του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Είναι μία από τις λίγες χώρες της Ευρώπης όπου τα σχολεία είναι κλειστά σχεδόν δύο μήνες –και πιθανά να παραμείνουν κλειστά και μετά τις γιορτές–, με την κινητικότητα κατά το δεύτερο λοκντάουν να παρουσιάζει πτώση περίπου 50% (62% στο λιανικό εμπόριο, 14% σε πάρκα και δημόσιους χώρους, 40% στους χώρους εργασίας, σύμφωνα με την αναφορά κινητικότητα της Google).

Την ίδια στιγμή το δεύτερο κύμα της πανδημίας συνεχίζει να έχει βαριές συνέπειες για τη χώρα μας, με τα κρούσματα να φτάνουν αθροιστικά τις 134 χιλιάδες, και τους νεκρούς από κορωνοϊό να ξεπερνούν μέχρι σήμερα τις 4.600, ενώ τον τελευταίο δίμηνο καταγράφονται σταθερά περίπου 100 θάνατοι ημερησίως.

Μετά από δύο μήνες λοκντάουν, μετά το σοκ του πρώτου κύματος και τη χαλάρωση του καλοκαιριού, με τις οικονομικές συνέπειες να συσσωρεύονται στο ήδη επιβαρυμένο τοπίο, τα εισοδήματα των πολιτών να μειώνονται στο μισό και τις αντοχές την κοινωνίας να εξαντλούνται, γίνεται φανερό πως αν τα μέτρα καραντίνας δεν συνοδευτούν από μέτρα ενίσχυσης του συστήματος Υγείας και στήριξης της κοινωνίας, απορρυθμίζουν και κατακερματίζουν την κοινωνία, σπαταλώντας τις δυνατότητες θωράκισής της απέναντι στον κίνδυνο της πανδημίας.

Το λοκντάουν αποτέλεσε αναμφισβήτητα το βασικό μέσο άμυνας κατά την πρώτη φάση της πανδημίας, όταν ο Covid-19 ήταν ο άγνωστος και αόρατος εχθρός, τότε που έπρεπε να μπει ένα φρένο στη λειτουργία της κοινωνίας για να υπάρξει ο απαραίτητος χρόνος προετοιμασίας των συστημάτων Υγείας και ενημέρωσης των πολιτών. Στη χώρα μας τα μέτρα καραντίνας σπαταλήθηκαν, χωρίς να στηθούν εκτάκτως δομές πρωτοβάθμιας υγείας, με μετρημένες νέες ΜΕΘ –την ώρα που δεκάδες συμπολίτες μας πεθαίνουν από κορωνοϊό χωρίς να φτάσουν να νοσηλευτούν σ’ αυτές–, χωρίς να επενδυθούν χρήματα στην έρευνα φαρμάκων (χαρακτηριστική η περίπτωση της απουσίας κονδυλίων για την έρευνα θεραπείας στο νοσοκομείο Παπανικολάου). Στόχος των κυβερνώντων καθ’ όλη τη διάρκεια της υγειονομική κρίσης αποτέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί, η πολιτική διάσωσή τους, το κέρδισμα χρόνου, η μεθοδική οικοδόμηση της εικόνας πως κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους.

Ένα άλλο πεδίο όπου αναδεικνύεται η γύμνια της κυβερνητικής πολιτικής είναι στα τεστ και τη χαρτογράφηση της εξάπλωσης του ιού, που από την εμπειρία άλλων χωρών αποτελούν ίσως το σημαντικότερο όπλο απέναντι στην πανδημία. Με μόλις 2,8 εκατ. τεστ να έχουν διενεργηθεί από τη αρχή της πανδημίας (ΕΟΔΥ, 28/12/2020), χωρίς να έχει εκπονηθεί κάποιο σχέδιο για μαζικές τυχαίες δειγματοληψίες, χωρίς να υπάρχει επαρκής ιχνηλάτηση των επαφών των κρουσμάτων. Ένα από τα βασικά όπλα γνώσης της πανδημίας μετατράπηκε στα χέρια των ντόπιων ελίτ σε ένα ακόμη εργαλείο επιβεβαίωσης της πολιτικής τους, με τον αριθμό των τεστ να αυξομειώνεται ανάλογα με το αν οι κυβερνητικές αποφάσεις προβλέπουν αυστηροποίηση ή χαλάρωση των μέτρων, σαν στοιχείο επιβεβαίωσης ήδη ειλημμένων αποφάσεων.

Να μην συνηθίσουμε στην κανονικοποίηση του θανάτου

Και το ερώτημα παραμένει, συνηθίζεται ο θάνατος; Μπορεί η κοινωνία να επιβιώσει προσαρμοζόμενη στη νέα κανονικότητα μετά από ένα χρόνο παύσης της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας; Θα μπορούσαν να υπάρξουν άλλες προτεραιότητες στη διαχείριση της πανδημίας που θα οδηγούσαν στο να σωθούν ζωές που χάθηκαν; Σίγουρα δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις, όμως πλέον δεν μπορεί να γίνεται ανεκτή η μονολιθική επιβολή του αφηγήματος της κυβέρνησης, δεν μπορεί να γίνεται ανεκτή η από τηλεοράσεως φαντασμαγορία της «αρχής του τέλους» και της επιχείρησης «Ελευθερία» και να εξοβελίζονται απ’ τον δημόσιο διάλογο οι πραγματικές ανάγκες και οι αγωνίες της κοινωνίας.

* Τα στοιχεία για τα διαγράμματα αντλήθηκαν απ’ τον ιστότοπο ourworldindata.org/coronavirus

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!