Η ιδέα της αποκεντρωμένης διαχείρισης των απορριμμάτων και η πεζή πραγματικότητα του σχεδιασμού που ψήφισε η Περιφέρεια Αττικής
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ στον Μάριο Διονέλλη
Για μια «ορθάνοιχτη» πόρτα που άφησε το Περιφερειακό Συμβούλιο Αττικής στην ιδιωτικοποίηση της διαχείρισης των απορριμμάτων κάνει λόγο μιλώντας στον Δρόμο ο Τάσος Κεφαλάς, μέλος της Πρωτοβουλίας Συνεννόησης για τη Διαχείριση των Απορριμμάτων (ΠΡΩΣΥΝΑΤ). Ο κ. Κεφαλάς αναλύει την ιδέα της μετάβασης στην αποκεντρωμένη διαχείριση των απορριμμάτων, μέσω μικρών τοπικών, δημοτικών ή διαδημοτικών, δομών και με πραγματικά συμμετοχικές διαδικασίες. Κάτι που ως στόχος απομακρύνεται από τη φιλοσοφία της συγκέντρωσης σε μεγάλα σχήματα, τα οποία, έστω κι αν δεν τα προβλέπει φανερά, στην ουσία τα πριμοδοτεί ο αναθεωρημένος περιφερειακός σχεδιασμός της Αττικής.
Ποια ακριβώς είναι η φιλοσοφία της κοινωνικής διαχείρισης των απορριμμάτων;
Η βασική ιδέα είναι πως τα σκουπίδια αποτελούν μια μετρήσιμη αξία, έναν σοβαρό οικονομικό πόρο για όποιον τα διαχειρίζεται. Με αυτό το δεδομένο επιχειρείται η όλο και μεγαλύτερη είσοδος και εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα στη διαχείρισή τους, εμπλοκή που αποφέρει τεράστια κέρδη στις μεγάλες εργολαβικές εταιρίες. Στηρίζεται, κυρίως, στο συγκεντρωτισμό του συστήματος και στη διατήρηση των απορριμμάτων σε σύμμεικτη μορφή, δηλαδή σε πρώτη ύλη για τα μεγάλα εργοστάσια επεξεργασίας. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο ιδιωτικός τομέας αδιαφορεί και για τις άλλες δραστηριότητες, ακόμη και για την αποκομιδή. Στον αντίποδα της ιδιωτικοποίησης, βρίσκεται το μοντέλο δημόσιας-κοινωνικής διαχείρισης των σκουπιδιών, των αστικών στερεών απορριμμάτων. Σύμφωνα με το μοντέλο αυτό, το μεγάλο μέρος της διαχείρισης των σκουπιδιών (συμπεριλαμβανομένων και των εγκαταστάσεων – υποδομών), στηρίζεται στις αρχές τις εγγύτητας και της μικρής κλίμακας, με αποκεντρωμένες υποδομές, ήπιας διαχείρισης, που ενθαρρύνουν τη συμμετοχή της κοινωνίας, διαχέοντας ή επιστρέφοντας αν θέλετε, το κέρδος που προκύπτει, πίσω στην κοινότητα και στο κοινωνικό σύνολο – κι όχι στις τσέπες των εργολάβων.
Ποιος αναλαμβάνει τη διαχείριση τέτοιων δομών; Έχουν οι δήμοι τέτοια οικονομική και διαχειριστική δυνατότητα με τις υπάρχουσες συνθήκες;
Η πρόταση για την αποκεντρωμένη διαχείριση δίνει έμφαση στον κοινωνικό έλεγχο και στη συμμετοχή των πολιτών. Η Αυτοδιοίκηση παρά τα προβλήματά της έχει τα εχέγγυα να αναλάβει την οργάνωση τέτοιων δομών. Το νέο εθνικό σχέδιο διαχείρισης αποβλήτων τής δίνει τη δυνατότητα χωροθέτησης αντίστοιχων μονάδων, ενώ οι πόροι των 200 εκατομμυρίων που προβλέπονταν π.χ. για τη δημόσια συμμετοχή στην κατασκευή των τεσσάρων φαραωνικών εργοστασίων της Αττικής θα επαρκούσαν για τη δημιουργία αντίστοιχων δομών σε τοπικό επίπεδο αν διαχέονταν στους δήμους. Τέλος, ως προς το προσωπικό η πρότασή μας είναι σαφής και προβλέπει απελευθέρωση προσλήψεων σε δομές με ανταποδοτικό χαρακτήρα, όπως είναι οι αντίστοιχες δομές διαχείρισης των απορριμμάτων, που θα έχουν έσοδα και θα μπορούν να καλύπτουν το κόστος του προσωπικού τους.
Περιβαλλοντικά η αποκεντρωμένη διαχείριση εγγυάται καλύτερα αποτελέσματα και μικρότερες επιπτώσεις;
Ασφαλώς. Η πρότασή μας προβλέπει αποκεντρωμένη διαχείριση (σε επίπεδο δήμου ή διαχειριστικής ενότητας δήμων, με μικρής κλίμακας εγκαταστάσεις) η οποία βασίζεται σε τρεις άξονες: μείωση-πρόληψη, επαναχρησιμοποίηση και ανακύκλωση-λιπασματοποίηση. Ακόμη και από τα, συνεχώς μειούμενα, υπολειπόμενα σύμμεικτα μπορούμε να ενισχύσουμε την ανάκτηση, σε μικρές μονάδες, που θα εξυπηρετούν περιφερειακές διαχειριστικές ενότητες. Έτσι ώστε μια πολύ μικρή -έως μηδενική- ποσότητα αδρανών απορριμμάτων να καταλήγει σε χώρο υγειονομικής ταφής υπολειμμάτων (ΧΥΤΥ). Βρίσκεται ακριβώς στον αντίποδα των προτάσεων για μαζική επεξεργασία σύμμεικτων απορριμμάτων σε μεγάλες μονάδες περιφερειακής κλίμακας και φυσικά απέναντι από τις επικίνδυνες προτάσεις εγκατάστασης εργοστασίων καύσης – ενεργειακής αξιοποίησης απορριμμάτων, που έχουν αποδεδειγμένα καταστροφικές επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον.
Γιατί διαφωνήσατε με την αναθεώρηση του Περιφερειακού Σχεδιασμού Διαχείρισης Απορριμμάτων; Και στην πρόσφατη απόφαση του Περιφερειακού Συμβουλίου γίνεται λόγος για μικρές αποκεντρωμένες μονάδες.
Γίνεται, όντως, λόγος σε επίπεδο διακηρύξεων αλλά δεν περιγράφονται πουθενά οι μονάδες αυτές. Ο σχεδιασμός απλά αντιγράφει τις γενικές, θετικές στοχεύσεις του εθνικού σχεδίου. Στο «δια ταύτα», όμως, αφήνει ορθάνοιχτη την πόρτα για επιλογή μεθόδων διαχείρισης που μοιάζουν πολύ με αυτές που έχουν επικρατήσει μέχρι σήμερα. Εμείς διαφωνήσαμε, καταθέσαμε συγκεκριμένο κείμενο πρότασης, ζητώντας τουλάχιστον να αναβληθεί η ψήφιση και να αναθεωρηθεί ο σχεδιασμός. Η πρότασή μας δεν μπήκε καν σε ψηφοφορία. Η περιφερειάρχης έφερε στην ουσία ένα «μη σχέδιο», με τεράστια κενά και με πολλά ευχολόγια αφού για παράδειγμα τα περίφημα Τοπικά Σχέδια Διαχείρισης ξέρει και η ίδια πως βρίσκονται σε εμβρυακό στάδιο και σε πολλές περιπτώσεις παρουσιάζεται και απροθυμία από τους δήμους να προχωρήσουν στο σχεδιασμό. Επικαλούμενη την ανάγκη διαλόγου με τις τοπικές κοινωνίες δεν περιέγραψε ούτε μία από τις δομές μικρής κλίμακας που υποτίθεται ότι και η ίδια προωθεί. Όλη αυτή η ασάφεια αφήνει ορθάνοιχτη την πόρτα σε εταιρίες που προωθούν «συνολικές» λύσεις μεγάλης κλίμακας, που θα φαντάζουν και ως μοναδικές λύσεις όταν θα έχει αποτύχει ο περιφερειακός σχεδιασμός που μόλις ψηφίστηκε.
Και οι περισσότεροι δήμαρχοι όμως δεν φαίνεται να έχουν διάθεση να ασχοληθούν ενεργά με το θέμα, κυρίως λόγω πολιτικού κόστους.
Η εκπόνηση και υλοποίηση, για πρώτη φορά, τοπικών σχεδίων διαχείρισης είναι μια δύσκολη και επίπονη διαδικασία. Παρόλα αυτά δεν ωφελεί σε τίποτα να κρύβουμε πως σημαντικό μέρος των αιρετών είναι επιφυλακτικοί και κουμπωμένοι απέναντι στη λογική της αποκεντρωμένης διαχείρισης, ενώ κάποιοι αγωνίζονται ακόμα και για να αποτύχει. Θα περιμέναμε όμως η Περιφέρεια να δείξει μεγαλύτερη πολιτική βούληση και να κάνει αποφασιστικά βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση. Δυστυχώς και στην τρέχουσα αυτοδιοικητική περίοδο δεν φάνηκε να υπάρχει η αναγκαία πολιτική βούληση για να ξεφύγουμε από την πεπατημένη. Δυστυχώς, η πλειοψηφία του Περιφερειακού Συμβουλίου επέλεξε συνειδητά την επικύρωση ενός μη δεσμευτικού περιφερειακού σχεδιασμού, που σε συνθήκες έντονης μνημονιακής πίεσης είναι απολύτως σαφές ποια πλευρά θα ευνοήσει. Και αυτή είναι η πλευρά των εργολάβων, οι οποίοι ασφαλώς δεν ήθελαν να ψηφιστεί ένα δεσμευτικό πλαίσιο.
Ωστόσο, υπάρχουν στην Ελλάδα παραδείγματα που να βαδίζουν προς την ιδέα της αποκεντρωμένης διαχείρισης των απορριμμάτων;
Υπάρχουν έστω και λίγα, αλλά είναι σημαντικά και δείχνουν το δρόμο. Στον Βύρωνα εδώ και 7-8 χρόνια γίνεται μια σοβαρή προσπάθεια διαλογής των απορριμμάτων στην πηγή, με τέσσερις κάδους. Η Ηλιούπολη έχει ήδη προχωρήσει στην κομποστοποίηση των πράσινων. Πολύ σημαντικές είναι οι προσπάθειες της πρωτοβουλίας πολιτών της Μυκόνου, αλλά και του Δήμου Παύλου Μελά στη Θεσσαλονίκη. Βέβαια, μαζί με αυτά, έχουν εμφανιστεί και ψευδεπίγραφα σχήματα μιας υποτιθέμενης κοινωνικής συμμετοχής, με τη μορφή κοινωνικών συνεταιριστικών επιχειρήσεων ή εταιριών λαϊκής βάσης, που αποτελούν προπομπό μιας γενικευμένης ιδιωτικοποίησης όλου του φάσματος της διαχείρισης των αποβλήτων.
«Σύντομα η Αττική θα βρεθεί αντιμέτωπη με μια σοβαρή κρίση»
Τι γίνεται με τον ΧΥΤΑ της Φυλής και με το Γραμματικό; Ειδικά για τη Φυλή υπήρξαν αντικρουόμενες εκτιμήσεις στο Περιφερειακό Συμβούλιο της Αττικής.
Πράγματι, η κ. Δούρου μάς καταλόγισε ότι με το να ζητάμε την επανεκτίμηση του σχεδιασμού, στην ουσία επιδιώκουμε την αναίρεση της αποκεντρωμένης διαχείρισης, ενώ έφτασε να ισχυριστεί πως «κάθε άλλη άποψη που δεν θέλει να προχωρήσει η σημερινή διαδικασία, θέλει στην ουσία ανοικτή τη Φυλή ως το 2050». Κι όμως, η ασάφεια και ο μη δεσμευτικός χαρακτήρας της δικής της πρότασης και ο σχεδιασμός που ψήφισε τελικά η πλειοψηφία του Περιφερειακού Συμβουλίου είναι που οδηγούν στη διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης στη Φυλή και ίσως και στην επέκτασή της. Μεγάλο μέρος του πολιτικού και αυτοδιοικητικού προσωπικού επιδεικνύει απάθεια για το γεγονός ότι η κατάσταση αυτή φτάνει στο απροχώρητο και πολύ σύντομα η Αττική θα βρεθεί αντιμέτωπη με μια σοβαρή κρίση. Την ίδια στιγμή παραμένουν όλες οι παθογένειες του σημερινού συστήματος διαχείρισης. Για παράδειγμα η ανακύκλωση θα συνεχίσει να λειτουργεί με τα γνωστά και απαξιωμένα ιδιωτικά «συστήματα εναλλακτικής διαχείρισης» (ΣΕΔ). Όλα τα βασικά ρεύματα αποβλήτων, ακόμη και των προδιαλεγμένων, προβλέπεται να οδηγούνται σε κεντρικές μονάδες διαχείρισης ενώ συνεχίζεται η λογική των Σταθμών Μεταφόρτωσης Απορριμμάτων. Όσο για το Γραμματικό, συνεχίζεται η ρητορική περί μη λειτουργίας ΧΥΤΑ. Στην πράξη η Περιφέρεια συνεχίζει κανονικά τη χρηματοδότηση και την υλοποίηση του έργου, αποκρύπτοντας το τι πραγματικά σχεδιάζει, ακόμη και την ώρα που συζητείται ο σχεδιασμός της επόμενης δεκαετίας, τουλάχιστον.